Λίγο πριν τις διπλές εκλογές της 26ης Μαΐου στην Ελλάδα, τρεις υποψήφιοι μοιράζονται τις ιστορίες τους και δίνουν στο ζήτημα της εκπροσώπησης την πραγματική του διάσταση.

 

Μετανάστευσαν λίγες δεκαετίες πριν, ξεκινώντας από διαφορετικές κοινωνικο-πολιτικές γεωγραφίες, αλλά κατέληξαν όλοι στην ίδια. Η Έντα Γκέμη, ο Γιονούς Μουχαμμαντί και ο Έμιας Τζάνι, με καταγωγή από την Αλβανία, το Αφγανιστάν και τη Ζιμπάμπουε, θα βρεθούν στα ψηφοδέλτια των διπλών εκλογών της 26ης Μαΐου, ύστερα από αρκετή περιπλάνηση στην ελληνική γραφειοκρατία της πολιτογράφησης, αλλά κυρίως ύστερα από την πολυετή και επίμονη αλληλεπίδραση με τη χώρα και τους ανθρώπους που και οι τρεις ζητούν τώρα να εκπροσωπήσουν.

Έμιας Τζάνι: «Δεν είμαι πολιτικός»

Οι περισσότεροι γνωρίζουν τον Έμιας Τζάνι με το καλλιτεχνικό του ψευδώνυμο Zeraw. Όσοι άκουγαν χιπ-χοπ την προηγούμενη δεκαετία είχαν την πρώτη τους μουσική επαφή μαζί του μέσα από τους Tangram, το μουσικό σχήμα στο οποίο συμμετείχε την περίοδο 1999-2007. Αργότερα ήρθαν οι Vegas κι έτσι τον γνώρισε και η υπόλοιπη Ελλάδα: το κανάλι τους στο YouTube έχει σήμερα περισσότερες από 100 εκατ. προβολές και το σχήμα εμφανίζεται σε μεγάλα νυχτερινά κέντρα και φεστιβάλ στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.

O Έμιας Τζάνι, Υποψήφιος Δημοτικός Σύμβουλος με τον συνδυασμό του Παύλου Γερουλάνου, Αθήνα Είσαι Εσύ, φωτογραφίζεται στη γειτονιά του, τα Πατήσια. Φωτογραφία: Ναντίρ Νούρι

 

«Γεννήθηκα το 1977 στην Ζιμπάμπουε και ήρθα στην Ελλάδα το 1984. Τα χρόνια στο σχολείο ήταν αθώα, γεμάτα αγάπη από τους συμμαθητές μου. Δεν είχα θέματα ρατσισμού», λέει ο Έμιας που παραμένει πάντα κάτοικος Πατησίων.

Άρχισε να συνειδητοποιεί τι είναι ο ρατσισμός και να βιώνει τις επιπτώσεις του αργότερα, βγαίνοντας στην αγορά εργασίας. Ήταν τότε που επικοινωνούσε τηλεφωνικά για διαθέσιμες θέσεις εργασίας και πήγαινε από εκεί στην συνέχεια, για να ακούσει πως «δεν προσλάμβαναν μαύρους».

Σήμερα, η αναγκαιότητα της αποδοχής των μεταναστών και ιδιαίτερα των παιδιών τους από τις τοπικές κοινωνίες, είναι ένα από τα κύρια ζητήματα που τον απασχολούν. «Πιστεύω πως είναι θέμα θέλησης της πολιτικής ηγεσίας και θέλω πολύ να συμβάλλω ώστε να υπάρχει αφομοίωση των παιδιών πιο ομαλά και πιο γρήγορα».

«Δεν είμαι πολιτικός», διευκρινίζει όταν η συζήτηση φτάνει στην απόφαση που πήρε. «Πέρα απ’ το Λύκειο, όπου συμμετείχα στο δεκαπενταμελές, δεν έχω ασχοληθεί με την πολιτική».

«Πάντοτε, όμως, με απασχολούσαν τα ζητήματα των κοινών, διάβαζα και ήθελα να είμαι ενημερωμένος», συμπληρώνει. «Κι έτσι μεγαλώνοντας, και έχοντας αποκτήσει δύο κόρες, το μέλλον της τοπικής και κατ’ επέκταση της ευρύτερης κοινωνίας είναι κάτι που με απασχολεί ιδιαίτερα».

