«Η ουτοπία βρίσκεται στον ορίζοντα. Κάνω δύο βήματα, απομακρύνεται δύο βήματα και ο ορίζοντας τρέχει δέκα βήματα πιο πέρα. Τι χρησιμεύει τότε η ουτοπία; Σ’ αυτό χρησιμεύει: στο να περπατάς».

Αυτή η διάσημη φράση, που έγινε γνωστή από τον Εντουάρδο Γκαλεάνο, έχει την προέλευσή της στην απάντηση που έδωσε ο Αργεντινός σκηνοθέτης Φερνάντο Μπίρι με αφορμή ένα συνέδριο που συμμετείχαν και οι δύο στην Καρταχένα της Κολομβίας, όταν ένας φοιτητής τον ρώτησε τι είναι η ουτοπία.

Καμία αλλαγή δεν είναι δυνατή χωρίς την κινητήρια δύναμη μιας αισθητής εικόνας, αυτής ενός επιθυμητού και πιθανού μέλλοντος προς το οποίο μπορούν να κατευθυνθούν οι ελλείψεις του παρόντος. Είναι τέτοια η δύναμη των ουτοπιών, που συμβάλλουν στη δημιουργία σχεδίων συλλογικής ευτυχίας μέσω της δράσης, στρέφοντας την αγανάκτηση και τη δυσαρέσκεια που προκαλεί η αδικία προς μια θετική κατεύθυνση.

Ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο, η δεξιά έχει ως αγαπημένο της στόχο τις ουτοπίες. Χωρίς αυτές, οι λαοί θα μαράζωναν σε τραγική ανικανότητα.

Οι λαοί προς την ενίσχυση της πραγματικής τους δύναμης

Δεν υπάρχουν «τέλειες» κυβερνήσεις. Η ίδια η έννοια της «διακυβέρνησης» – και το αναπόσπαστο αντίστοιχό της, αυτό του να κυβερνιέσαι – συνεπάγεται ένα μερίδιο απώλειας της προσωπικής και συλλογικής αυτονομίας. Προς αποφυγήν παρεξηγήσεων, η ιδέα που κινεί αυτές τις διαδικασίες δεν είναι αυτή του χοµπσιανού Λεβιάθαν και πολύ περισσότερο δεν είναι αυτή των ελάχιστα ανανεωμένων οπαδών του, των «ελευθεριστών», των υποτελών του Tea Party, μιας παράταξης του Ρεπουμπλικανικού κόμματος των ΗΠΑ που καθοδηγείται από δισεκατομμυριούχους επιχειρηματίες, όπως οι αδελφοί Κοχ, και του οποίου τα σχέδια παραπέμπουν στον ακραίο νεοφιλελευθερισμό του Χάγιεκ και την Αυστριακή Σχολή οικονομικής σκέψης. Σχήματα που φυσικά προσπαθούν να αποφύγουν πάση θυσία τη φορολόγηση της κοινωνικής υπεραξίας που εξάγεται, παίρνοντας την (μη) δικαιοσύνη στα χέρια τους μέσω της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής και εκμεταλλευόμενοι το ίδιο το κράτος για να αυξήσουν τον αστρονομικό τους πλούτο.

Αντιθέτως, ο συντάκτης αυτού του σχολιασμού εµµένει σε ένα εταιρικό ιδεώδες αλληλέγγυας αυτονομίας, ομοσπονδιακής αποκέντρωσης, αυτοδιοίκησης, εν ολίγοις συµµετοχικής δημοκρατίας και λαϊκής εξουσίας. Κάθε άλλο από το να είναι μια μακρινή ουτοπία, η λαϊκή απόρριψη του συγκεντρωτισμού, το ψεύδος της πολιτικής ηγεσίας και η προδοσία των προεκλογικών προγραµµάτων, η αυξανόµενη διαμαρτυρία για νέα συντάγματα που εγγυώνται την άμεση συµµετοχή των πολιτών ως εγγύηση των δικαιωμάτων, σε συνδυασμό με πρόσφατες εμπειρίες όπως οι Caracoles των Ζαπατίστας, οι κοινότητες στη Βενεζουέλα ή η αυτονομία των ιθαγενών στη Βολιβία και σε άλλες χώρες, δείχνουν την αυξανόμενη ιστορική σημασία αυτού του πολιτικού προγράμματος.

