Για να καταλάβουμε τη σημερινή κατάσταση στη Μέση Ανατολή είναι αναγκαίο να κάνουμε μια ανασκόπηση ενός αιώνα ιστορίας. Είναι αναγκαίο να πάμε πίσω μετά το τέλος του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου για να μελετήσουμε ένα μεγάλο όγκο γεωπολιτικών δεδομένων που εξηγούν την πολλαπλότητα και την περιπλοκότητα των σημερινών συγκρούσεων. Ένα πράγμα είναι σίγουρο: αν οι μεγάλες δυνάμεις έχουν επηρεάσει εδώ και καιρό αποφασιστικά την πορεία των γεγονότων, οι περιφερειακοί και τοπικοί φορείς έχουν διεκδικήσει το χώρο τους καθόλη τη διάρκεια του αιώνα. Μετά την επικράτηση της Μεγάλης Βρετανίας και της Γαλλίας κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου, ανέλαβαν δράση οι δύο υπερδυνάμεις του Ψυχρού Πολέμου. Μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου και ειδικά μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001 η αμερικανική παντοδυναμία τίθεται υπό αμφισβήτηση. Η εποχή της παγκοσμιοποίησης βρίσκει τις περιφερειακές δυνάμεις να αυξάνουν διαρκώς την αυτονομία και την ανεξαρτησία της δράσης τους, πράγμα που οξύνει τις αντιπαλότητες μεταξύ τους.

Ας προσπαθήσουμε να δούμε τα πράγματα πιο καθαρά.

Ιστότοποι που οδηγούν στα άλλα 2 άρθρα αυτής της ανάλυσης:
Κατανοώντας τη σημερινή κατάσταση στη Μέση Ανατολή. Από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο στο Δεύτερο (1/3) – κείμενο στα ελληνικά.
From the end of the Cold War to the aftermath of the “Arab Spring” (3/3) – κείμενο στα αγγλικά, βρίσκεται σε διαδικασία ελληνικής μετάφρασης.

Το 1945 συνέβη η διάσημη συνάντηση μεταξύ του Αμερικανού Προέδρου Roosevelt και του Σαουδάραβα ηγέτη Ibn Saud. Επρόκειτο για τη συμφωνία του Quincy: θα παρεχόταν προστασία από τις ΗΠΑ στο σαουδαραβικό καθεστώς εφόσον δινόταν το μονοπώλιο στις ΗΠΑ πάνω στο πετρέλαιο. Ο παραδοσιακός ανταγωνισμός μεταξύ Γαλλίας και Βρετανίας, που παίχτηκε στη θεατρική σκηνή της Μέσης Ανατολής κατά την περίοδο του μεσοπολέμου, αντικαταστάθηκε στο τέλος του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου από τον Αμερικανο-Σοβιετικό ανταγωνισμό. Θα αφήσει τη σφραγίδα του σχεδόν για μισό αιώνα. Οι Αμερικανοί σταδιακά πήραν τη σκυτάλη από τους Βρετανούς. Οι Γάλλοι υποχώρησαν από τα εδάφη τους στη Συρία και το Λίβανο και καθώς βρέθηκαν υπό πίεση από άραβες εθνικιστές αλλά και επειδή πιέστηκαν από τους Αγγλοσάξωνες σύμμαχους. Η Τουρκία γίνεται μέλος της συμμαχίας του ΝΑΤΟ το 1952. Ο Ιρανός Σάχης, Mossadegh, προσπάθησε να εθνικοποιήσει το ιρανικό πετρέλαιο. Εκθρονίστηκε όμως από πραξικόπημα που ενορχηστρώθηκε από την CIA. Ο επόμενος Σάχης ισχυροποιήθηκε ως μονάρχης και όφειλε τη δύναμή του στις ΗΠΑ. Τότε δημιουργήθηκε το σύμφωνο της Βαγδάτης, ένα είδος Μεσανατολικού ΝΑΤΟ. Ήταν η εποχή της ντοτρίνας του Eisenhower, που είχε σαν στόχο τον περιορισμό της επιρροής της ΕΣΣΔ. Ήταν ξεκάθαρο ότι η Μέση Ανατολή, που έχει τα μεγαλύτερα γνωστά αποθέματα υδρογονάθρακα, ήταν μέγιστο ζήτημα του Ψυχρού Πολέμου. Για τις δυτικές οικονομίες (ΗΠΑ, Ευρώπη, Ιαπωνία), μπορεί να μείνει στη μνήμη ως η εποχή της μέγιστης πετρελαϊκής εξόρρυξης “peak-oil era”. Οι χαμηλές τιμές ενεργοποίησαν την κατανάλωση, που ήταν ένας από τους βασικούς πυλώνες ανάπτυξης στη μεταπολεμική περίοδο.

