[Εκτός από το Βέρνορ Μουνιόζ, ο οποίος συμμετείχε στην τελευταία σύνοδο του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών, η εβδομαδιαία ισπανόφωνη διεθνής ραδιοφωνική εκπομπή “Ήπειροι και Περιεχόμενα” με τον Μαριάνο Κιρόγα μίλησε με την Μαριανέλλα Κλώκα για τις τελικές εκλογές που διεξήχθησαν στην Ελλάδα, στις 25 Ιουνίου 2023. Παραθέτουμε την συνέντευξη μεταφρασμένη.]

“Ο λαός, για δεύτερη φορά μέσα σε λίγες εβδομάδες, μας έδωσε ισχυρή εντολή να προχωρήσουμε προς τις μεγάλες αλλαγές που χρειάζεται η χώρα”, δήλωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας, μετά την κατάκτηση ποσοστού άνω του 40% των ψήφων και τον σχηματισμό κυβέρνησης πλειοψηφίας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα κέρδισε τη δεύτερη θέση στις εκλογές και παρόλο που υπέθεσε ότι θα πρέπει να γίνουν αλλαγές στο κόμμα του, θεώρησε ότι η νίκη του συντηρητικού κόμματος είναι αρνητική για την ελληνική κοινωνία και τη δημοκρατία. Για να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε αυτή την πολιτική στιγμή στην Ελλάδα, έχουμε μαζί μας την Μαριανέλλα Κλώκα, ελληνίδα συνσυντονίστρια του διεθνούς πρακτορείου ειδήσεων Pressenza.

Μαριάνο Κιρόγα: Μαριανέλλα, η Νέα Δημοκρατία επανεξελέγη παρά τα όσα συνέβησαν με την πανδημία, ποιος είναι ο απολογισμός της πρώτης της θητείας κατά τη γνώμη σου;

Μαριανέλλα Κλώκα: Κατά τη γνώμη μου ο εσωτερικός κομματικός μηχανισμός της Νέας Δημοκρατίας κατάφερε να αποδώσει όλα τα βασικά προβλήματα που δημιούργησε η πολιτική που εφάρμοσε στις φυσικές καταστροφές, δημιουργώντας την εντύπωση ότι κανένα άλλο πολιτικό κόμμα δεν θα μπορούσε να ανταποκριθεί καλύτερα στις άνευ προηγουμένου καταστάσεις. Ο μεγάλος αριθμός νεκρών από covid-19 αποδόθηκε στην πανδημική κρίση και όχι στο ότι δεν ενισχύθηκε το Εθνικό Σύστημα Υγείας ή στην έλλειψη εμπιστοσύνης που δημιούργησαν οι πολιτικές της καραντίνας, της επικοινωνίας και της εφαρμογής τους από την κυβέρνηση. Οι καταστροφικές πυρκαγιές που έπληξαν την Εύβοια και την χώρα εν γένει, θεωρήθηκαν αποτέλεσμα της κλιματικής αλλαγής και όχι της έλλειψης πολιτικών πρόληψης ή πολιτικών αποφάσεων διαχείρισης της φωτιάς, δηλαδή εκκένωσης και καταστροφής ολόκληρων χωριών. Η αύξηση των τιμών της ενέργειας και των διατροφικών προϊόντων θεωρήθηκε αποτέλεσμα του πολέμου της Ρωσίας στην Ουκρανία και όχι της πολιτικής απόφασης να μην μπει πλαφόν στις τιμές στα σούπερ μάρκετ και άρα να ελεγχθούν τα καρτέλ, ούτε του ελέγχου του χρηματιστηρίου ενέργειας.

Αυτά σε συνδυασμό με το ότι η κυβέρνηση έδωσε πολλά χρήματα στα ΜΜΕ και η εικόνα της περνούσε πάντα από ιλουστρασιόν, βοήθησε στο να περάσει μια σειρά από πολιτικές “αναίμακτα”.

Ένα όχι αμελητέο γεγονός έχει να κάνει με τη χαμηλή συμμετοχή των ψηφοφόρων, πάνω από το 47% των Ελλήνων δεν ψήφισε. Μιλάμε για έναν έντονο σκεπτικισμό απέναντι στην πολιτική.

Ο κόσμος δεν εμπιστεύεται το πολιτικό σύστημα και έχει αρκετούς λόγους που το δικαιολογούν αυτό. Χρόνια τώρα ζούμε μια μεγάλη κρίση στην κοινοβουλευτική δημοκρατία. Δυστυχώς αυτό που συμβαίνει είναι ότι την ίδια στιγμή που οι εκλογές αντιμετωπίζονται με σκεπτικισμό και αποχή, οι ακροδεξιές δυνάμεις επελαύνουν συντεταγμένες. Επίσης αξίζει να σημειωθεί ότι η Νέα Δημοκρατία κήρυξε εκλογές όσο πιο κοντά στη θερινή σεζόν μπορούσε, για να εξασφαλίσει την αποχή μεγάλου μέρους των νέων που εργάζονται στα νησιά. Ένας ακόμα παράγοντας για να ενισχυθεί η αποχή.

