Στις 27 Οκτωβρίου 2016 οδηγούνται σε δίκη η ιστορικός Σέιλα Λεκέρ για το βιβλίο της «Το νησί του Μουσολίνι. Φασισμός και ιταλική κατοχή στη Σύρο», που εκδόθηκε το 2009, καθώς και οι εκδόσεις Αλεξάνδρεια, που το εξέδωσαν το 2013 στην Ελλάδα. Κατήγοροι στη δίκη είναι οι κληρονόμοι του Βαίτση Βάγια, πρώην νομάρχη Σύρου, ο οποίος το 1944 είχε διοριστεί στη θέση αυτή από τις δυνάμεις κατοχής. Στο βιβλίο η ιστορικός αποφεύγει να εκφράσει η ίδια την προσωπική της θέση, ωστόσο μεταφέροντας τις κρίσεις των ανθρώπων του νησιού, αφήνει να υπονοηθεί ότι ο διορισμός του Βαίτση  σε μια τέτοια θέση και τέτοια εποχή γέννησε στην τοπική κοινωνία αντικρουόμενες κρίσεις σχετικά με το αν ο Βαίτσης ήταν ή δεν ήταν δοσίλογος. Για τη δίκη αυτή έχει ξεκινήσει μια διαδικτυακή συλλογή υπογραφών – μέσω της πλατφόρμας «Ψηφίσματος Πολιτών» Avaaz- , ενώ μεταξύ των μαρτύρων υπεράσπισης είναι ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Ν. Αλιβιζάτος, ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας Ν. Μαραντζίδης και ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Ν. Ξυδάκης.

Με αφορμή τη δίκη αυτή αναδύονται εκ νέου επίκαιρα ερωτήματα που σχετίζονται με την ελευθερία του λόγου, με την ιστορική επιστήμη, αλλά και με την πολιτική εκμετάλλευση και εργαλειοποίηση του παρελθόντος προς όφελος παροντικών πολιτικών, επιβάλλοντας μια συγκεκριμένη εκδοχή της μνήμης και ποινικοποιώντας κάθε διαφοροποίηση ή αμφισβήτησή της. Ας δούμε μερικά παραδείγματα από αντίστοιχες περιπτώσεις ιστορικών απόψεων που οδηγήθηκαν ξανά στο εδώλιο στο παρελθόν.

 

Ντέιβιντ Ίρβινγκ εναντίον Ντέμπορα Λίπσταντ

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσίασε η δίκη που διεξήχθη επί τρεις μήνες (11/1-11/4) το 2000, στην οποία ο βρετανός ιστορικός Ντέιβιντ Ίρβινγκ – αρνητής του Ολοκαυτώματος[1] – άσκησε δίωξη εναντίον της αμερικανίδας ιστορικού Ντέμπορα Λίπσταντ, η οποία στο βιβλίο της «Αρνούμενοι το Ολοκαύτωμα», που κυκλοφόρησε το 1993, κατηγόρησε τον Ίρβιγκ για παραποίηση στοιχείων. Ο Ίρβινγκ εκμεταλλευόμενος την ιδιαιτερότητα της αγγλικής νομοθεσίας «περί λιβέλου», δηλαδή συκοφαντικής δυσφήμισης δια του Τύπου (σε εφημερίδες, βιβλία ή άλλα μέσα), η οποία ορίζει ότι ο εναγόμενος –και όχι ο ενάγων – έχει την υποχρέωση να πείσει ότι είναι αληθείς και τεκμηριωμένοι οι χαρακτηρισμοί που χρησιμοποιεί, οδήγησε στο δικαστήριο την Λίπσταντ κατηγορώντας την ότι τον αποκάλεσε «Αρνητή». Μάρτυρες υπεράσπισης της Λίπσταντ βρέθηκαν σημαντικοί ιστορικοί και η απόφαση ήταν καταδικαστική για τον Ίρβινγκ, ο οποίος ωστόσο μέσα από μια πολυέξοδη και πολύμηνη δίκη κατάφερε να πετύχει έμμεσα αυτό που επιδίωκε: να αποτρέψει άλλους ιστορικούς να ασχοληθούν μαζί του. Η ίδια μάλιστα η Λίπσταντ αργότερα αναφερόμενη στο ζήτημα δήλωσε: «Αρκετά συχνά με πλησιάζουν άνθρωποι που θέλουν να οδηγήσουν ενώπιον της δικαιοσύνης τους αρνητές. Πάντοτε τους αποτρέπω, διότι στις ΗΠΑ η Πρώτη Τροπολογία εγγυάται την αποτυχία μιας τέτοιας προσπάθειας. Αλλά και σε χώρες όπου είναι δυνατόν να θεσπιστούν νόμοι που θα απαγορεύουν την άρνηση του Ολοκαυτώματος είμαι αντίθετη σε κάτι τέτοιο. Αυτοί οι νόμοι απλώς μετατρέπουν τον αρνητισμό σε ‘απαγορευμένο καρπό’ και έτσι τον κάνουν περισσότερο -και όχι λιγότερο- ελκυστικό. Επιπλέον δεν πιστεύω ότι οι αίθουσες των δικαστηρίων είναι οι κατάλληλοι χώροι για να αναπτυχθεί η ιστορική έρευνα», ασκώντας μια έμμεση κριτική και στην ποινικοποίηση της άρνησης του Ολοκαυτώματος, που θεσμοθετείται σταδιακά σε όλο και περισσότερες χώρες και στις οποίες το κράτος περιορίζει το δικαίωμα στην ελευθερία του λόγου επικαλούμενο την προστασία άλλων δικαιωμάτων.

