Τα αποτελέσματα της παγκόσμιας έρευνας Global Risks Report 2023 που εκπονήθηκε ενόψει των εργασιών του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ στο Νταβός, αποτυπώνουν μια γενικευμένη πλέον συνειδητοποίηση στον ακαδημαϊκό χώρο, στον κόσμο των επιχειρήσεων, σε κυβερνητικά στελέχη και στην κοινωνία των πολιτών εν γένει για τους σημαντικούς κινδύνους που ανακύπτουν από την κλιματική αλλαγή.

Με βάση την έρευνα, οι τέσσερις μεγαλύτεροι κίνδυνοι με ορίζοντα δεκαετίας που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα αφορούν συγκεκριμένα: 1) την αποτυχία αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, 2) την αποτυχία προσαρμογής στις επιπτώσεις της, 3) τα ακραία καιρικά φαινόμενα και τις φυσικές καταστροφές, 4) την απώλεια της βιοποικιλότητας με άμεσο κίνδυνο την κατάρρευση οικοσυστημάτων. Στο συνολικότερο αυτό πλαίσιο, ένας αυξανόμενος αριθμός δημοσιεύσεων και εκθέσεων από διεθνείς οργανισμούς και κρατικούς φορείς υπογραμμίζει την ανάγκη δραστικής ενίσχυσης των πολιτικών που προορίζονται για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στην κοινωνία και την οικονομία, δηλαδή των πολιτικών που σχετίζονται με τις δράσεις προσαρμογής (climate-change adaptation).

Επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην Υγεία

Επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής εντοπίζονται και στη δημόσια και παγκόσμια υγεία, είτε άμεσες είτε έμμεσες. Οι άμεσες επιπτώσεις σχετίζονται μεταξύ άλλων με την έκθεση σε ακραία καιρικά φαινόμενα και στις συνέπειες αυτών, όπως πχ υψηλές θερμοκρασίες, ξηρασίες, πυρκαγιές και πλημμύρες ή και με την αυξημένη παρουσία ατμοσφαιρικών ρύπων. Οι έμμεσες επιπτώσεις σχετίζονται με τη μειωμένη πρόσβαση σε πόσιμο νερό, την επίδραση στην παραγωγή τροφίμων και την αύξηση των μεταδοτικών νοσημάτων που σχετίζονται με τις περιβαλλοντικές συνθήκες, όπως είναι οι ζωονόσοι και νοσήματα που μεταδίδονται από διαβιβαστές. Ειδικότερα, η κλιματική αλλαγή αυξάνει την πιθανότητα μεταπήδησης μολυσματικών παραγόντων από την πανίδα και τη χλωρίδα στον άνθρωπο, όπως έγινε με τον SARS-CoV-2, φαινόμενο γνωστό και ως «spillover» (διάχυση). Έρευνες εκτιμούν ότι οι πιθανότητες εμφάνισης πανδημιών θα μπορούσαν να πολλαπλασιαστούν της επόμενες δεκαετίες, κυρίως λόγω της κλιματικής αλλαγής και της επίδρασης του ανθρώπου στο περιβάλλον.

Στην Ελλάδα, οι κύριες επιπτώσεις στην υγεία του πληθυσμού λόγω της κλιματικής αλλαγής αναμένεται να προκύψουν από την αύξηση της θερμικής δυσφορίας στις περισσότερες περιοχές της χώρας (ιδιαίτερα στην Αθήνα) και από την αύξηση ασθενειών που μεταδίδονται με διαβιβαστές (κυρίως από κουνούπια), λόγω της προβλεπόμενης αύξησης των θερμών ημερών. Οι παραπάνω παράγοντες αναμένεται να ασκήσουν πίεση στο σύστημα υγείας εφόσον αυτό δεν προετοιμαστεί κατάλληλα. Οι πληθυσμιακές και κοινωνικές ομάδες που εκτιμάται ότι θα έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες έκθεσης στους κινδύνους της κλιματικής αλλαγής αλλά και δυσμενέστερες επιπτώσεις, είναι οι ηλικιωμένοι, τα παιδιά, τα άτομα που αντιμετωπίζουν χρόνια προβλήματα υγείας, τα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα, οι κάτοικοι νησιωτικών και ορεινών περιοχών, οι μετανάστες και μετακινούμενοι πληθυσμοί, καθώς και κατηγορίες εργαζομένων των οποίων η εργασία έχει άμεση σύνδεση με την κλιματική αλλαγή όπως αγρότες, πυροσβέστες, οδηγοί, μεταφορείς και εργαζόμενοι στις υπηρεσίες υγείας.

