Του Μπάμπη Μιχάλη

Οι φοροαπαλλαγές που προσφέρθηκαν αφειδώς στους πλουσιότερους τα τελευταία 50 χρόνια δεν πρόσθεσαν στις οικονομίες την ανάπτυξη και τις θέσεις εργασίας που υπόσχονταν οι εισηγητές τους.

Φορολογήστε τους πλούσιους άφοβα, η οικονομία δεν κινδυνεύει, μόνο η τσέπη τους, υποδεικνύει προς τις ασθμαίνουσες από τον κορονοϊό κυβερνήσεις οικονομική ανάλυση που είδε το φως της δημοσιότητας πριν από λίγες ημέρες.

Η μελέτη -Τhe Economic Consequences of Major Tax Cuts for the Rich- πραγματοποιήθηκε από τους καθηγητές Ντέιβιντ Χόουπ (London Schoool of Economics) και Τζούλιαν Λίμπεργκ (King’s College) και αποτελεί ακόμη ένα χαστούκι στον μύθο των trickle down economics ή οικονομικών της προσφοράς καθώς δείχνει ότι η μείωση της φορολόγησης των πλουσίων δεν τροφοδοτεί ούτε μεγαλύτερη οικονομική ανάπτυξη ούτε μείωση της ανεργίας. Ωφελεί μόνο τους πλούσιους και συντελεί στην αύξηση των οικονομικών ανισοτήτων.

Αξιοποιώντας στοιχεία από 18 χώρες του ΟΟΣΑ, μεταξύ των οποίων και οι ΗΠΑ, Βρετανία, Γερμανία, Ιαπωνία, οι Χόουπ – Λίμπεργκ κατέγραψαν τις σημαντικές φορολογικές περικοπές που προσφέρθηκαν στους πλούσιους την 50ετία 1965 έως 2015.

Η μελέτη τους συνέκρινε τις χώρες που προχώρησαν σε αυτές τις περικοπές σε μια συγκεκριμένη χρόνια -όπως οι ΗΠΑ το 1982 όταν πρόεδρος ήταν ο Ρόναλντ Ρίγκαν- με εκείνες που δεν το έπραξαν, και στη συνέχεια εξέταστηκε η οικονομική αποτελεσματικότητα.

Διαπιστώθηκε ότι πέντε χρόνια μετά τη μείωση των φόρων η μεταβολή σε ΑΕΠ και απασχόληση, τόσο για τις χώρες που μείωσαν τη φορολόγηση των πλουσίων όσο και αυτές που δεν προχώρησαν σε περικοπές, ήταν σχεδόν πανομοιότυπη.

Η αύξηση του κατά κεφαλήν πραγματικού ΑΕΠ και η μείωση του ποσοστού ανεργίας στις χώρες που μείωσαν τους φόρους των πλουσίων ήταν ανάξιες λόγου, …«στατιστικά δυσδιάκριτες του μηδενός».

Με άλλα λόγια, η μείωση της φορολογίας των πλουσίων δεν προκάλεσε ούτε την έκρηξη των ιδιωτικών επενδύσεων ούτε την αύξηση της απασχόλησης ούτε την τόνωση της οικονομικής δραστηριότητας που υπόσχονταν τα trickle down economics.

Κατανομή εισοδημάτων

Αντιθετα, τροφοδότησε μια σημαντική αλλαγή στην κατανομή εισοδημάτων. Συγκεκριμένα, στις χώρες όπου οι φορολογικοί συντελεστές μειώθηκαν, τα εισοδήματα των πλουσίων αυξήθηκαν πολύ ταχύτερα μεγεθύνοντας το μερίδιο που κατέχει το πλουσιότερο 1% του πληθυσμού στο ΑΕΠ.

Κάθε σημαντική φορολογική μεταρρύθμιση υπέρ των πλουσίων οδήγησε για την ακρίβεια σε αύξηση του μεριδίου του πλουσιότερου 1% στο προ φόρων εθνικό εισόδημα κατά 0,8%.

