Ένα ειρηνικότερο μέλλον είναι εφικτό, λέει ο ιστορικός ανθρωπολόγος Μπράιαν Φέργκιουσον. Οι έρευνές του σχετικά με τα αίτια των πολέμων που υπάρχουν από την αρχή της ιστορίας της ανθρωπότητας  αλλά και στα γονίδια των πιο συγγενών προγόνων, αποδεικνύουν πως ο πόλεμος δεν αποτελεί μέρος της εξέλιξης του ανθρώπου.

Γράφει η Άπριλ Σορτ.

 

Ο πόλεμος καθώς και η αποκτήνωση του ανθρώπου εξαιτίας του πολέμου αλλά και οι κτηνωδίες που υφίσταται η ανθρωπότητα κατά τη διάρκεια των πολέμων αποτελούν ένα αξιόλογο θέμα που ελκύει την προσοχή μας. Οι μαρτυρίες των πολέμων και των φρικαλεοτήτων έχουν την τάση να μένουν στη μνήμη αλλά και να αποτελούν κεντρικό θέμα στα ιστορικά αρχεία. Εντούτοις,  μία διήγηση επικεντρωμένη στον πόλεμο αποτυπώνει έναν ημιτελή πίνακα της ανθρώπινης ιστορίας αλλά και της ανθρώπινης φύσης. Έτσι λοιπόν, ενώ στην ανθρωπολογική κοινότητα είναι δημοφιλής η άποψη ότι ο πόλεμος είναι εξελικτική και έμφυτη ροπή του ανθρώπινου οργανισμού, υπάρχει επίσης και η εκ διαμέτρου αντίθετη άποψη, ένα κίνημα δηλαδή που απορρίπτει αυτή τη θεωρία. Σύμφωνα με αυτήν ο πόλεμος δεν προϋπάρχει στην ιστορία της ανθρωπότητας αλλά έπεται, οπότε δεν είναι κάτι το έμφυτο στην ανθρώπινη φύση από βιολογικής απόψεως αλλά κοινωνική και πολιτισμική εξέλιξη της ανθρώπινης δραστηριότητας που εντοπίζεται μάλιστα σε μερικά σημεία της υδρογείου.

Ωστόσο, όταν ο πόλεμος εμφανίζεται σε ένα μέρος του κόσμου, τείνει να εξαπλώνεται, εξηγεί ο Ιστορικός Ανθρωπολόγος Μπράιαν Φέργκιουσον, ο οποίος πέρασε περισσότερα από 40 χρόνια της ζωής του για να ερευνήσει τα αίτια του πολέμου. Ο Φέργκιουσον, καθηγητής ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο Rutgers, σημειώνει πως ο πόλεμος δεν είναι το ίδιο με τη διαπροσωπική βία και τον εκφοβισμό. Ο πόλεμος εμπλέκει μία οργανωμένη ένοπλη σύρραξη και δολοφονίες οι οποίες επιτρέπονται στη συγκεκριμένη εποχή από την κοινωνία αλλά και που διαπράττονται από τα μέλη μιας ομάδας εναντίον των μελών μιας άλλης ομάδας. Ο Φέργκιουσον υποστηρίζει πως τα ντοκουμέντα αποκαλύπτουν πως ο πόλεμος δεν ήταν πάντοτε παρών και φανερός εξαρχής αλλά ξεκίνησε ως επίπτωση των κοινωνικών αλλαγών – όπως φανερώνουν ίχνη των απαρχών του πολέμου που ξεκίνησε σε διαφορετικές στιγμές, σε διαφορετικά σημεία του κόσμου. Εκτιμά πως οι πρώτες ενδείξεις πολέμων εμφανίστηκαν περίπου πριν 10.000 με 12.000 χρόνια π.Χ.

«Αλλά σε μερικές περιοχές του κόσμου δεν βλέπουμε καμία απολύτως ένδειξη πολέμου παρά μόνο στην πρόσφατη εποχή στην οποία πλέον οι ενδείξεις είναι άμεσα φανερές» υπογραμμίζει ότι  Νοτιοδυτικά των Ηνωμένων Πολιτειών και στις Μεγάλες  Πεδιάδες (περιοχή που βρίσκεται στο κέντρο της Βόρειας Αμερικής σύμφωνα με την υποσημείωση του μεταφραστή) δεν υπήρχε κανένα αποδεικτικό στοιχείο ότι είχε διαδραματιστεί πόλεμος, παρά μόνο περίπου πριν από 2.000 χρόνια.

Ο Φέργκιουσον έγραψε ένα άρθρο στο περιοδικό «Scientific American» το 2018 με τίτλο «Ο πόλεμος δεν αποτελεί πραγματικότητα της ανθρώπινης φύσης». Εκεί παραθέτει λεπτομέρειες σχετικά με την αντίληψή του για τον πόλεμο. Στο άρθρο συνοψίζει τις απόψεις δύο ανθρωπολογικών πεδίων, ονοματισμένα ως «γεράκια» και «περιστέρια» αντίστοιχα, σύμφωνα με τον ανθρωπολόγο Κιθ Οτερμπάιν. Τα γεράκια υποστηρίζουν πως ο πόλεμος υπήρχε ως προδιάθεση και απλά εξελίχθηκε στους ανθρώπινους οργανισμούς κάτι το οποίο μας πηγαίνει πίσω στην εποχή όπου υποστηριζόταν η άποψη πως έχουμε κοινό πρόγονο το είδος των χιμπατζήδων. Τα δε περιστέρια δηλώνουν πως ο πόλεμος εμφανίστηκε τις τελευταίες χιλιετηρίδες, υποκινούμενος από τη μετάλλαξη των συνθηκών των κοινωνικών αναγκών. Στο άρθρο αυτό ο Φέργκιουσον γράφει:

«Οι ανθρώπινοι οργανισμοί, λένε τα περιστέρια, έχουν μία προφανή επιδεξιότητα να επιστρατεύονται στον πόλεμο αλλά στον εγκέφαλό τους δεν είναι έμφυτο εκ γενετής να δολοφονούν και να σκοτώνουν τα εξωτερικά στοιχεία που εμπλέκονται στις συλλογικές συρράξεις. Οι συλλογικές δολοφονικές επιθέσεις τους, σύμφωνα με τα επιχειρήματά τους, δεν έβγαιναν στο φως παρά μόνο όταν οι κοινωνίες που έφεραν το πρωτόγονο στοιχείο των κυνηγών – τροφοσυλλεκτών αυξήθηκαν σε μέγεθος και σε πολυπλοκότητα αλλά και αργότερα με την άνθηση της καλλιέργειας της γης. Η αρχαιολογία – αφού συμπληρώθηκε με τις παρατηρήσεις των σύγρονων κοινωνιών κυνηγών-τροφοσυλλεκτών, μας επιτρέπει να προσδιορίσουμε την εποχή και τις κοινωνικές περιστάσεις που οδήγησαν στις ρίζες αλλά και στην αναγκαιότητα του πολέμου».

Ο Φέργκιουσον μελέτησε τα ανθρωπολογικά και αρχαιολογικά δεδομένα τόσο της αρχαίας όσο και της σύγχρονης ιστορίας της ανθρωπότητας. Σύμφωνα μ΄αυτόν, δεν βρίσκουμε ενδείξεις πολέμου ή βίας μεγάλης κλίμακας σε αρκετές χώρες  του κόσμου, σε διαφορετικές περιόδους της ιστορίας. Πέρασαν τέσσερις δεκαετίες για ν΄αναζητήσουμε ιστορικά τις διαφορετικές απόψεις σχετικά με τις αιτίες προέλευσης των πολέμων που διαπράττονται σ΄όλον τον κόσμο. Εντόπισε επίσης τα φαινόμενα συλλογικής βίας στα πλησιέστερα γονίδια ζωϊκών οργανισμών ως προς τον άνθρωπο δηλαδή στους χιμπατζήδες. Υποστηρίζει πως για τους ανθρώπους  ο πόλεμος είτε ως συνέπεια της εξέλιξής του είτε ως αναπόφευκτος δεν αποτελεί κάτι το εγγενές στον άνθρωπο, δηλαδή έμφυτη συμπεριφορά.

 

Ο Φέργκιουσον έδωσε συνέντευξη στην Άπριλ Μ.Σορτ, ανταποκρίτρια του περιοδικού  Local Peace Economy, σχετικά με τις ανακαλύψεις και τις θεωρίες του που αφορούν τον πόλεμο και την ιστορία της ανθρωπότητας. Παραθέτουμε ένα μέρος της.

Άπριλ Μ.Σορτ: Τα σημαντικότερα ερωτήματα που ζητούν απάντηση είναι τα εξής: Οι άνθρωποι πολεμούσαν πάντοτε ή ζούσαν σε ειρηνικό περιβάλλον κι από κάποιο σημείο της ιστορικής τους πορείας ξεκίνησαν να πολεμούν  ο ένας τον άλλο; Και ο πόλεμος είναι εγγενής στο ανθρώπινο είδος  ή μονάχα στο αντρικό φύλο; Υπάρχει μία προδιάθεση από βιολογικής  άποψης εξέλιξης του ανθρώπου που τον οδηγεί στον πόλεμο ή αποτελεί συμπεριφορά κοινωνιολογικής προσέγγισης  που διέπει τις ανθρώπινες σχέσεις, δεδομένου ότι αναδύθηκε σε ιδιαίτερες οργανώσεις μέσα στις κοινωνίες;

Μπράιαν Φέργκιουσον: Αυτό το ερώτημα μας ξυπνάει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, κυρίως στην επιστήμη της ανθρωπολογίας αλλά και της αρχαιολογίας καθώς επίσης και των πολιτικών επιστημών. Είναι ένα πολύ δραστήριο πεδίο έρευνας που αφορά σε ποικίλες διαφορετικές θεματικές, οι οποίες είναι αλληλένδετες  μεταξύ τους.

Σχετικά με το ερώτημα ως προς το κατά πόσο υπήρχε πάντα πόλεμος στην ιστορία της ανθρωπότητας, τίθεται επιπροσθέτως το ζήτημα του να μάθουμε τον τρόπο με τον οποίο επέδρασε η επιρροή που άσκησε η εξάπλωση των αποικιοκρατικών συστημάτων. Ιδιαίτερα όσον αφορά τη Δυτική Ευρώπη καθώς και άλλα αποκιοκρατικά συστήματα. Νομίζω πως η επεκτατική πολιτική των αποικιοκρατών οδήγησε γενικά σε πολύ περισσότερους πολέμους απ΄ότι οι εμπόλεμες  συγκρούσεις που γνωρίσαμε στον κόσμο κατά τη διάρκεια των τελευταίων αιώνων, από την εποχή των εξερευνήσεων. Δεν είναι αντανάκλαση της ανθρώπινης φύσης αλλά αντανάκλαση είτε των περιστάσεων, είτε της ευρύτερης γενικής κατάστασης που επικρατεί.

Αλλά και πριν εμφανιστεί το φαινόμενο της αποικιοκρατίας, ο πόλεμος απασχολούσε πάντοτε την επικαιρότητα όλου του κόσμου. Ο πόλεμος αφήνει στο πέρασμά του διάφορα ίχνη του που μαρτυρούν κι αποκαλύπτουν τη βία αυτής της δραστηριότητας, κυρίως μέσα στα ερείπια των κατεστραμμένων από τον πόλεμο αρχαιολογικών χώρων εκ των οποίων τα πιο σημαντικά είναι οι τραυματισμοί των σκελετών αλλά και καταστροφές διάφορων οικισμών. Υπάρχουν επίσης κι άλλες ενδείξεις, αλλά εάν υπάρχουν πολλά δεδομένα όσον αφορά αυτά τα δύο προαναφερθέντα στοιχεία, ο πόλεμος μπορεί να είναι είναι ορατός.

