της Νικολίας Αποστόλου

Μετά από τις πολιτικές αναταράξεις στο εσωτερικό της Τουρκίας που ενεργοποίησαν ένα κύμα διώξεων προς τους αντιφρονούντες της διακυβέρνησης Ερντογάν, χιλιάδες Τούρκοι πολίτες ζητούν τώρα άσυλο στην Ελλάδα.

Μετά την απόπειρα πραξικοπήματος στην Τουρκία τον Ιούλιο του 2016, ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ξεκίνησε ένα κυνήγι μαγισσών εναντίον όσων ασκούν κριτική στην κυβέρνησή του. Από τότε εκτινάχθηκε ο αριθμός των Τούρκων πολιτών που ζητούν άσυλο στην Ελλάδα.

Από μόλις 42 άτομα το 2015, ο αριθμός των πολιτικών προσφύγων αυξήθηκε στα 1.827 το 2017 και σε 4.834 άτομα το 2018. Η ίδια τάση αναμένεται και για το 2019, αφού 1.682 άτομα είχαν φτάσει στην Ελλάδα μέχρι τον Απρίλιο, σύμφωνα με τα μέχρι τώρα διαθέσιμα στοιχεία.

Αιτία της φυγής είναι οι διώξεις του Ερντογάν. Ο κατάλογος των κατηγορουμένων για τρομοκρατία είναι μακρύς. Περιλαμβάνει δημοσιογράφους, Κούρδους, αριστερούς, ακτιβιστές αλλά και λογοτέχνες, δημόσιους υπαλλήλους, στρατιωτικούς και δασκάλους. Το καθεστώς θεωρεί ότι όλοι αυτοί είτε έχουν σχέσεις με κουρδικές οργανώσεις είτε ανήκουν στην οργάνωση του Φετουλάχ Γκιουλέν, του αυτοεξόριστου στις ΗΠΑ ιμάμη, ο οποίος και θεωρείται από τον Ερντογάν ως ο ενορχηστρωτής του αποτυχημένου πραξικοπήματος.

Διώξεις δημοσιογράφων και η υπόθεση του Τουργκούτ Καϊά

Σύμφωνα με την Επιτροπή για την Προστασία των Δημοσιογράφων, η Τουρκία είναι πρωταθλήτρια στην φυλάκιση δημοσιογράφων. Με 67 δημοσιογράφους στην φυλακή, η Τουρκία είναι μπροστά ακόμα και από την Κίνα που έχει 47 φυλακισμένους δημοσιογράφους.

Μεταξύ αυτών που βρέθηκαν στη φυλακή είναι και ο 45χρονος Τουργκούτ Καϊά, γνωστός Τούρκος δημοσιογράφος και πολέμιος του καθεστώτος Ερντογάν. Ο Καϊά διέσχισε τον Έβρο το 2018 και ζήτησε άσυλο στην Ελλάδα, αφού όμως απορρίφθηκε η αίτησή του σε πρώτο και δεύτερο βαθμό, βρέθηκε στις φυλακές του Κορυδαλλού και προς απέλαση.

«Στην Τουρκία έχουν χτίσει ολοκαίνουριες φυλακές για τους πολιτικούς αντιφρονούντες. Τουλάχιστον όμως εδώ δεν έχετε βασανιστήρια.»

Ο Καϊά είχε ήδη εκτίσει 10 χρόνια στις περιβόητες φυλακές υψίστης ασφαλείας της Τουρκίας, για την πολιτική του δράση. «Στην Τουρκία οι φυλακές είναι καλύτερες», λέει στο Solomon MAG ο Καϊά, γελώντας. «Στην Ελλάδα είναι πολύ παλιά τα κτίρια, υπάρχει υπερπληθυσμός, ενώ δεν υπάρχει διαχωρισμός από τους ποινικούς κρατούμενους. Στην Τουρκία έχουν χτίσει ολοκαίνουριες φυλακές για τους πολιτικούς αντιφρονούντες. Τουλάχιστον όμως εδώ δεν έχετε βασανιστήρια.»

Τον περασμένο Αύγουστο και μετά από ένα πανευρωπαϊκό κύμα συμπαράστασης, ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης Σταύρος Κοντονής ακύρωσε την απόφαση του Αρείου Πάγου υπέρ της έκδοσης του Καϊά, αφού η Υπηρεσία Ασύλου εντωμεταξύ του χορήγησε πολιτικό άσυλο.

«Πάντως, η ΕΕ φταίει για τον Ερντογάν σήμερα. Του έδωσε 6 δις για το προσφυγικό και κανείς δεν ξέρει σε τι τα χρησιμοποιεί.»

«Όσον αφορά στη δική μου υπόθεση, δεν ξέρω τι ακριβώς παζάρευε ο Ερντογάν με την ελληνική κυβέρνηση. Τα παζάρια μεταξύ κυβερνήσεων είναι συνήθη, αρκεί όμως τα άτομα της αντιπολίτευσης της κάθε χώρας να μην είναι τα αντικείμενα αυτής της διαπραγμάτευσης. Πάντως, η ΕΕ φταίει για τον Ερντογάν σήμερα. Του έδωσε 6 δις για το προσφυγικό και κανείς δεν ξέρει σε τι τα χρησιμοποιεί.»

Πριν μερικά χρόνια, ο Καϊά είχε δικαιωθεί στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κατά της Τουρκίας, όταν κρατήθηκε χωρίς δίκη για έξι χρόνια, αφού η νόμιμη προφυλάκιση στην Τουρκία ορίζεται έως πέντε χρόνια.

«Αλλά δεν είμαι μόνο εγώ», λέει ο Καϊά, αναλογιζόμενος τους ανθρώπους που άφησε πίσω. «Ο Ερντογάν επιτίθεται σε φοιτητές, ακαδημαϊκούς, δασκάλους. Ακόμα σε κόσμο που δεν έχει καμία σχέση με κάποια οργάνωση και απλά τους θεωρεί εχθρούς του. Οι διώξεις αυτές γίνονται χωρίς να υπάρχουν αποδείξεις ή κάποια νόμιμη διαδικασία, αφού και οι ίδιοι οι δικαστικοί είναι είτε φυλακή, είτε εξορία.»

Συχνά απαγορεύεται στους δικηγόρους ακόμα και η πρόσβαση σε δικογραφίες ή και στους ίδιους τους πελάτες τους, ενώ μπορεί ξαφνικά να βρεθούν και οι ίδιοι ύποπτοι συμμετοχής σε κάποια οργάνωση.

Το Human Rights Watch – το Παρατηρητήριο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, σε έκθεση που δημοσίευσε το Φεβρουάριο, αναφέρει πως «οι τουρκικές αρχές έχουν διευρύνει τον ήδη ευρύ και ασαφή ορισμό του τι θεωρείται τρομοκρατία (…) Συχνά απαγορεύεται στους δικηγόρους ακόμα και η πρόσβαση σε δικογραφίες ή και στους ίδιους τους πελάτες τους, ενώ μπορεί ξαφνικά να βρεθούν και οι ίδιοι ύποπτοι συμμετοχής σε κάποια οργάνωση.»

Η νέα αντι-τρομοκρατία

Μπορεί η κατάσταση έκτακτης ανάγκης επίσημα να έληξε τον Ιούλιο του 2018, αντικαταστάθηκε όμως από νέους αντιτρομοκρατικούς νόμους τον Αύγουστο του ίδιου έτους. Έτσι, περισσότεροι από 130.000 δημόσιοι υπάλληλοι κατηγορούνται ως ύποπτοι κουρδικών οργανώσεων ή μέλη της οργάνωσης του Φετιουλάχ Γκιουλέν. Μέχρι τις αρχές του 2019, 36.000 υποθέσεις είχαν τελεσιδικήσει, με μόλις 2.300 από αυτούς να έχουν επιστρέψει πίσω στη δουλειά τους.

«Βεβαίως και είναι ένα είδος κυνηγιού μαγισσών,» λέει ο Σπύρος Σοφός, ερευνητής και συντονιστής έρευνας του Κέντρου Μεσοανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Lund της Σουηδίας. «Ο οποιοσδήποτε μπορεί να θεωρηθεί ύποπτος. Μπορεί κάποιος που έχει μια προσωπική έχθρα μαζί σου απλά να σε κατηγορήσει ότι είσαι μέλος του κινήματος του Γκιουλέν ή κάποιας κουρδικής οργάνωσης και επειδή κανείς δεν ενδιαφέρεται να το ερευνήσει, απλά μπαίνεις στη λίστα των ενόχων.»

Μερικές από τις αιτήσεις ασύλου έχουν μάλιστα προκαλέσει ένταση μεταξύ των δύο χωρών. Εκτός από την υπόθεση του Καϊά, και η υπόθεση των 8 στρατιωτικών που έφτασαν στην Αλεξανδρούπολη με ελικόπτερο το βράδυ του πραξικοπήματος πυροδότησε πληθώρα αντιδράσεων.

Τον περασμένο Αύγουστο, ο εκπρόσωπος του τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών, Hami Aksoy, δήλωσε ότι «η Ελλάδα πρέπει να σέβεται τις σχέσεις καλής γειτονίας και να ακολουθεί τους διεθνείς κανόνες. Η έκδοση του Τουργκούτ Καϊά, για τον οποίο η Interpol έχει εκδώσει κόκκινη ειδοποίηση, απορρίφθηκε από τον Έλληνα Υπουργό Δικαιοσύνης παρά την απόφαση της (ελληνικής) δικαιοσύνης υπέρ της έκδοσης στην Τουρκία. Αυτό αποκαλύπτει για άλλη μια φορά ότι τα παραδοσιακά αισθήματα των ελληνικών πολιτικών δυνάμεων προς την Τουρκία δεν έχουν αλλάξει.»

Περισσότεροι από 1.400 Τούρκοι πολίτες έχουν επενδύσει πάνω από 250 χιλιάδες ευρώ σε ακίνητα για να πάρουν την χρυσή βίζα.

Ο Σπύρος Σοφός εξηγεί ότι με τις υποθέσεις αυτές όπως του Τουργκούτ Καϊά και των 8, οι οποίες πήραν μεγάλη δημοσιότητα, η Τουρκία προσπαθεί να αποδείξει ότι η Ελλάδα στηρίζει τους εχθρούς της. «Ο Ερντογάν προσπαθεί να πείσει τον κόσμο του ότι υπάρχουν δυνάμεις της Δύσης και στην Ελλάδα που μάχονται για την αποσταθεροποίηση της χώρας,» εξηγεί ο Σοφός. «Χρησιμοποιεί ακόμα και την παρούσα οικονομική κρίση στην Τουρκία για να επιβεβαιώσει το αφήγημά του ότι η χώρα δέχεται επίθεση. Εντωμεταξύ όμως, έχει επιτρέψει την εύκολη και ανεμπόδιστη φυγή χιλιάδων πολιτικών αντιφρονούντων. Κατά κάποιο τρόπο είναι η συνέχιση της εκκαθάρισης των αντιφρονούντων με άλλα μέσα.»

Δεκάδες Τούρκοι πολίτες έχουν μετακομίσει στην Ελλάδα, είτε για εργασία, είτε για σπουδές, ενώ περισσότεροι από 1.400 έχουν επενδύσει πάνω από 250 χιλιάδες ευρώ σε ακίνητα για να πάρουν την χρυσή βίζα που τους επιτρέπει να μείνουν στην χώρα μας και να κινούνται ελεύθερα στις χώρες του Σένγκεν.

Για όσους δεν έχουν ακόμα μετακομίσει εδώ, αλλά αγαπούν την Ελλάδα, οι διακοπές στην χώρα είναι ένα καλό διάλειμμα από το ασφυκτικό καθεστώς.