Οι διαπιστώσεις αυτές δικαιώνουν αν μη τι άλλο τον πρώην πρόεδρο των ΗΠΑ Τζορτζ Μπους (τον πρεσβύτερο) ο οποίος είχε παρομοιάσει τις θεωρίες των trickle down ecomics με οικονομικά… βουντού. Η περιβόητη ρήση αφορούσε τον ισχυρισμό των οικονομικών της προσφοράς και οικονομικής ατζέντας του Ρόναλντ Ρίγκαν (Reaganomics) ότι οι περικοπές της φορολογίας των πλουσίων θα τροφοδοτήσουν τόσο μεγάλη ανάπτυξη και τόσο υψηλά φορολογικά έσοδα που αυτά θα επαρκέσουν για τη χρηματοδότηση των απωλειών στα δημόσια ταμεία.

Η ρήση ειπώθηκε στη διάρκεια της μάχης για τη διεκδίκηση του χρίσματος του Ρεπουμπλικανικού κόμματος στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 1980, όταν Μπους και Ρίγκαν ήταν αντίπαλοι. Ο Μπους αν και συντηρητικός πολιτικός είδε ότι ο ισχυρισμός πως τα φορολογικά έσοδα μπορούν να αυξηθούν μειώνοντας τους φόρους ήταν γελοίος και χαρακτήρισε τα Reaganomics βουντού.

Αργότερα, βέβαια, όταν έγινε αντιπρόεδρος του Ρίγκαν τα γύρισε, όπως τα γύρισαν και αρκετοί ακόμη πολιτικοί και οικονομολόγοι σε όλον τον κόσμο, που ενώ άνθισαν στη Σοσιαλδημοκρατία είδαν το φως τους στο… ψητό.

Η μελέτη των Χόουπ και Λίμπεργκ δείχνει, ωστόσο, ότι επί πενήντα ολόκληρα χρόνια η εφαρμογή αυτής της θεωρίας και ο στενός της εναγκαλισμός από τις περισσότερες κυβερνήσεις της Δύσης δεν απέφεραν αυτά που υπόσχονταν.

Η μείωση της φορολογίας των πλουσίων και των επιχειρήσεων δεν οδήγησε ούτε σε υψηλότερη ανάπτυξη ούτε σε υψηλότερα φορολογικά έσοδα ούτε σε μείωση της ανεργίας ούτε σε διάχυση της ευημερίας στη μεσαία τάξη και στα υπόλοιπα κοινωνικά στρώματα.

«Με βάση την έρευνά μας, θα υποστηρίζαμε ότι η οικονομική λογική για τη διατήρηση των φόρων για τους πλούσιους σε χαμηλά επίπεδα είναι αδύναμη. Στην πραγματικότητα, αν κοιτάξουμε πίσω στην ιστορία, η περίοδος με τους υψηλότερους φόρους για τους πλούσιους -η περίοδος μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο- ήταν επίσης μια περίοδος με υψηλή οικονομική ανάπτυξη και χαμηλή ανεργία», τόνισε ο Λίμπεργκ μερικά εικοσιτετράωρα μετά τη δημοσίευση της μελέτης στo CBS MoneyWatch.

Τα συμπεράσματα της μελέτης θα έπρεπε λογικά να αποτελούν χαρμόσυνο νέο για τις κυβερνήσεις που θα κληθούν σύντομα να κλείσουν τις μαύρες τρύπες που δημιούργησαν στα δημόσια οικονομικά οι εκτεταμένες δαπάνες για την αντιμετώπιση της πανδημίας.

Αν μη τι άλλο, τους ανάβει το πράσινο φως για να φορολογήσουν περισσότερο τους πλούσιους και να αυξήσουν τα φορολογικά τους έσοδα άφοβα, χωρίς να ανησυχούν για τυχόν επιπτώσεις στην οικονομία.

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών