Η κοινή δήλωση – συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας συμπληρώνει αυτές τις μέρες ένα χρόνο εφαρμογής. Ήταν από πλευράς Ευρωπαϊκής Επιτροπής η επισφράγηση μιας πολιτικής που επινοήθηκε αρκετούς μήνες πριν και κορυφώθηκε με το κλείσιμο των συνόρων των χωρών της «βαλκανικής οδού», το Φεβρουάριο του 2016 και ένα μήνα μετά με αυτή τη κοινή δήλωση. Οι οργανώσεις, που δουλεύουν με τους πρόσφυγες και προάγουν μέσα από τις δράσεις τους τα ανθρώπινα δικαιώματα και υπηρεσίες ανακούφισης, την έχουν στην πλειονότητά τους καταγγείλει. Την Πέμπτη κάλεσαν δημοσιογράφους στην ΕΣΗΕΑ και σχεδόν με μια φωνή το έκαναν ξανά, αυτή τη φορά μαζικότερα.

«Η Ε.Ε. βαφτίζει τον ανείπωτο πολιτικό κυνισμό της σε ρεαλισμό κι εγώ είμαι σήμερα εδώ για να αποδομήσω αυτό το εγχείρημα». Με αυτά τα λόγια ξεκίνησε την τοποθέτησή του ο Δημήτρης Χριστόπουλος, Πρόεδρος της Διεθνούς Ομοσπονδίας για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. «Οι άνθρωποι δεν είναι εμπορεύματα και η συμφωνία αυτή δεν είναι ένα success story», είπε η Μαριέττα Προβοπούλου, Γενική Διευθύντρια των Γιατρών χωρίς Σύνορα της Ελλάδας, τονίζοντας παράλληλα ότι η οργάνωσή της αρνήθηκε να πάρει χρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Σημαντική και η παρατήρηση του Σπύρου Κουλοχέρη, από το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες που μίλησε για δήλωση εκπροσώπων κρατών της ΕΕ και όχι της ΕΕ, υπονοώντας ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει πολίτες που διαφωνούν με αυτές τις πρακτικές.

Έντονη ήταν η κριτική όλων των οργανώσεων προς την υποκρισία των ηγετών της Ευρώπης που καταδικάζουν τις πολιτικές του Προέδρου των ΗΠΑ την ίδια στιγμή που «χαϊδεύουν» εσωτερικά τις κυβερνήσεις που υψώνουν φράχτες και σκληραίνουν τις νομοθεσίες τους απέναντι στους πρόσφυγες. Χαρακτηριστικά ειπώθηκε ότι η Ευρώπη δεν κάηκε από τους μετανάστες ή τους πρόσφυγες, κάηκε από τους φασίστες.

Έντονη υπήρξε και η κριτική απέναντι στον τρόπο με τον οποίο η Ελλάδα εφαρμόζει την κοινή δήλωση. «Η δήλωση δεν μας υποχρεώνει να έχουμε τους ανθρώπους σε κλουβιά ούτε σε σκηνές», είπε ο Σπύρος Κουλοχέρης. Στο ίδιο μήκος κύματος και η εκπρόσωπος της PRAKSIS, Μαριανέλλα Κλώκα, κατήγγειλε ότι «οι συνθήκες στις οποίες παρέχονται οι ιατρικές και ψυχοκοινωνικές υπηρεσίες στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης δεν βοηθούν τους ανθρώπους, τους οποίους επίσης δεν βοηθά ο βραχυπρόθεσμος σχεδιασμός της Ευρωπαϊκής Επιτροπής».

Το κλίμα ήταν γενικά αρκετά καταγγελτικό. Προβλήθηκε βίντεο με μαρτυρίες των ίδιων των προσφύγων, έγινε αναφορά στους θανάτους εντός του 2016 αλλά και στους θανάτους σε Μόρια και Σάμο στις αρχές του 2017, για τους οποίους όπως ειπώθηκε χαρακτηριστικά «δεν υπάρχει καμία δικαιολογία». Σε ερώτηση δημοσιογράφου για το αν είναι όλα μαύρα, οι οργανώσεις είπαν ότι οι διαδικασίες της μετεγκατάστασης που αφορούν περίπου 20.000-25.000 ανθρώπους έχουν οδηγήσει σε καλύτερες συνθήκες διαμονής, στέγασης κλπ όμως αυτά θα έπρεπε να είναι τα αυτονότητα για όλους. Υπογράμμισαν το γεγονός ότι πολλές χώρες της ΕΕ δεν ανοίγουν τις υποσχόμενες θέσεις μετεγκατάστασης. Κατά γενική ομολογία οι καταυλισμοί – ή στρατόπεδα όπως χαρακτηρίστηκαν από το κοινό – πρέπει να κλείσουν και η Ελλάδα να παράσχει στους ανθρώπους στέγη, τροφή, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και να γίνει ανεξάρτητη διαδικασία εξέτασης των αιτημάτων τους για διεθνή προστασία.

Σε ερώτηση για το ποια είναι η θέση των οργανώσεων για τις πρόσφατες επιχειρήσεις της αστυνομίας εναντίον των καταλήψεων που φιλοξενούσαν πρόσφυγες, δόθηκε εκ μέρους του πάνελ η εξής απάντηση: «Η ποινικοποίηση της αλληλεγγύης είναι η χειρότερη μορφή απάντησης που μπορεί να δοθεί αυτή τη στιγμή στη χώρα μας».