Τίθεται λοιπόν ερώτημα εάν υπάρχουν ενδείξεις που να μας εξηγούν ποιο είναι το χρονικό σημείο έναρξης εκδήλωσης του πολέμου;

Όλος ο κόσμος θέλει να μάθει πότε ξεκίνησε ο πόλεμος. Είναι δύσκολο να δώσουμε ως προς αυτό μία ικανοποιητική απάντηση στους ανθρώπους διότι χρειάζεται να γνωρίζουμε επακριβώς το ζήτημα για το οποίο μιλάμε. Οι ενδείξεις που υπάρχουν πριν ξεκινήσει ένας πόλεμος εμφανίζονται σε διαφορετικές εποχές και σε διαφορετικές  περιοχές. Όταν ο πόλεμος ξεκινούσε, σταματούσε έπειτα σ΄ένα συγκεκριμένο χρόνο ούτως ώστε να γίνει ανακωχή κάθε φορά που οι άνθρωποι συνειδητοποιούσαν ότι δεν άξιζε τον κόπο να ξοδεύουν όλον αυτόν τον χρόνο για να σκοτώνονται. Συχνά ο πόλεμος διαδιδόταν και εξελισσόταν με τον καιρό παράλληλα με την εξέλιξη των πολιτειακών συστημάτων. Είναι ένα αρκετά πολύπλοκο θέμα.

Αλλά το ερώτημα για το οποίο θέλουμε να μάθουμε την απάντηση είναι εάν ο πόλεμος αποτελεί μέρος της ανθρώπινης φύσης. Και από μια άποψη η απάντηση είναι ναι, διότι οι άνθρωποι έκαναν πάντοτε πολέμους διότι είναι κάτι το εντελώς ανθρώπινο, είναι κάτι που οι άνθρωποι κάνουν.

Αλλά πιστεύω πως η πιο σημαντική ερώτηση στην οποία αναζητούμε απάντηση είναι η ακόλουθη: υπάρχει κάτι  το οποίο εξελίχθηκε στις ανθρώπινες υπάρξεις ή μονάχα στους ανθρώπους που τους οδηγεί να σκοτώνουν άλλους ανθρώπους που δεν ανήκουν στην ομάδα τους και υποκινεί εναντίον τους έναν ακραίο φόβο; Πρόκειται για μία τάση ή για μια ανθρώπινη φυσική προδιάθεση να σκοτώνουν ανθρώπους που δεν ανήκουν στην ομάδα τους; Πολλοί άνθρωποι διερωτώνται γι΄αυτό. Είναι η περίπτωση του Στίβεν Πίνκερ, γνωστικού ψυχολόγου και επιστημονικού συγγραφέα, αλλά υπάρχουν κι άλλες παρόμοιες περιπτώσεις.

Άλλοι άνθρωποι είχαν μία λίγο διαφορετική τοποθέτηση, ισχυριζόμενοι ότι ίσως  δεν υπάρχει έμφυτη τάση στο να θέλει κανείς να σκοτώσει ανθρώπους  τους οποίους θεωρεί εχθρούς αλλά πως ο πόλεμος θα επέλθει φυσικά εάν δεν τεθεί σε λειτουργία οποιοδήποτε σύστημα προκειμένου να τον αποτρέψει. Αυτό δεν ήταν που έλεγε κοντολογίς ο Thomas Hobbes στο Leviathan; Δεν γνώριζε τα γονίδια και ήταν πριν ακόμη εμφανιστεί η εξελικτική θεωρία του Κάρολου Δαρβίνου. Δεν θεωρούσαν ότι οι άνθρωποι είχαν από προαίρεση την προδιάθεση να δολοφονούν όσους έβλεπαν ως ξένους επιδρομείς.Έλεγε απλά ότι οι άνθρωποι που ενδιαφέρονταν μόνο για τα ατομικά τους συμφέροντα, χωρίς να έχουν οικειοποιηθεί τη συναίσθηση του συλλογικού συμφέροντος της κοινωνίας ως μία ευρεία έννοια, θα στραφούν από τη φύση τους προς τη βία για να εξυπηρετήσουν αυτά τα ατομικά συμφέροντα και μόνο κι αυτό θα τους οδηγήσει ως αναμενόμενο στον πόλεμο. Αυτό αποδεικνύει πως ο πόλεμος είναι στη φύση του ανθρώπου όταν ο άνθρωπος στρέφεται μόνο ως προς την εξυπηρέτηση των ατομικών του συμφερόντων. Είναι λοιπόν ο πόλεμος μέρος της ανθρώπινης φύσης ή είναι κάτι που συμβαίνει όταν οι άνθρωποι οργανώνονται σε κοινωνία;

Το συμπέρασμα από τα παραπάνω ερωτήματα είναι πως οι άνθρωποι πάντα έκαναν πολέμους μόνο και μόνο διότι ο πόλεμος υφίστατο στους ανθρώπους όπως αρκετές θεωρίες τον υποστηρίζουν ως κάτι το έμφυτο και εγγενές. Αυτό όμως το οποίο μπορώ να πω πλέον με βεβαιότητα στη σημερινή εποχή είναι πως εάν κοιτάξετε σ΄ολόκληρο τον κόσμο, πόσο μάλλον στα δεδομένα των αρχαιολογικών ερευνών, οι πρώτοι άνθρωποι όταν δημιουργήθηκαν δεν βρίσκονταν σε πόλεμο μεταξύ τους αλλά το φαινόμενο αυτό του πολέμου ήταν κάτι το οποίο επήλθε στη συνέχεια στις σχέσεις των ανθρώπων.

 

Γιατί πιστεύετε πως η άποψη που είναι δημοφιλέστερη είναι ότι ο πόλεμος υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει ως κάτι το έμφυτο στους ανθρώπους και ότι πρέπει να είμαστε πάντοτε έτοιμοι για πόλεμο;

Αυτή είναι μία εξαιρετική ερώτηση, δύσκολο να απαντηθεί. Αν θέλω να μιλήσω για ενδείξεις πολέμου στην Ευρώπη κατά τη διάρκεια μιας ορισμένης χρονικής περιόδου, μπορώ να στηριχτώ σε αποδείξεις γι΄αυτό το θέμα. Εάν όμως θέλετε να μάθετε γιατί οι άνθρωποι έχουν την τάση να συμφωνούν με κάποια από τις δύο θεωρίες, είτε «οι άνθρωποι γενιούνται από τη φύση τους φιλοπόλεμοι και πολεμοχαρείς», είτε «οι άνθρωποι γενιούνται από τη φύση τους  αγαθοί και φιλειρηνικοί» (σύμφωνα δηλαδή με την οπτική γωνία του Ρουσσώ που αντιτίθεται ως προς την άποψη του Χομπς), πρόκειται κατά μέρος για την απόκκλιση προσωπικών απόψεων. Παρατηρούμε τη διαχρονικότητα αυτών των ιδεών που – αν και εκ διαμέτρου αντίθετες – ήταν προχωρημένες για την εποχή τους και παραμένουν επίκαιρες και στις μέρες μας.

Στο τέλος του 19ου αιώνα, όταν το έργο του Δαρβίνου συνιστούσε μια νέα θεωρία, δίναμε έμφαση κυρίως στον αγώνα για την επιβίωση του είδους. Υπήρχε επίσης μία φυλετική συνιστώσα, η πεποίθηση δηλαδή πως κάποιες φυλές ήταν ανώτερες από άλλες φυλές και πως ο αγώνας για επιβίωση και η διαμάχη ανάμεσα σ΄όλες αυτές τις φυλές οδήγησαν τις ανώτερες να κατακτήσουν τις κατώτερες. Όλη αυτή η ιδεολογία του Δαρβίνου για την κοινωνία είχε εξαπλωθεί και ήταν πολύ διαδεδομένη, τροφοδοτούσε δε και άλλες θεωρίες εκείνη την εποχή που έδιναν μία σκοτεινή θέαση της ανθρωπότητας. Ο Φρόυντ ήταν πολύ απαισιόδοξος. Οι πρώτοι ψυχολόγοι ήταν πολύ απαισιόδοξοι και ισχυρίζονταν πως οι άνθρωποι είχαν ένστικτα, τα οποία δεν διαφοροποιούσαν σε τίποτα τον άνθρωπο απ΄οποιοδήποτε άλλο ζωϊκό οργανισμό εξαιτίας του ενστίκτου της επιθετικότητας. Η επιθετικότητα είναι μία λέξη που δεν χρησιμοποιούμε πλέον πολύ αλλά λέγαμε πως ήταν η ανταγωνιστικότητα και το ένστικτο της επιβίωσης οι λόγοι για τους οποίους οι άνθρωποι πολεμούσαν. Συνεπώς, εάν θα θέλατε να μάθετε γιατί υπάρχουν πόλεμοι αυτό συνέβαινε διότι οι άνθρωποι είχαμε το ένστικτο της επιθετικότητας,το ένστικτο της επιβίωσης.

Ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος προκάλεσε μία αποστροφή και απέχθεια εναντίον του πολέμου. Κι αυτό διότι υπήρξε μία αλλαγή ως προς τον τρόπο με τον οποίο έβλεπαν μέχρι τότε οι άνθρωποι τα πράγματα. Το 1915 διεξήχθη μία έρευνα η οποία ήταν αληθινά αποκαλυπτική με τον τίτλο «Ο υλικός πολιτισμός και οι κοινωνικοί θεσμοί των πιο απλών λαών – ένα δοκίμιο συσχετισμού». Διερευνούσε έναν ικανοποιητικό αριθμό διαφορετικών κοινωνιών που υπάρχουν σ΄όλον τον κόσμο (με μία μέθοδο που σήμερα θα θεωρούνταν πρωτόγονη). Στην έρευνα αυτή αναφέρεται πως οι πιο απλές κοινωνίες,  αν και γνώρισαν τα δεινά του πολέμου είχαν λιγότερους πολέμους απ΄ότι οι πιο ανεπτυγμένες και προηγμένες κοινωνίες. Ξεκινήσαμε ν΄αντιλαμβανόμαστε ότι ο πόλεμος δεν αποτελούσε μέρος της ανθρώπινης φύσης αλλά οργανωμένων ιεραρχικά κοινωνιών που ανήκαν σε μια πιο μεγάλη κλίμακα ανάπτυξης. Αυτό συνέβη εξαιτίας των πολιτικών εξελίξεων που διαδραματίστηκαν εκείνη την εποχή.

Ο χρόνος περνούσε κι έτσι τη δεκαετία του 1960, ένα πολύ δυνατό επιχείρημα αναπτύχθηκε από μέρους των διανοούμενων υπέρ του εγγενούς χαρακτήρα του πολέμου. Πολλοί συγγραφείς διαδραμάτισαν ένα ρόλο-κλειδί ως προς την ανάπτυξη αυτού του εγχειρήματος. Ένας από αυτούς τους διανοούμενους ήταν ένας ηθολόγος από την Αυστρία (σ.τ.μ. ηθολόγοι είναι πρόσωπα τα οποία μελετούν τη συμπεριφορά των ζώων), ο Κόνραντ Λόρεντζ.Ήταν με το μέρος της Γερμανίας κατά τη διάρκεια του Β΄Παγκόσμιου πολέμου. Ήταν της άποψης πως εάν παίξει κανείς ένα στρατιωτικό εμβατήριο οι άνθρωποι θα εγκαταλείψουν τα πάντα και θα πάνε να πολεμήσουν.Έγραψε το βιβλίο «Περί Εχθρότητας» το οποίο είχε ασκήσει σημαντική επίδραση.

