της Yellena Prtoric • μετάφραση της Ελβίρας Κρίθαρη

To Βερολίνο επιχειρεί να ρυθμίσει την αγορά ακινήτων με στόχο τη μείωση των ενοικίων και προκαλεί μικτές αντιδράσεις. Είναι το Καράκας της Ευρώπης ή πρωτοπόρος στην εδραίωση του δικαιώματος στη στέγαση;

Ο Lars M. ξεκινώντας να μιλάει για την υπόθεσή του, ζητά να μη χρησιμοποιηθεί το επώνυμό του. Θέλει να αποφύγει πιθανές επιπλοκές με ιδιοκτήτες ακινήτων που, επιδεικνύοντας υπερβάλλοντα ζήλο, θα αναζητήσουν στο google το όνομά του και θα το βρουν να διατρέχει το διαδίκτυο σε αναφορές σχετικά με τις αδιανόητες προϋποθέσεις που κάποιος πρέπει να πληροί εάν ψάχνει για διαμέρισμα στο Βερολίνο αυτές τις μέρες. «Ακόμη και ως προνομιούχος, λευκός Γερμανός άνδρας που είμαι, είναι πραγματικά δύσκολο να βρω ένα αξιοπρεπές μέρος», λέει στο Solomon MAG.

Ο Lars μετακόμισε στη γερμανική πρωτεύουσα πριν μία δεκαετία, όταν η κατάσταση στην αγορά ενοικίασης ήταν εντελώς διαφορετική. «Μετακόμισα σε ένα διαμέρισμα με συγκάτοικο και πλήρωνα περίπου 300 ευρώ για ένα δωμάτιο», θυμάται. Το ενοίκιο που πλήρωνε θεωρούνταν «λίγο πάνω από το μέσο όρο», αλλά το διαμέρισμα ήταν τεράστιο. Σήμερα, καθώς σχεδιάζει να μετακομίσει σε ένα διαμέρισμα με τη φίλη του, γνωρίζει ότι δεν μπορεί να ελπίζει σε μια παρόμοια συμφωνία.

Όχι πια φτωχό, όμως ακόμα σέξι

Ο πρώην δήμαρχος του Βερολίνο, Klaus Wowereit, είχε αποκαλέσει το Βερολίνο «φτωχό αλλά σέξι». Για πολύ καιρό, το Βερολίνο υπήρξε η ευρωπαϊκή μέκκα των καλλιτεχνών, των ελεύθερων επαγγελματιών και άλλων δημιουργικών τύπων σε αναζήτηση οικονομικά προσιτής στέγασης και «hip» περιβάλλοντος. Άνθρωποι που εγκαταστάθηκαν στην πόλη πριν από 15 ή περισσότερα χρόνια, μπορούν να μιλήσουν για τις περιόδους που δεν υπήρχε έλλειψη φθηνών κατοικιών. Θα πουν ιστορίες για ιδιοκτήτες ακινήτων που άφηναν τους ενοικιαστές να μένουν δωρεάν στο διαμέρισμά τους για μερικούς μήνες, ελπίζοντας ότι τελικά θα αποφασίσουν να εγκατασταθούν εκεί μόνιμα.

Το Βερολίνο παραμένει συγκριτικά φθηνό σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Σύμφωνα με τον δείκτη ακινήτων της Deloitte για το 2018, που συγκρίνει τιμές κατοικιών σε διαφορετικές χώρες και πόλεις, το intra-muros του Παρισιού είναι, σήμερα, η πιο ακριβή τοποθεσία στην Ευρώπη, με τιμή που ανέρχεται στα 12.910 ευρώ / τ.μ. και 27.800 ευρώ / τ.μ. σε μισθωμένο χώρο. Το Μόναχο είναι η τρίτη πιο ακριβή πόλη στη λίστα με μέση τιμή 7.800 ευρώ / τ.μ., ξεπερνώντας άλλες μεγάλες γερμανικές πόλεις. Συγκριτικά, ένα τετραγωνικό μέτρο στο Βερολίνο θα κοστίσει 4.973 ευρώ και 7.300 ευρώ όταν πρόκειται για ενοικίαση.

Η διαφορά είναι ότι στη Γερμανία, σε αντίθεση με τη Γαλλία, ο πλούτος δεν συγκεντρώνεται στην πρωτεύουσα, αλλά σε επιχειρηματικά κέντρα όπως το Μόναχο ή η Φρανκφούρτη. Επιπλέον, οι τιμές στο Βερολίνο αυξήθηκαν κατά 20,5% το 2017 και 15,2% το 2018, καθιστώντας το, την πόλη με τις ταχύτερα αυξανόμενες τιμές ακινήτων.