Έτσι, δεν δυσκολεύτηκε ιδιαίτερα να απαντήσει θετικά στην πρόταση του Παύλου Γερουλάνου να είναι υποψήφιος στις ερχόμενες δημοτικές εκλογές της Αθήνας με τον συνδυασμό του. «Εκ των έσω μπορείς να πιέσεις καταστάσεις πραγματικά και πιο άμεσα», εξηγεί. «Γι’ αυτό και δέχτηκα με χαρά. Θέλω στο Δημοτικό Συμβούλιο να πιέσω και να απαιτήσω ορισμένα πράγματα που θεωρώ πως πρέπει να γίνουν για το καλό όλων μας».

Είτε είναι πρόσφυγες, είτε μετανάστες, είτε Έλληνες πολίτες, είναι μέλη της κοινωνίας μας

Ο Έμιας Τζάνι έκανε την αίτηση για την πολιτογράφησή του το 1996, έχοντας ήδη συμπληρώσει 12 χρόνια στην Ελλάδα και χρειάστηκε να φτάσει το 2012 για να την πάρει. «Για όσους είχαμε διαβατήρια και πιστοποιητικά γεννήσεως από τις χώρες καταγωγής μας ήταν δύσκολο, αλλά για τα παιδιά που είχαν γεννηθεί εδώ ήταν ακόμα πιο έντονο το πρόβλημα, γιατί δεν είχαν τα χαρτιά αυτά. Συχνά στο θέμα της ιθαγένειας, τα παιδιά δεν έχουν σωστή ενημέρωση ως προς το τι πρέπει να κάνουν τα ίδια ή οι γονείς τους και έτσι αρκετά εξ αυτών είναι στον αέρα», λέει.

Πέραν των ζητημάτων της δεύτερης γενιάς, ψηλά στην ατζέντα του Έμιας Τζάνι βρίσκεται το ζήτημα των αστέγων της Αθήνας. «Είτε είναι πρόσφυγες, είτε μετανάστες, είτε Έλληνες πολίτες, είναι μέλη της κοινωνίας μας. Υπάρχουν λύσεις, αλλά και σε αυτό πρέπει η Πολιτεία να έχει την θέληση. Δεν λέω πως θα εξαφανιστεί το φαινόμενο, αλλά με τις σωστές κινήσεις και αποφάσεις θα μπορέσει να μειωθεί σε έναν πολύ σημαντικό βαθμό», καταλήγει ο ίδιος.

Έντα Γκέμη: «Μετά πάμε στο ΠΑΣΟΚ»

Ερευνήτρια του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου της Φλωρεντίας και καθηγήτρια στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Τυράννων, η Έντα Γκέμη έχει μια μακρά πορεία στην ακαδημία, όπου εξειδικεύεται στα ζητήματα φύλου και μετανάστευσης. Την πρώτη προσέγγιση του φαινομένου έκανε, ωστόσο, στις αρχές της δεκαετίας του 1990, όταν η Αλβανία παλλόταν από ένα «αμόκ φυγής».

Αναζητούσα τότε την ελευθερία την ατομική και στην Ελλάδα έκανα το πείραμα της διανοητικής ολοκλήρωσης

«Το 1989-90 ξεκίνησε η κατάρρευση του καθεστώτος ως συνέχεια της πτώσης του τείχους του Βερολίνου. Ήμουν τότε στο φοιτητικό κίνημα που ξεκίνησε την εξέγερση. Τα αιτήματα των φοιτητών τότε ήταν “ελεύθερη Αλβανία”, να ανήκει στη Δύση», θυμάται. «Εκείνη τη στιγμή υπήρχε μια μαζική τάση φυγής. Όχι αναγκαστικά για να αφήσεις την χώρα σου, αλλά όπως όταν είσαι κάπου κλεισμένος και θες να πάρεις αέρα, να γεμίσεις οξυγόνο. Όλη τη μέρα συζητούσαμε που πάμε, πως περνάμε τα σύνορα, πως φεύγουμε. (…) Ξεκίνησαν να φεύγουν πλοία από το Δυρράχιο. Δυο πλοία φύγαν με τους Αλβανούς να κρέμονται από την κουπαστή. Αυτή είναι η εικονογραφία της αλβανικής μετανάστευσης του 1990. Πάνω σε αυτό το αμόκ φυγής εμένα μου δόθηκε η ευκαιρία να πάρω βίζα για την Ελλάδα.»

