Ο Μπεν Κοέν, ένας εκ των δύο ιδρυτών της εταιρείας παγωτών Ben & Jerry’s, συνελήφθη την Πέμπτη 6 Ιουλίου σε διαμαρτυρία στην πρωτεύουσα Ουάσινγκτον ενάντια στη δίωξη του Τζούλιαν Ασάνζ από το αμερικανικό κράτος.

Ο 72χρονος Κοέν μαζί με την Τζόντι Έβανς, συνιδρύτρια της φεμινιστικής οργάνωσης CODEPINK, έκαψαν ένα ομοίωμα της Διακήρυξης Δικαιωμάτων που έγραφε «Ελευθερία του Τύπου» έξω από το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης, δηλώνοντας πως «Η ελευθερία του Τύπου γίνεται καπνός».

Έπειτα ο Κοέν προσπάθησε να εισέλθει στο κτίριο του υπουργείου και όταν του αρνήθηκε η είσοδος, κάθισε μαζί με την Έβανς στα σκαλιά μπροστά στην είσοδο έως ότου συνελήφθησαν από άνδρες του τμήματος Εσωτερικής Ασφάλειας (Homeland Security).

Ύστερα από ολιγόωρη κράτηση αφέθηκαν ελεύθεροι, αναρτώντας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης το μήνυμά τους προς τον πρόεδρο Μπάιντεν πως «Η δημοσιογραφία ΔΕΝ είναι έγκλημα».

Η συμβολική διαμαρτυρία στόχευε στην παύση της δίωξης του Τζούλιαν Ασάνζ, ο οποίος αντιμετωπίζει σειρά κατηγοριών με τον Νόμο περί Κατασκοπίας στις ΗΠΑ, που πηγάζουν από τη δημοσίευση διαβαθμισμένων εγγράφων και την αποκάλυψη εγκλημάτων πολέμου από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους. Κρατείται στη φυλακή υψίστης ασφαλείας Μπέλμαρς στη Μεγάλη Βρετανία εν αναμονή της έκδοσής του στις ΗΠΑ, έχοντας στερηθεί την ελευθερία του συνολικά για πάνω από 11 χρόνια. Η δίωξή του συνεχίζεται επί της θητείας τριών συνεχόμενων Αμερικανών προέδρων, με τις αμερικανικές αρχές να έχουν μεθοδεύσει κατασκοπία εναντίον του, σχέδια δολοφονίας του και την κατάθεση ψευδομαρτύρων.

Ο Μπεν Κοέν και ο Τζέρι Γκρινφιλντ, οι οποίοι ίδρυσαν το 1978 την εταιρεία που φέρει τα μικρά τους ονόματα, είναι γνωστοί για την ακτιβιστική τους δράση σε σκοπούς όπως η κοινωνική φυλετική και κλιματική δικαιοσύνη, τα γυναικεία και ΛΟΑΤΚΙ+ δικαιώματα και τα δικαιώματα των προσφύγων.

Είχαν συλληφθεί και τον Απρίλιο του 2016 μαζί με άλλα περίπου 300 άτομα, κατά τη διάρκεια διαδήλωσης έξω από το Καπιτώλιο για «την προστασία του δικαιώματος ψήφου και ενάντια στη συμμετοχή «του μεγάλου κεφαλαίου στην πολιτική».

Λίγες ημέρες πριν από αυτό το τελευταίο περιστατικό, στις 4 Ιουλίου, η εταιρεία είχε προκαλέσει αντιδράσεις με το μήνυμά της για την «Ημέρα της Ανεξαρτησίας» των ΗΠΑ, δηλώνοντας πως το αμερικανικό κράτος πρέπει να επιστρέψει την κλεμμένη γη των Αυτοχθόνων της ηπείρου, ξεκινώντας από το Όρος Rushmore, που φέρει στην πλαγιά του μνημείο με τις σκαλισμένες μορφές τεσσάρων Αμερικανών προέδρων. Το όρος είναι ιερή γη για τη φυλή των Λακότα Σιού, με μια περιοχή 140.000 τετρ. χιλιομέτρων γύρω από αυτό να τους έχει παραχωρηθεί με δύο συμφωνίες του 19ου αιώνα. Όμως το αμερικανικό κράτος παραβίασε τις συμφωνίες αυτές λίγα χρόνια αργότερα, όπως έκανε επί συρροή κατά τη διάρκεια της πολυετούς γενοκτονίας των αυτοχθόνων.

Τον Ιούλιο του 2021 η Ben & Jerry’s είχε ανακοινώσει πως θα παύσει την πώληση των προϊόντων της στα κατεχόμενα από το Ισραήλ παλαιστινιακά εδάφη ως «ασύμφωνη με τις αξίες της», εγείροντας ακραίες αντιδράσεις από το Ισραήλ. Ο πρόεδρος της χώρας Ισαάκ Χέρτζογκ είχε φτάσει στο σημείο να χαρακτηρίσει την κίνηση «μια νέα μορφή τρομοκρατίας» και ο τότε πρωθυπουργός Ναφτάλι Μπένετ είχε απειλήσει τη μητρική εταιρεία Unilever με «σοβαρές επιπτώσεις».

Στην πραγματικότητα, η Unilever είχε προσπαθήσει να ανατρέψει την απόφαση αποχώρησης που το ανεξάρτητο Συμβούλιο κοινωνικής πολιτικής της Ben & Jerry’s είχε λάβει ήδη έναν χρόνο νωρίτερα. Και όταν δεν το κατάφερε, την αγνόησε, προχωρώντας μονομερώς στην πώληση των δικαιωμάτων διανομής στην περιοχή και οδηγώντας τους Κοέν και Γκρίνφιλντ να καταθέσουν μήνυση κατά της μητρικής τους. Το αποτέλεσμα του εξωδικαστικού συμβιβασμού των δύο πλευρών είναι πως τα παγωτά που πωλούνται στην περιοχή δεν έχουν το δικαίωμα να φέρουν την ετικέτα Ben & Jerry’s.

Πηγή: info-war.gr