Κατόπιν, υπήρξε ο Ρέιμοντ Νταρτ, ένας παλαιοβιολόγος από την Αυστρία (αν και ο όρος παλαιοβιολόγος δεν χρησιμοποιούταν εκείνη την εποχή), ο οποίος ανακάλυψε τα πρώτα κρανία και απολιθώματα ανθρώπων και που ήταν πεπεισμένος ότι μέσα σε κάθε κρανίο που είχε βρει έβλεπε τ΄αποδεικτικά στοιχεία θανάτων που είχαν προκληθεί από τη βία και τον καννιβαλισμό. Οι εργασίες του Νταρτ αναδύθηκαν από έναν πολύ προικισμένο συγγραφέα, τον Ρόμπερτ Άρντρεϋ, ο οποίος είχε γράψει πολλά βιβλία εκ των οποίων το «Η Αφρικανική Γένεση» και το «Εδαφικό χρέος», τα οποία αποτελούσαν μέρος της σειράς βιβλίων «Η φύση του Ανθρώπου». Αυτά τα βιβλία αποτέλεσαν την πηγή έμπνευσης για την ταινία του Stanley Kubrick «2001: Η Οδύσσεια του Διαστήματος». Εάν έχετε δει την αρχή αυτής της ταινίας, κάτι αλλάζει στη συνείδηση αυτών των πρωτόγονων ανθρωποειδών από την παρουσία του μαύρου οβελίσκου, που προερχόταν από το διάστημα, ξεκίνησαν εξαιτίας αυτού να αλληλοσκοτώνονται κι αυτό αποτέλεσε την αρχή της καταστροφής της ανθρωπότητας. Ο Άρντρεϋ πίστευε πως αυτή ήταν η αλήθεια σχετικά με τους ανθρώπους και την εκλαΐκευσε.

Και μετά από αυτό, δημοσιεύθηκε το γνωστό βιβλίο «Ο Λόρδος των Μυγών» του Ουίλιαμ Γκόλντινγκ. O Γκόλντινγκ ήταν της άποψης πως οι άνθρωποι είναι από τη φύση τους κακοί. Όλες αυτές  οι αντιλήψεις αποτελούσαν μέρος της λαϊκής κουλτούρας του 1960 κι αυτή άσκησε μεγάλη επιρροή. Αποτέλεσε δε την κοινώς αποδεκτή πεποίθηση πως οι άνθρωποι είναι κακοί.

Ο πόλεμος όμως του Βιετνάμ έκανε τη μεγάλη διαφορά. Οι ανθρωπολόγοι δεν έδιναν και τόση σημασία στις έρευνες σχετικά με τους πολέμους πριν τον πόλεμο του Βιετνάμ. Ο πόλεμος αυτός διήρκησε πολύ καιρό και οι διαδηλώσεις εναντίον του πολέμου μέσα στους Πανεπιστημιακούς χώρους ήταν πολύ σημαντικές. Έτσι ξεκίνησαν οι ανθρωπολόγοι να μελετούν το φαινόμενο των πολέμων.

Ήμουν φοιτητής σε ηλικία κατά την οποία έπρεπε να κάνω τη στρατιωτική μου θητεία εκείνη την εποχή, όταν η επιστήμη της ανθρωπολογίας του πολέμου ξεκίνησε να αναπτύσσεται ως τομέας έρευνας. Από αυτό το σημείο κι έπειτα ο τομέας αυτός διευρήνθηκε και διαφορετικές προοπτικές ξεκίνησαν να εκτυλίσσονται. Κάποιοι υποστήριζαν πως ο πόλεμος υπήρχε πάντοτε στην ιστορία της ανθρωπότητας, άλλοι το απέδιδαν σε κάποιο από τα έστικτα της επιβίωσης σύμφωνα με τη βιολογία, άλλοι πάλι υποστήριζαν πως ο πόλεμος αποτελούσε προϊόν πολιτισμικής εξέλιξης του ανθρώπου εξαιτίας της ανταγωνιστικότητας που αυτή επιφέρει, θέση η οποία υποστηρίχθηκε σχετικά αργότερα. Η Μάργκαρετ Μιντ, πολιτισμική ανθρωπολόγος, ήταν μία απ΄όσους υποστήριζαν πως «ο πόλεμος δεν είναι παρά μία εφεύρεση κι όχι βιολογική αναγκαιότητα». Και νομίζω πως τελικά είχε δίκιο. Έκτοτε, αυτό το επιχείρημα εξελίχθηκε με πιο ακαδημαϊκό ύφος καθώς συμφώνησαν και άνθρωποι οι οποίοι τεκμηρίωσαν αυτή την άποψη.

Επισημαίνετε στο άρθρο σας στο περιοδικό Scientific American πως οι άνθρωποι που υποστηρίζουν πως ο πόλεμος είναι έμφυτος στον άνθρωπο χρησιμοποιούν συχνά το παράδειγμα των χιμπατζήδων. Αφιερώσατε δύο χρόνια για ν΄αναλύσετε όλες τις περιπτώσεις βίας που έχουν καταγραφεί σχετικά με τους χιμπατζήδες και γράψατε βιβλίο για αυτό, το οποίο σύντομα θα δημοσιευθεί. Στο βιβλίο σας θεωρείτε πως οι χιμπατζήδες δεν είναι στην πραγματικότητα από τη φύση τους πολεμοχαρείς αλλά πως η βίαιη συμπεριφορά τους μπορεί ν΄αποδοθεί σε πολιτισμικές αλλά και κοινωνικές συνθήκες, εμπλέκοντας ως προς αυτό κατά ένα μεγάλο μέρος και την παρέμβαση του ανθρώπου. Μπορείτε να μας μιλήσετε σχετικά με την έρευνά σας για τους χιμπατζήδες;

Δεν είμαι πρωτογονολόγος. Δεν έχω κάνει ποτέ ιδιαίτερες έρευνες σχετικά με τους χιμπατζήδες. Είμαι απλά ένας ιστορικός ερευνητής, οπότε μελετώ και τις παρατηρήσεις κι άλλων ειδικών κι  εντάσσω σ΄αυτό το πλαίσιο διαφορετικές εκτιμήσεις. Το ίδιο έκανα και στο θέμα σχετικά με τον πόλεμο και στο θέμα σχετικά με τους χιμπατζήδες. Το 1996 κυκλοφόρησε ένα βιβλίο με τον τίτλο «Δαιμονικά αρσενικά: οι πρωτόγονοι και τα αίτια της ανθρώπινης βίας». Παρουσίαζε μία σκοτεινή άποψη σχετικά με την ανθρώπινη φύση που είχε φτάσει σε σημείο μέχρι και να σκοτώνει ξένους. Και το επιχείρημα ήταν πως αυτό προέρχεται από τους χιμπατζήδες… όχι επειδή πεινούν ή βρίσκονται σε συνθήκες άμεσης αναζήτησης του να κυνηγήσουν την τροφή τους αλλά επειδή είναι προγραμματισμένοι βιολογικά σύμφωνα με τη θεωρία της εξέλιξης για να σκοτώνουν. Και το επιχείρημά τους ως προς τους ανθρώπους ότι είναι στα γονίδιά τους να δολοφονούν είναι επειδή προέρχονται γενετικά από τους χιμπατζήδες, οι οποίοι προϋπήρχαν πριν 6 εώς και 13 εκατομμύρια χρόνια.

Ξεκίνησα να διανύω όλη τη Λογοτεχνία στο τέλος της δεκαετίας του 1990 και τώρα πλέον το βιβλίο ολοκληρώθηκε. Ο τίτλος είναι: Χιμπατζήδες, “Πόλεμος” και Ιστορία. Και θα παρατηρήσετε ότι έβαλα εισαγωγικά γύρω από τη λέξη πόλεμος. Διάβασα όλες τις ιστοσελίδες σχετικά με τη βία που εκδηλώνουν τα είδη των χιμπατζήδων. Αυτό που ανακάλυψα είναι πως παρόλο που μερικοί υποστηρίζουν πως η φιλοπόλεμη συμπεριφορά κάνει τους χιμπατζήδες να αναζητούν ξένους ως προς αυτούς οργανισμούς και να τους σκοτώνουν ως κάτι φυσιολογικό, κάτι τέτοι είναι πολύ σπάνιο. Εάν μιλάμε για έναν πόλεμο όπου υπάρχουν δολοφονίες ως αντεπίθεση από τα μέλη μιας άλλης ομάδας φιλοπόλεμων ειδών χιμπατζήδων τότε έχουμε να κάνουμε με δύο πολέμους ανάμεσα σε χιμπατζήδες κατά τη διάρκεια 9 ετών. Το γράφω αυτό στο παρακάτω άρθρο του περιοδικού Scientific American.

Η κεντρική ιδέα είναι ότι τα δεδομένα δείχνουν πως η βία ανάμεσα στους χιμπατζήδες που προκαλεί το θάνατο δεν είναι κάτι το φυσιολογικό, ούτε προϊόν εξέλιξης της συμπεριφοράς τους, αλλά αποτελεί απάντηση σε μια συγκεκριμένη κατάσταση τοπικού ιστορικού ανθρώπινων παρενοχλήσεων. Σ΄αυτό κυρίως εστιάζει το βιβλίο αυτό.

Διάβασα πως οι Μπονόμπο (είδος πιθήκου)  μοιράζονται αρκετό γενετικό υλικό με τους ανθρώπους εν συγκρίση με τους χιμπατζήδες και  δεν είναι ούτε φιλοπόλεμοι ούτε βίαιοι στην πράξη. Εξετάζετε την περίπτωση των Μπονόμπο στο βιβλίο σας;

Ναι! Το βιβλίο μου αποτελείται από 10 κεφάλαια  και το όγδοο από αυτά είναι αφιερωμένο στους Μπονόμπο. Οι Μπονόμπο αποτελούν μία εξαιρετικά συγκρίσιμη περίπτωση. Είναι τόσο συγγενές είδος με τους ανθρώπους όσο και οι χιμπατζήδες. Ωστόσο δεν είδαμε ποτέ έναν Μπονόμπο να σκοτώνει άλλον Μπονόμπο (παρά το γεγονός ότι υποψιαζόμαστε πως ένα από τα νεογέννητά τους είχε σκοτωθεί αν και ωστόσο είναι  εξίσου πιθανό τελικά αυτό να μην έχει συμβεί). Μια άλλη περίπτωση που είναι διαφορετική στους Μπονόμπο σε σύγκριση με τους χιμπατζήδες είναι πως οι Μπονόμπο δέχτηκαν με φιλικότητα άλλα ενήλικα αρσενικά από άλλες ομάδες στην αγέλη τους και δεν τα έβλεπαν με εχθρικότητα και ανταγωνιστικότητα, όπως οι χιμπατζήδες. Τώρα οι χιμπατζήδες δέχονται εφηβικά αρσενικά στις αγέλες τους και τόλμησαν να εντάξουν και ενήλικες – ξένους ως προς την οικογένειά τους – στις ομάδες τους κάτι το οποίο αποτελεί ένα εξελκιτικό σημείο αλλά για πολλά χρόνια αποτελούσε την ποιοτική διάκριση ανάμεσα στους χιμπατζήδες και στους Μπονόμπο.