Είχαμε πολλά να πούμε πριν από μερικά χρόνια, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ κυβερνούσε την Ελλάδα και έγινε ένα από τα λίγα αριστερά πειράματα στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Η πραγματικότητα μας έδειξε ότι δεν ανταποκρίθηκαν στις προσδοκίες, ούτε καν στις δικές τους προθέσεις. Πώς είναι η αριστερά σήμερα; Κατάφεραν να είναι η δεύτερη εκλογική δύναμη, έτσι κι αλλιώς.

Μια σημαντική σημερινή πληροφορία (σ.τ.μ. η συνέντευξη δόθηκε την Πέμπτη 29/06/2023) είναι ότι παραιτήθηκε ο Αλέξης Τσίπρας. Από μόνο του αυτό το στοιχείο φανερώνει μέρος της κατάστασης στην οποία βρίσκεται σήμερα η αριστερά στην Ελλάδα. Μετά τα γεγονότα του 2015, το δημοψήφισμα, τη μετατροπή του ΟΧΙ σε ΝΑΙ και τις εκ νέου εκλογές που συγκάλεσε και κέρδισε μετά από ένα μακρύ και οδυνηρό καλοκαίρι, ο ΣΥΡΙΖΑ χάνει δυνάμεις συνεχώς. Το ΜέΡΑ25, που είχε καταφέρει το 2019 να μπει οριακά στη Βουλή, σε αυτές τις εκλογές δεν κατάφερε δύο φορές να ξεπεράσει το απαιτούμενο 3% για να μπει. Σε αντίθεση, το πιο συντηρητικό αριστερό κόμμα, το ΚΚΕ, συνεχίζει ενισχυμένο εντός Βουλής. Κατά τη γνώμη μου η λεγόμενη “προοδευτική” αριστερά χρειάζεται σήμερα συνεργασίες βασισμένες σε προγραμματικές συμφωνίες. Δεν υπάρχει κανένα περιθώριο διαίρεσης, ούτε βέβαια και συμπόρευσης χωρίς συμφωνημένο πρόγραμμα και στόχους.

Ένα άλλο θέμα που μας απασχόλησε πολύ στην Ελλάδα ήταν η ανάπτυξη της ακροδεξιάς, του ελληνικού νεοναζισμού.  Στις εκλογές του περασμένου Σαββατοκύριακου κέρδισαν 12 έδρες. Αυτό που συμβαίνει με αυτές τις ακραίες ιδέες είναι ότι μετατοπίζουν τη γενική κοινή λογική προς αυτές τις θέσεις αντιπαράθεσης και ρατσισμού. Πώς το βιώνετε αυτό στην Ελλάδα;

Η ακροδεξιά αυτή τη στιγμή έχει 12 έδρες αλλά για αρκετό κόσμο ακροδεξιά είναι και η Ελληνική Λύση και το νέο κόμμα Νίκη. Αυτή η κατάσταση δείχνει μια μεγάλη ήττα των δημοκρατικών δυνάμεων. Ο κόσμος χάνει τη χαρά για το μέλλον, χάνει το δικαίωμά του να ονειρεύεται κάτι καλύτερο στη ζωή του και αυτό τον οδηγεί στο να γίνεται πιο σκληρός και πιο συντηρητικός. Επικρατεί ο φόβος για το παρόν και το μέλλον και αυτό είναι εύφορο έδαφος για την ακροδεξιά. Ταυτόχρονα η Νέα Δημοκρατία ενσωμάτωσε στο 100% την ατζέντα της “ασφάλειας”, δίνοντας κονδύλια στην αύξηση των εργαζομένων στην αστυνομία και στα σύνορα, κάνοντας καθημερινή σχεδόν τακτική τα pushbacks των ανθρώπων που έρχονταν παράτυπα στην Ελλάδα για να αιτηθούν άσυλο – παραβιάζοντας κάθε ευρωπαϊκή και διεθνή δέσμευση της χώρας μας, περιορίζοντας και ποινικοποιώντας την αλληλεγγύη, ενισχύοντας τον φράχτη του Έβρου, εφαρμόζοντας μια πολιτική αστυνομικής καταστολής στις πόλεις. Κατά κάποιο τρόπο θα έλεγα ότι εδώ και τέσσερα χρόνια τουλάχιστον “κανονικοποίησε” την ακροδεξιά ατζέντα. Σιγά σιγά φτάσαμε την κατάσταση που επικρατεί σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες δυστυχώς: να πρέπει οι προοδευτικές δυνάμεις να συρθούν σε συνεργασίες με τα κόμματα που εφαρμόζουν νεοφιλελεύθερες πολιτικές για να μην βγει η ακροδεξιά και οι νεοφασίστες. Είναι ντροπή όλα αυτά και υπάρχουν ευθύνες για αυτές τις καταστάσεις. Ευθύνες που βαραίνουν – ανάλογα βέβαια και όχι εξίσου – όλα τα κόμματα που κυβέρνησαν από την οικονομική κρίση του 2010 και μετά για να φτάσουμε σήμερα για μια ακόμα φορά σε μια τέτοιου τύπου κοινοβουλευτική σύνθεση.