Με υπουργική απόφαση στις αρχές Οκτωβρίου τα Υπουργεία Οικονομικών και Εθνικής Άμυνας αποφάσισαν την αύξηση της διάρκειας της εναλλακτικής υπηρεσίας από 12 μήνες που ήταν μέχρι σήμερα σε 15 μήνες και πλέον είναι κατά 6 μήνες μεγαλύτερη από τη διάρκεια της στρατιωτικής θητείας που υπηρετεί η πλειοψηφία. Στην υπουργική απόφαση αναφέρεται ότι «[…] από τις διατάξεις της απόφασης αυτής προκαλείται δαπάνη ύψους 67.059 € ετησίως από το οικονομικό έτος 2020 και εφεξής, η οποία θα αντιμετωπισθεί με αντίστοιχη μείωση των λειτουργικών δαπανών του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας και των φορέων, στους οποίους οι αντιρρησίες συνείδησης θα διατίθενται […]».

Η Διεθνής Αμνηστία σε Δελτίο Τύπου αναφέρει ότι είναι «πρωτοφανής, απαράδεκτη και αντίθετη στο διεθνές δίκαιο η αύξηση της εναλλακτικής υπηρεσίας για τους αντιρρησίες συνείδησης» και καλεί τις ελληνικές αρχές να την ανακαλέσουν. Στο ίδιο πλαίσιο η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου επισημαίνει ότι: «Οι αντιρρησίες συνείδησης τιμωρούνται έτσι για τις επιλογές που κάνουν ενώ, επιπλέον, αντιμετωπίζουν συχνά την κοινωνική απαξία» και αναφέρει ότι «η Ειδική Επιτροπή που κρίνει τα αιτήματα υπαγωγής στην εναλλακτική θητεία συνεχίζει να κάνει έλεγχο ειλικρίνειας των αιτούντων» και χαρακτηρίζει αυτή τη διαδικασία «υποτιμητική» καθώς και «παράνομη και αντισυνταγματική ως αντίθετη στην ίδια την αξία του ανθρώπου».

Αναλυτικά η διάρκεια της εναλλακτικής υπηρεσίας καθορίζεται ως εξής:

Οι αντιρρησίες συνείδησης, οι οποίοι εκπληρώνουν εναλλακτική υπηρεσία, απολύονται οριστικά μετά τη συμπλήρωση του παρακάτω χρόνου υπηρεσίας:

α. Δεκαπέντε (15) μηνών, όσοι θα ήταν υπόχρεοι πλήρους στρατεύσιμης στρατιωτικής υποχρέωσης, αν υπηρετούσαν ενόπλως.

β. Δώδεκα (12) μηνών, όσοι θα ήταν υπόχρεοι μειωμένης στρατεύσιμης στρατιωτικής υποχρέωσης εννέα (9) μηνών, αν υπηρετούσαν ενόπλως.

γ. Εννέα (9) μηνών, όσοι θα ήταν υπόχρεοι μειωμένης στρατεύσιμης στρατιωτικής υποχρέωσης έξι (6) μηνών, αν υπηρετούσαν ενόπλως.

δ. Πέντε (5) μηνών, όσοι θα απολύονταν οριστικά από τις τάξεις των Ενόπλων Δυνάμεων, αν εκπλήρωναν ενόπλως τη στρατεύσιμη στρατιωτική τους υποχρέωση, μετά τη συμπλήρωση χρόνου πραγματικής στρατιωτικής υπηρεσίας τριών (3) μηνών.

Όσοι αντιρρησίες συνείδησης παρουσιάστηκαν ή επαναπαρουσιάστηκαν σε φορείς του δημόσιου τομέα για εκπλήρωση εναλλακτικής υπηρεσίας πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας απόφασης, απολύονται οριστικά μετά τη συμπλήρωση του χρόνου πραγματικής εναλλακτικής υπηρεσίας, όπως αυτός έχει καθοριστεί με τις προϊσχύσασες διατάξεις.


Διαβάστε αναλυτικά ολόκληρο το Δελτίο Τύπου της Διεθνούς Αμνηστίας:

Η πρόσφατη υπουργική απόφαση των Υφυπουργών Οικονομικών και Εθνικής Άμυνας για αύξηση της διάρκειας της εναλλακτικής υπηρεσίας κατά τρεις μήνες είναι πρωτοφανής στα 22 χρόνια που εφαρμόζεται ο θεσμός της εναλλακτικής υπηρεσίας στην Ελλάδα.

Η Διεθνής Αμνηστία καλεί τις ελληνικές αρχές να ανακαλέσουν την απόφαση, η οποία αυξάνει τη διάρκεια από τους 12 στους 15 μήνες, και αντιβαίνει στο διεθνές δίκαιο και όλα τα διεθνή και ευρωπαϊκά πρότυπα. Αν η απόφαση αυτή δεν ανακληθεί, η Ελλάδα κινδυνεύει να υποστεί νέες καταδίκες από διεθνή όργανα και δικαστήρια όσον αφορά τις ατομικές υποθέσεις των αντιρρησιών συνείδησης που ενδεχομένως προσφύγουν σε αυτά και να κληθεί να καταβάλει νέες αποζημιώσεις, όπως έχει συμβεί επανειλημμένα στο παρελθόν, για παραβιάσεις δικαιωμάτων αντιρρησιών συνείδησης απο την Ελλάδα.

