Στην ακτή του Kayar, μία μεγάλη έκταση της παραλίας είναι αφιερωμένη στην αποξήρανση αλιευμάτων. Όταν τα πράγματα δεν πηγαίνουν καλά, τα τρόφιμα που έχουν συντηρηθεί με αυτόν τον τρόπο αποτελούν σημαντικούς πόρους για τις οικογένειες. Ο Malik Wade είναι ψαράς, όμως κάποιες μέρες σαν και αυτή, με κακή θάλασσα, επικεντρώνεται στο να ξεμπλέκει τα δίχτυα του. «Το να ζεις στην Αφρική είναι δύσκολο, για αυτό μια δύναμη μας σπρώχνει στην Ισπανία», λέει. Αυτή τη δύναμη αποδεικνύει και η ιστορία του. Το 2008 οδήγησε μία ξύλινη βάρκα με 109 άτομα μέχρι την Τενερίφη.

Το Kayar, στα βόρεια του Dakar, έχει πληθυσμό μόλις 18.000 κατοίκους, όμως από τις ακτές του έχουν ξεκινήσει πολλές βάρκες με προορισμό την Ευρώπη. Ένας γείτονας του Wade οργάνωσε ένα τέτοιο ταξίδι, όμως οι διαδρομές που αναλαμβάνουν οι καπετάνιοι των πλοιαρίων αυτών είναι μιας κατεύθυνσης, για αυτό μετά από λίγο καιρό του ζήτησε να οδηγήσει εκείνος ένα άλλο από αυτά τα σκάφη. Το να αναλάβει να φέρει εις πέρας το ταξίδι, του έδινε το δικαίωμα για τέσσερις θέσεις, τις οποίες μοιράστηκε με συγγενείς και φίλους. Οι υπόλοιποι επιβάτες πλήρωσαν περίπου 450.000 Φράγκα CFA (περίπου 686 ευρώ) για το ταξίδι.

Η διέλευση του ψαρά ήταν ήσυχη. Θυμάται ότι αναχώρησαν στις 4 του Σεπτέμβρη τα μεσάνυχτα και επτά μέρες μετά περισυλλέγησαν από τον Ερυθρό Σταυρό στα παράλια της Τενερίφης. Οι δυσκολίες ήρθαν λίγο αργότερα, στην προσπάθεια να επιζήσει στην ιβηρική χερσόνησο και έπειτα στην Ιταλία. Έζησε από πολλές αντιξοότητες, μέχρι που μια ωραία μέρα η αστυνομία τον συνέλαβε και τον απέλασε, τη στιγμή που προσπαθούσε να βγάλει άδεια παραμονής.

«Η παράτυπη μετανάστευση από τη Σενεγάλη στην Ισπανία και την Ευρώπη συγκέντρωσε την προσοχή των ΜΜΕ το 2005 και το 2006 με την άφιξη των περίπου 30.000 πλοιαρίων το χρόνο», θυμάται ο Jo-Lind Roberts Sene, του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης (IΟΜ). Ογανώθηκαν περιπολίες στις ακτές της Σενεγάλης με την υποστήριξη της ισπανικής κυβέρνησης και της Frontex (οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τον έλεγχο των εξωτερικών συνόρων) κατά μήκος του συνόρου της Σενεγάλης, ώστε να αποτρέψουν περισσότερα πλοιάρια να ξεκινήσουν από τη Σενεγάλη».

Για τη Julia Trias, του Κέντρου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα ‘’Iridia’’,  η συμφωνία αυτή εκλαμβάνεται ως μέρος μίας πολιτικής ανάθεσης σε τρίτους της διαχείρισης των συνόρων από τη μεριά της Ισπανίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. «Αυτό που επιδιώκει αυτή η πολιτική είναι ορισμένοι άνθρωποι να μη μπορούν ακόμη και να πλησιάσουν τα ευρωπαϊκά σύνορα», σημειώνει.

Μια νεαρή γυναίκα ράβει δίχτυα στις ακτές του Kayar. Sònia Calvó

Το 2006 επιτυγχάνεται μία συμφωνία συνεργασίας ανάμεσα σε Ισπανία και Σενεγάλη, που αποσκοπεί ξεκάθαρα στη μείωση των μεταναστευτικών ροών από τη Σενεγάλη προς τα Κανάρια Νησιά και σε αντάλλαγμα, η Ισπανία (και κατ’ επέκταση η Ε.Ε) προσφέρει μια σειρά από συμφωνίες που ονομάζονται διαδικασίες εκδημοκρατισμού. «Κυρίως πόροι και επενδύσεις» εξηγεί η Trias. Η πολιτική της περιπολίας και των θερμικών ελέγχων στα σύνορα πέτυχαν το σκοπό τους και το 2009 οι 30.000 αφίξεις ετησίως στα Κανάρια μειώθηκαν κατά 87%.

Αυτή η εξωτερική διαχείριση των συνόρων, λέει η ακτιβίστρια, έχει κάνει τις διαδρομές εισόδου στις χώρες της Ευρώπης να γίνονται όλο και λιγότερο ασφαλείς. Και παράλληλα πιο κοστοβόρες, συμπληρώνει ο Jo-Lind Roberts Sene. «Οι διαδρομές που ακολουθούν σήμερα οι μετανάστες από το Μάλι, τη Νιγηρία, ακόμη και τη Λιβύη, έχουν υψηλότερο κόστος. Μπορεί να πληρώνουν κοντά στις 3.000 ευρώ για να φτάσουν στη Λιβύη, πριν περάσουν για την Ιταλία», λέει η επικεφαλής της αποστολής του ΔΟΜ στη Σενεγάλη. Περισσότερο από τέσσερις φορές ακριβότερα από τα περίπου 700 ευρώ που ξόδευαν οι μετανάστες για να επιβιβαστούν σε ένα ξύλινο πλοιάριο.

Στο ταξίδι που κάνουν τα άτομα που θέλουν να φτάσουν στις ακτές της Ισπανίας, της Ιταλίας ή της Ελλάδας, βρίσκονται σε μια ευάλωτη κατάσταση. Ειδικά οι γυναίκες, που αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο να πέσουν στα δίχτυα διακίνησης, να πέσουν θύματα σωματικής ή σεξουαλικής βίας» προσθέτει η Trias.

Η ισπανική και η ευρωπαϊκή πολιτική δεν έχει επιπτώσεις μόνο κατά τη διαδρομή, αλλά και αφού κάποιος φτάσει στον προορισμό του. Ο Aziz Faye, εκπρόσωπος του Λαϊκού Συνδικάτου Πλανόδιων Πωλητών, το έχει ζήσει πολλές φορές στο πετσί του. Από τη Σενεγάλη πήγε στη Μαυριτανία για να εργαστεί ως ψαράς, όμως και εκεί δεν έβγαζε τα προς το ζην και έτσι αποφάσισε τον Αύγουστο του 2016 να πάρει ένα κανό για την Ισπανία. Μόλις έφτασε, τον μετέφεραν στο Κέντρο Κράτησης Μεταναστών (CIE) της Hoya Fria, στην Τενερίφη και 40 ημέρες αργότερα, τον απέλασαν στη Σενεγάλη. Το προσπάθησε και δεύτερη φορά, και μία τρίτη, μέχρι που κατάφερε να φύγει από το κέντρο κράτησης και να προχωρήσει στο εσωτερικό της χερσονήσου. Τον Ιούνιο του 2007 έφτασε στη Βαρκελώνη.

«Επισήμως, η λειτουργία ενός CIE είναι να περιορίζει τους ανθρώπους και να αποτρέπει την ελεύθερη κυκλοφορία μέχρι να ολοκληρωθούν οι διαδικασίες για την απέλασή τους, όμως στις παραπάνω από τις μισές περιπτώσεις, δεν επιτυγχάνεται η απέλαση εντός των 60 ημερών που μπορεί ένα άτομο να παραμείνει εκεί» λέει η Mercè Duch, της πλατφόρμας ‘’Tanquem els CIEs’’. Η Duch αναρωτιέται επομένως ποιος είναι ο ρόλος ενός Κέντρου Κράτησης Μεταναστών.

Οι άνθρωποι που ελευθερώνονται από εκεί, λέει η ακτιβίστρια, «απλώς επιστρέφουν σε μια κατάσταση όπου είναι απολύτως ευάλωτοι, ανά πάσα στιγμή μπορούν να συλληφθούν εκ νέου να κλειστούν σε κάποιο κέντρο κράτησης και από εκεί –ίσως- να απελαθούν». Μια τέτοια περίπτωση είναι και του Aziz Faye, ο οποίος βρέθηκε πάνω απόμία φορά στο κέντρο κράτησης αφού έφτασε στη χερσόνησο.  Για παράδειγμα το 2011, όταν έληξε και η άδεια παραμονής του.