 

Το Πανεπιστήμιο Κρήτης και ο Γερμανός Ιστορικός Χάιντς Ρίχτερ

Στην Ελλάδα αντίστοιχα, το 2015 ασκήθηκε δίωξη στον Γερμανό ιστορικό Χάιντς Ρίχτερ, με βάση το άρθρο 2 του αντιρατσιστικού νόμου «περί άρνησης εγκλημάτων»[2]. Αφορμή για τη δίωξη του Ρίχτερ στάθηκε η απόφαση του Πανεπιστημίου της Κρήτης να ανακηρύξει τον ιστορικό, επίτιμο διδάκτορα. Η απόφαση αυτή προκάλεσε αλυσιδωτές αντιδράσεις, καθώς ο Ρίχτερ με τη μονογραφία του «Η μάχη της Κρήτης» (εκδόσεις Γκοβόστη, 2011) είχε υποστηρίξει την άποψη περί «εκβαρβαρισμού του πολέμου», σύμφωνα με την οποία η συμμετοχή πολιτών στη μάχη της Κρήτης κατά των Γερμανών εισβολέων προκάλεσε τα αιματηρά αντίποινα των δεύτερων, οι οποίες οδήγησαν στην ανάκληση της απόφασης του πανεπιστημίου, αλλά και στην αυτεπάγγελτη ποινική δίωξη του Ρίχτερ από τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Ρεθύμνου για «άρνηση εγκλημάτων του ναζισμού σε βάρος του κρητικού λαού με εξυβριστικό περιεχόμενο».

 

Ο Ανδρεουλάκος ως εισαγγελέας εναντίον του βιβλίου «Η κρίση στα Βαλκάνια, το Μακεδονικό και η εργατική τάξη»

Μέσα σ’ ένα κλίμα εθνικιστικής έξαρσης με αφορμή το όνομα «Μακεδονία», που κορυφώθηκε με το συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης (14.02.1992), από την «Επιτροπή Μακεδόνων», εντάσσονται και τα γεγονότα που ένα μήνα αργότερα θα απειλήσουν την ελευθερία του λόγου μέσα από τη δίωξη ενός βιβλίου. Τον Μάρτιο του 1992, ο προϊστάμενος της Εισαγγελίας Πρωτοδικών, Αθ. Ανδρεουλάκος, άσκησε αυτεπάγγελτη δίωξη για την συγγραφή και διακίνηση του βιβλίου «Η κρίση στα Βαλκάνια, το Μακεδονικό και η εργατική τάξη», που είχε εκδοθεί από το Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο. Η δίωξη οδήγησε σε σύλληψη και δίκη τους Π. Γκαργκάνα, Κ. Πίττα, Α. Καλοδούκα, (τους τρεις από τους 7 συνολικά συγγραφείς της έκδοσης) και επιπλέον τους Τ. Κύρκο και Λ. Γιδάκο, η οποία έγινε ένα χρόνο αργότερα, το Μάη του 1993 και κράτησε μια βδομάδα. Οι κατηγορίες που απαγγέλθηκαν στους κατηγορουμένους αφορούσαν τα εμφυλιοπολεμικά αδικήματα της «διασποράς ψευδών ειδήσεων», της «πρόκλησης πολιτών σε διχόνοια» και της διατάραξης των σχέσεων της χώρας με φιλικά κράτη», ενώ ως κατήγοροι κλήθηκαν οι Κ. Πλεύρης με την ιδιότητα του «ειδήμονος περί τα εθνικά θέματα», ο Π. Ψωμιάδης, ο πρώην υπουργός της ΕΡΕ Ν. Μάρτης, ένας παπάς και ο αστυνομικός που έκανε τις συλλήψεις των 5 κατηγορουμένων. Το μαζικό ωστόσο κίνημα συμπαράστασης τόσο στο εσωτερικό της χώρας, όσο και στο εξωτερικό οδήγησε στην πανηγυρική αθώωση των κατηγορουμένων.