Η πόλη χρειάζεται απεγνωσμένα πιο προσιτή στέγη. Μια μελέτη που διεξήχθη το 2018 από το Ίδρυμα Hans Böckler διαπίστωσε ότι η Γερμανία στερείται 1,9 εκατομμύρια οικονομικά προσιτών διαμερισμάτων, από τα οποία 310.000 στο Βερολίνο. Σε μια πόλη ενοικιαστών (περισσότερο από το 81% των ακινήτων της πρωτεύουσας ενοικιάζεται), αυτό καθιστά τη διαδικασία κυνηγιού διαμερίσματος αρκετά δυσκίνητη.

Ο Lars περιγράφει στο Solomon MAG ότι κάθε φορά που πήγε να δει ένα διαμέρισμα, άλλα 40 άτομα βρίσκονταν εκεί για την ίδια δουλειά. Το γεγονός ότι είναι πλέον ελεύθερος επαγγελματίας, έχοντας ανοίξει ένα στούντιο για το design πριν από τρεις μήνες, καθιστά ακόμα πιο δύσκολη την κατάσταση. «Δεν μπορώ να παρουσιάσω τις οικονομικές απολαβές μου σε μεσιτικά γραφεία και δυνητικούς σπιτονοικοκύρηδες, κάτι που αποτελεί τεράστιο πρόβλημα» εξηγεί. Πρόσφατα, του ζητήθηκε να συμπληρώσει ένα ερωτηματολόγιο στο οποίο ένα από τα ερωτήματα ήταν αν έπαιζε κάποιο μουσικό όργανο – κάτι που πιστεύει ότι πιθανόν οι ιδιοκτήτες ακινήτων να μη νομιμοποιούνται να ρωτήσουν.

Για να σταματήσει η άνοδος των ενοικίων, οι αρχές της πόλης ψήφισαν τον Ιούνιο του 2019, το πάγωμα των ενοικίων για τα επόμενα πέντε χρόνια.

Η κατάσταση δεν γίνεται πιο εύκολη ακόμα και για κάποιον που δεν ψάχνει για δικό του διαμέρισμα, αλλά για ένα δωμάτιο σε κοινόχρηστο χώρο. Η Nastja Antonenko, πήγε στο Βερολίνο από τη Ρωσία για σπουδές και ζει εκεί εδώ και επτά χρόνια. «Έμεινα πρώτα στη φοιτητική εστία και τον τελευταίο χρόνο μετακινούμαι σε διάφορα διαμερίσματα. Βρίσκω δωμάτια μέσω φίλων, δημοσιεύοντας την αναζήτησή μου για διαμερίσματα σε όλα τα κοινωνικά δίκτυα», λέει στο Solomon MAG. Όμως, την τρίτη φορά που έπρεπε να μετακινηθεί, δεν στάθηκε το ίδιο τυχερή. Ξόδεψε πολύ χρόνο ψάχνοντας για δωμάτια στο WG Gesuht, μια ιστοσελίδα που συνδέει ανθρώπους που αναζητούν δωμάτια με τους πιθανούς μελλοντικούς τους συγκάτοικους. «Η ανάγνωση των αγγελιών με όσα ο καθένας ψάχνει σε έναν δυνητικό συγκάτοικο και στη συνέχεια η απάντηση στις αγγελίες αυτές, ήταν η παράλληλη εργασία μου για τον περασμένο μήνα. Από τα 200 μηνύματα που έστειλα, άντε να έλαβα πέντε απαντήσεις, επειδή όλοι βομβαρδίζονται με μηνύματα. Είναι σαν μία ανταγωνιστική ιστοσελίδα γνωριμιών», λέει. Η Nastja βρήκε τελικά ένα μέρος – και πάλι μέσω φίλων – αλλά κατέληξε να πληρώνει περισσότερα από όσα σκεφτόταν ότι θα έδινε για ένα μέρος σε μια γειτονιά που δεν της αρέσει ιδιαίτερα.

Πάγος στις τιμές των ενοικίων

Για να σταματήσει η άνοδος των ενοικίων, οι αρχές της πόλης ψήφισαν τον Ιούνιο του 2019, το πάγωμα των ενοικίων για τα επόμενα πέντε χρόνια. Το νομοσχέδιο προβλέπεται να κυρωθεί τον Οκτώβριο του 2019 και να τεθεί σε ισχύ από το 2020. Τα μέγιστα επίπεδα ενοικίου θα καθορίζονται σε επίπεδο δημοτικής αρχής και οι ενοικιαστές θα έχουν δικαίωμα προσφυγής εάν το μίσθωμα τους υπερβαίνει το πλαφόν. Επιπλέον, οι ιδιοκτήτες θα μπορούν να βρεθούν αντιμέτωποι με πρόστιμα ύψους έως και 500.000 ευρώ εάν πιαστούν να υπερτιμολογούν. Το ανώτατο όριο ενοικίου δεν ισχύει για τις νέες κατασκευές, ωστόσο, οι ιδιοκτήτες έχουν το δικαίωμα να αυξήσουν το ενοίκιο αν αυξηθεί ο πληθωρισμός (περίπου 2%).

