ίναι σχεδόν βέβαιο ότι το Ηνωμένο Βασίλειο θα συμμετάσχει στις Ευρωεκλογές του Μαΐου, ψηφίζοντας για την εκλογή 73 νέων ευρωβουλευτών για την περίοδο 2019-2024. Η άνευ προηγουμένου —και ελαφρώς φαρσική— κατάσταση έχει προκύψει από την αδυναμία της Τερέζα Μέι να εξασφαλίσει στη Βουλή την ψήφιση της Συμφωνίας Αποχώρησης ή κάποιας άλλης εναλλακτικής για έξοδο της Βρετανίας πριν από τις Ευρωεκλογές της 23ης Μαΐου, με την Ευρωπαϊκή Ένωση να χορηγεί παράταση για το Brexit μέχρι την 31η Οκτωβρίου 2019, υπό την προϋπόθεση ότι η Βρετανία θα συμμετάσχει στις εκλογές.


Του Paul Stocker

Μετάφραση: Συντακτική ομάδα pass-world.gr


Παρ’ όλα αυτά η ψήφος αναμένεται να είναι σημαντική. Θα έχει περισσότερο συμβολική από ό,τι πρακτική αξία, καθώς είναι πιθανό ότι οι εκλεγμένοι ευρωβουλευτές θα θητεύσουν για πολύ μικρό χρονικό διάστημα στο αξίωμά τους, με δεδομένη την επικείμενη έξοδο της Βρετανίας.

Το γεγονός αυτό μπορεί να σημάνει ότι οι ψηφοφόροι δεν θα ακολουθήσουν απαραίτητα τις παραδοσιακές κομματικές προτιμήσεις τους. Ακόμα πιο σημαντικό είναι ότι η συγκεκριμένη ψηφοφορία θα λάβει τον χαρακτήρα καταμέτρησης των απόψεων της βρετανικής κοινής γνώμης αναφορικά με το Brexit –προσομοιάζοντας ενδεχομένως σε ένα δεύτερο δημοψήφισμα– και μπορεί ως εκ τούτου να επηρεάσει την κατεύθυνση που θα υιοθετήσει εν συνεχεία η κυβέρνηση.

Δεδομένης της αποτυχίας της κυβέρνησης να υλοποιήσει το Brexit, οι εκλογές αποτελούν ένα ευνοϊκό πεδίο για την άκρα Δεξιά, αν και είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι αυτές οι δυνάμεις πάντοτε καταγράφουν υψηλότερα ποσοστά στης Ευρωεκλογές.

Το Κόμμα Ανεξαρτησίας του Ηνωμένου Βασιλείου (Ukip), το οποίο ποτέ δεν ξεπέρασε το ποσοστό του 14% σε εθνικές βουλευτικές εκλογές, κέρδισε στις Ευρωεκλογές του 2014 με ποσοστό σχεδόν 27%, ενώ στις Ευρωεκλογές του 2009 ήρθε δεύτερο.

Ακόμη και το ακραίο Εθνικό Κόμμα Βρετανίας (BNP) —που ποτέ δεν ξεπέρασε το 1,9% σε εθνικές εκλογές— σημείωσε τα καλύτερα εκλογικά του αποτελέσματα στις Ευρωεκλογές του 2009, εξασφαλίζοντας σχεδόν ένα εκατομμύριο ψήφους (6%).

Οι Ευρωεκλογές λειτουργούν σταθερά ως ψήφος “διαμαρτυρίας”, όπου οι ψηφοφόροι εκφράζουν τη δυσαρέσκειά τους απέναντι στην κυβέρνηση και την ΕΕ.

Με δεδομένη την παραδοσιακή απήχηση του ευρωσκεπτικισμού στη Βρετανία –που εκφράστηκε παραδειγματικά με την οριακή πλειοψηφία υπέρ της αποχώρησης από την ΕΕ στο δημοψήφισμα του Ιουνίου του 2016– οι Ευρωεκλογές σηματοδοτούν για τα ευρω-σκεπτικιστικά κόμματα μεγάλα ποσοστά και η συγκεκριμένη περίπτωση δεν αναμένεται να διαφέρει.

