Την Τετάρτη πραγματοποιήθηκαν οι εκλογές για το ισραηλινό κοινοβούλιο (Κνέσετ) με προσέλευση σχεδόν του 68% στο σύνολο των 6,3 εκατομμυρίων ψηφοφόρων.

Μπροστά στη κούρσα βρέθηκε το κόμμα Λικούντ, με επικεφαλής τον πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου και ο πρώην στρατηγός Μπένι Γκαντζ, αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Άμυνας του Ισραήλ μέχρι το 2015.

Και οι δύο θα πάρουν περίπου από 35 έδρες, ενώ άλλα 9 κόμματα θα μοιραστούν τις υπόλοιπες 50 έδρες. Τα συντηρητικά, θρησκευτικά και υπερεθνικιστικά κόμματα (United Right, Yisrael Beiteinu, United Torah Judaism και Shas) μαζί με το κεντρώο Kulanu θα πάρουν συνολικά 30. Αυτό θα επιτρέψει να υπάρξει πλειοψηφία με 65 βουλευτές, γεγονός που σημαίνει την πέμπτη επανεκλογή του σημερινού προέδρου Νετανιάχου.

Από τα αριστερά του συνασπισμού Blue and White, με επικεφαλής τον Γκαντζ, έλαβαν κοινοβουλευτική εκπροσώπηση το Ισραηλινό Εργατικό Κόμμα (6), το αριστερό πασιφιστικό κόμμα Meretz (4) και δύο αραβικά, το Hadash-Taal (6) και το Ra’am – Balad (4).

Ακόμη και αν ο Νετανιάχου κατορθώσει να διαμορφώσει μια κυβέρνηση, θα είναι μια περίπλοκη κυβέρνηση, όχι μόνο κυνηγημένη από τις διάφορες κατηγορίες για διαφθορά που την βαραίνουν αλλά και από τις απαιτήσεις των φονταμενταλιστικών και νεοφασιστικών κύκλων.

Ωστόσο, ο ισραηλινός πληθυσμός αντί να ενθαρρύνει την οικοδόμηση ειρήνης, εξακολουθεί να υποστηρίζει βίαιες επιλογές με μικρές διαφοροποιήσεις, ως προς τη συνέχιση της κατοχής παλαιστινιακών εδαφών με τη βία και την καταστολή όσο το δυνατόν περισσότερο του παλαιστινιακού πληθυσμού στη Γάζα και τη Δυτική Όχθη. Όλα στο όνομα μιας υποτιθέμενης «εθνικής ασφάλειας». Ασφάλεια που αποτελεί ένα από τα κύρια προϊόντα εξαγωγής του Ισραήλ με τη μορφή υπερσύγχρονων όπλων και συστημάτων παρακολούθησης, ελέγχου και καταστολής.

Η συμμαχία που διατηρεί την παρούσα κυβέρνηση με την ομάδα ρεπουμπλικανικών γερακιών των ΗΠΑ από τη μία και την επιρροή της Εβραϊκής διασποράς στις Ηνωμένες Πολιτείες από την άλλη απομακρύνει κάθε δυνατότητα κατανόησης και τερματισμού μιας σύγκρουσης που έχει ξεκινήσει από τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα.

Όπως δήλωσε ο Γενικός Γραμματέας της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης Σαέμπ Ερεκάτ όταν άκουσε τα πρώτα αποτελέσματα: «Οι Ισραηλινοί είπαν Ναι στην κατοχή και Όχι στην ειρήνη».

Μετάφραση από τα Ισπανικά: Pressenza Athens