Η οργάνωση υπενθυμίζει πιο συγκεκριμένα ότι:

  • Η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, από το 2015 έχει κρίνει ότι η διάρκεια 15 μηνών της εναλλακτικής υπηρεσίας σε σχέση με τους 9 μήνες που υπηρετεί η συντριπτική πλειονότητα των στρατευσίμων είναι τιμωρητική και συνιστά διάκριση, με την επιτροπή να παραπέμπει ευθέως σε παραβίαση εκ μέρους της Ελλάδας του Άρθρου 18 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα.[i]
  • Ταυτόχρονα, η απόφαση περιφρονεί τα αλλεπάλληλα ψηφίσματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, το οποίο έχει ζητήσει τόσο γενικά[ii] όσο και συγκεκριμένα από την Ελλάδα «να θεσπίσει μορφές εναλλακτικής υπηρεσίας που δεν θα διαρκούν περισσότερο από την υποχρεωτική στρατιωτική θητεία».[iii]
  • Περαιτέρω, η νέα διάρκεια με προσαύξηση 66,7% σε σχέση με τη στρατιωτική θητεία, παραβιάζει και το Άρθρο 1 παρ. 2 του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη, σύμφωνα με τα πρότυπα που έχει θεσπίσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Κοινωνικών Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης, όπως έχει επισημάνει στο παρελθόν, μεταξύ άλλων, και η Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.[iv] Ενώ το πρότυπο αυτό έχει υιοθετήσει και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου,[v] επομένως η απόφαση παραβιάζει και το Άρθρο 9 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
  • Τέλος, η απόφαση περιφρονεί τις πρόσφατες συστάσεις του Γραφείου της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στο πλαίσιο νέας έκθεσής του για την αναγνώριση των αντιρρησιών συνείδησης η οποία δημοσιεύτηκε τον Μάιο και η οποία περιέχει πλήθος αναφορών στην Ελλάδα,[vi] μεταξύ άλλων και για το ζήτημα της διάρκειας της εναλλακτικής υπηρεσίας.[vii]

Η μείωση της διάρκειας της εναλλακτικής υπηρεσίας, ώστε να μην είναι τιμωρητική και να μην συνιστά διάκριση, είναι υποχρέωση της Ελλάδας σύμφωνα με τις διεθνείς συμβάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων που έχει υπογράψει, και τις οποίες οφείλει να τηρεί ανεξαρτήτως κυβέρνησης. Σύμφωνα με το άρθρο 28 του Συντάγματος οι συμβάσεις αυτές «αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του εσωτερικού ελληνικού δικαίου και υπερισχύουν από κάθε άλλη αντίθετη διάταξη νόμου».

Τον Ιούλιο ο Ειδικός Εισηγητής του ΟΗΕ για την ελευθερία θρησκείας ή πεποίθησης απέστειλε νέα επιστολή προς τις ελληνικές αρχές, όπου χαιρέτιζε την πρόσφατη μείωση της διάρκειας της εναλλακτικής υπηρεσίας, αλλά επεσήμαινε ότι οι πρόσφατες νομοθετικές ρυθμίσεις υπήρξαν ανεπαρκείς και ζητούσε περαιτέρω διευκρινίσεις.[viii]

Αντί η κυβέρνηση να αναιρεί τα όποια θετικά βήματα έγιναν την τελευταία περίοδο,  προς την εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας για τους αντιρρησίες συνείδησης με το διεθνές δίκαιο, θα πρέπει να εργαστεί προς την κατεύθυνση της ολοκλήρωσής τους στο πλαίσιο των συστάσεων των διεθνών οργάνων ανθρώπινων δικαιωμάτων.

[i] UN Human Rights Committee, Concluding observations on the second periodic report of Greece, 3 Δεκεμβρίου 2015, CCPR/C/GRC/CO/2, παράγραφοι 37-38.

Διαθέσιμο στο http://undocs.org/CCPR/C/GRC/CO/2

[ii] Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Ψήφισμα σχετικά με το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (Ετήσια Έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου), (Α3-0025/93), 11 Μαρτίου 1993, όπως δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων C 115 στις 26 Απριλίου 1993, παρ. 51 (σ. 183). Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Ψήφισμα για την άρνηση στράτευσης για λόγους συνείδησης στα κράτη μέλη της Κοινότητας, (Α3-0411/93), 19 Ιανουαρίου  1994, όπως δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων C 44, στις 14 Φεβρουαρίου 1994, παρ. 9 (σ. 105).