Η περίπτωση του Ισραήλ, του οποίου η ανεξαρτησία ανακηρύχθηκε το 1948, ήταν μια ειδική περίπτωση, καθώς το κράτος προέκυψε ως αποτέλεσμα διχοτόμησης της Παλαιστίνης, το Νοέμβριο του 1947, ψηφίστηκε από την ολομέλεια των Ηνωμένων Εθνών, που εκείνη την περίοδο αποτελούνταν κυρίως από δυτικές χώρες. Οι περισσότερες αφρικανικές και ασιατικές χώρες βρίσκονταν ακόμα υπό αποικιοκρατικά καθεστώτα. Η άρνηση να μοιραστεί το αραβικό κομμάτι της Παλαιστίνης, που υποστηρίχθηκε από τα γειτονικά κράτη, πυροδότησε τον πρώτο Ισραηλινο-αραβικό πόλεμο (1948-49) που τελείωσε με νίκη του Ισραήλ. Τρεις ακόμα πόλεμοι (1956, 1967, 1973) τελείωσαν επίσης με νίκες του Ισραήλ. Το 1959 ιδρύθηκε η Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PLO). Ξεκίνησε ένοπλες συγκρούσεις εναντίον του Ισραήλ, με αντάρτικο στα σύνορα. Το διάστημα μετά τον πόλεμο του 1967, που έμεινε γνωστός ως ο «πόλεμος των 6 ημερών», το Ισραήλ κατέλαβε τη Δυτική Όχθη και τη λωρίδα της Γάζας, δηλαδή τις Παλαιστινιακές περιοχές που παρέμεναν αραβικές μετά τον πόλεμο του 1948-49. Επρόκειτο για την αρχή αυτών που σήμερα γνωρίζουμε ως «κατεχόμενα» κατά την ορολογία του ΟΗΕ. Το 1982 ο Ισραηλινός στρατός έκανε επέμβαση στο νότιο Λίβανο για να εκδιώξει τις δυνάμεις του PLO, που είχαν τοποθετήσει βάσεις εκεί για να οδηγούν την αντίσταση ενάντια στο Ισραήλ. Το PLO εκδιώχθηκε, ενώ η Ισραηλινή κατοχή του Λιβάνου κράτησε 3 χρόνια. Στα κατεχόμενα της Δυτικής Όχθης και της λωρίδας της Γάζας ξεκίνησε η πρώτη Παλαιστινιακή επανάσταση, η Ιντιφάντα, το 1987, η οποία κατατροπώθηκε από τους κατακτητές μετά από σύγκρουση πολλών ετών.

Γενικότερα η αναμέτρηση με τη Σοβιετική πλευρά επηρέασε άμεσα όλη την περιοχή. Ορισμένα Αραβικά εθνικιστικά κράτη, που είχαν απορρίψει τις δυτικές παρεμβάσεις, πλησίασαν πιο κοντά στη Μόσχα. Αυτά τα κράτη ήταν η Συρία, η Αίγυπτος και τελευταία το Ιράκ. Μπααθιστές και Νασσεριανοί του πανΑραβικού κινήματος, κοσμικές και σοσιαλιστικές ιδεολογίες αντίθετες με αυτές των φιλοδυτικών μοναρχικών καθεστώτων: οι του Κόλπου και της Αιγύπτου εκθρονίζουν τα μοναρχικά καθεστώτα  το 1952, το Ιρακινό το 1958 και της Ιορδανίας που άντεξε πολλά πραξικοπήματα. Το εθνικό κίνημα της Παλαιστίνης, που είχε δημιουργηθεί από τους PLO και το οποίο ανέλαβε ο Αραφάτ το 1965, ήταν επίσης κοντά στις ανατολικές χώρες. Έτσι η Μέση Ανατολή ήταν μέσα στο ζήτημα του Ψυχρού Πολέμου. Οι λαοί της Μέσης Ανατολής αντιμετώπισαν λογοκρισία, αστυνομικό κράτος και καταστολή παντού.

