Για 14η συνεχή χρονιά η ΑΡΣΙΣ και το ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ ΜΑΙΡΗΒΗ πραγματοποιούν από 8–10 Δεκεμβρίου, έκθεση με κούκλες ραμμένες από τις κρατούμενες του Καταστήματος Κράτησης Γυναικών Θήβας στα πλαίσια του εργαστηρίου «Λόγος και Ύφασμα».
Ακολουθεί μια συζήτηση με την Εύα Χειλαδάκη, εμψυχώτρια του εργαστηρίου.

 

Οι χειροποίητες κούκλες πάντα με συγκινούσαν. Παιδί, περιμαζεύοντας μωρουδιακά ρούχα και γεμίζοντας τα με χαρτιά και κουρέλια, φτιάχναμε με την αδελφή μου κούκλες. Οι εμπνεύσεις για τη δημιουργία τους και οι επινοήσεις για παιχνίδι μαζί τους δεν είχαν τελειωμό. Ένιωθα πως σε αντίθεση με τη σιωπή και την αδράνειά τους είχαν μια ψυχολογική δύναμη. Μεγαλώνοντας ανέγνωσα αυτή την αίσθηση: «Έρχονται στη ζωή ως αυτοσχεδιασμοί του ασυνειδήτου»( H. Rupe). Την ανακάλεσα όταν αντίκρισα τις κούκλες της έκθεσης «Επισκεπτήριο».
Η Εύα Χειλαδάκη είναι η γυναίκα που από το 2001 πηγαίνει στις φυλακές κάθε μήνα, κρατώντας για τις κρατούμενες υλικά της ραπτικής τέχνης και εκεί που είναι «κλεισμένες», κινητοποιεί την επιθυμία τους να φτιάξουν κάτι, μια κατασκευή–ομοίωμα, που πιθανά οι ίδιες θα ήθελαν να είναι, αν είχαν την δυνατότητα να βγουν έξω. Θέλησα να μιλήσω μαζί της, να μάθω για τις γυναίκες αυτές μέσα από τις κούκλες τους.

 

Ποια είναι η σχέση σου με τις κούκλες;
Η πρώτη επαφή μου εικαστικά έγινε βοηθώντας την μητέρα μου -η οποία ήταν γλύπτρια- να κατασκευάσει μαριονέτες για μια παράσταση. Στη συνέχεια κράτησα επαφή μέσω της κολεκτίβας χειροτεχνών ΑΦΗ . Μπαίνοντας όλο και πιο πολύ στην κατασκευή κούκλας, δημιούργησα μαζί με τη Σοφία Ζαραμπούκα κούκλες για παρουσίαση μέσω του κουκλοθέατρου μιας σειράς βιβλίων της και αργότερα με την Λυδία Κονιόρδου για δυο θεατρικά έργα . Στην πορεία είχα μια πρόταση από την ΑΡΣΙΣ για εργαστήρια κατασκευής μαριονέτας και εμψύχωση μέσω αυτής τσιγγάνικων παραμυθιών με παιδιά στο συνοικισμό Ρομά του Άγιου Σώστη. Το 2001 ξεκίνησα εργαστήριο μέσα στις φυλακές Κορυδαλλού στο πλαίσιο του προγράμματος «Λόγος και Ύφασμα» του Υπουργείου Δικαιοσύνης που υλοποίησε η κυβερνητική οργάνωση «Άρσις». Συνέχισα εθελοντικά, γιατί τον επόμενο χρόνο η χρηματοδότηση του προγράμματος διακόπηκε. Στο μεταξύ οι κρατούμενες μεταφέρθηκαν στον Ελαιώνα Θήβας. Εδώ και τρία χρόνια η προσπάθεια πλαισιώνεται από τον Corymbo Foundation.

 

Η αίσθηση σου την πρώτη φορά που επισκέφτηκες τις φυλακές;
Έβλεπα εφιάλτες. Οι μεταλλικοί ήχοι, οι πόρτες που άνοιγαν και έκλειναν, το μικρόφωνο όλη την ώρα, οι ατέλειωτοι διάδρομοι, η μυρωδιά της μούχλας. Στη Θήβα αν και είναι πιο «χαριτωμένα» είναι πιο άσχημα γατί δεν έχουν επισκεπτήριο. Έχουν πολύ ανάγκη για μια επαφή με το έξω.

 

Οι κρατούμενες με τα χειροτεχνήματά τους μεταπλάθουν την πρώτη ύλη σε κάτι που την υπερβαίνει. Τι αισθάνεσαι ότι είναι αυτό;
Η κάθε κούκλα είναι αντιπρόσωπος της κάθε έγκλειστης γυναίκας που ζητά αναγνώριση. «Υπάρχω δεν έχω χαθεί τελείως. Δεν έχω ξεχαστεί». Είναι κάτι που φτιάχνουν και που ο κόσμος του δίνει σημασία. Τους λείπει αυτό. Είναι πολύ σημαντικό για αυτές τις γυναίκες να βλέπουν τις κούκλες που φτιάχνουν να βγαίνουν από την φυλακή. Χαίρονται που «κάτι» από αυτές, βγαίνει έξω στον κόσμο.
Έχουμε πάει μέχρι και την Ζυρίχη και στη Γαλλία σε έκθεση σε μουσείο Υφαντικής . Η κρατούμενη είδε στον κατάλογο της έκθεσης τις κούκλες τις δικές της. Χάρηκε πάρα πολύ.

 

Κάθε κούκλα είναι και μια αφήγηση της γυναίκας που την φτιάχνει;
Είναι αφορμή να μιλήσουν για διάφορα θέματα. Δίνουν στις κούκλες ονόματα: Εσμεράλδα, Κάρμεν, Νίκη, Βούλα…Λένε την ιστορία τους. Ανακαλούν στιγμές καθημερινής ζωής από τις πατρίδες ή τις συνοικίες τους. Μια κρατούμενη έραβε πάντες με σκηνές από γωνιές της Θεσσαλονίκης. Μια άλλη, ηθογραφικές σκηνές -σκι στο χιόνι, το βοηθό του Αϊ Βασίλη- από την πατρίδα της, την Γερμανία. Ξανασυνδέονται με την παράδοσή τους. Οι τσιγγάνες ας πούμε, φτιάχνουν συνήθως νύφες και μαθαίνουν και στις άλλες. Συνήθως φτιάχνουν γυναίκες, δύσκολα κάνουν κανέναν άνδρα. Δεν βάζουν όλες ονόματα στις κούκλες τους. Μπορεί να φτιάξουν και διάφορα μικρά ζωάκια ή και δράκουλες.

 

Όταν βγαίνουν «έξω» οι κούκλες τους, που πάνε;
Εκθέτονται κάθε χρόνο στο Εργαστήρι Μαιρηβή. Φέτος η έκθεση θα λειτουργήσει από τις 8 έως τις 10 Δεκέμβρη. Τα έσοδα από τις πωλήσεις κατατίθενται στο λογιστήριο των φυλακών ξεχωριστά για την κάθε κρατούμενη. Έχουν την δυνατότητα να αγοράζουν με αυτά τα χρήματα προσωπικά είδη που τα έχουν ανάγκη. Ιδιαίτερα σημαντικό να ξέρουν ότι μπορούν να βγάλουν λεφτά με τα χειροτεχνήματά τους. Είναι ένα ισχυρό κίνητρο. Το χαίρονται. Κάποιες αποφυλακισμένες το συνεχίζουν και έξω.
Αν και ότι φτιάχνουν είναι προς πώληση, είναι δύσκολο να ζυγίσεις τι βαραίνει περισσότερο: η παραγωγή ή αυτό που θέλουν να εκφράσουν; Κάποιες κούκλες τις χαρίζουν σε συγγενείς και αγαπημένους τους.

Έχεις δει αλλαγές μέσω της δημιουργικής διαδικασίας στις ίδιες και στις σχέσεις μεταξύ τους ;
Μαθαίνουν η μια στην άλλη τεχνικές και τεχνοτροπίες από τις χώρες τους ή τη φυλή τους. Οι Ελληνίδες μαθαίνουν από τις Τσιγγάνες και αντίστροφα. Δημιουργούνται σιγά σιγά δεσμοί με μια ιεραρχία ως προς την πιο ικανή στη ραπτική, αυτή που θεωρείται ότι γνωρίζει και έχει να πει στις άλλες κρατούμενες κάτι περισσότερο σε σχέση με αυτό που κάνουν. Οι τσιγγάνες συνήθως είναι πιο ανοιχτές στην επικοινωνία και παρασύρουν και τις άλλες σε μια πιο ελεύθερη ανταλλαγή. Είναι συγκινητικό να το βλέπεις. Πώς αλλάζουν! Η Ολένα είναι μια γυναίκα που ράβει πολύ ωραία. Η Χριστίνα, τσιγγάνα από την Αλβανία, ράβει πιο ακατέργαστα. Η Ολένα έμαθε πολλά τη Χριστίνα αλλά και η ίδια κάνει πια πιο τολμηρά πράγματα που δεν τα έκανε παλιά. Βοηθάει πολύ τις σχέσεις τους, που είναι επιβαρυμένες από τις προστριβές που δημιουργούνται σε ένα τόσο κλειστό χώρο όπως η φυλακή.

 

Θα μας μεταφέρεις στην ατμόσφαιρα του εργαστηρίου;
Τυλίγουμε κλωστή σε μπομπίνες, κόβουμε και συζητάμε τι θα φτιάξουμε, τι δεν θα φτιάξουμε, διαλέγουν από τα υλικά που έχω μαζί –ρετάλια από μοδίστρες, δαντέλες, μαλλιά, χάντρες. Έχει απαγορευτεί το βαμβάκι που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για γέμισμα, μα βρίσκουν τρόπους, επινοούν, χρησιμοποιούν π.χ. τα μαξιλάρια αυτών που έχουν αποφυλακιστεί. Αυτό το από μέσα- έξω… κάθε φορά όταν φεύγει μία, είναι μεγάλη υπόθεση, κλαίνε γελάνε.. Κόβουμε με τέσσερα ψαλιδάκια με στρογγυλεμένες άκρες και στα κελιά τους ράβουν ότι θέλουν να φτιάξουν. Τραγικό είναι, όταν κάποια δεν προλαβαίνει να πάρει υλικά, ζητάνε κάποιο συγκεκριμένο χρώμα ή υφή στο ύφασμα.. Αν δεν προλάβουν, διαπραγματεύονται μεταξύ τους, κάνουν ανταλλαγή σε υλικά…

 

Η κούκλα ανακαλεί ένα κόσμο παιδικό…
Η Χριστίνα με λέει «μαμά». Μένουν πίσω στο τέλος κάθε εργαστηρίου επιζητώντας μια επιπλέον οδηγία ή συμβουλή, μια ξέχωρη γνώμη για μια ιδέα τους που την κρατούν για να την μοιραστούν μόνο με μένα.

Ο χειροτεχνικός μόχθος μοιάζει με «επιστροφή εις εαυτόν» την ώρα της δημιουργίας, ώστε στη συνέχεια, παραδίδοντας το χειροτέχνημά να επέλθει η σύνδεση με τους άλλους ….
Μια εθελόντρια είχε πει: Δεν μπορούμε να φέρουμε τα άνω κάτω αλλά μπορούμε να φέρουμε τα μέσα έξω. Ίσως να έχει και αυτή τη σημασία..