Το Γκεζί ήταν η αρχή (των διώξεων)

Για τον 38χρονο Σερκάν Ζιχλί, ο οποίος μέχρι και πριν τέσσερα χρόνια ήταν συνιδιοκτήτης εταιρείας δημοσίων σχέσεων στην Κωνσταντινούπολη που απασχολούσε 10 άτομα, η ζωή του έχει αλλάξει δραστικά. Ο Ζιχλί κατάλαβε νωρίς ότι ο Ερντογάν θα έπαιρνε την εκδίκησή του εναντίον όσων αντιστάθηκαν και διαμαρτυρήθηκαν το 2013, στα σχέδιά του να καταστρέψει το κεντρικό πάρκο Γκεζί στην Κωνσταντινούπολη και να χτίσει ένα ακόμα εμπορικό κέντρο από τα εκατοντάδες που έχει πια η Πόλη.

Οι διαδηλώσεις για την προστασία του Γκεζί γρήγορα εξαπλώθηκαν σε όλη την Τουρκία και εκατομμύρια άνθρωποι -αριστεροί, συντηρητικοί, Κούρδοι, Αλεβίτες, ΛΟΑΚΤΙ- συμμετείχαν σε αυτές, σε 5000 πόλεις. Οι μαζικές διαδηλώσεις αποτύπωναν τη γενικότερη δυσαρέσκεια των πολιτών προς την κυβέρνηση.

Ο Ζιχλί ήταν από τους πρώτους που έφτασε στο πάρκο και τη διαδήλωση. Οι συνεντεύξεις που έδωσε σε τουρκικά μέσα μοιράστηκαν ευρέως στα social media. Για αυτό και λίγο καιρό μετά το τέλος των διαδηλώσεων ξεκίνησαν οι μηνύσεις εναντίον του, για την προσβολή του Προέδρου μέσω Twitter. Ακολούθησαν οι επισκέψεις από εφοριακούς στην επιχείρησή του με πολλαπλά πρόστιμα. Μαζί με την αύξηση των επιθέσεων κατά ομοφυλοφίλων, γυναικών, και τρανς ατόμων, ο Ζιχλί αποφάσισε ότι πρέπει να φύγει μακριά.

Μάλιστα, για τον Ζιχλί, η εγκατάστασή του στην Ελλάδα είναι και ένα είδος επιστροφής στις ρίζες του. Δύο από τους παππούδες του ήταν Τούρκοι της Κρήτης και της Λέσβου πριν από την ανταλλαγή πληθυσμών. Έτσι, πριν λίγους μήνες ο Ζιχλί, επισκέφθηκε τα Χανιά και το δρόμο όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε ο παππούς του, ενώ σκοπεύει να επισκεφθεί και το Μόλυβο στη Λέσβο να δει το σπίτι της γιαγιάς του.

Ενώ ο Καϊά θεωρεί πως «όπου υπάρχει λαός, υπάρχει ελπίδα», ο Ζιχλί είναι απαισιόδοξος για την Τουρκία. «Οι άνθρωποι έχουν διχαστεί σε αυτούς που είναι συντηρητικοί-θρησκευόμενοι και σε αυτούς που είναι κοσμικοί-μοντέρνοι», εξηγεί. «Οι δύο ομάδες τώρα πια δεν συναντώνται. Οι γειτονιές έχουν χωριστεί και ακόμα και τα μαγαζιά έχουν χωριστεί για τους μεν και τους δε.»

Εδώ και τρία χρόνια ο Ζιχλί δουλεύει σε μια εταιρεία υποστήριξης πελατών στην Αθήνα. «Αυτή είναι η μόνη δουλειά που μπορώ να κάνω εδώ, γιατί αυτοί μου δίνουν βίζα», εξηγεί με πικρία. «Χάριν στον Ερντογάν, έχω μια πολύ κατώτερη θέση από τις δυνατότητες μου. Αλλά τουλάχιστον είμαι ελεύθερος.»

Μπορείτε να βρείτε το αρχικό άρθρο εδώ