Το 1971 η Μεγάλη Βρετανία παρείχε ανεξαρτησία στα μικρά κράτη της νότιας ακτής του Αραβικού Κόλπου: στο Κουβέιτ, στο Μπαχρέιν, στο Κατάρ και στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Ως μέλη του Οργανισμού Εξαγωγών Πετρελαιοπαραγωγών Χωρών (ΟΠΕΚ), που δημιουργήθηκε το 1960, έτειναν να ευθυγραμμίζουν την πολιτική τους με αυτή του «μεγάλου αδερφού» της Σαουδικής Αραβίας. Ως πετρο-μονάρχες επωφελούνταν επίσης από την αμερικανική προστασία και τη μέριμνα της Δύσης. Ο Ιρανός Σάχης έγινε ο αστυνόμος της περιοχής χάριν στα πετρέλαια και το στρατό του. Η Τουρκία, νοτιοδυτικός πυλώνας του ΝΑΤΟ, έβλεπε την εναλλαγή πολιτικών και στρατιωτικών καθεστώτων να αλληλοδιαδέχονται το ένα το άλλο με πραξικοπήματα (1960, 1971, 1980), κυρίως όποτε ο στρατός έβλεπε ότι η πολιτική που ακολουθούσε η χώρα απέκλινε από την Κεμαλική κληρονομιά.

Το 1973 ήταν μια προειδοποιητική βολή. Ακολουθώντας τον πόλεμο του Γιόμ Κιπούρ, όπου οι Ισραηλινοί ήρθαν σε δύσκολη θέση από τον Αραβικό στρατό, πριν ανατρέψουν υπέρ τους την κατάσταση με χρήση Αμερικανικής βοήθειας, οι χώρες που παρήγαγαν πετρέλαιο αποφάσισαν να κηρύξουν εμπάργκο και στη συνέχεια να αυξήσουν την τιμή του πετρελαίου. Ο ΟΠΕΚ υπερασπιζόταν τα συμφέροντά του. Οι δυτικές οικονομίες αντιμετώπισαν κρίση εξαιτίας της ανανεώσιμης ενέργειας πάνω στην οποία είχαν κτιστεί τα χρόνια μετά τον πόλεμο, γνωστά ως «Χρυσή εποχή».

Το σοκ της Ιρανικής επανάστασης
Το δεύτερο σοκ στον τομέα του πετρελαίου, που είχε τις ίδιες συνέπειες στις δυτικές κοινωνίες με το πρώτο, έγινε το 1979. Αυτή τη φορά προηγήθηκε ένα μεγάλο πολιτικό γεγονός. Η Ιρανική επανάσταση ήταν μια πραγματική βροντή. Προτού να ανακτηθεί από το πιο συντηρητικό και αυταρχικό κομμάτι του κλήρου των Σιιτών, πήρε θέση πίσω από τη χαρισματική φιγούρα του Ayatollah Khomeiny. Επρόκειτο για μια πολύ δημοφιλή επανάσταση, η οποία ανέτρεψε την απολυταρχία του Σάχη. Επίσης επανένωσε την παραδοσιακή μέση τάξη και την φιλελεύθερη μπουρζουαζία με την εργατική τάξη και τον κλήρο των Σιιτών, όπως και τα ακροαριστερά κινήματα με το κομμουνιστικό κόμμα. Μέσα σε λίγες εβδομάδες η διαχείριση και ο στρατός κατέρρευσαν, αρνούμενοι να υπηρετούν πια ένα καθεστώς που έχει χάσει το κύρος του εξαιτίας της απολυταρχίας, της διαφθοράς, της μεγαλομανίας και της ευθυγράμμισης με τις ΗΠΑ που το χαρακτήριζε. Η Δύση ήταν σαν να μην υπήρχε ποτέ στην περιοχή. Τότε στήριξε το Μπααθιστικό καθεστώς του Saddam Hussein σε μια προσπάθεια να ανακόψει τη μετάδοση της επανάστασης: το Ιράκ επιτέθηκε στο Ιράν. Οι μονάρχες του Κόλπου υποστήριξαν οικονομικά τον πόλεμο των Ιρακινών. Μετά από έναν αιματηρότατο πόλεμο που κράτησε από το 1980 μέχρι το 1988, όπου έχασαν τη ζωή τους πάνω από μισό εκατομμύριο άνθρωποι, υπογράφτηκε ανακωχή, χωρίς νικητές και χαμένους.