Ωστόσο, η οικοδόμηση των ιστορικών διαδικασιών καθιστά αναγκαίο να έχουμε κατά νου την τρέχουσα κατάσταση, στην οποία η διαμάχη για τη θεσμική εξουσία διαδραματίζει έναν σχετικό αλλά συνάμα σημαντικό ρόλο λόγω των κοινωνικών συνεπειών του προσανατολισμού της προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση.

Σε σχέση με τις κυβερνήσεις σήμερα, για να αποφύγουμε τη μόνιμη απογοήτευση που μας αποτρέπει από το να εκτιμήσουμε και να πανηγυρίσουμε τα επιμέρους επιτεύγματα προς την κατεύθυνση ενός ολοένα και μεγαλύτερου εξανθρωπισμού του κόσμου, και όπως και σε άλλους τομείς της ζωής, είναι απαραίτητο να αναγνωρίσουμε και να διαχωρίσουμε τα ιδανικά μοντέλα που καθοδηγούν τη δράση από το επίπεδο των κοινωνικών και πολιτικών γεγονότων, τα οποία πάντα διέπονται από προϋποθέσεις. Η σύγχυση των δύο και η αντίθετη δράση μπορεί να οδηγήσει σε απογοήτευση, δυσαρέσκεια και, τελικά, παθητικότητα.

Αυτό, το οποίο θα μπορούσε να φανεί ως μια ρεαλιστική δήλωση σαφώς αντίθετη με τα παραπάνω, απλώς τα επιβεβαιώνει και τοποθετεί την ουτοπία, χωρίς ποτέ να εγκαταλείπει τον ορίζοντά της, σε ένα δομικό πλαίσιο που της επιτρέπει να γίνει βιώσιμη, εκτιμώντας την αντίσταση που αντιτίθεται στην πορεία της.

Οι δυσκολίες των μετασχηµατιστικών κυβερνήσεων

Κάθε προοδευτική ή επαναστατική κυβέρνηση έχει να αντιμετωπίσει αρνητικές επιρροές που έχουν τις ρίζες τους σε διακόσια χρόνια ελιτιστικών δημοκρατιών και πέντε αιώνες αποικιακής και νεοαποικιακής κυριαρχίας, συμπυκνωμένες σε κρατικές δομές που είναι αντίθετες στην δυνατότητα για κοινωνικό μετασχηµατισµό. Επομένως, είναι δίκαιο και αναγκαίο οι κυβερνήσεις αυτές, όταν έρθουν στην εξουσία νοµιµοποιηµένες από τη λαϊκή εντολή, να θέσουν ως προτεραιότητα την επανίδρυση αυτών των ξεπερασμένων δομών. Μεταξύ αυτών είναι η αναδιατύπωση συνταγματικών κειμένων ώστε να περιέχουν διασφαλίσεις δικαιωμάτων που προηγουμένως ήταν ανύπαρκτα, απαγορευμένα ή στερημένα από την πλειονότητα του πληθυσμού.

Η δυσκολία πρόσβασης σε αυτό το ανανεωμένο κοινωνικό συμβόλαιο, τα εμπόδια και οι περίπλοκες ρήτρες που θεσπίστηκαν στα παλαιά συντάγματα, δείχνουν τα χαρακτηριστικά αυτοσυντήρησης αυτού του κρατικού μοντέλου, που ουσιαστικά υπηρετεί τη συνέχεια του status quo της οικειοποίησης και της οικονομικής βίας και όχι τον μετασχηµατισµό του.

