Βρετανικό δικαστήριο ανέτρεψε την προηγούμενη απόφαση που εμπόδιζε την έκδοση του Τζούλιαν Ασάνζ στις ΗΠΑ. Ο ιδρυτής των Wikileaks κατηγορείται για τη δημοσίευση πληροφοριών που αποκάλυπταν εγκλήματα πολέμου που διέπραξαν οι ΗΠΑ στο Ιράκ και το Αφγανιστάν καθώς και βασανιστήρια. Ο Τζούλιαν Ασάνζ δεν έλαβε άδεια να παραστεί αυτοπροσώπως στην ακρόαση της έφεσης.

Στις αρχές του έτους το δικαστήριο που εκδίκαζε την υπόθεση του Ασάνζ, είχε απορρίψει την έκδοσή του στις ΗΠΑ για λόγους ψυχικής υγείας καθώς και λόγω των συνθηκών των αμερικανικών φυλακών. Σήμερα, το Ανώτατο Δικαστήριο που εκδίκασε την έφεση της υπόθεσης ανέτρεψε την προηγούμενη απόφαση και έδωσε το πράσινο φως για την έκδοσή του στις ΗΠΑ, όπου αντιμετωπίζει ποινή φυλάκισης μέχρι και 175 χρόνια.

Ως ειρωνεία, η απόφαση αυτή ήρθε σήμερα, παγκόσμια ημέρα ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αποτελεί μεγάλο πλήγμα για την ελευθερία του Τύπου παγκοσμίως, όπως έχουν τονίσει πλήθος οργανώσεων όπως η Διεθνής Αμνηστία, οι Δημοσιογράφοι χωρίς Σύνορα, το Human Rights Watch, δημοσιογραφικές ενώσεις και πολλοί άλλοι.

Η Stella Moris, αρραβωνιαστικιά του Τζούλιαν Ασάνζ, δήλωσε για την απόφαση ότι αποτελεί αποτυχία της δικαιοσύνης και είναι επικίνδυνη. «Θα ασκήσουμε έφεση το συντομότερο δυνατό», δήλωσε αμέσως μετά την ανακοίνωση της απόφασης.

Στις 26 Σεπτεμβρίου, αποκαλύφθηκαν τα σχέδια της CIA για τη δολοφονία του Τζούλιαν Ασάνζ σε μια έκθεση βόμβα. Η λεπτομερής έρευνα αποκάλυψε ότι οι συζητήσεις για τη δολοφονία του Τζούλιαν Ασάνζ στο Λονδίνο είχαν γίνει «στα υψηλότερα επίπεδα» της CIA και του Λευκού Οίκου του Τραμπ και ότι «επιλογές» δολοφονίας είχαν σχεδιαστεί με εντολή του Μάικ Πομπέο, τότε διευθυντή της CIA. Η έρευνα αποκάλυψε ότι τα σχέδια απαγωγής και παράδοσης του Ασάνζ ήταν πολύ προχωρημένα και οι επιχειρήσεις της CIA οδήγησαν σε πολιτική απόφαση να απαγγελθούν κατηγορίες εναντίον του.

Ο αρχισυντάκτης του WikiLeaks, Kristinn Hrafnsson, δήλωσε: «Η ζωή του Τζούλιαν απειλείται για άλλη μια φορά, όπως και το δικαίωμα των δημοσιογράφων να δημοσιεύουν υλικό που οι κυβερνήσεις και οι εταιρείες βρίσκουν άβολο. Πρόκειται για το δικαίωμα ενός ελεύθερου Τύπου να δημοσιεύει χωρίς να απειλείται από μια υπερδύναμη που εκφοβίζει».

Ο διευθυντής των Δημοσιογράφων χωρίς Σύνορα, Christophe Deloire, είπε ότι η απόφαση αυτή είναι ιστορική και ότι ο Ασάνζ έχει στοχοποιηθεί για τη συνεισφορά του στη δημοσιογραφία. «Υπερασπιζόμαστε αυτή την υπόθεση λόγω των επικίνδυνων συνεπειών της για το μέλλον της ελευθερίας του Τύπου σε όλο τον κόσμο». «Η απόφαση αυτή ανακοινώνεται την ημέρα που απονέμεται το Νόμπελ Ειρήνης σε δύο δημοσιογράφους και όταν 111 κυβερνήσεις προσκαλούνται στη Σύνοδο Κορυφής για τη Δημοκρατία υπό τις ΗΠΑ. Δεν θα μπορούσε να υπάρχει μεγαλύτερο σύμβολο αντίφασης».

Ο διευθυντής του Ιδρύματος για την Ελευθερία του Τύπου, Trevor Timm, δήλωσε για την απόφαση ότι: «αποτελεί ένα μαύρο στίγμα στην ιστορία της ελευθερίας του Τύπου. Το ότι οι εισαγγελείς των Ηνωμένων Πολιτειών συνέχισαν να πιέζουν για αυτό το αποτέλεσμα αποτελεί προδοσία των δημοσιογραφικών αρχών και η κυβέρνηση Μπάιντεν παίρνει τα εύσημα. Όπως εξηγούν εδώ και δεκαετίες γενναίοι πληροφοριοδότες, αυτού του είδους η κατάχρηση του νόμου περί κατασκοπείας εναντίον πηγών —και τώρα δημοσιογράφων και εκδοτών— αποτελεί ντροπή για τα βασικά ιδανικά της δικαιοσύνης».

Ο Γιάνης Βαρουφάκης επίσης δήλωσε ότι: «το Ανώτατο Δικαστήριο της Βρετανίας έχασε μοναδική ευκαιρία να διασώσει την τιμή και την υπόληψη της Βρετανικής δικαιοσύνης μετά από τόσα χρόνια συνενοχής της στην προσπάθεια εξόντωσης, δολοφονίας ουσιαστικά, ενός ανθρώπου του οποίου το μόνο «έγκλημα» ήταν να μας διαφωτίσει για τα εγκλήματα που κάνουν οι ηγεμόνες της «φιλελεύθερης» Δύσης πίσω από την πλάτη μας στο όνομά μας».

Ο Ασάνζ θα παραμείνει υπό κράτηση στης φυλακές υψίστης ασφαλείας του Λονδίνου, μέχρι να εκδοθεί η τελεσίδικη απόφαση έκδοσης από το υπουργείο εσωτερικών του Ηνωμένου Βασιλείου.