Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση της διεθνούς μη κυβερνητικής οργάνωσης Harm Reduction International με τίτλο: “The Global State of Harm Reduction” για τη διετία 2014-2016, παρατηρείται  ανακοπή της πορείας προόδου αναφορικά με την εφαρμογή και την ανάπτυξη προγραμμάτων Μείωσης της Βλάβης σε παγκόσμιο επίπεδο -για πρώτη φορά από το 2008, όπου δημοσιεύθηκε η πρώτη αντίστοιχη έκθεση. Αναμφισβήτητα, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε τη σημαντική εξέλιξη που έχει σημειωθεί στον τομέα αυτό κατά τα τελευταία χρόνια. Η Μείωση της Βλάβης φαίνεται πως λαμβάνει ολοένα αυξανόμενη υποστήριξη, που την καθιστά ‘επικρατούσα τάση’ στο χώρο των ψυχοδραστικών ουσιών και οι πολέμιοί της μοιάζουν αδύναμοι μπροστά στον τεράστιο όγκο των επιστημονικά τεκμηριωμένων στοιχείων, που αποδεικνύουν την εξαιρετική αποτελεσματικότητά της σε πολλαπλά επίπεδα για τη διαχείριση των επιβλαβών συνεπειών που συνδέονται με τη χρήση ψυχοδραστικών ουσιών. Ωστόσο, παρά την πρόοδο, υπάρχει άφθονος χώρος για βελτίωση και πολλά εμπόδια να ξεπεραστούν όσον αφορά στην πρακτική εφαρμογή της, γεγονός που ενισχύεται και από τα στοιχεία της προαναφερθείσας έκθεσης που καταδεικνύει μια απότομη πτώση στις προσπάθειες δημιουργίας μιας συντονισμένης πολιτικής για τη Μείωση της Βλάβης.

Τί είναι, όμως, η Μείωση της Βλάβης;
Ο όρος αυτός χρησιμοποιείται για να περιγράψει  παρεμβάσεις, προγράμματα και πολιτικές που επιδιώκουν τη μείωση των επιβλαβών συνεπειών, που σχετίζονται με τη χρήση ουσιών και οι οποίες πλήττουν το άτομο, τις κοινότητες και την κοινωνία. Σε αυτό το πλαίσιο, περιλαμβάνονται: τα προγράμματα διανομής/ανταλλαγής βελόνων και συριγγών, η θεραπεία υποκατάστασης οπιοειδών, υπηρεσίες υγείας και ψυχοκοινωνικής στήριξης με στόχο την πρόληψη της εξάπλωσης και την έγκαιρη διάγνωση αιματογενώς μεταδιδόμενων νοσημάτων που σχετίζονται με τη χρήση ουσιών (π.χ. HIV, ηπατίτιδα C), οι χώροι επιτηρούμενης χρήσης και τα προγράμματα ναλοξόνης με στόχο την πρόληψη των θανάτων από υπερδοσολογία, η εκπαίδευση των ομοτίμων και οι δράσεις εκτός δομών για την προστασία της υγείας των πληθυσμών υψηλού κινδύνου και της δημόσιας υγείας.

Μερικά στοιχεία

Τα στοιχεία των Ηνωμένων Εθνών για το 2014 εκτιμούν ότι, παγκοσμίως, 11,7 εκατομμύρια άνθρωποι κάνουν ενέσιμη χρήση ψυχοδραστικών ουσιών, εκ των οποίων το 14% ζει με τον ιό HIV, το 52% ζει με ηπατίτιδα C και το 9% με ηπατίτιδα Β. Παρόλα αυτά, σε αρκετές χώρες, φαίνεται πως τα προγράμματα Μείωσης της Βλάβης, είτε απουσιάζουν πλήρως είτε είναι εξαιρετικά ανεπαρκή ως προς την κάλυψη των βασικών αναγκών των ωφελούμενων. Χαρακτηριστικά, η έκθεση “The Global State of Harm Reduction” αναφέρει πως – από τις 158 χώρες και περιοχές του κόσμου – ανάμεσά τους και η Ελλάδα -όπου έχει καταγραφεί ενέσιμη χρήση ουσιών,  68 εξακολουθούν να μην έχουν προγράμματα συριγγών και βελόνων και  78 δεν διαθέτουν προγράμματα υποκατάστασης οπιοειδών.

