Προς
την Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων, κυρία Νίκη Κεραμέως

Κοινοποιούμενη
Προς

Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής
το Διοικητικό Συμβούλιο της Ομοσπονδίας Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης
τις διοικήσεις των ΕΛΜΕ
Πανελλήνια Συνομοσπονδία Γονέων

 

Αθήνα, 28 Ιουνίου 2021

Αξιότιμη Υπουργέ Παιδείας και Θρησκευμάτων, κυρία Νίκη Κεραμέως,

Την Πέμπτη 24 Ιουνίου 2021 διεξήχθησαν και ολοκληρώθηκαν με επιτυχία οι εξετάσεις του μαθήματος «Υγιεινή Μικροβιολογία» για τα Επαγγελματικά Λύκεια. Με αφορμή τα θέματα στα οποία κλήθηκαν να απαντήσουν οι μαθήτριες/-τές σε μία πανελλαδική εξέταση, η οποία μάλιστα διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο για την εισαγωγή τους στην Ανώτατη Εκπαίδευση, θεωρούμε καθήκον μας να πάρουμε θέση για ορισμένα ζητήματα που άπτονται του θέματος, με την ιδιότητά μας ως μελών ενός φορέα που δραστηριοποιείται στην καταπολέμηση της ομοφοβίας, της τρανσφοβίας, της αμφιφοβίας και της ιντερφοβίας στην εκπαίδευση, αλλά και ως μελών της Κοινωνίας των Πολιτών.

Σε ό,τι αφορά το σχολικὀ εγχειρίδιο «Υγιεινή Μικροβιολογία» μέσω του οποίου είναι υποχρεωτικό να διδαχθεί το ομότιτλο μάθημα (δεδομένου ότι είναι πανελλαδικώς εξεταζόμενο και οι εκπαιδευτικοί δεν δύνανται να παρεκκλίνουν στο ελάχιστο από το περιεχόμενο του βιβλίου) επισημαίνεται ότι εκτός από τα αντιεπιστημονικά στοιχεία που το καθιστούν παρωχημένο και αναχρονιστικό, ορισμένες ενότητές του εμπεριέχουν απροκάλυπτα κακοποιητικό λόγο προς πλήθος ομάδων (ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα, σεξεργάτ(ρι)ες, πρόσφυγες και μετανάστες κ.α.) που υφίστανται επί δεκαετίες τις συνέπειες των επικρατούντων στερεοτύπων και προκαταλήψεων.

Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι στην Ενότητα 4.5.4 (Σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα) που εκτείνεται από τη σελίδα 40 έως και τη σελίδα 47, υπάρχει ο ισχυρισμός ότι ένας από τους παράγοντες της εξάπλωσής τους είναι η «Διάδοση της ομοφυλοφιλίας». Θεωρούμε και ελπίζουμε ότι δεν χρειάζεται να εξηγηθούν αναλυτικά οι λόγοι για τους οποίους η συγκεκριμένη φράση είναι ακραία κακοποιητική για τα ΛΟΑΤΚΙ+ πρόσωπα. Την ίδια ώρα, η εν λόγω διατύπωση είναι άκρως επικίνδυνη και για τα μη ΛΟΑΤΚΙ+ πρόσωπα, για λόγους που θα εξηγηθούν παρακάτω.

Οι πλέον έγκριτοι επιστημονικοί φορείς παγκοσμίως, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνεται ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (WHO), το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης Νοσημάτων (ECDC) αλλά και ο αντίστοιχος Αμερικανικός Οργανισμός (CDC), προχώρησαν πριν δεκαετίες σε αποχαρακτηρισμό των σεξουαλικών επαφών μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου ως παράγοντα εξάπλωσης των Σεξουαλικώς Μεταδιδόμενων Λοιμώξεων. (Σημειώνεται ότι η επιστημονική κοινότητα προκρίνει την χρήση του όρου «λοίμωξη» έναντι του έως τώρα χρησιμοποιούμενου «νόσημα», προκειμένου να συμβαδίζει με την επικαιροποιημένη γνώση σχετικά με την αντιμετώπιση, προστασία και την πρόληψη). Μάλιστα, στον παραπάνω αποχαρακτηρισμό συνέδραμαν σημαντικά τόσο η ορθότερη και πληρέστερη πληροφόρηση του πληθυσμού για τον τρόπο μετάδοσης των λοιμώξεων αυτών αλλά και για τα μέσα πρόληψης που διατίθενται πλέον, όσο και η διαρκής πάλη των οργανώσεων της Κοινωνίας των Πολιτών και των Κρατικών Υγειονομικών Φορέων σε αυτή την κατεύθυνση. Εδώ και δεκαετίες ο επιπολασμός (δηλαδή η συχνότητα εμφάνισης αυτών των νοσημάτων ως προς τον πληθυσμό) δεν παρουσιάζει καμία διαφορά ανάμεσα στα ΛΟΑΤΚΙ+ και μη ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα.