Ο Φάρατζ και το Κόμμα του Brexit

Η άκρα Δεξιά εισέρχεται στις Ευρωεκλογές χωρισμένη στα δύο: από τη μια, ο Νάιτζελ Φάρατζπου ίδρυσε προσφάτως το Κόμμα του Brexit, και από την άλλη το κόμμα που ο ίδιος οδήγησε σε νίκη, στις προηγούμενες αντίστοιχες εκλογές, το Ukip.

Ο Φάρατζ παραιτήθηκε από την ηγεσία του κόμματος μετά το δημοψήφισμα για το Brexit to 2016 και αποχώρησε από το κόμμα τον Δεκέμβριο του 2018. Οι λόγοι τους οποίους επικαλέστηκε για την αποχώρησή του αφορούν την αντίθεσή του με την ξενοφοβική ακροδεξιά στροφή που έκανε το Ukip, υπό την ηγεσία του αντί-μουσουλμανιστή Τζέραρντ Μπάτεν.

Έχω γράψει στο παρελθόν για τον τρόπο με τον οποίο το Ukip, υπό την ηγεσία του Νάιτζελ Φάρατζ, πάντοτε κατέφευγε σε εμπρηστική ρητορική πάνω στα ζητήματα της μετανάστευσης και της πολυπολυτισμικότητας, και το κόμμα σταθερά συγκέντρωνε εξτρεμιστές. Ωστόσο, είναι σαφές ότι με επικεφαλής τον Μπάτεν το κόμμα έχει μετακινηθεί ακόμα δεξιότερα. Ο ίδιος ο Φάρατζ τούς περιγράφει ως “κακοποιούς και εξτρεμιστές”.

Έτσι, το πρώην κόμμα του Φάρατζ έχει λειτουργήσει για αυτόν ως ένα εξαιρετικά χρήσιμο εργαλείο, προκειμένου να αρνηθεί τους δεσμούς του με την άκρα Δεξιά και να παρουσιάσει τον εαυτό του ως μια “μετροπαθή” μορφή — ενώ μόνο αυτό δεν είναι.

Το Κόμμα του Brexit, επιδιώκοντας τη μεγαλύτερη δυνατή απήχηση, επικεντρώθηκε στην αρχική φάση της καμπάνιας του σε ένα λαϊκίστικό μήνυμα κριτικής των ελίτ και του “συστήματος” για τη μη υλοποίηση του Brexit, υποστηρίζοντας ότι η ψήφος στον Φάρατζ είναι ψήφος στη δημοκρατία.

H επικοινωνιακή απήχηση του Φάρατζ που του έδωσε τη δυνατότητα της επιτυχίας στις προηγούμενες Ευρωεκλογές και ο μεγάλος αριθμός δυσαρεστημένων ψηφοφόρων —και ειδικά τα εκατομμύρια των ψηφοφόρων που τάχθηκαν υπέρ του Brexit— καθιστούν σχεδόν βέβαιο ότι το Κόμμα του Brexit θα κερδίσει τις περισσότερες ψήφους από όλα τα φίλο-Brexit κόμματα.

Είναι επίσης πιθανό να κερδίσει την πρώτη θέση στις Ευρωεκλογές, με δεδομένο τον κατακερματισμό των φίλο-Remain κομμάτων.

Η καμπάνια του Ukip

Η καμπάνια του Ukip είχε μια αβέβαιη αρχή και βάλλεται ήδη από τις κατηγορίες για εξτρεμισμό. Από τους 24 ευρωβουλευτές που εξέλεξε το κόμμα το 2014, μόνο τρεις παραμένουν, καθώς οι περισσότεροι προσχώρησαν στο νέο-ιδρυθέν κόμμα του Φάρατζ.

Η μετακίνηση του Ukip προς τη συνωμοσιολογική, ισλαμοφοβική και απόλυτα ρατσιστική πτέρυγα έγινε εμφανής ήδη από τις αρχές αυτής της προεκλογικής εκστρατείας μέσα από την επιλογή ως υποψηφίων του κόμματος Youtubers, οπαδών της λευκής κυριαρχίας, που έχουν δεσμούς με το αμερικανικό κίνημα της «εναλλακτικής δεξιάς» (alt-right).

Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι ο Καρλ Μπέντζαμιν, γνωστός ως Sargon of Akkad, και ο Μαρκ Μίτσαν γνωστός ως Count Dankula. Και οι δύο έχουν ιστορία ως ακραίοι, και ιδιαίτερα ο Μπέντζαμιν στον οποίο έχει ασκηθεί δριμεία κριτική για καταγεγραμμένα ξεσπάσματά του όπου χρησιμοποιεί τη λέξη “νέγρος”, για λεκτικές επιθέσεις του στην εβραϊκή κοινότητα και για tweet που απηύθυνε στη βουλευτή των Εργατικών Τζες Φίλιπς, όπου έγραψε “ούτε που θα σε βίαζα…ο φεμινισμός είναι καρκίνος”.

Το κόμμα δεν έχει κάποιο ξεκάθαρο μήνυμα που να το διακρίνει από το Κόμμα του Brexit του Φάρατζ, πέραν της κριτικής που ασκεί σε αυτόν τον τελευταίο ως καριερίστα.

Ο Μπάτεν έχει αναλώσει τον περισσότερο χρόνο των τηλεοπτικών του συνεντεύξεων αρνούμενος τις κατηγορίες περί ρατσισμού του κόμματος και υπερασπιζόμενος τις θέσεις του για το Ισλάμ, καθώς και την απόφασή του να διορίσει τον ιδρυτή της Αγγλικής Λίγκας Άμυνας (EDL) ως “σύμβουλο” για τις “τις μουσουλμανικές συμμορίες”.

Μολονότι ένα ποσοστό της τάξης του 5-7%, που αντιπροσωπεύει τον εκλογικό πυρήνα του κόμματος, μπορεί να διατηρηθεί, αν το Ukip δεν αναπτύξει μια διακριτή απεύθυνση σε ένα ακροατήριο που δεν σαγηνεύεται από το Κόμμα του Brexit, θα βρεθεί με διαφορά στη δεύτερη θέση στον αγώνα για ηγεμονία των φιλο-Brexit κομμάτων. Και είναι πιθανό να έχει συνολικά χαμηλή εκλογική απόδοση, ενδεχόμενο που θα καταστήσει αναπόφευκτες τις υπαρξιακές συζητήσεις για το μέλλον του κόμματος.

Τέλος, χρειάζεται και ένα σχόλιο για τον Τόμι Ρόμπινσον, ο οποίος ανακοίνωσε στις 25 Απριλίου ότι θα κατέβει στις Ευρωεκλογές ως ανεξάρτητος υποψήφιος για τη βορειοδυτική Αγγλία. Σε ένα πρόσφατο βίντεο στο κανάλι του στο Youtube, o Ρόμπινσον δήλωσε μετανιωμένος για τη διακαή επιθυμία του να κατέβει ως υποψήφιος με το Ukip.

Ο Ρόμπινσον δεν είναι μέλος του Ukip και η Εθνική Εκτελεστική Επιτροπή του κόμματος αποφάσισε να μην επιτρέψει τη διεξαγωγή ψηφοφορίας για την εισδοχή του ως μέλους εξαιτίας των προγενέστερων δεσμών του με την Αγγλική Λίγκα Άμυνας (EDL) και της ένταξής του στο Βρετανικό Εθνικό Κόμμα (ΒΝP). Παρά τη δημοφιλία του, κυρίως σε διαδικτυακό επίπεδο, είναι εξαιρετικά απίθανο να μπορέσει να συγκεντρώσει αρκετές ψήφους ώστε να εκλεγεί, έχοντας ως ανταγωνιστές το Κόμμα του Brexit και το Ukip.

Παρ΄ όλα αυτά θα χρησιμοποιήσει την υποψηφιότητά του ως βήμα για να προωθήσει τον ρατσισμό και την ισλαμοφοβία, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει πολλούς από τους οπαδούς του σε βίαιες εκδηλώσεις στον δρόμο.

Η κάθοδός του στις εκλογές έχει περισσότερες συνέπειες για τη δημόσια τάξη από ό,τι για την ευρύτερη πολιτική, με δεδομένο το περιθωριακό του προφίλ που είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό.

Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο Centre for Analysis of the Radical Right, την 1η Μαΐου 2019.

Για τον συγγραφέα

Ο Dr. Paul Stocker είναι συνεργάτης του Centre for Analysis of the Radical Right και καθηγητής ιστορίας στο Chelsea Independent College.

Μπορείτε να βρείτε το αρχικό άρθρο εδώ