 

Μερικές περιπτώσεις που απασχόλησαν το Γαλλικό Δικαστήριο

Η Ιστορία έχει καταστεί ευάλωτη σε αλλεπάλληλες ανταγωνιστικές μεταξύ τους μνημονικές διεκδικήσεις, οι οποίες επιβάλλουν μια μνημονική εκδοχή και μία επίσημη αλήθεια σε αρκετές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στη Γαλλία πχ η ψήφιση δύο νόμων, του νόμου της 29ης Ιανουαρίου 2001, που αναγνώριζε τη γενοκτονία των Αρμενίων του 1915 και ο νόμος Taubira της 21ης Μαΐου 2001, που χαρακτήριζε το εμπόριο των μαύρων και τα σκλαβοπάζαρα ως εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, ενέπλεξαν δύο Γάλλους ιστορικούς στη δίνη μιας μεγάλης καμπάνιας δυσφήμισης του έργου τους, αλλά και στα δικαστήρια. Το 2005, ο Olivier Petre-Grenouilleau, είχε «τολμήσει» να υποστηρίξει ότι, εκτός από το δυτικό εμπόριο των Μαύρων, υπήρχε και αυτό των Αράβων πάνω στους Μαύρους, όπως και το δουλεμπόριο που έκαναν οι Μαύροι πάνω σε άλλους Μαύρους, ενώ το 1995 ο Bernard Lewis καταδικάστηκε από το γαλλικό δικαστήριο, μετά από μήνυση των αρμενικών γαλλικών οργανώσεων, όταν υποστήριξε ότι η σφαγή των Αρμενίων δεν ήταν γενοκτονία, καθώς δεν είχε προγραμματικό χαρακτήρα και δεν μπορεί να παραλληλιστεί με το Ολοκαύτωμα των Εβραίων.

 

Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, ο Εμφύλιος και οι υποστηρικτές του «Νέου Κύματος»

Στον αντίποδα όλων αυτών των ιστορικών βιβλίων που οδηγήθηκαν στα δικαστικά έδρανα, μια άλλη ιστορική διαμάχη διεξήχθη με έντονη δημόσια αντιπαράθεση από τις στήλες καθημερινών εφημερίδων και άλλων εντύπων, με συμμετοχή ιστορικών, ανθρωπολόγων, πολιτικών επιστημόνων και άλλων ερευνητών. Η διαμάχη αφορούσε μια νέα απόπειρα συγγραφής αναθεωρητισμού της περιόδου του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και του Εμφυλίου στην χώρα μας μέσα από τους υποστηρικτές του «Νέου Κύματος», Ν. Μουραντζίδη και Σ. Καλύβα, κατά τους οποίους – μεταξύ των άλλων θέσεων- η ξένη στρατιωτική κατοχή παραμερίζεται και η σύγκρουση την επίμαχη αυτή περίοδο εστιάζεται στο δίπολο κομμουνισμός- αντικομμουνισμός, αντιτάσσοντας στη «λευκή» την «κόκκινη τρομοκρατία».

…..

Η Ιστορία δεν είναι η μνήμη. Η Ιστορία λαμβάνει υπόψη της τη μνήμη, αλλά δεν περιορίζεται σ’ αυτήν. Η Ιστορία δεν είναι αντικείμενο του δικαστηρίου. Σε ένα ελεύθερο κράτος ούτε το κοινοβούλιο, ούτε η δικαστική εξουσία έχει την αρμοδιότητα να ορίζει την ιστορική αλήθεια. Μετά τη λήξη του πολέμου οι κοινωνίες κλήθηκαν να αναπτύξουν στρατηγικές για να αντιμετωπίσουν το πρόσφατο τραυματικό παρελθόν τους. Η λήθη αποτέλεσε μία από αυτές και συσκότισε τα όποια ενοχικά συμπλέγματα συνεργατών, σιωπηλών συνενόχων και ένθερμων οπαδών του εθνικοσοσιαλισμού.

Μήπως ωστόσο η επεξεργασία του παρελθόντος και όχι η στρατηγική της λήθης ή της απόκρυψης θα δώσει την ευκαιρία – όχι φυσικά για νέες δίκες  – αλλά για μια συμφιλίωση μ’ αυτό το τραύμα, όπως συνέβη στην περίπτωση του ποιητή Νικηφόρου Βρεττάκου να ονοματίσει το άλεκτο μέσα από την ποίηση; Ο ποιητής, φέροντας ένα σκιώδες οικογενειακό παρελθόν, επέλεξε να ακολουθήσει την προτροπή του πατέρα του: “Το όνομα Βρεττάκος είναι βαρυμένο από αρπαγές (εκτάσεων γης) κι από φονικά […] Να το εξαγιάσεις”.[3] Όπως συχνά σημείωνε ο ίδιος, πολεμούσε τον άνεμο του “Κακού” – της βίας γράφοντας ολοένα[4]. Αναφερόμενος στην απελευθερωτική δύναμη της ποίησης – τον τρόπο που ο ίδιος επέλεξε, ώστε να βάλει το ά-λογο της βίας σε λόγο και να το εξανθρωπίσει – έγραψε χαρακτηριστικά: “Έκαμα την έξοδό μου από αυτό το σκοτάδι, αποσπώντας ένα άλογο από μέσα μου”[5].  Στο Μουσείο Νεότερης Ιστορίας της Σπάρτης δίπλα στην Κοινοποίηση της εκτέλεσης από τους Γερμανούς των 118 Σπαρτιατών στο Μονοδέντρι, στις 26/11/1943, εκτέλεση στην οποία φέρεται να εμπλέκεται και ο ξάδερφος του ποιητή, Λεωνίδας Βρεττάκος, εκτίθεται ένα κείμενό του “αφιέρωμα” στους 118. Σ’ αυτό το κείμενο αλλά και στο αυτοβιογραφικό βιβλίο του «Οδύνη», δηλώνει την πλήρη αποστασιοποίησή του από το ενοχικό παρελθόν του και τη χάραξη του δικού του δρόμου μέσα από την ποίηση.

 

Πηγές:

Η επίσκεψη του Ντέιβιντ Ίρβινγκ. Η ιστορία στο εδώλιο

Αρνητές του Ολοκαυτώματος, από θύτες θύματα, tvxs,gr, 30 Απριλίου 2010

Έτσι «φτιάχτηκε» η κοινή γνώμη. Οι δέκα μύθοι του «Σκοπιανού»

Τάσος Κωστόπουλος, «Η απαγορευμένη γλώσσα. Κρατική καταστολή των σλαβικών διαλέκτων στην ελληνική Μακεδονία», Αθήνα 2000, εκδ. «Μαύρη Λίστα»

Τα συλλαλητήρια του ’92 και ο Νεοελληνικός ρατσισμός. Η Μακεδονία του Ηλία Πετρόπουλου

Άννα – Μαρία Δρουμπούκη, Μνημεία της λήθης. Ίχνη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, Αθήνα, Πόλις 2014

Γιάννης Ρουμελιώτης, Η Εθνική Αντίσταση στη Λακωνία 1941-1945, Αδούλωτη Μάνη, 2005

 

[1] Ο πιο ακριβής ιστορικά όρος για την αναφορά στη γενοκτονία των Εβραίων είναι ο όρος «Σοά», καθώς ο όρος «Ολοκαύτωμα» ενέχει τη συνεκδοχή της εθελοντικής θυσίας.

[2] Την απόσυρση του άρθρου 2 του νομοσχεδίου ζητούν και με επιστολή τους 139 ιστορικοί, καθώς υποστηρίζουν ότι περιορίζει την ελευθερία του λόγου, βλ. «Έκκληση 139 ιστορικών για την απόσυρση του άρθρου 2 του αντιρατσιστικού νόμου», left.gr, 02.09.2014

[3] Ν. Βρεττάκος, Η εκλογή μου – Ποιήματα, 1933-1991, εκδόσεις Ποταμός.

[4] Ν. Βρεττάκος, Οδύνη, Πόλις.

[5] Αναφορά στο ποίημά του “Έξοδος με το Άλογο”, Η εκλογή μου – Ποιήματα, 1933-1991, εκδόσεις Ποταμός.