Τι έχεις μάθει από την γνωριμία σου με όλες αυτές τις γυναίκες;
Η στάση μπροστά σε μια δύσκολη κατάσταση. Πως την αντιμετωπίζεις. Αυτό πάντα μου έκανε εντύπωση. Πως βρίσκουν τον τρόπο και αντέχουν τον εγκλεισμό..
Έχω μάθει πως η φυλακή είναι ένας πολύ δύσκολος χώρος και το πως αντιδρά η κάθε μία σε αυτό, είναι διαφορετικό και μοναδικό ..μπορεί με τσακωμό ή με φιλοσοφία ..θυμάμαι μια γιαγιά πάνω από ογδόντα χρόνων, αναλφάβητη -έχει αποφυλακιστεί τώρα – πόσο εντύπωση μου είχε κάνει η καλοσύνη της με όλες. Είχε ένα δόντι και παρακάλαγε να της το βγάλουνε γιατί την ενοχλούσε. Βασιλική τη λένε. Έχω ακόμη πράγματα της- ένα άλογο απλίκα. Ο άντρας της ήταν αμαξάς στην Κηφισιά, είχε ένα πόνι και όταν μπήκε φυλακή, της το έφαγαν τα αδέσποτα σκυλιά. Αυτή τη σκηνή την αναπαριστούσε με τα ραπτικά της. Έφτιαχνε συνέχεια αλογάκια. Όταν αποφυλακίστηκε, είχε πρόβατα στο Σχηματάρι. Όταν περνούσα από εκεί, σταματούσα να τη δω, τη βοηθούσα να τα μαζέψουμε, μου έδινε αυγά από τις κότες της, μιλάγαμε. «Ξέρεις κάτι», μου είπε μια μέρα «όταν έφυγα από τη φυλακή μου έδωσαν κάποια λεφτά. Ξέχασα τη τσάντα μου με τα υφάσματα πίσω, μα φοβήθηκα να γυρίσω να την πάρω, μη μου τα πάρουν πίσω». «Μα δικά σου είναι» της απάντησα «τα κέρδισες με τα χειροτεχνήματα που πουλήθηκαν έξω». «Α, ναι;» απάντησε. Σα να μην το είχε καταλάβει, σα να μην το πίστευε…

 

Ίσως, οι έγκλειστες γυναίκες να νιώθουν ότι έχουν έναν κάποιο έλεγχο της ζωής τους, καθώς κυριαρχούν στις κινήσεις τους και στα υλικά μεταμορφώνοντας τα σε χειροτεχνήματα.
Ίσως, τα κοψίματα και οι ραφές να βοηθούν με την επανάληψη τους στην επανασύνδεση με ότι βίαια έχει διαρρηχτεί.
Ίσως, ο χειροτεχνικός μόχθος τους να είναι της τάξης της σωματικής εκδήλωσης ενός εσωτερικού διαλόγου.
Ίσως, ράβοντας και κεντώντας να συνδέονται με την επιθυμία της ανα-δημιουργίας μιας ζωής που καθηλώθηκε.
Μόνο οι ίδιες μπορούν να μας πουν.

 

Όμως στις Γυναικείες Φυλακές του Ελαιώνα Θηβών δεν υπάρχει «Επισκεπτήριο».
Τον ρόλο αυτό τον έχουν επωμισθεί οι κούκλες τους.

———–

[1] Rainer Maria Rilke – Lotte Pritzel, Κούκλες, Περισπωμένη

[2] Η ΑΦΗ Collective είναι μια ομάδα καλλιτεχνών που ιδρύθηκε στην Ελλάδα το 1979 με σκοπό τη δημιουργία έργων σύγχρονης τέχνης με τη χρήση παραδοσιακών τεχνοτροπιών.

[3] Η ΑΡΣΙΣ είναι κοινωνική μη κυβερνητική οργάνωση. Δραστηριοποιείται από το 1992 για την υποστήριξη των παιδιών και των νέων και την προάσπιση των δικαιωμάτων τους.

[4] Το Ίδρυμα Ιδρύθηκε το 2002  και υποστηρίζει έργα που αφορούν στην κοινωνία, παιδεία και υγεία, στην  οικολογία και φύση, και στην τέχνη, τον πολιτισμό και την επιστήμη. Επιλέξιμες για χρηματοδότηση σε οποιονδήποτε από τους προγραμματικούς τομείς του Ιδρύματος είναι οι μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί, λειτουργικά ιδρύματα. 

[5] Το Εργαστήρι Μαιρηβή λειτουργεί από το 1999 ως αστική μη κερδοσκοπική εταιρία με σκοπό την έρευνα, την εξάπλωση και τη διεύρυνση  της τέχνης του κουκλοθέατρου στην Ελλάδα, με τη σύγχρονη ευρεία έννοιά της. Στεγάζεται σε ένα διατηρητέο κτίριο στη περιοχή του Μεταξουργείου- Δεληγιώργη 33.