Από την άλλη πλευρά, η κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας δεν εγγυάται την πρόσβαση στην πραγματική εξουσία λήψης αποφάσεων, αλλά απλώς εμποδίζει αυτή την εξουσία, η οποία είναι κατά βάση οικονομική, να συνεχίσει να χρησιμοποιεί τα θεσμικά ηνία προς όφελός της, προσποιούμενη ότι το κάνει υπέρ του κοινού καλού.

Σαν να μην έφτανε αυτό, η συσσωρευμένη ανέχεια και οι απαιτήσεις για άμεση δράση θέτουν τις λαϊκές κυβερνήσεις ενώπιον της επιτακτικής εκτίμησης των λαϊκών επειγόντων αναγκών.

Ως εκ τούτου, μεταξύ άλλων, απαιτούνται σημαντικές ποσοτικά συγκεντρώσεις οργανωμένης δύναμης (κινήματα, συνασπισμοί, συµµαχίες διαφόρων τοµέων) για την προώθηση και υποστήριξη ριζικών μετασχηµατισµών.

Ωστόσο, όταν η ενότητα στη διαφορετικότητα επιτυγχάνει τον ελάχιστο στόχο της (νίκη στις εκλογές), όπως στις πρόσφατες περιπτώσεις της Αργεντινής, της Βολιβίας, του Μεξικού, του Περού, της Ονδούρας και της Χιλής, η πολυπλοκότητα αυτών των συμφωνιών – που με τη σειρά τους είναι προϊόν της δυσκολίας επίτευξης αποφασιστικών ηγεµονιών σε αδόµητες κοινωνίες – οδηγεί στη συσσώρευση εσωτερικών αντιφάσεων, οι οποίες είναι προβλέψιμες αλλά συχνά αναπόφευκτες.

Αλλά οι δυσκολίες μιας λαϊκής και μετασχηµατιστικής κυβέρνησης δεν τελειώνουν εδώ.

Ένα σοβαρό πρόβλημα για κάθε κυβέρνηση που φιλοδοξεί να εκπροσωπήσει την πλειοψηφία είναι το παράδοξο της προοδευτικής αποσύνδεσής της από την οργανωμένη κοινωνική βάση, καθώς οι ηγέτες της (λόγω της ανάγκης για τεχνικά στελέχη, πολιτικές ποσοστώσεις, ατομικές φιλοδοξίες για εργασιακή ασφάλεια ή κοινωνική «ανέλιξη») μετακινούνται σε επίσημες θέσεις.

Οι ανάγκες ενός κράτους που προϋποθέτει τη δραστηριότητα χιλιάδων ατόμων που ευθυγραµµίζονται με ένα πολιτικό σχέδιο συγκρούεται γρήγορα με την ανάγκη να διατηρηθεί ο πληθυσµός κινητοποιηµένος και οργανωµένος απαιτώντας σταθερά και υποστηρίζοντας τις επιθυμητές αλλαγές.

Από την άλλη πλευρά, σε ένα πλαίσιο σύγκλισης και συσσώρευσης δυνάµεων, είναι λογικό ότι οι διάφορες συνιστώσες παρατάξεις διεκδικούν για τον εαυτό τους έναν υποχώρο εξουσίας στο κράτος, δεδομένου ότι σε αυτή την περιοχή, η τεράστια επισφάλεια και περιθωριοποίηση που δηµιουργεί το καπιταλιστικό σύστηµα σηµαίνει ότι το κράτος αποτελεί μια δυνατότητα πρόσβασης σε επίσηµη εργασία με καλό μισθό, ένα αγαθό που είναι κάτι παραπάνω από πολύτιµο για την πλειοψηφία σήµερα.