Η Έντα Γκέμη, Υποψήφια με το Ευρωψηφοδέλτιο του ΚΙΝΑΛ, φωτογραφίζεται στην Πλατεία Βικτωρίας. Φωτογραφία: Αρης Αθάνατος

 

Η Έντα Γκέμη ήρθε στην Ελλάδα, έμαθε Ελληνικά και συνέχισε τις σπουδές της. «Αναζητούσα τότε την ελευθερία την ατομική και στην Ελλάδα έκανα το πείραμα της διανοητικής ολοκλήρωσης. Η Ελλάδα για εμένα δεν ήταν απλά μια χώρα που μετανάστευσα και εγκαταστάθηκα, ήταν εκεί που ωρίμασα. Εκεί που δημιούργησα απόψεις για τον εαυτό μου και για τον κόσμο. Όταν πήγα στην Αλβανία να διδάξω είχα θέματα με τα Αλβανικά. Όχι γιατί δεν μιλάω καλά. Αλλά γιατί ανέπτυξα ιδέες που είναι άμεσα συνδεδεμένες με την ελληνική γλώσσα».

Παρά το γεγονός ότι έχει ζήσει στην Ελλάδα περισσότερο απ’ ότι ποτέ έζησε στην Αλβανία, η πολιτογράφησή της δεν ήταν απλή υπόθεση, ενώ η καθυστέρηση της στέρησε ευκαιρίες εργασίας και συμμετοχής στα δημόσια πράγματα.

«Μέχρι το 2010 η ιθαγένεια ήταν μια πολιτική απόφαση. Τρεις φορές είχε απορριφθεί από το ΠΑΣΟΚ. Έχασα αρκετές ευκαιρίες. Θα μπορούσα να κάνω πράγματα που θα ήταν πολύ πιο ουσιαστικά. Είχα δομικά εμπόδια, δεν υπήρχα.» Το 2011 έκανε την τελευταία αίτηση. Πλήρωσε τα λεφτά που προβλέπονταν, πέρασε από τη συνέντευξη, πέρασαν και τόσα χρόνια και τελικά το 2015 πήρε την ελληνική ιθαγένεια.

Η Έντα Γκέμη στις ευρω-εκλογές του 2019 είναι υποψήφια με το Κίνημα Αλλαγής. Η επαφή της με το χώρο του ΠΑΣΟΚ ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 2000, αλλά φαίνεται πως αυτό που ορίζει τη σχέση της μαζί του, είναι οι άνθρωποι: «Ποτέ δεν ήμουν κομματικό στέλεχος. Ούτε τώρα είμαι. Δεν είναι κάτι που με εκφράζει. Είναι ο φόβος που κουβαλάω από παλιά: να δομείται η ύπαρξη μου ανάλογα με τις ανάγκες μιας ομάδας. Έχω ένα πρόβλημα σε αυτό, κυρίως όταν είναι ιεραρχικό».

Θεωρεί ότι αυτό που την χαρακτηρίζει και θα αποτελέσει το αντικείμενο εργασίας της στην ευρωβουλή, είναι τα δικαιώματα. «Τα δικαιώματα δεν γνωρίζουν ούτε χρώμα ούτε ηλικία, ούτε φύλο, ούτε εθνική ταυτότητα», λέει. Όμως ποια χώρα θα εκπροσωπήσει, αν εκλεγεί;

«Εγώ εκπροσωπώ την Ελλάδα, όχι την Αλβανία», απαντάει αμέσως. «Φυσικά, υπάρχει μια πολύ όμορφη δυναμική στα δυτικά βαλκάνια σε σχέση με την ένταξη. Τον Ιανουάριο οι φοιτητές στην Αλβανία βγήκαν στους δρόμους με ευρωπαϊκά αιτήματα. Aν μπορέσουμε μέσα από την κοινή διαδρομή της Ελλάδας και των σοσιαλδημοκρατών που επιθυμούν την εμβάθυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των δυτικών Βαλκανίων που επιθυμούν την ένταξη, να συμπλεύσουμε, τότε μιλάμε για μια κοινή υπερεθνική ταυτότητα, την ευρωπαϊκή. Όλοι είμαστε αυτοί που είμαστε αλλά σε επίπεδο πολιτικής ταυτότητας μας ενώνει κάτι κοινό».

