Σχόλιο της Generation 400 σχετικά με την εξαγγελία της κυβέρνησης για την αύξηση του κατώτατου μισθού.

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ πριν λίγο διαστημα, δια στόματος της υπουργού Εργασίας Έφη Αχτσιόγλου, αλλά και του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, ανακοίνωσε την κατάργηση του υποκατώτατου[1] και την αύξηση του κατώτατου μισθού. Μια τέτοια ανακοίνωση, είναι λογικό να μας επηρεάζει, γιατί αλλάζει το εργασιακό τοπίο που έχει διαμορφωθεί τα τελευταία χρόνια των μνημονίων.

Σε αυτήν την εξαγγελία, λοιπόν, θα προσπαθήσουμε να κάνουμε τον δικό μας σχολιασμό.

Οι σημερινοί 30άρηδες μπορεί να θυμόμαστε κάποιες λέξεις, που τον τελευταίο καιρό έχουν ξαναέρθει στο προσκήνιο. Λέξεις όπως : συλλογικές διαπραγματεύσεις, συλλογικές συμβάσεις εργασίας, καθορισμός κατώτατου μισθού.

Πριν μπούμε στην ουσία αυτών των λέξεων και πριν -αυθόρμητα- πανηγυρίσουμε γι’ αυτά που μας υπόσχεται η κυβέρνηση, ας δούμε τι ίσχυε μετά την υπογραφή των μνημονίων, τι θα ισχύει τώρα και –τελικά- αν και κατά πόσο θα δούμε κάποια πραγματική διαφορά στη ζωή και το πορτοφόλι μας.

Τα παραπάνω είναι μια χρήσιμη εισαγωγή ώστε να κατανοήσει κανείς γιατί είναι προκλητική η ανακοίνωση της Υπουργού Εργασίας για αύξηση του κατώτατου και κατάργηση του υποκατώτατου μισθού. Η επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων σε τέσσερις κλάδους (τράπεζες, ναυτιλιακές κλπ.), που παρουσιάστηκε επικοινωνιακά από την κυβέρνηση ως αλλαγή κλίμακας και αρχή συνολικής επαναφοράς των ΣΣΕ, έγινε σε κλάδους που ήταν ήδη σχετικά ρυθμισμένοι με μισθούς σαφώς μεγαλύτερους από τους μέσους συνήθεις μισθούς και πρακτικά ήταν προς όφελος ελάχιστων συμβασιούχων εργαζόμενων. Επίσης, η υπογραφή ΣΣΕ δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση θεσμοθέτηση καλύτερου μισθού καθώς μπορεί να τεθεί το δίλημμα από πλευράς εργοδοτών “Συλλογική Σύμβαση με μείωση μισθού ή Ίδιος μισθός και ατομική διαπραγμάτευση”.

Η νομοθεσία από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ για την επεκτασιμότητα των συλλογικών συμβάσεων (ΣΣΕ) προβλέπει ότι αυτή εξαρτάται από το αν οι εργοδοτικές ενώσεις που τις υπογράφουν εκπροσωπούν το 51% των εργαζομένων του κλάδου, κάτι που αποδεικνύεται από το μητρώο μελών που οι ίδιες καταθέτουν, χωρίς όμως και να είναι υποχρεωμένες από το νόμο να το κάνουν, οπότε η διαδικασία είναι εντελώς στον αέρα (κάτι για το οποίο ήδη εκφράστηκε θετικά ο ΣΕΒ και ενώσεις εργοδοτών, το οποίο νομίζουμε λέει πολλά).

Τέλος, πολύ σημαντικό είναι και το ότι η τροπολογία Αχτσιόγλου περί αύξησης του κατώτατου μισθού δεν ανατρέπει τον μνημονιακό νόμο Βρούτση που, όπως είπαμε παραπάνω, προβλέπει ορισμό του από τον Υπουργό Εργασίας κάθε καλοκαίρι μετά από διαβούλευση με τους κοινωνικούς φορείς και πάντα «βάσει των δυνατοτήτων της οικονομίας», αλλά αλλάζει μόνο για φέτος τα χρονικά βήματα της διαδικασίας ώστε να μπορεί προεκλογικά η κυβέρνηση να νομοθετήσει σχετικά στα τέλη του 2018. Για αυτό άλλωστε την ψήφισαν πανηγυρικά και ΝΔ-ΠΑΣΟΚ.