Αυτό είναι ακόµη πιο δυνατό, όταν τοµείς, που εδώ και καιρό υποβιβάζονταν από πολιτικές θέσεις, αποκτούν πρόσβαση σε ένα μερίδιο της πολιτικής εξουσίας και έτσι σε πραγματικές λαϊκές εξεγέρσεις, ορισμένα κερδοσκοπικά στοιχεία βλέπουν την «ευκαιρία» τους να έρχεται. Η εκδίκηση των απλών ανθρώπων οδηγεί μερικές φορές σε περιπτώσεις διαφθοράς μέσα στις προοδευτικές κυβερνήσεις, ιδίως σε κοινωνίες όπου η ανηθικότητα των προηγούμενων κυβερνήσεων, η προϋπάρχουσα δίκαιη αγανάκτηση του λαού απέναντι στην κατάχρηση δεκαετιών συστηματικής διαφθοράς, ακόμη και η εγκαθίδρυση της χάρης και της διευκόλυνσης ως κοινής κοινωνικής πρακτικής, αφήνουν το στίγμα τους στην ανάδυση μιας νέας κουλτούρας, σύμφωνης και συνεπούς με τον επιθυμητό μετασχηµατισµό.

Αυτή η παρατήρηση κάθε άλλο παρά δικαιολόγηση είναι – η οποία θα ήταν θεωρητική, αν δεν υπήρχε η τεράστια δημοσιότητα που ενισχύθηκε από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης για να σπιλώσει τη δημόσια εικόνα της κυβέρνησης μετασχηματισμού – και είναι μια προειδοποίηση για την κατανόηση της ανάγκης μιας βαθιάς αλλαγής των αξιών που θα συνοδεύει τις δράσεις που τροποποιούν το εξωτερικό τοπίο των κοινωνιών.

Πέρα από αυτό, ίσως το σοβαρότερο πρόβλημα των προοδευτικών ή επαναστατικών κυβερνήσεων είναι η αντίστασή τους στην κατανόηση της ιστορικής δυναμικής που παράγει την ανάδυση νέων γενεών και ευαισθησιών που γεννιούνται σε ένα περιβάλλον αλλαγμένο (ακόμη και ευεργετημένο) από το προηγούμενο και που με τη σειρά τους κατέχουν ιδανικά μετασχηµατισµού. Χωρίς μια ανανέωση των στόχων και των πρωταγωνιστών, που να περιλαμβάνει αυτά τα αιτήματα και να ευνοεί την αλλαγή, οι κυβερνήσεις αυτές γίνονται αναπόφευκτα οπισθοδρομικές και αναχρονιστικές.

Διχασμός και απογοήτευση: η κεντρική στρατηγική της δεξιάς

Οι ένθερμοι δεξιοί χρησιμοποιούν όλο το οπλοστάσιό τους για να σταματήσουν τις ριζικές αλλαγές. Για να το πετύχουν αυτό διχάζουν τις δυνάμεις που προωθούν την αλλαγή, αποσύρουν τα ενεργά μέλη τους και υπονομεύουν την δημόσια υποστήριξη πάνω στα ιδανικά τους.

Προκειμένου να εμποδίσουν την απαραίτητη λαϊκή ενότητα, οι ομάδες συγκέντρωσης εξουσίας τείνουν να λειτουργούν είτε ευνοώντας μέσω των ΜΜΕ και οικονομικά υποψηφίους που προωθούν τους στόχους τους, είτε δημιουργώντας πλήθος ακρωνύμιων που εμποδίζουν την ισχυρή πλειοψηφία στις προεδρικές εκλογές ή στη συγκρότηση των κοινοβουλίων, η οποία στη συνέχεια λειτουργεί ως ανασταλτικός παράγοντας σε περίπτωση που η λαϊκή επιλογή αποκτήσει πρόσβαση στην εκτελεστική εξουσία.

Ταυτόχρονα, η προσκόλληση σε ένα ψυχοκοινωνικό υπόβαθρο εξατομικευμένης ηγεσίας στη Λατινική Αμερική σημαίνει ότι η διεξαγωγή των διαδικασιών εξαρτάται από άτομα-κλειδιά.

Ριζωμένη στις πολιτισμικές συνήθειες της λατρείας των προγονικών ηγεσιών, που αργότερα ενισχύθηκε από την εικονογραφία των αγίων και των προστατών του καθολικισμού, η λαϊκή πίστη στους μετασχηµατισµούς τείνε να εναποτίθεται σε χαρισματικές φιγούρες, οι οποίες για τον ίδιο λόγο, αποτελούν στόχο των δεξιών για να αφαιρέσουν τον μυστικισμό από την εξέγερση.