«Όταν με ρωτάνε οι Αλβανοί “γιατί το ΠΑΣΟΚ”, λέω: “Mε λένε Έντα Γκέμη, μετά πάμε στο ΠΑΣΟΚ”.»

Γιονούς Μουχαμμαντί: «Δεν είμαι κομματικός, αλλά το να ασχολείσαι με το προσφυγικό και πάλι είναι πολιτική»

«Στην Ελλάδα ήρθα με τους διακινητές. Άλλος τρόπος δεν υπάρχει. Επειδή εγώ φοβάμαι πάρα πολύ τη θάλασσα, πλήρωσα πάρα πολύ και ήρθα κατευθείαν στην Αθήνα με το πλοίο». Ο Γιονούς Μουχαμμαντί, πρόεδρος του Ελληνικό Φόρουμ Προσφύγων έφτασε στην Ελλάδα πριν 18 χρόνια, ζήτησε άσυλο και το έλαβε 4 χρόνια αργότερα, ένας μεταξύ των 11 ατόμων που έλαβαν τότε ανάμεσα σε χιλιάδες αιτούντες, όπως λέει. «Δεν ήθελα να φύγω από την χώρα μου αλλά ο πόλεμος δεν σου αφήνει περιθώριο. Είμαι από την πόλη που έπεσε τελευταία στα χέρια των Ταλιμπάν. Ανήκω σε μια φυλή που λέγεται Χαζαρά, που είναι κόκκινο πανί για τους Ταλιμπάν».

Ο Γιονούς Μουχαμμαντί, Υποψήφιος με το Ευρωψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ, φωτογραφίζεται στα γραφεία της παράταξης, στην Κουμουνδούρου. Φωτογραφία: Ναντίρ Νούρι

 

Η πολιτογράφηση του Γιονούς Μουχαμμαντί δεν συνέβη παρά τον Δεκέμβρη του 2018, όμως η ενασχόλησή του με τα κοινά δεν ξεκίνησε τη στιγμή που ανακοινώθηκε η υποψηφιότητά του στο ευρωψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ. «Δεν είμαι κομματικός, ούτε μέλος του ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά το να ασχολείσαι με το προσφυγικό και πάλι είναι πολιτική», λέει και προσθέτει: «Εγώ από τη μία μιλάω σε εκδηλώσεις για να αυξήσω τις ψήφους μου, ας το πω ξεκάθαρα, αλλά παράλληλα μιλάω και με τις κοινότητες. Οι κοινότητες δεν ψηφίζουν αλλά εγώ θέλω να επικοινωνήσω πολύ καλά πόσο σημαντικό είναι να σκέφτεσαι πολιτικά, να διεκδικείς πολιτικά δικαιώματα. Αυτό είναι πολύ σημαντικό και δεν το κάνω μόνο εγώ. Δεν λέμε στους ανθρώπους να πάνε σε κάποιο κόμμα, αλλά να έχουν πολιτική συμμετοχή, να έχουν άποψη. Άμα δεν έχεις πολιτικό δικαίωμα, ποτέ δεν είσαι ίσος με τους άλλους. Ισότητα σημαίνει πολιτικά δικαιώματα.»

Ο Γιονούς Μουχαμμαντί ήταν στο τελευταίο εξάμηνο της Ιατρικής πριν αφήσει το Αφγανιστάν. Θα γινόταν παθολόγος. Για την Ελλάδα γνώριζε ήδη αρκετά, εκτός από το πόσο κοντά ήταν: «Όταν κάθεσαι στην καρέκλα της ιατρικής ορκίζεσαι τον όρκο του Ιπποκράτη. Είναι πολύ γνωστή η Ελλάδα στο Αφγανιστάν, αλλά τότε δεν φανταζόμουν ότι είναι δίπλα στην Τουρκία, γεωγραφικά νόμιζα ότι είναι πολύ μακριά, ότι είναι δύσκολο να φτάσεις και όταν έμαθα ότι είναι κοντά, δεν μπορούσα να φανταστώ ότι θα πάω κάπου αλλού. Στο Αφγανιστάν είχα βασανιστεί από την έλλειψη δημοκρατίας, από τον φασισμό. Τότε η Ελλάδα συνδεόταν άμεσα στο μυαλό μας με την δημοκρατία. Γι’ αυτό διψούσα εγώ».