Το σχέδιο της αριστερής αρχής της πόλης είναι απ’ ευθείας (βγαλμένο) από το βιβλίο στρατηγικής του Hugo Chávez και το Βερολίνο είναι το Καράκας της Γερμανίας.

Το «Mietendeckel» (πάγωμα μισθώματος) μπορεί να είναι μόνο ένα προσωρινό μέτρο και δεν έχει ακόμη εφαρμοστεί, αλλά έχει ήδη προκαλέσει πολλή αναστάτωση. Η Deutsche Wohnen, η μεγαλύτερη επενδυτική εταιρεία ακινήτων στο Βερολίνο το χαρακτήρισε «μετωπική επίθεση στο κράτος δικαίου», όπως σημειώνει το LOLA mag. H ιστοσελίδα Politico, δήλωσε για το σχέδιο της αριστερής αρχής της πόλης πως είναι «απ ‘ευθείας (βγαλμένο) από το βιβλίο στρατηγικής του Hugo Chávez», αποκαλώντας το Βερολίνο «Καράκας της Γερμανίας».

Ωστόσο, η πρωτοβουλία Deutsche Wohnen & Co Enteignen που διεκδικεί την εθνικοποίηση της Deutsche Wohnen, ελπίζει το μέτρο αυτό να είναι μόνο η αρχή.

Η καμπάνια της πρωτοβουλίας ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 2018. Τον Απρίλιο του 2019, η πρωτοβουλία Deutsche Wohnen & Co Enteignen, κατάφερε να συγκεντρώσει χιλιάδες διαδηλωτές στο κέντρο της πόλης του Βερολίνου σε διαμαρτυρία κατά των αυξανόμενων ενοικίων. Οι διαδηλωτές ενθαρρύνθηκαν να υπογράψουν αίτηση για δημοψήφισμα με σκοπό να εμποδίσουν τους μεγάλους ιδιοκτήτες να ενεργούν όπως θέλουν στην πόλη αλλά και να διεκδικήσουν την απαλλοτρίωση της περιουσία τους. Η πρωτοβουλία κατάφερε να συγκεντρώσει περισσότερες από 20.000 υπογραφές που απαιτούνται για τη Γερουσία του Βερολίνου για να εξετάσει το αίτημα της απαλλοτρίωσης. Αν καταφέρουν να συγκεντρώσουν επιπλέον 170.000 υπογραφές έως το Φεβρουάριο του 2020, θα είναι σε θέση να επιβάλλουν και δημοψήφισμα για το ζήτημα της απαλλοτρίωσης.

«Η Deutsche Wohnen διαθέτει περίπου 110.000 διαμερίσματα στην πόλη. Απέκτησε την πλειοψηφία αυτών όταν το Βερολίνο βρισκόταν σε διαδικασία ιδιωτικοποιήσεων της δημόσιας περιουσίας, τον καιρό που είχε χρέη και πωλούσε την περιουσία του», λέει ο Thomas McGath, ένας από τους ακτιβιστές. Ο McGath κατάγεται από τις ΗΠΑ και βρίσκεται στο Βερολίνο τα τελευταία έξι χρόνια.

Ο McGath εξηγεί ότι οι ιδιοκτήτες μικρών ακινήτων δεν θα επηρεαστούν από το μέτρο, καθώς η πρόταση είναι η ιδιοκτησία εκάστου να περιοριστεί σε 3000 μονάδες. Το δημοψήφισμα θα καθιερώσει επίσης τη στέγαση ως βασικό ανθρώπινο δικαίωμα. Ο McGath παραθέτει το άρθρο 15 του γερμανικού Συντάγματος, το οποίο επιτρέπει την «κοινωνικοποίηση» των «γαιών, φυσικών πόρων και μέσων παραγωγής», μεταφέροντάς τα στην ιδιοκτησία του δημοσίου. Το άρθρο δεν έχει χρησιμοποιηθεί ποτέ πριν, αλλά ο McGath πιστεύει ότι θα μπορούσε να δώσει μια καλή νομική βάση στα αιτήματά τους.