«Δύο αστυνομικοί μου έκαναν έλεγχο σε ένα σταθμό τρένου, όντας ο μόνος έγχρωμος και καθώς δεν είχα έγγραφα, με οδήγησαν στο αστυνομικό τμήμα. Ακόμη δεν έχω καταλάβει γιατί κατέληξα στο κέντρο κράτησης, αφού βρισκόμουν σε διαδικασία έκδοσης των εγγράφων μου». Έτσι θυμάται ο Faye το συγκεκριμένο επεισόδιο, με δυσπιστία, το οποίο και κατάληξε στην απέλασή του. Ακόμη και έτσι, ο εκπρόσωπος του Λαϊκού Συνδικάτου Πλανόδιων Πωλητών, επέστρεψε μετά από τέσσερις μήνες αποδεικνύοντας την επιμονή με την οποία κατάφερε να φτάσει στην Ευρώπη πριν χρόνια. Η επιμονή του αυτή ενισχύθηκε από το γεγονός ότι είχε ήδη δημιουργήσει δεσμούς στη Βαρκελώνη.

Μια ομάδα ψαράδων στην Kaya. Sònia Calvó

Μετά από μια συνάντηση κοινωνικών οργανώσεων σε δημοτικές εγκαταστάσεις της Βαρκελώνης, η Mercè Duch εκφράζει τη λύπη της για την αύξηση των απελάσεων express, στις οποίες ένα άτομο που έχει εντολή απέλασης -που σε μερικές περιπτώσεις έχει εκδοθεί χρόνια νωρίτερα- μπορεί να εντοπιστεί στο δρόμο, να μεταφερθεί σε κάποιο αστυνομικό τμήμα και τελικά να απελαθεί. Όλα σε 72 ώρες.

«Και επίσης υπάρχουν οι πτήσεις της ντροπής», δηλώνει η Duch. Η ακτιβίστρια αναφέρεται στις πτήσεις που οργανώνει η Ευρωπαϊκή Ένωση για τη μαζική απέλαση μεταναστών σε κάποια συγκεκριμένη χώρα. «Αν έχεις την ατυχία να είσαι Σενεγαλέζος και έχει προγραμματιστεί μία πτήση για τη Σενεγάλη σε πέντε ημέρες… έχεις πολλές πιθανότητες να αντιμετωπίσεις μία επιδρομή από την αστυνομία λόγω του εθνοτικού σου προφίλ», εξηγεί.

Αυτή η κατάσταση των διοικητικών παρατυπιών που αντιμετωπίζουν οι μετανάστες, βρίσκεται στο επίκεντρο της εργασίας στο «Χώρο του Μετανάστη». Ο César Zuñiga, ένα από τα μέλη του, σημειώνει ότι «υπάρχει ένας πληθυσμός, κυρίως μεταναστών, που εργάζεται στο δρόμο και του οποίου καταπατάται κάθε έννοια ανθρώπινου δικαιώματος, νομιμότητας και σεβασμού». Ο κατάλογος είναι μακρύς και ξεκινά με τους πλανόδιους που στρώνουν πανιά με τα εμπορεύματά τους, αυτούς που πουλούν κουτάκια μπύρας και συνεχίζει με τους οδηγούς που εργάζονται στην πόρτα του IKEA, τις γυναίκες που πουλούν μπαλόνια στις τουριστικές περιοχές και τους μετανάστες που πουλούν φιάλες βουτανίου. «Αν μιλάμε σε επίπεδο αποδοτικότητας, συμφέρει να υπάρχουν άτομα που δεν έχουν πρόσβαση σε αυτά τα βασικά δικαιώματα με σκοπό την εκμετάλλευσή τους», λέει η Júlia Trias.

«Το πλαίσιο της ευρωπαϊκής μεταναστευτικής πολιτικής είναι εξαιρετικά βίαιο, όλα γίνονται για να διατηρηθεί η προνομιακή θέση της ευρωπαϊκής αποικιοκρατίας, αυτή της Ευρώπης φρούριο, που μπορεί να υπερηφανεύεται ότι δεν έχει σύνορα, όμως το πέτυχε θωρακίζοντάς τα και αφήνοντας από έξω πολλούς ανθρώπους», καταλήγει η Mercè Duch. Χωρίς αμφιβολία, χιλιάδες άνθρωποι, όπως ο Malik Wade και ο Azziz Faye, συνεχίζουν να θέτουν τη ζωή τους σε κίνδυνο, αναζητώντας ένα καλύτερο μέλλον.

Vender en la calle en Dakar o plantar la manta en Barcelona (2ª parte)

Planeando una salida de ‘Get-away’: “Quiero irme a Europa, tengo que ayudar a mi madre” (1ª parte)

Μπορείτε να βρείτε το αρχικό άρθρο εδώ