Αντιθέτως, αξίζει να επισημανθεί πως η αντίληψη ότι τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα είναι πιο εύκολο/πιθανό να εκτεθούν στον HIV ή σε οποιαδήποτε Σεξουαλικώς Μεταδιδόμενη Λοίμωξη επικρατεί λόγω αναχρονιστικών αντιλήψεων, που ουδεμία σχέση έχουν με την πραγματικότητα, αλλά απορρέουν από στερεοτυπικές αντιλήψεις για τον ΛΟΑΤΚΙ+ πληθυσμό. Ειδικότερα, αποτελεί λανθασμένα κοινή αντίληψη πως τα ΛΟΑΤΚΙ+ πρόσωπα έχουν συχνή ανταλλαγή συντρόφων (που αναφέρεται επίσης στο σχολικό εγχειρίδιο ως παράγοντας «που επηρεάζει τη συχνότητα των Σεξουαλικώς Μεταδιδόμενων Λοιμώξεων»), και πως συγκεκριμένες σεξουαλικές πρακτικές που ενδεχομένως αυξάνουν τον κίνδυνο για μεγαλύτερη έκθεση σε λοιμώδεις παράγοντες λόγω μεγαλύτερης συγκέντρωσης ιικού φορτίου συνδέονται επίσης κατ’ αποκλειστικότητα με τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα. Ωστόσο, σύσσωμη η επιστημονική κοινότητα συμφωνεί ότι οι παραπάνω διατυπώσεις και αντιλήψεις δεν ευσταθούν επιστημονικά, αντιθέτως ενέχουν εξαιρετικά αυξημένο κίνδυνο για τον μη ΛΟΑΤΚΙ+ πληθυσμό, που συνιστά μια μεγάλη κοινωνική ομάδα η οποία αποκλείεται αυθαίρετα και εκ προοιμίου από τα παραπάνω, με αποτέλεσμα να μη δημιουργείται ασφαλές πλαίσιο για τη λήψη βασικής ενημέρωσης για τη σεξουαλική υγεία. Στα παραπάνω πρέπει να προστεθεί ότι γυναίκες, θηλυκότητες και ΛΟΑΤΚΙ+ πρόσωπα είναι γνωστό ότι εξετάζονται πολύ συχνότερα από τον υπόλοιπο πληθυσμό, και ως αποτέλεσμα το ενδεχόμενο να έχουν προσβληθεί από λοιμώδη παράγοντα και να τον μεταδίδουν εν αγνοία τους ελαχιστοποιείται.

Θεωρούμε επίσης ότι θα έπρεπε να συνιστά κοινή γνώση ότι η ομοφυλοφιλία, αντίθετα με τον τρόπο που περιγράφεται στο σχολικό εγχειρίδιο, δεν συνιστά ασθένεια (επομένως δεν μεταδίδεται, καθώς δεν οφείλεται σε λοιμώδεις παράγοντες–ιοί, βακτήρια, μύκητες, πρωτόζωα, πράιονς) και προπαντός δεν εντάσσεται στο πλαίσιο κάποιας «μόδας» ώστε να «διαδίδεται» (όρος που χρησιμοποιείται στο βιβλίο). Αντιθέτως, η αύξηση της παρουσίας των ΛΟΑΤΚΙ+ αναπαραστάσεων στην καθημερινότητα οφείλεται στη σταδιακή αύξηση της ορατότητας και στη διεκδίκηση θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τα οποία η ετεροκανονική και πατριαρχική κοινωνία επιχειρεί διαρκώς να καταστρατηγήσει.

Δεδομένων όλων των προαναφερθέντων, θα ήταν ευκόλως εννοούμενος ο αποκλεισμός της συγκεκριμένης ενότητας από την πανελλαδικώς εξεταστέα ύλη, έως ότου αποκατασταθεί η επιστημονική πραγματικότητα και αντικατσταθεί το συγκεκριμένο σχολικό εγχειρίδιο. Αντιθέτως, προς μεγάλη μας έκπληξη και δυσαρέσκεια, αντιληφθήκαμε πως στην εξέταση του συγκεκριμένου μαθήματος την 24η Ιουνίου οι μαθητές/-τριες των Επαγγελματικών Λυκείων κλήθηκαν να απαντήσουν στο δεύτερο υποερώτημα του θέματος Γ3 παραθέτοντας «τους παράγοντες που επηρεάζουν τη συχνότητα των σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων», μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνεται και η «Διάδοση της ομοφυλοφιλίας», που βρίσκεται μάλιστα στη δεύτερη θέση της λίστας που απαριθμεί τους σχετικούς παράγοντες. Εκτός από τους λόγους που καθιστούν τη συγκεκριμένη απάντηση πλήρως αντιεπιστημονική, η απαίτηση της εν λόγω απάντησης συνιστά εξαιρετικά κακοποιητική πρακτική εκ μέρους της Κεντρικής Επιτροπής Πανελληνίων Εξετάσεων. Εν ολίγοις, ζητήθηκε από μαθητές/-τριες με τον συγκεκριμένο σεξουαλικό προσανατολισμό να απαντήσουν σε μία εξέταση που αποτελεί το «εισιτήριο» για την πρόσβαση στην Ανώτατη Εκπαίδευση ότι η ταυτότητά τους, ο σεξουαλικός τους προσανατολισμός, ένα καθοριστικό μέρος του εαυτού τους, ευθύνεται σημαντικά «για την συχνότητα των Σεξουαλικώς Μεταδιδομένων Νοσημάτων», πράγμα που αποδεδειγμένα δεν ευσταθεί !

Ζητούμε την άμεση παρέμβασή σας, προκειμένου το συγκεκριμένο θέμα να ακυρωθεί και όλες/-οι μαθήτριες/-τές να βαθμολογηθούν με το σύνολο των μονάδων (7) στο συγκεκριμένο υποερώτημα, προκειμένου να αποκατασταθεί στο μέγιστο η επιστημονική αλήθεια, η δικαιοσύνη και ο σεβασμός σε θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα. Ταυτόχρονα, ευελπιστούμε στην άμεση κινητοποίησή σας, προκειμένου τα σχολικά εγχειρίδια όλων των τάξεων και όλων των βαθμίδων να ευθυγραμμιστούν με τις κατευθυντήριες των ευρέως αναγνωρισμένων επιστημονικών φορέων και της UNESCO και να ανταποκρίνονται πλέον στα σύγχρονα δεδομένα. Στο πλαίσιο αυτό, και με αφορμή τα όσα αναλύθηκαν εκτενώς στο σύνολο της επιστολής μας, κρίνουμε πως οφείλουμε να επισημάνουμε ξανά την αδήριτη ανάγκη της εισαγωγής του μαθήματος της Συμπεριληπτικής Σεξουαλικής Εκπαίδευσης στο σχολείο.

Ως Πολύχρωμο Σχολείο και ως μέλη της Κοινωνίας των Πολιτών μαχόμαστε επί 12 συναπτά έτη για ένα συμπεριληπτικό σχολείο, αντιπαλεύοντας κάθε μορφή ομοφοβίας, τρανσφοβίας, αμφιφοβίας και ιντερφοβίας στην εκπαίδευση, με στόχο τη διαμόρφωση ενός σχολείου που θα χωράει όλα τα παιδιά. Ελπίζουμε και αναμένουμε την άμεση επέμβασή σας για την έκδοση κατευθυντήριων οδηγιών προς τους/τις εκπαιδευτικούς αλλά και την Κεντρική Επιτροπή Πανελληνίων Εξετάσεων (εν προκειμένω), ώστε να μην χρειαστεί να επανέλθουμε στο συγκεκριμένο, αλλά και σε οποιοδήποτε αντίστοιχης φύσεως, ζήτημα.