Η απαγόρευση του Airbnb

Δεν είναι η πρώτη φορά που η γερμανική πρωτεύουσα παρουσιάζει επαναστατική νομοθεσία. Το 2016 το δημοτικό συμβούλιο της πόλης εμπόδισε σχεδόν όλους τους ιδιοκτήτες να μισθώνουν τα διαμερίσματά τους σε βραχυπρόθεσμους επισκέπτες, θέτοντας τέλος στην άνοδο της Airbnb και παρόμοιων υπηρεσιών. Η εφημερίδα Independent ανέφερε ότι οι καταχωρίσεις της Airbnb στη γερμανική πρωτεύουσα μειώθηκαν κατά 40% τον μήνα που ακολούθησε την απαγόρευση. Τον Ιανουάριο του 2018, το Τμήμα Αστικής Ανάπτυξης και Στέγασης της Γερουσίας ανέφερε ότι περίπου 8.000 διαμερίσματα επιστράφηκαν στην αγορά ενοικίασης το 2017, χάρη στους αυστηρούς νόμους ιδιοκτησίας που εισήχθησαν το 2016.

Η πόλη χαλάρωσε τη νομοθεσία δύο χρόνια αργότερα, το 2018. Πλέον, μπορεί κανείς να νοικιάσει ένα δωμάτιο στην Airbnb, «υπό την προϋπόθεση ότι το ποσοστό αυτού του δωματίου αντιστοιχεί σε λιγότερο από το 50% του συνολικού μεγέθους της κατοικίας». Εάν κάποιος επιθυμεί να νοικιάσει το σύνολο του ακινήτου σε βραχυπρόθεσμη βάση, απαιτείται να έχει άδεια.

Ενώ η νομοθεσία για την Airbnb έλαβε γενικά διθυραμβική υποδοχή, κάποιοι υποστηρίζουν ότι ο νόμος εισάγει διακρίσεις.

Ο νόμος εισήγαγε, επίσης πρόστιμα, που φτάνουν έως και τις € 100.000. Σύμφωνα με τα στοιχεία που διαθέτει το Inside Airbnb Berlin, υπάρχουν σήμερα 22.552 καταχωρίσεις στο Βερολίνο, εκ των οποίων τα διαμερίσματα που διατίθενται ολόκληρα για βραχυχρόνια μίσθωση αποτελούν το 47,5% της προσφοράς, με μέση τιμή 83€ / διανυκτέρευση για ολόκληρο διαμέρισμα και 52€ ανά δωμάτιο. Μόνο το 22,5% των καταχωρίσεων αντιπροσωπεύει ιδιοκτήτες/διαχειριστές με πολλαπλές καταχωρίσεις, δηλαδή άτομα που πιθανώς έχουν μία επιχείρηση που μισθώνει πολλά διαμερίσματα.

Eνώ η νομοθεσία για την Airbnb έλαβε γενικά διθυραμβική υποδοχή, κάποιοι υποστηρίζουν ότι ο νόμος εισάγει διακρίσεις – για παράδειγμα εις βάρος όσων διαθέτουν ένα δυάρι. «Κάνω ταξιδιωτικό ρεπορτάζ και μερικές φορές λείπω για εβδομάδες ή μήνες. Μου φαίνεται λογικό να υπενοικιάζω τον χώρο μου όταν δεν είμαι στην πόλη», λέει στο Solomon MAG ο Daniel Cole.

Ο Cole είναι βρετανός, αλλά ζει στο Βερολίνο τα τελευταία 13 χρόνια. Πριν από πέντε χρόνια αγόρασε ένα διαμέρισμα 50 τ.μ. με ένα υπνοδωμάτιο στο Friedrichshain, μια «hip» γειτονιά στο ανατολικό Βερολίνο. Όταν θα έφευγε για κάποιο ταξίδι, θα νοίκιαζε τον χώρο του στην Airbnb. «Όχι μόνο για οικονομικούς λόγους, αλλά και για πρακτικούς. Συμβάλλει στην ασφάλεια, επειδή μειώνει τον κίνδυνο διάρρηξης. Το χειμώνα, είναι καλό να υπάρχει κάποιος να χρησιμοποιεί νερό ώστε λειτουργούν οι σωλήνες», λέει. Ο Cole σταμάτησε να ενοικιάζει το διαμέρισμά του το 2016 και δεν επιχείρησε ποτέ να πάρει άδεια -«λόγω της γερμανικής γραφειοκρατίας», σημειώνει.

Παρόλο που υποστηρίζει τη νομοθεσία, πιστεύει ότι το σύστημα έπρεπε να είναι πιο ευέλικτο για εκείνους που δεν εργάζονται 9 με 5, αυτούς που είναι ελεύθεροι επαγγελματίες και ταξιδεύουν πολύ.

«Το πρόβλημα είναι ότι από τη μία έχεις μια μεγάλη πλατφόρμα, όπως η Airbnb, που αρνείται να αναλάβει οποιαδήποτε ευθύνη και από την άλλη πλευρά ένα υπερβολικά αργό, γραφειοκρατικό σύστημα, που είναι η γερμανική κυβέρνηση. Οι δύο δεν λειτουργούν καλά μαζί», καταλήγει.

Μπορείτε να βρείτε το αρχικό άρθρο εδώ