Ο στόχος αυτός επιτυγχάνεται μέσω της δίωξης, της δυσφήμισης και της πολιτικής απαγόρευσης αυτών των ηγεσιών που συμπυκνώνουν τη μετασχηµατιστική ενέργεια των λαών.

Αυτό φαίνεται καθαρά στις περιπτώσεις του Λούλα, του Κορέα, της Κριστίνα (Κίρχνερ) και του Έβο (Μοράλες), μεταξύ άλλων. Οι πλαστές υποθέσεις διαφθοράς κατά των ηγετών ή εκείνες που επινοήθηκα ή εκτέθηκαν στο στενό ή μακρινό περιβάλλον τους, δεν έχουν μόνο τη λειτουργία της απαγόρευσης της αποφασιστικής συµµετοχής τους, αλλά και τη μείωση του αγωνιστικού ηθικού των υποστηρικτών, αποκόπτοντας τη φόρα πιθανών αλλαγών και τον αντίκτυπο που αυτές έχουν. Ο Τύπος που πληρώνεται από το κεφάλαιο είναι ένα πρώτης τάξεως εργαλείο για το σκοπό αυτό, λόγω της ικανότητάς του για δυσφήμιση ή υπόνοια.

Συνεχίζοντας αυτήν την τακτική η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών εξόπλισε το 2018 μέσω του Οργανισμού Αμερικανικών Κρατών, τον διπλωματικό μηχανισμό της ημισφαιρικής κυριαρχίας της. Διοργάνωσε την όγδοη Σύνοδο Κορυφής της Αμερικανικής Ηπείρου υπό τον τίτλο «Δημοκρατική διακυβέρνηση κατά της διαφθοράς», ακριβώς στην πρώην πρωτεύουσα της αντιβασιλείας, τη Λίµα. Το σχέδιο αυτής της γεωπολιτικής στρατηγικής ολοκληρώνεται με μαθήµατα κατάρτισης και παρέµβασης στο δικαστικό και δηµοσιογραφικό μηχανισµό που χρηµατοδοτείται από διάφορες υπηρεσίες των ΗΠΑ ως πολιορκητικός κριός για να σταματήσει κάθε προοδευτική ή επαναστατική προσπάθεια στην περιοχή.

Μια άλλη συντηρητική τακτική είναι να αποσπούν την προσοχή της κοινότητας με δευτερεύοντα ζητήματα. Αν ο υποψήφιος, η σύζυγος ή η ξαδέρφη του ντύνεται έτσι ή αλλιώς, τι λένε, πού γευματίζουν ή γιορτάζουν τα γενέθλιά τους, τι απαντούν ή αποσιωπούν, και ούτω καθεξής σε μια ατελείωτη ροή ανοησιών που το μόνο που έχουν στόχο είναι να κρύψουν το σημαντικό από τα μάτια του λαού.

Θέτοντας κόκκινες γραµµές, απειλώντας με κινδύνους, αποσταθεροποιώντας, παρεµποδίζοντας, το συντηρητικό οπλοστάσιο είναι ποικίλο και θα ήταν σημαντικό να συνταχθεί ένας λεπτομερής κατάλογος για την εκπαίδευση της κοινής γνώμης πάνω σε αυτό.

Όταν όλα αυτά δεν αρκούν, τότε οι αντίστοιχες κυβερνήσεις χαρακτηρίζονται τυραννικές, αυταρχικές ή αντιδημοκρατικές και χρησιμοποιείται ο όρος «καθεστώς» για να τις περιγράψει.

Μια στρατηγική μετασχηµατισµού

Ως στρατηγική θέση στη σημερινή κατάσταση της Λατινικής Αμερικής, είναι απαραίτητο, όπως αναφέραμε σε προηγούμενο άρθρο, «να δημιουργηθεί η απαραίτητη ενότητα από τη σύγκλιση της ποικιλομορφίας για να αποτραπεί η τοπική και διεθνής συγκεντρωμένη εξουσία που χρησιμοποιεί τα γρανάζια των κρατικών θεσμών προς όφελός της και το γενικό κακό». Αυτό είναι ένα ζήτημα που είναι σαφώς κεντρικό στις επερχόμενες βουλευτικές και προεδρικές εκλογές στην Κολομβία και τη Βραζιλία.

Από την άλλη πλευρά, έχοντας επίγνωση τον καταιγισμό των επιθέσεων που αποσκοπούν στην υπονόμευση της λαϊκής εμπιστοσύνης στους προοδευτικούς υποψηφίους (στις προαναφερθείσες περιπτώσεις, Γκουστάβο Πέτρο –Κολομβία- και Λούλα ντα Σίλβα -Βραζιλία), είτε με τα συνηθισμένα επιχειρήματα από τα δεξιά ή από τα αριστερά, είτε ακόμη και χρησιμοποιώντας τους δικούς τους χειραφετητικούς σκοπούς όπως ο φεµινισµός ή η φροντίδα για την οικολογική ισορροπία, είναι απαραίτητο να αναπτυχθεί μια στρατηγική κατά της απογοήτευσης.

Αυτή η στρατηγική, οι λεπτοµέρειες της οποίας ξεπερνούν τα όρια του παρόντος άρθρου, δεν θα πρέπει να περιλαµβάνει μόνο τεχνικές για την αντιµετώπιση της διάδοσης των ψευδών κατηγοριών και των ύπουλων αναφορών στα μέσα ενηµέρωσης και τα ψηφιακά δίκτυα, αλλά και μια εκτεταµένη εκστρατεία για την ευαισθητοποίηση των ακτιβιστών και την ευαισθητοποίηση του κοινού σχετικά με τις τακτικές χειραγώγησης που χρησιµοποιούνται από την εξουσία. Ʃτην ίδια κατεύθυνση, τα προοδευτικά προγράµµατα πρέπει να υιοθετήσουν, ακόµη και με τον κίνδυνο να δηµιουργήσουν μεγαλύτερη πόλωση με τον μηχανισµό των μέσων ενηµέρωσης και τις εταιρικές ψηφιακές πλατφόρµες, μια αποφασιστική δέσµευση για τον εκδηµοκρατισµό της επικοινωνίας που υπερβαίνει την απλή εκλογική συγκυρία.

Ʃύµφωνα με τα παραπάνω, ο σχεδιασµός μοντέλων καταµερισµού της εξουσίας σε κάθε τοµέα για την προώθηση της πολυδιάστατης δηµοκρατίας πρέπει να αποτελεί ρητή αρχή, έτσι ώστε ο λαός να συµµετέχει ενεργά και να ταυτίζεται με τη διαδικασία μετασχηματισμού.

Αυτή η αποκέντρωση της εξουσίας προς αποκεντρωµένες οντότητες με μεγαλύτερη λαϊκή επιρροή θα σφυρηλατήσει με τη σειρά της ένα αντίβαρο στην αποστράτευση που παράγει η απόσταση μεταξύ της γραφειοκρατικοποίησης της ηγεσίας και της κοινωνικής βάσης.

Τέλος και με θεµελιώδη σηµασία, θα πρέπει να τονωθεί ο μετασχηµατισµός στο πεδίο των υποκειµενικών αξιών στις οποίες βασίζεται η ατοµική και συλλογική ύπαρξη, μια πτυχή που είναι ζωτικής σηµασίας για να υπάρξει συνοχή και να μπορέσουν να ριζώσουν μόνιµα οι αλλαγές που θα μπορούσαν να επιτευχθούν στην κοινωνική επιφάνεια.

Με άλλα λόγια, η ουτοπία της ανάδειξης νέων γυναικών και ανδρών που θα συνοδεύουν αναπόσπαστα την κοινωνική αλλαγή καθίσταται επείγουσα αποστολή.

Μετάφραση από τα ισπανικά: Pressenza Athens