Ετοιμότητα του συστήματος Υγείας απέναντι στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής

Στην Ελλάδα το σημερινό περιβάλλον συνεχών και πολλαπλών κρίσεων (πολιτικές λιτότητας, διεύρυνση κοινωνικών ανισοτήτων, γεωπολιτικές εντάσεις, ενεργειακή κρίση, υποβάθμιση περιβάλλοντος, κ.λπ.) σε συνδυασμό με τις προσπάθειες ιδιωτικοποίησης και υποβάθμισης του δημόσιου χαρακτήρα του ΕΣΥ, αποτελούν παράγοντες που δυσχεραίνουν αντικειμενικά την αναγκαία προσαρμογή του τομέα της υγείας στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.

Η ελλιπής έως και ανύπαρκτη ενσωμάτωση της διάστασης της προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή στο μεγαλύτερο μέρος των νομοθετημάτων που αφορούν στην υγεία υποδηλώνει την αδύναμη και μη συντονισμένη προετοιμασία του τομέα στις επερχόμενες αλλαγές και επιπτώσεις. Εν γένει, ο τομέας της υγείας στην Ελλάδα δεν διαθέτει οργανωμένη (με απτές καθημερινές δράσεις) μεθοδολογία προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή τόσο σε κεντρικό και περιφερειακό, όσο και σε τοπικό επίπεδο. Υφίστανται δράσεις που παρουσιάζουν συνάφεια με την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, με στόχευση στην πολιτική προστασία, οι οποίες αφορούν στην καταπολέμηση των διαβιβαστών, στην προστασία των πολιτών από επεισόδια αέριας ρύπανσης, καυσώνων και πλημμυρών, αλλά που ωστόσο είναι αποσπασματικές και δεν εντάσσονται σε μια συνολική, ολοκληρωμένη και συνεκτική στρατηγική προσαρμογής του τομέα της υγείας στην κλιματική αλλαγή. Η εν λόγω αδυναμία παρατηρήθηκε και σε σχετικές μελέτες του Παρατηρητηρίου Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΕΝΑ για τους τομείς του Τουρισμού και της Γεωργίας και αφορά συνολικότερα την πλειοψηφία των τομέων της ελληνικής οικονομίας.

Επτά προτάσεις για την προσαρμογή του τομέα της Υγείας

Στο πλαίσιο αυτό, κατατίθενται οι ακόλουθες προτάσεις σχετικά με τις γενικές κατευθύνσεις και αρχές για τη διαμόρφωση ενός ολοκληρωμένου και συνεκτικού πλαισίου προσαρμογής του τομέα της υγείας στην κλιματική αλλαγή:

1.Αναβάθμιση προτεραιότητας των πολιτικών προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή στους φορείς κεντρικού συντονισμού και τοπικής αυτοδιοίκησης με σαφή στρατηγικό συντονισμό, συνεννόηση και συνέργειες όλων των εμπλεκόμενων φορέων, οργανισμών, υπηρεσιών και κυρίως των πολιτών, με εστίαση σε θέματα υγείας και κλιματικής αλλαγής.
2. Σχέδιο δράσης για τη στοχευμένη προσαρμογή του τομέα της υγείας στην κλιματική αλλαγή, πέραν της υπάρχουσας γενικού τύπου Εθνικής Στρατηγικής για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή (ΕΣΠΚΑ).
3. Επένδυση στην έρευνα για την καταγραφή των πραγματικών συνεπειών της κλιματικής αλλαγής στην υγεία του πληθυσμού της χώρας.
4. Διεύρυνση του μηχανισμού επιδημιολογικής επιτήρησης με ενσωμάτωση των επιστημονικών δεδομένων για την κλιματική αλλαγή.
5. Προγραμματισμός και διασφάλιση συνεχούς χρηματοδότησης δράσεων προσαρμογής του τομέα της υγείας από κονδύλια και προγράμματα για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
6. Ενίσχυση δημόσιας λογοδοσίας των εμπλεκομένων μερών με αύξηση της συμμετοχικότητας της κοινωνίας και εξοικείωση/εκπαίδευση των πολιτών στα σχετικά ζητήματα.
7. Ενίσχυση του στρατηγικού σχεδιασμού για τη βιώσιμη αστική ανάπτυξη και τη μείωση των κλιματικών επιπτώσεων στον αστικό χώρο με προτεραιότητα στις ευάλωτες ομάδες και περιοχές.

 

Κείμενο εργασίας του Άγγελου Σωτηρόπουλου, Φυσικoύ, PhD, MSc

Παρατηρητήριο Βιώσιμης Ανάπτυξης ΕΝΑ σε συνεργασία με την Ομάδα Υγείας ΕΝΑ