Το πολιτικό Ισλάμ είχε εντωμεταξύ επιβληθεί ως μεγάλος παίχτης στην πολιτική, ιδεολογική και γεωπολιτική σκηνή της Εγγύς και Μέσης Ανατολής. Ο πολιτικός ακτιβισμός των Σιιτών, που εμπνεύστηκε η Τεχεράνη, απάντησε σαν ηχώ, εχθρικά αλλά και ως μάθημα, σε αυτόν των Σουνιτών. Τα Ισλαμικά κινήματα των Σουνιτών, που ήταν εμπνευσμένα από την Αιγυπτιακή Μουσουλμανική Αδελφότητα και το Jamat-i-Islami του Πακιστάν, άνθισαν στον Αραβικό και Μουσουλμανικό κόσμο. Σκοπός τους ήταν να προκαλέσουν την τάξη που είχε κληρονομηθεί από την αποικιοκρατία εξίσου όμως και τις εξουσίες που είχαν τοποθετηθεί, είτε αυτές ήταν ρεπουμπλικανικές είτε ήταν μοναρχικά καθεστώτα. Ανέλαβαν την αμφισβήτηση ως συνέχεια των εθνικών και Μαρξιστικών ρευμάτων που είχαν σταματήσει να είναι δημοφιλή, ως αποτέλεσμα των στρατιωτικών ηττών εναντίον του Ισραήλ, των αντίστοιχων οικονομικών ηττών των τοποθετημένων καθεστώτων και της πολιτικής καταπίεσης. Εκμεταλλεύθηκαν τα χρήματα των Μοναρχών του Κόλπου, που έρρεαν μετά την αύξηση των τιμών του πετρελαίο.
Οι Σαουδάραβες Wahhabis εξήγαγαν τη δική τους ερμηνεία για το Ισλάμ όπου μπορούσαν. Οι Ισλαμιστές ήξεραν πώς να εκμεταλλευθούν την οικονομική βοήθεια που προήρθε από τους προστάτες του Κόλπου, παρ’ όλα αυτά κράτησαν την κριτική τους στάση απέναντι στην εναρμόνισή τους με τα καθεστώτα της Δύσης. Το Δεκέμβριο του 1979 ο Σοβιετικός στρατός εισέβαλε στο Αφγανιστάν για να υποστηρίξει το κομμουνιστικό καθεστώς της Καμπούλ, που γινόταν λεία της εξέγερσης. Έχοντας εμπλακεί μαζικά στον πόλεμο ενάντια της Σοβιετικής εισβολής στο Αφγανιστάν, οι τζιχαντιστές έκαναν ένα μη αναστρέψιμο βήμα. Υποστηριζόμενοι οικονομικά από τους Σαουδάραβες, εξοπλισμένοι από τους Αμερικανούς, οργανωμένοι και διαμορφωμένοι από τους Πακιστανούς, έπαιξαν βασικό ρόλο στην αντι-Σοβιετική τζιχάντ. Στην πραγματικότητα οι Αφγανοί «Μουτζαχεντίν» ήταν αυτοί που πάλεψαν περισσότερο. Σε αυτό το πλαίσιο δημιουργήθηκε η Άλ Κάιντα, μια διεθνής οργάνωση στην οποία ηγούταν ο Bin Laden, ένας Σαουδάραβας εξτρεμιστής. Στη συνέχεια μετατράπηκε σε απειλητική διασημότητα, τελώντας τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, εναντίον των Δίδυμων Πύργων στη Νέα Υόρκη.

Κατά τη διάρκεια ολόκληρης της περιόδου, επομένως, τα κράτη της περιοχής βρέθηκαν εμπλεκόμενα στη μείζονα αντιπαράθεση Ανατολής – Δύσης. Η αραβο-ισραηλινή διένεξη παρεκκλίνει εν μέρει από αυτή την ερμηνεία, δεδομένου ότι το Ισραήλ ήταν περισσότερο ή λιγότερο σε αντίθεση με την εχθρότητα όλων των αραβικών κρατών της περιοχής, ανεξάρτητα με το πού αυτά είχαν ταχθεί, είτε ήταν φιλο-αμερικανικά, είτε ήταν φιλο-σοβιετικά. Η Ιρανική Ισλαμική επανάσταση αποκάλυψε έναν νέο παράγοντα αναταραχής: τον πολιτικο-θρησκευτικό. Ο παράγοντας αυτός ξέφυγε τελείως από κάθε πλαίσιο που έβαζε ο Ψυχρός Πόλεμος και προανήγγειλε τις επόμενες γεωπολιτικές εξελίξεις, όπως θα δούμε στην τρίτη ενότητα.