Λέμε ότι οι χιμπατζήδες είναι από τον πλανήτη Άρη και οι Μπονόμπο από τον πλανήτη Αφροδίτη. Οι χιμπατζήδες έχουν ροπή προς τη βία, είναι επιθετικοί και τα αρσενικά κυριαρχούν ολοκληρωτικά. Οι Μπονόμπο επιδεικνύουν όπως δείχνει η ιστορία μια κυριαρχία των θηλυκών και δεν είναι τόσο εχθρικοί ούτε επιθετικοί όπως οι χιμπατζήδες…

Δεν θα έλεγα πως οι Μπονόμπο δημιουργούν μητριαρχική κοινωνία, θα έλεγα πως η κοινωνία τους είναι ισορροπημένη ως προς τη σχέση των δύο φύλων -κάτι το οποίο δεν συμβαίνει στην κοινωνία των χιμπατζήδων. Αυτή η διαπίστωση μας βάζει στη διαδικασία να προβληματιστούμε ως προς το κατά πόσο υφίστανται γενετικές προδιαθέσεις, διότι εάν οι χιμπατζήδες έχουν γεννηθεί για να σκοτώνουν ενώ οι Μπονόμπο δεν σκοτώνουν οφείλεται άραγε στο ότι οι Μπονόμπο εξελίχθηκαν μέσα σ΄ένα περιβάλλον χωρίς έχθρα και δολοφονικές διαθέσεις; Αφορά τη βιολογική τους εξέλιξη η οποία διαμορφώθηκε με τέτοιο τρόπο ούτως ώστε να μην σκοτώνουν;

Κατά μέρους, οι δύο αυτές ακραίες συμπεριφορές που παρατήρησα εντελώς διαφορετικές ως προς τα δύο αυτά είδη πιθήκων,οι μεν χιμπατζήδες  να σκοτώνουν ο,τιδήποτε εκλαμβάνουν ως εχθρό,οι δε Μπονόμπο να δέχονται φιλικά στην οικογένειά τους κι άλλα αρσενικά που δεν ανήκαν στην οικογένειά τους μας κάνουν να συνειδητοποιούμε τις σημαντικές διαφορές που υπάρχουν ανάμεσα σ΄αυτά τα δύο είδη πιθήκων.Είναι ένα είδος διαφοράς που αφορά κυρίως τη συχνότητά τους απ΄ότι διαφορές καταμερισμού εργασιών και οργάνωσης της  κοινωνίας τους.

Οι Μπονόμπο δεν έχουν νομίζω τα στοιχεία που κάνουν τους χιμπατζήδες να πολεμούν, που είναι η έλλειψη πόρων επιβίωσης και οι οποίοι συνδέονται με την ανθρώπινη δραστηριότητα. Παράλληλα,υπάρχει κάτι το οποίο τους εμποδίζει να μάχονται,λαμβάνοντας υπόψιν πως έχουν μία εντελώς διαφορετική κοινωνική οργάνωση από αυτή των χιμπατζήδων. Δεν νομίζω όμως πως αυτό έχει να κάνει με κάποιο ένστικτο ή κάποια έμφυτη προδιάθεση.

Αφιέρωσα πολύ χρόνο σ΄αυτό το βιβλίο για να εξηγήσω το γεγονός πως ο νέος αρσενικός χιμπατζής μεγαλώνει σ΄έναν ενήλικο κόσμο όπου τ΄αρσενικά κυριαρχούν έναντι των θηλυκών και όπου τα θηλυκά δεν περνούν αρκετό χρόνο μαζί με τ΄άλλα θηλυκά. Αντιθέτως τα αρσενικά περνούν αρκετό καιρό με άλλα αρσενικά  έχοντας δημιουργήσει ένα είδος λέσχης αρρένων κάτι το οποίο τους αναγκάζει να ανταγωνίζονται μεταξύ τους ούτως ώστε να κατακτήσουν τη θέση που τους αρμόζει. Πολύ συχνά, μία ομάδα δύο ή τριών αρσενικών μαζί αναδεικνύεται στην ιεραρχία της κοινωνίας τους, μάχονται ομαδικά και επιτίθενται σε άλλες ομάδες αρσενικών που επίσης απαρτίζονται από 2, 3 μέλη και μ΄αυτόν τον τρόπο εναντιώνονται το αρσενικό σωματίδιο άλφα (σ.τ.μ. έκφραση στη ζωολογία για το κυρίαρχο αρσενικό). Και το να είναι κανείς το κυρίαρχο αρσενικό έχει πολλά πλεονεκτήματα.

Για τους χιμπατζήδες και όχι τους Μπονόμπο, η δεύτερη υπόθεση που κάνω στο βιβλίο μου είναι πως τα εξαιρετικά επιθετικά αρσενικά και αυτά που έχουν υψηλή κοινωνική θέση μπορούν, κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις, να εμπλέκονται σε αυτό το οποίο θα λέγαμε «επίδειξη δολοφονίας» ανυπεράσπιστων ατόμων, ακόμη και των πιο ανίσχυρων της δικής τους ομάδας, προκειμένου να εξολοθρεύσουν τους ανταγωνιστές τους.

Αλλά οι Μπονόμπο, κυρίως τα θηλυκά, τείνουν να προσεγγίζουν το ένα το άλλο (κάτι το οποίο συνδέουν με την τριβή των γεννητικών οργάνων που συνηθίζουν τα θηλυκά, χωρίς να είναι και απολύτως ξεκάθαρο αυτό) και θα αμυνθούν επιτιθέμενες στη βία που θα τους ασκήσει ένα άγριο αρσενικό. Εάν ένα αρσενικό θέλει να ξεχωρίσει ιεραρχικά στην κοινωνία των Μπονόμπο θα πρέπει να έχει λιγότερη επιθετικότητα…διότι  η βάση αυτής της  κοινωνίας στηρίζεται σε μία κλίμακα αμφιφυλοφιλίας.

Για να μπορέσει  ένα αρσενικό να διακριθεί στην ιεραρχία αυτών των κοινωνιών πρέπει να μένει κοντά στην μητέρα του. Ο καλύτερος σύμμαχος ενός αρσενικού Μπονόμπο για να έχει πρόσβαση στην τροφή, στο ζευγάρωμα και για ν΄αναδειχθεί στην ιεραρχία είναι να έχει ως πρότυπο μία γυναίκα με υψηλή κοινωνική θέση. Το παιχνίδι αυτό της κοινωνικής θέσης παίζεται με τις μητέρες τους κι όχι με τα αδέρφια τους. Έτσι τακτοποιεί τα θέματά του ένα αρσενικό Μπονόμπο. Αυτό σημαίνει πως προσκολλώνται κυρίως σε θηλυκά πρότυπα και σχεδόν ποτέ σε αρσενικά πρότυπα.

Στη σημερινή στιγμή της ανθρώπινης ιστορίας, όπου ζούμε πολέμους πολύ περισσότερο παγκοσμιοποιημένους και διαρκείς απ΄ό,τι οι αρχαίοι μας πρόγονοι – και μ΄έναν γενικό τρόπο μία κουλτούρα παγκοσμιοποίησης – υπάρχει ελπίδα για ένα μέλλον το οποίο δεν θα έχει πλέον τόσο έντονη ροπή προς τον πόλεμο;

Αν υπάρχει ελπίδα; Ναι, βεβαίως! Εάν ανατρέξετε στην παγκόσμια ιστορία θα δείτε πως προερχόμαστε από έναν κόσμο που είχε σχηματιστεί από χιλιάδες αναξάρτητες κοινωνίες και στον οποίο αρχικά δεν υπήρχαν πόλεμοι. Εν συνεχεία, ο πόλεμος ήταν κάτι το οποίο εκτυλίχθηκε σε όλο και περισσότερες περιοχές του κόσμου κι εξαπλώθηκε σ΄όλες τις χώρες. Έκτοτε με τον καιρό όλες οι κοινωνίες παγιώθηκαν.Όλο και λιγότερες κοινωνίες είναι πλέον ανεξάρτητες στο σύγχρονο κόσμο αλλά πρέπει να είναι κανείς αναξάρτητος στην πραγματικότητα προκειμένου να ταχθεί εναντίον του πολέμου. Είναι πλέον περισσότερα από 20 χρόνια που παίρνω ως παράδειγμα την Ευρώπη. Δεν θα μπορούσε κανείς να διανοηθεί πως η Ευρώπη θα σύγκλινε στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα έτσι ως έχει στη σύγχρονη εποχή.

Ο πόλεμος ανάμεσα στη Γερμανία, στη Γαλλία, στην Αγγλία καθώς και σε άλλες χώρες της ευρωπαϊκής ηπείρου αποτέλεσε μέρος της Παγκόσμιας Ιστορίας κατά τη διάρκεια μιας μακροχρόνιας περιόδου. Η Ευρώπη δεν είναι παρά ένα απλό παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο έχουν διαδραματιστεί  εξελίξεις κι έχουν αλλάξει τα πράγματα.

Έγραψα ένα άρθρο το 1988: Πώς οι ανθρωπολόγοι μπορούν να συνεισφέρουν στην ιδέα της ειρήνης; και το είχα γράψει αυτό το άρθρο διότι ως ανθρωπολόγος μπορώ να σας πω ότι κι άλλοι κόσμοι είναι πιθανόν να υπάρχουν, τους οποίους δεν έχουμε εξερευνήσει ακόμα. Πράγματα τα οποία δεν μπορούμε να φανταστούμε σήμερα ότι είναι πιθανόν να υπάρχουν θα τα βρούμε στο μέλλον αλλά και θα τα πραγματοποιήσουμε στο μέλλον. Σε εκείνο το άρθρο είχα πει πως ένα πράγμα το οποίο μπορούσαμε να πούμε με σιγουριά είναι πως σε μια δεδομένη στιγμή, τα στρατιωτικοποιημένα σύνορα ανάμεσα στην Ανατολική και Δυτική Ευρώπη θα σταματήσουν να υπάρχουν. Ήταν δύσκολο να το υποψιαστεί κανείς εκείνη την εποχή ότι αυτό θα συνέβαινε στο μέλλον. Ωστόσο, την επόμενη χρονιά καταργήθηκαν τα σύνορα ανάμεσα στην Ανατολική και Δυτική Γερμανία με την πτώση του Τείχος του Βερολίνου. Οπότε ποτέ δεν ξέρει κανείς τι μέλλει γενέσθαι. Δεν υπάρχει κάποια κατευθυντήρια γραμμή η οποία οδηγεί στην ειρήνευση, αλλά νομίζω πως ένα σημαντικό μέρος αυτής της διαδικασίας διέρχεται από την κινητοποίηση των ανθρώπων από το ότι οι άνθρωποι θέλουν να ενθαρρύνουν την ιδέα της ειρήνης σ΄όλον τον κόσμο και πως η ειρήνη θα αποτελέσει μία διαχρονική αξία αλλά και μια επιτακτική πλέον ανάγκη.

Είναι  σημαντικό οι άνθρωποι να πιστέψουν πως μπορούν να δημιουργήσουν έναν κόσμο χωρίς πολέμους κι ότι αυτή η πεποίθηση μπορεί ν΄αποτελέσει ρεαλιστική πιθανότητα. Ίσως να μην είναι ακόμη επιτεύξιμο όλο αυτό, αλλά η δημιουργία ενός κόσμου χωρίς πόλεμο είναι μία ιδέα από την οποία μπορούμε να εμπνευστούμε και να την πραγματοποιήσουμε, είναι μια ιδέα οου αξίζει τον κόπο να εργαστούμε με γνώμονα την επικράτηση της  ειρήνης στον κόσμο εναντίον του πολέμου. Εάν νομίζετε πως αυτό δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί και πως αυτού του είδους η σκέψη κατά κάποιο τρόπο συντηρεί τον πόλεμο, σας προτρέπω να αφήσετε αυτόν τον τρόπο σκέψης και να κατευθυνθείτε προς μια πνευματική εξέλιξη που επιζητά έναν ειρηνικό κόσμο.

 


Αυτό το άρθρο έχει συνταχθεί από το περιοδικό Local Peace Economy,προσχέδιο του Ινστιτούτου ανεξάρτητων ΜΜΕ.

Μετάφραση από  τα γαλλικά: Χριστίνα Κηπουρού. Επιμέλεια και προσαρμογή: Pressenza Athens.