Στην ίδια τροπολογία δεν γίνεται αναφορά, όπως είπε ο πρωθυπουργός στη ΔΕΘ, σε κατάργηση του υποκατώτατου μισθού, που θυμίζουμε ότι αποτελεί ευρωπαϊκή κατεύθυνση και πρακτική πλέον, και για αυτό παραμένουμε επιφυλακτικοί στο αν θα καταργηθεί παρά τις επικοινωνιακές εξαγγελίες.

Έτσι κι αλλιώς, η όποια αύξηση του μισθού θα πρέπει να κρίνεται στη βάση της μείωσης του αφορολόγητου το 2020, γεγονός το οποίο θα στερεί έναν ολόκληρο μισθό ακόμα και από τους εργαζόμενους των 500 ευρώ.

Για να το πούμε, έτσι όπως το βιώνουμε.

Εμείς υπολογίζουμε ότι για το ενοίκιο (250 ευρώ), την πληρωμή λογαριασμών (100 ευρώ), τις μετακινήσεις μας (50 ευρώ) και τη διατροφή μας (200 ευρώ) χρειαζόμαστε τουλάχιστον 600 ευρώ. Αν θεωρήσουμε ότι δεν ζούμε απλώς για να δουλεύουμε και ότι έχουμε ανάγκη να ψυχαγωγούμαστε, να διασκεδάζουμε και να συζητάμε ως νέοι άνθρωποι, τότε τα 751 ευρώ, που αποτελούν για εμάς κεντρική διεκδίκηση, δεν μπορούν παρά να είναι το ελάχιστο ποσό, το οποίο χρειαζόμαστε για να ζήσουμε αξιοπρεπώς.

Και όλα αυτά χωρίς να υπολογίζουμε φυσικά τη νέα μείωση του αφορολόγητου ορίου που θα σημάνει μηνιαία επιβάρυνση περίπου 50 ευρώ το μήνα.

Θεωρούμε λοιπόν, πως με βάσει το ποσό των 751 ευρώ, ως κατώτατο μισθό, η μείωση του αφορολόγητου σε επίπεδα, που μέχρι και οι πλέον χαμηλόμισθοι θα πρέπει να φορολογηθούν, αποτελεί άλλο ένα μέτρο της σημερινής κυβέρνησης, μαζί με τις υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις που το ψήφισαν, που έρχεται να πλήξει την εργαζόμενη νεολαία και όσους/ες αμείβονται με αυτά τα χρήματα.

Άρα, το να απαιτούμε μαζί με την αύξηση του κατώτατου μισθού (και προφανώς την κατάργηση του υποκατώτατου), να μην μειωθεί το αφορολόγητο όριο, αποτελεί αδιαπραγμάτευτη διεκδίκηση μας.

Τέλος, διεκδικούμε την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων ανάμεσα στους συνδικαλιστικούς φορείς των εργαζομένων και των εργοδοτικών ενώσεων, μιας και με αυτό τον τρόπο η οργάνωση και διεκδίκηση των εργαζομένων θα μπορεί να παίξει καθοριστικό ρόλο στη διαπραγμάτευση και να επιφέρει βελτίωση των όρων της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας.

Όλα τα παραπάνω, τα γράφουμε όχι γιατί θέλουμε να μαυρίσουμε περισσότερο τις καρδιές μας αλλά γιατί δεν θέλουμε να μας περνάνε για κορόιδα ούτε να μας κάνουν να συνηθίζουμε στην προσδοκία των 20 ή 25 ευρώ παραπάνω το μήνα. Οι προεκλογικές εξαγγελίες δεν μας πείθουν και γνωρίζουμε πολύ καλά ότι για να περάσουν οι ζωές μας σε πραγματικά μεταμνημονιακή εποχή θα χρειαστεί να παλέψουμε πολύ…

Και σε αυτόν τον αγώνα αντοχής,
σας καλούμε να παλέψετε μαζί μας.

Για να πάρουμε τις ζωές μας πίσω.
Να σταματήσουμε να ζούμε για να δουλεύουμε,
αλλά να δουλεύουμε για να ζούμε.

1. Πίνακας ορίων μισθών και ημερομισθίων από 12.11.2012, σύμφωνα με τον ν.4093/2012: https://www.taxheaven.gr/laws/circular/view/id/15303.