[iii] Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την κατάσταση των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση (2001) (2001/2014(INI)), 15 Ιανουαρίου 2003, παρ. 42, διαθέσιμο στο http://www.europarl.europa.eu/sides/getDoc.do?pubRef=-//EP//NONSGML+TA+P5-TA-2003-0012+0+DOC+PDF+V0//EL

[iv] Παρατηρήσεις της ΕΕΔΑ σχετικά με τη διαρκή παραβίαση του Άρθρου 1 παρ. 2 του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη ως προς τους αντιρρησίες συνείδησης στην Ελλάδα (11.11.2016)

[v] ECtHR, Case of Adyan and others v. Armenia, (Application no. 75604/11), Court (First Section), 12/10/2017, para. 70. Διαθέσιμο στο http://hudoc.echr.coe.int/eng?i=001-177429

[vi] Report of the Office of the United Nations High Commissioner for Human Rights, Approaches and challenges with regard to application procedures for obtaining the status of conscientious objector to military service in accordance with human rights standards, A/HRC/41/23, 24 Μαΐου 2019, παρ.. 7, 24, 29, 34, 36 (σημ. 47), 38 (σημ. 49), 41, 46-47. Διαθέσιμο στο https://undocs.org/A/HRC/41/23

[vii] Ό.π. παρ. 57.

[viii] Special Rapporteur on freedom of religion or belief, Communication GRC 3/2019, 11 July 2019.


Διαβάστε αναλυτικά το Δελτίο Τύπου της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου:

Στην Ελλάδα υπάρχει μια μακρά ιστορία άρνησης των κυβερνήσεων να εναρμονιστούν με τις διεθνείς προδιαγραφές και υποδείξεις πλήθους διεθνών οργάνων σχετικά με την εναλλακτική θητεία, με σεβασμό στις θεμελιώδεις αρχές της ισότητας και της απαγόρευσης διακρίσεων. Η εναλλακτική θητεία για λόγους πολιτικής και θρησκευτικής συνείδησης γίνεται μεν ανεκτή αλλά ως μια ανεπιθύμητη και απευκταία εξαίρεση. Ως μέσο αποτροπής της εξαίρεσης αυτής χρησιμοποιείται η χρονική διάρκεια της, που είναι διαχρονικά μεγαλύτερη από την στρατιωτική θητεία. Εάν η προηγούμενη κυβέρνηση προσπάθησε να μειώσει τη δυσαναλογία, η σημερινή κυβέρνηση έσπευσε να την διευρύνει. Οι αντιρρησίες συνείδησης τιμωρούνται έτσι για τις επιλογές που κάνουν ενώ, επιπλέον, αντιμετωπίζουν συχνά την κοινωνική απαξία.

Η ΕλΕΔΑ επισήμανε τον Απρίλιο του 2019 ότι «οι αναμενόμενες μεταβολές στο νομικό καθεστώς που θα διέπουν τους αντιρρησίες συνείδησης χρειάζονται να βελτιωθούν ώστε να εναρμονιστούν με ευρύτερες αρχές του δικαίου, όπως της ισότητας και της δικαιοσύνης». Εάν τότε δεν πήγαμε ικανοποιητικά μπροστά, τώρα έχουμε ένα πισωγύρισμα. Εξάλλου, η Ειδική Επιτροπή που κρίνει τα αιτήματα υπαγωγής στην εναλλακτική θητεία συνεχίζει να κάνει έλεγχο ειλικρίνειας των αιτούντων, με άρρητα κριτήρια «πολιτικής κοσμιότητας». Η διαδικασία αυτή είναι υποτιμητική, όχι μόνο για τους αντιρρησίες συνείδησης αλλά για την ίδια την διοίκηση, καθώς ο έλεγχος ειλικρίνειας δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί ως νόμιμος σκοπός της. Εκτός από υποτιμητική όμως και στο βαθμό που χρησιμοποιεί άτυπα αμάχητα τεκμήρια για την πιστοποίηση της «ειλικρίνειας» του αντιρρησία, η διαδικασία αυτή είναι παράνομη και αντισυνταγματική ως αντίθετη στην ίδια την αξία του ανθρώπου. Καθένας δικαιούται να διαμορφώνει ελεύθερα την προσωπικότητά του, άρα δικαιούται και να μεταβάλλει ελεύθερα τις πεποιθήσεις του, υιοθετώντας ειρηνιστικές ή άλλες συναφείς φιλοσοφικές ή θρησκευτικές απόψεις, που παλαιότερα δεν ασπαζόταν.

Η Ελλάδα πρέπει να εγκαταλείψει επί τέλους τις εμμονικές θεωρήσεις σχετικά με την εναλλακτική θητεία. Η αντιμετώπιση των αντιρρησιών συνείδησης αποτελεί και αυτή, μεταξύ άλλων, ένα μέτρο με το οποίο κρίνεται μια φιλελεύθερη Δημοκρατία.