Στην πορεία του για την Ελλάδα, δεν ήταν μόνος, αλλά η παρέα της εποχής χωρίστηκε. Άλλοι Αφγανοί ταξίδεψαν πιο μακριά και τουλάχιστον στο θέμα των πολιτικών δικαιωμάτων, είχαν γρηγορότερη εξέλιξη. «Μια φίλη μου που ήρθαμε μαζί και μετά έφυγε, τώρα είναι στη Φινλανδία μέλος του Κοινοβουλίου, άλλοι δύο που ήταν μαζί μας, τώρα είναι στην Ολλανδία καθηγητές και μία άλλη φίλη μας που πήγε προς τον Καναδά είναι τώρα Υπουργός εκεί», λέει.

Η ακροδεξιά εργαλειοποιεί το μεταναστευτικό αλλά βάζει στόχο την κοινωνία

Αν κι εκείνος τα καταφέρει στις εκλογές της 26ης Μαΐου, θα ήθελε να είναι η φωνή των προσφύγων και μεταναστών στην Ευρωβουλή. «Έχω όμως και πολύ καλή επικοινωνία με άλλες ομάδες που βρίσκονται στο κοινωνικό περιθώριο και αποφασίζουν άλλοι για αυτούς, όπως είναι οι Ρομά, όπως οι LGBT. Επιπλέον, με ανησυχεί πάρα πολύ το θέμα της ανόδου της ακροδεξιάς. Η ακροδεξιά εργαλειοποιεί το μεταναστευτικό αλλά βάζει στόχο την κοινωνία».

Κι έπειτα, είναι και ο πόλεμος: «Στην Ευρώπη οι συσχετισμοί είναι δύσκολοι, όμως είναι στην ατζέντα μου ότι πρέπει να κινηθούμε, πρέπει να σκεφτόμαστε να σταματήσει ο πόλεμος. Με κάποιο τρόπο και η Ευρώπη υποδαυλίζει αυτούς τους πολέμους, την φτώχεια και την οικολογική καταστροφή. Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να αναλαμβάνει την ευθύνη για τις συνέπειες των πολέμων», καταλήγει ο Γιονούς Μουχαμμαντί.

Πολιτικά δικαιώματα στην Ευρώπη

Οι πολίτες των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που διαμένουν σε άλλο κράτος μέλος από αυτό της καταγωγής τους, μπορούν να ασκήσουν τα δικαιώματα του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι στον τόπο διαμονής τους. Για τους υπηκόους τρίτων χωρών τα πολιτικά δικαιώματα περιορίζονται και διαφέρουν από χώρα σε χώρα.

Στη Δανία, τη Φινλανδία και τη Σουηδία, πρόσφυγες και μετανάστες έχουν το δικαίωμα ψήφου στις τοπικές εκλογές, εάν έχουν συμπληρώσει τρία χρόνια μόνιμης και νόμιμης διαμονής στην χώρα. Στην Ολλανδία, το αντίστοιχο απαιτούμενο χρονικό όριο διαμονής τίθεται στα πέντε χρόνια, ενώ στο Λουξεμβούργο, πέραν των πέντε χρόνων ισχύουν επιπλέον προϋποθέσεις. Στο Βέλγιο, οι πολίτες χωρών που δεν ανήκουν στην Ε.Ε. έχουν συνήθως το δικαίωμα να ψηφίσουν στις τοπικές εκλογές, εάν έχουν εγγραφεί επισήμως στον Δήμο όπου διαμένουν. Στον αντίποδα, στο Ηνωμένο Βασίλειο μόνο πολίτες χωρών της Ε.Ε. και ορισμένοι πολίτες της Κοινοπολιτείας έχουν το δικαίωμα ψήφου στις τοπικές εκλογές.

Στην Ελλάδα δεν προβλέπεται κανένα πολιτικό δικαίωμα σε αλλοδαπούς πολίτες.

Μπορείτε να βρείτε το αρχικό άρθρο εδώ