Ιδιαιτέρως ανησυχητικά και αποθαρρυντικά είναι τα στοιχεία του Global State σχετικά με τη διαθεσιμότητα υπηρεσιών Μείωσης της Βλάβης στις φυλακές. Ενδεικτικά, το 2016 εντός των φυλακών, μόνο 8 χώρες εφάρμοσαν προγράμματα συριγγών και βελόνων, 52 από τις 158 παρείχαν προγράμματα υποκατάστασης οπιοειδών και μοναχά 6 διαθέτουν προγράμματα πρόληψης της υπερδοσολογίας. Παρά τις συστάσεις παγκόσμιων οργανισμών (WHO, UNODC, UNAIDS) για την υλοποίηση παρεμβάσεων Μείωσης της Βλάβης στα σωφρονιστικά καταστήματα, το ισχύον σύστημα ελέγχου των ναρκωτικών συνεχίζει να επενδύει περισσότερο σε κατασταλτικές προσεγγίσεις. Η στρατηγική αυτή έχει ως αποτέλεσμα μια άνευ προηγουμένου αύξηση του πληθυσμού των φυλακών, με υπερεκπροσώπηση των ανθρώπων που κάνουν χρήση ουσιών εντός του συστήματος αυτού σε σύγκριση με το γενικό πληθυσμό. Σε παγκόσμιο επίπεδο, εκτιμάται πως περίπου 1 στους 5 φυλακισμένους κατηγορείται για αδικήματα που σχετίζονται με τα ναρκωτικά. Όσον αφορά στην Ευρώπη, το 40% των κρατουμένων είναι παραβάτες της νομοθεσίας περί ναρκωτικών. Τα νούμερα αυτά σε συνδυασμό με έρευνες που δείχνουν την επικράτηση της χρήσης ουσιών μέσα στις φυλακές, την υιοθέτηση ριψοκίνδυνων πρακτικών, τον αυξημένο κίνδυνο εξάπλωσης μεταδιδόμενων νοσημάτων και την ιδιαίτερη ευαλωτότητα των κρατουμένων σε περιστατικά υπερδοσολογίας, φανερώνουν την επιτακτική ανάγκη για ίση, καθολική και ποιοτική πρόσβαση των φυλακισμένων σε υπηρεσίες Μείωσης της Βλάβης με βάση το διεθνές δίκαιο για τα ανθρώπινα δικαιώματα και την εξασφάλιση των ελάχιστων εκείνων προδιαγραφών για τη σωστή μεταχείριση των κρατουμένων.

Παραδείγματα καλών πρακτικών
Εξαιρετικά παραδείγματα βέλτιστων πρακτικών αποτελούν χώρες, όπως η Μολδαβία και το Κιργιστάν, χώρες χαμηλού-μέσου εισοδήματος. Αυτές οι χώρες ξεκινώντας με πιλοτικά προγράμματα συριγγών και βελόνων εντός των σωφρονιστικών καταστημάτων, κατάφεραν να εξασφαλίσουν μια αποτελεσματική κάλυψη υπηρεσιών, αντίστοιχα, στις περισσότερες φυλακές της κάθε χώρας. Κοινό σημείο της επιτυχίας αυτών των προγραμμάτων φαίνεται πως είναι η ενεργός συμμετοχή των ίδιων των κρατουμένων στη λειτουργία των υπηρεσιών μέσω της εθελοντικής τους εργασίας.

Υπενθυμίζουμε, ότι τον περασμένο Απρίλιο κατά την Ειδική Σύνοδο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ για τα ναρκωτικά που πραγματοποιήθηκε στη Νέα Υόρκη (UNGASS 2016), τα κράτη-μέλη δεσμεύθηκαν με ένα κοινό έγγραφο, μεταξύ άλλων, να συμπεριλάβουν στην πολιτική τους την «εφαρμογή αποτελεσματικών μέτρων με στόχο την ελαχιστοποίηση των δυσμενών συνεπειών της κατάχρησης ουσιών, συμπεριλαμβανομένων των προγραμμάτων φαρμακευτικά υποβοηθούμενης θεραπείας, προγραμμάτων ενέσιμου υλικού καθώς και παροχή αντιρετροϊκής θεραπείας, και άλλων σχετικών παρεμβάσεων που εμποδίζουν τη μετάδοση του ιού HIV, της ιογενούς ηπατίτιδας και άλλων αιματογενώς μεταδιδόμενων νοσημάτων που σχετίζονται με τη χρήση ουσιών και παρεμβάσεων για την πρόληψη και τη θεραπεία της υπερδοσολογίας, ιδίως της υπερδοσολογίας από οπιοειδή, με τη χρήση ανταγωνιστών όπως η ναλοξόνη και να διασφαλίσουν της πρόσβαση σε αυτές τις υπηρεσίες εντός και εκτός θεραπευτικών δομών, στις φυλακές και σε άλλα πλαίσια στέρησης της ελευθερίας», λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερες ανάγκες των γυναικών και των νέων.

Αναγκαία προϋπόθεση για την αποτελεσματική εφαρμογή των παραπάνω μέτρων είναι η εγκαθίδρυση συνεργασίας ανάμεσα στο σύστημα των φυλακών και τις υπηρεσίες υγείας και ψυχοκοινωνικής πρόνοιας. Σε αρκετές χώρες, όπως η Ιταλία, Γαλλία, Σουηδία και η Νορβηγία, η συνεργασία αυτή επιτεύχθηκε μέσω της μεταφοράς της ευθύνης για την υγεία των κρατουμένων από το Υπουργείο Δικαιοσύνης στο Υπουργείο Υγείας, φανερώνοντας πως το ζήτημα των ναρκωτικών πρέπει να αντιμετωπίζεται ως θέμα υγείας και όχι ως ζήτημα ποινικής δικαιοσύνης. Επίσης, επιτακτική μοιάζει και η ανάγκη ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης.

Δυστυχώς, κοινή πραγματικότητα σε αρκετές χώρες του κόσμου – ανάμεσά τους και η Ελλάδα –  είναι πως η ανεπαρκής ενημέρωση και ευαισθητοποίηση των αρμόδιων φορέων χάραξης πολιτικής σε συνδυασμό με την έλλειψη της πολιτικής βούλησης, θέτουν σοβαρά εμπόδια σε κάθε προσπάθεια υλοποίησης μιας συντονισμένης πολιτικής για τη Μείωση της Βλάβης, μιας προσέγγισης που έχει αποδειχθεί πως σώζει ζωές, θέτοντας τον άνθρωπο που κάνει χρήση ουσιών στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος.