«Το σύστημα αμοιβών, λοιπόν, είναι υπό διάλυση και δεν δουλεύει» δηλώνει εμφατικά ο οικονομολόγος Γκάι Στάντινγκ. Διαπίστωση που επικυρώνεται με τον πιο επίσημο τρόπο πλέον από την πρόσφατη μελέτη του Διεθνή Οργανισμού Εργασίας (ILO), σύμφωνα με την οποία ο αριθμός των ανέργων σε παγκόσμιο επίπεδο κατά το 2015 ανήλθε σε 197,1 εκ. άτομα – σχεδόν 1 εκ. παραπάνω συγκριτικά με το 2014 και 27 εκ. άτομα παραπάνω σε σχέση με τα προ κρίσης επίπεδα. Οι δε προβλέψεις για τα αμέσως επόμενα δύο χρόνια εστιάζουν σε περαιτέρω αύξηση της παγκόσμιας ανεργίας κατά 3,4 εκ. άτομα.

Εξίσου τρομακτικά είναι τα νούμερα που δίνει ο ILO σχετικά με την «ευάλωτη απασχόληση» [1],  όπου σε παγκόσμιο επίπεδο τη βιώνουν 1,5 δισ. άνθρωποι, αριθμός που αντιστοιχεί στο 46% της ολικής απασχόλησης στον πλανήτη. Σε ό,τι αφορά τη Νότια Ασία και την υποσαχάρια Αφρική τα ποσοστά της «ευάλωτης απασχόλησης» ξεπερνάνε το 70%. Για δε την Ευρώπη οι προσωρινές συμβάσεις απασχόλησης ανέρχονται στο 15% ενώ η μερική απασχόληση αντιπροσωπεύει πλέον ένα δυσανάλογο μερίδιο στη δημιουργία θέσεων απασχόλησης ξεπερνώντας το 22% το 2015 και είναι ως επί το πλείστον ακούσια, ειδικά στις χώρες του Νότου. Πιο συγκεκριμένα, το 2014, το 71,2% (εντός της) μερικής απασχόλησης στην Ελλάδα ήταν σε ακούσια βάση, ενώ το αντίστοιχο ακούσιο ποσοστό σε Ιταλία και Ισπανία ήταν πάνω από 64% και πάνω από 50% στην Πορτογαλία.

Η μελέτη του ILO για την Ευρώπη τονίζει περαιτέρω ότι «τα σημερινά πρότυπα του κινδύνου δημιουργίας θέσεων απασχόλησης επιδεινώνουν το ήδη υψηλό επίπεδο της εισοδηματικής ανισότητας στην περιοχή. Οι προσωρινά εργαζόμενοι κερδίζουν χαμηλότερους μισθούς από τους συνομηλίκους τους με συμβάσεις αορίστου χρόνου, ενώ οι εργαζόμενοι με μερική απασχόληση αντιμετωπίζουν μία κατά μέσο όρο 20-40% μεγαλύτερη πιθανότητα να εγκλωβιστούν στη φτώχεια από τους ομολόγους τους με υψηλής έντασης εργασίας αφού συνήθως βιώνουν μειωμένα επίπεδα κοινωνικής ασφάλισης, μικρότερη συμμετοχή σε προγράμματα κατάρτισης και περιορισμένες προοπτικές σταδιοδρομίας. Δεδομένων πλέον των συνεχώς αυξανόμενων επιπέδων εισοδηματικής ανισότητας η μακροπρόθεσμη ανάπτυξη και η δημιουργία θέσεων εργασίας είναι μακριά (ILO, 2015c)».

Εκ των ανωτέρω καταλαβαίνουμε ότι τόσο το σύστημα απασχόλησης όσο και το σύστημα αμοιβών, όπως τουλάχιστον το είχαμε γνωρίσει τις τελευταίες δεκαετίες στην καπιταλιστική Δύση, είναι υπό κατάρρευση. Όχι μόνο ο πληθυσμός στις υπό ανάπτυξη και αναπτυσσόμενες χώρες αλλά και αυτός των αναπτυγμένων χωρών είναι αντιμέτωπος με ανεργία, μειωμένη έως ανύπαρκτη κοινωνική ασφάλιση και ανασφάλεια. Ο παγκόσμιος πλέον πληθυσμός έρχεται αντιμέτωπος με την φτώχια. Το γιατί και πως (είτε το υποψιαζόμαστε, είτε το γνωρίζουμε) οφείλεται κατά κύριο λόγο στη αποφασιστικότητα του Κεφαλαίου να αυξήσει περαιτέρω το ποσοστό κέρδους του αγνοώντας επιδεικτικά οποιασδήποτε μορφής «κοινωνικό συμβόλαιο» ίσχυε ως τώρα. Από την άλλη πλευρά, είτε μιλάμε για έθνη-κράτη είτε για μεγάλες ομοσπονδίες (Αμερική, Ευρώπη, κλπ) υπάρχει αποδεδειγμένη αδυναμία να μπει φραγμός στον στόχο αυτό του Κεφαλαίου και να ελεγχθεί η κατάσταση προς όφελος των λαών τους. Ταυτόχρονα όλες οι πολιτικές τους για περιορισμό της ανεργίας και θωράκισης του κράτους πρόνοιας για τους ασθενέστερους (τα τελευταία χρόνια της κρίσης) αποδεικνύονται ολοένα και πιο αναποτελεσματικές.

Στο πλαίσιο αυτό, όλο και περισσότερο τα τελευταία χρόνια ακούγεται η ανάγκη θεσμοθέτησης πολιτικών που θα εξασφαλίζουν ένα ελάχιστο εισόδημα για καθεμία και καθέναν πολίτη. Η συζήτηση που έρχεται στα τραπέζια συνήθως αφορά αποκλειστικά το ύψος ενός τέτοιου εγγυημένου εισοδήματος. Ειδικά στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια η συζήτηση έχει γίνει κάτι σαν το προπό ή τη συζήτηση στο κρεοπωλείο: 250€ καλά είναι; να το αφήσω;

Αν υποθέσουμε ότι υπάρχουν κυβερνήσεις που ενδιαφέρονται να εξασφαλίσουν σε κάθε πολίτη μια αξιοπρεπή διαβίωση λαμβάνοντας υπόψη το εργασιακό τοπίο (ή τοπίο ανεργίας όπως καλύτερα θα έπρεπε να το ονομάσουμε), η συζήτηση αυτή σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να εκληφθεί ως πανάκεια αλλά και να περιοριστεί στο πόσα χρήματα θα δίνονται ανά μήνα. Υπάρχουν βασικά αγαθά για τα οποία η πρόσβαση θα πρέπει να είναι δωρεάν. Η ενέργεια, το καθαρό και πόσιμο νερό και η πρόσβαση σε καλή παιδεία σε όλες τις βαθμίδες θα πρέπει να είναι δωρεάν ενώ άμεση θα πρέπει να είναι και η άρση των όποιων εμποδίων πρόσβασης σε υπηρεσίες υγείας αλλά και στο φάρμακο και την πρόληψη [2].

Παρατηρώντας και αναλύοντας λοιπόν τους δείκτες της ανεργίας και της επισφαλούς εργασίας να αυξάνονται σε παγκόσμιο επίπεδο και ασκώντας γενική κριτική στις αιτίες που οδηγούν σε αυτά τα αποτελέσματα χάνεται η ευκαιρία να δοθεί βάρος και ενέργεια στην εξεύρεση άμεσων λύσεων. Δράσεις όπως η τράπεζα χρόνου, ή εναλλακτικά νομίσματα που έχουν βρει σε μικρογραφίες μια κάποια εφαρμογή δεν έχουν ούτε το εύρος ούτε τη δύναμη να αποτελέσουν εναλλακτική μορφή. Βεβαίως, σε τοπικό επίπεδο, η δημιουργία παράλληλων δωρεάν δομών υγείας και συσσιτίων προσπαθεί να «ανακουφίσει» περιοχές που ο κοινωνικός ιστός είναι διαλυμένος. Απαιτείται όμως να λάβουν αυτά τα θέματα υψηλή προτεραιοποίηση σε τοπικό, ευρωπαϊκό αλλά κυρίως σε παγκόσμιο επίπεδο εντός των κινηματικών δράσεων. Με άλλα λόγια τα κινήματα -και δη τα παγκόσμια- οφείλουν να απαντήσουν άμεσα στο φαινόμενο της “Jobless growth” και της διάλυσης των συστημάτων απασχόλησης και αμοιβών και να αναδομήσουν επί το βέλτιστο οπισθοδρομικές και αναχρονιστικές νεοφιλελεύθερες πολιτικές όπως αυτή του εγγυημένου εισοδήματος. Τα παγκόσμια κινήματα οφείλουν να διεκδικούν πέρα από την ατζέντα των νεοφιλελεύθερων πολιτικών, γιατί όπως μας ενημερώνει στην ίδια συνέντευξη ο Στάντινγκ «χρειάζονται κρατικά ταμεία να αποσπούν κάποια από τα κέρδη του κεφαλαίου και να τα αναδιανέμουν στους ανθρώπους που τα έχουν ανάγκη, όπως γίνεται στη Νορβηγία και σε άλλες χώρες».

 

————————–

[1] Ως εργαζόμενοι σε ευάλωτη απασχόληση ορίζεται το άθροισμα των εργαζομένων για λογαριασμό τους και ως μέλη οικογένειας που δεν βιώνουν τυπικές ρυθμίσεις εργασίας, και επομένως είναι πιο πιθανό να έχουν έλλειψη αξιοπρεπών συνθηκών εργασίας, επαρκούς κοινωνικής προστασίας και «φωνή» μέσα από την αποτελεσματική εκπροσώπηση συνδικάτων και παρόμοιων οργανώσεων. Η ευάλωτη απασχόληση χαρακτηρίζεται συχνά από ανεπαρκή κέρδη, χαμηλή παραγωγικότητα και δύσκολες συνθήκες εργασίας που υπονομεύουν τα θεμελιώδη δικαιώμα7τα των εργαζομένων. http://www.ilo.org/global/about-the-ilo/newsroom/features/WCMS_120470/lang–en/index.htm

[2] Παράλληλα είναι σημαντικό να μας απασχολήσει το θέμα της διατροφής ως σύνολο στον πλανήτη αφού η έλλειψη της αποτελεί κυρίαρχο παράγοντα εξαθλίωσης και φτώχειας. Η μεταφορά τεχνογνωσίας από την μια άκρη της γης στην άλλη και ανάλογα με τις ανάγκες, η απομάκρυνση εταιριών που απομυζούν το πλούσιο έδαφος και υπέδαφος χωρίς να επιστρέφουν κανένα όφελος στους κατοίκους των περιοχών, οι αστικές καλλιέργειες και η κατάργηση κάθε νόμου που τις απαγορεύει, οφείλουν να μπουν στις άμεσες προτεραιότητές μας.