Θέλουν να ρίξουν την Ντίλμα, πρόεδρο της Βραζιλίας, μέσω μιας δίκης για τη δίωξή της που αποφασίστηκε από ομοσπονδιακούς βουλευτές. Για εμάς, ως ανθρωπιστές, οι πολιτικοί δεν μας εκπροσωπεύουν. Αυτή η μορφή δίωξης στην οποία ο λαός δεν είναι αυτός που αποφασίζει είναι ένα συνταγματικό πραξικόπημα, η μία εξουσία (νομοθετική) ρίχνει την άλλη εξουσία (εκτελεστική).

Για μας η κύρια ερώτηση δεν είναι αν η Ντίλμα έχει δίκιο ή όχι, αλλά τι θα γίνει με τη θέληση του λαού. Η πλειοψηφία του λαού επέλεξε νόμιμα να της δώσει μια δεύτερη εντολή στις εκλογές.

Χρόνια τώρα υποστηρίζουμε ότι μόνο ο λαός που εκλέγει τους πολιτικούς θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να τους διώχνει. Δεν μιλάμε για «δίωξη» αλλά για παραίτηση. Πώς μπορεί να γίνει αυτό; Πολύ απλά με κάλεσμα του λαού να ψηφίσει σε ένα δημοψήφισμα με την ερώτηση να μείνει ή φύγει. Και αν το «όχι» χάσει, οργανώνονται νέες εκλογές ώστε ο λαός να εκλέξει όποιον θέλει για να τον κυβερνήσει.

Αυτό λέγεται δημοψήφισμα ανάκλησης. Δεν είναι γραμμένο στον βραζιλιάνικο νόμο αλλά δεν είναι δική μας εφεύρεση. Πολλές χώρες χρησιμοποιούν ένα τέτοιο εργαλείο για να βελτιώσουν τη δημοκρατία. Αν αυτοί που είναι υπέρ της διεύρυνσης της δημοκρατίας ήταν στην αντιπολίτευση ή στην κυβέρνηση θα εξέταζαν αυτό το εργαλείο.

Βασικά αυτό που συζητείται είναι το πώς θα μείνουν τα πράγματα όπως ήταν. Τα πρόσωπα μπορεί να αλλάζουν, κάποιος έρχεται και κάποιος άλλος φεύγει, ή μία πλευρά φεύγει και μία άλλη έρχεται, αλλά για αυτούς, οι απλοί άνθρωποι είναι χρήσιμοι στην καλύτερη περίπτωση σαν στήριξη για αυτούς που είναι στην κορυφή της εξουσίας. Αλλά δεν αποφασίζουν για τίποτα.

Έτσι για τους νέους ανθρώπους ή για τους απλούς πολίτες, η πολιτική είναι όλο και λιγότερο ελκυστική.

Είναι πολύ διαφορετική από την προσωπική ζωή.

Παίρνεις μια απόφαση και επιλέγεις ένα δρόμο με την ελπίδα ότι θα είναι ο καλύτερος για τη ζωή σου. Αν η ζωή σου χειροτερεύσει σταματάς και αναρωτιέσαι: που πηγαίνω; Αξίζει να συνεχίσω ή θα ήταν καλύτερο να αλλάξω; Αποφασίζεις να αλλάξεις, να επιλέξεις έναν άλλο δρόμο. Και παρόλο που η προηγούμενη απόφασή σου ήταν πολύ κακή και η ζωή σου έγινε πολύ χειρότερη κανείς δεν μπορεί να αποφασίσει για σένα τι θα κάνεις με τη ζωή σου. Εκτός και αν είσαι ανίκανος ή για λόγους ηλικίας είσαι ακόμα ανώριμος.

Έτσι ένα δημοψήφισμα ανάκλησης θα ήταν μια πολύ καλή εξάσκηση για τη ζωή της κοινωνίας.

Για τους ανθρωπιστές, ο λαός δεν είναι ανώριμός, ούτε ανίκανος. Η πιο βαθιά μας πεποίθηση είναι η αξία του ανθρώπου ως κεντρική αξία, παρόλο που μπορεί να υπάρχουν ανεβοκατεβάσματα, πρόοδος και οπισθοχωρήσεις, πιστεύουμε ότι η ανθρωπότητα ακολουθεί έναν δρόμο ανάπτυξης μέσα στην ιστορία.

Η δίωξη της Ντίλμα

Ο λόγος; Σύμφωνα με εκείνους που θέλουν να την ξεφορτωθούν υπάρχουν δύο κύριοι λόγοι: η ανικανότητά της να βγάλει τη Βραζιλία από την οικονομική κρίση και η διαφθορά των μελών των κομμάτων που συνεργάζονται με την κυβέρνηση. Αυτό είναι που λένε δημόσια. Αλλά υπάρχει μεγάλη διαφθορά και μέσα στα δικά τους κόμματα, μόνο που αυτό κρύβεται από τα μέσα ενημέρωσης που τους υποστηρίζουν. Και οι πολιτείες και οι πόλεις της Βραζιλίας που η αντιπολίτευση έχει τη διακυβέρνηση δεν είναι ούτε αυτές νησίδες ευημερίας. Πάρτε για παράδειγμα την περίπτωση της πολιτείας του Σάο Πάολο με το δεύτερο μεγαλύτερο προϋπολογισμό μετά την ομοσπονδιακή κυβέρνηση, μία πολιτεία στην οποία δεν λειτουργεί τίποτα: εκπαίδευση, υγεία, μεταφορές, στέγαση, ασφάλεια, τίποτα. Αυτό που δίνει την εντύπωση ότι λειτουργεί είναι πως αν μπορεί κανείς να πληρώσει θα έχει καλής ποιότητας υπηρεσίες και σε σύγκριση με την υπόλοιπη χώρα υπάρχουν πολλοί που μπορούν να πληρώσουν για τουλάχιστον κάποιες από αυτές τις ιδιωτικές υπηρεσίες.

Αυτοί που είναι τώρα στην αντιπολίτευση οδήγησαν τη χώρα σε χρεοκοπία τρεις φορές όταν ήταν ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Όχι μία ή δύο αλλά τρεις φορές! Ήταν πίσω από την πληρωμή λογαριασμών με ξένο νόμισμα και πούλησαν κρατικές εταιρείες σε τιμές ευκαιρίας.

Συμπέρασμα: υπάρχει ανικανότητα και διαφθορά παντού.

Αλλά εδώ δεν πρόκειται για την ανικανότητα και τη διαφθορά, αυτά είναι απλά η δικαιολογία για να εκμεταλλευτούν το αίσθημα αγανάκτησης της κοινωνίας.

Η αντιπολίτευση προσπαθεί να κοροϊδέψει την κοινωνία, γιατί αυτό που έχει σημασία για αυτούς στην πραγματικότητα είναι να πάρουν στα χέρια τους τα κλειδιά των θησαυροφυλακίων των τραπεζών που ελέγχει η ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Και για τέταρτη φορά το Εργατικό Κόμμα κέρδισε τα κλειδιά. Κέρδισαν τις εκλογές με την πλειοψηφία των έγκυρων ψήφων, όπως ορίζει ο νόμος της Βραζιλίας.

Η νικήτρια Ντίλμα ως πρόεδρος πρόδωσε τις προεκλογικές της υποσχέσεις, βάζοντας έναν τραπεζίτη στον έλεγχο της οικονομίας και μειώνοντας δικαιώματα και κοινωνικές επενδύσεις, διατηρώντας τα ανήθικα κέρδη των τραπεζών και του οικονομικού συστήματος γενικότερα, μέσω πολύ χαμηλών επιτοκίων και χαμηλής φορολόγησης αυτού του κλάδου. Ευτυχώς διατήρησε την πολιτική της θέση για αύξηση του κατώτατου μισθού και τη θέση της για την εξάλειψη της ακραίας φτώχειας.

Το πρόβλημα είναι ότι η προδοσία της Ντίλμα είναι επίσης η προδοσία σχεδόν όλων όσων έχουν εκλεγεί. Με άλλα λόγια με το να ρίξεις τη Ντίλμα δεν σημαίνει ότι ο αντικαταστάτης της δεν θα προδώσει με τον ίδιο ή χειρότερο τρόπο. Πώς μπορούμε να διασφαλίσουμε ότι οι προεκλογικές υποσχέσεις θα έχουν νομική ισχύ και ότι εάν παραβιαστούν από αυτούς που εκλέχθηκαν, αυτοί θα τιμωρούνται; Αν δεν υπάρχουν κυρώσεις και ο κόσμος πρέπει να περιμένει για τέσσερα χρόνια ώστε να κάνει αλλαγές, τότε το να ρίξεις κάποιον σημαίνει ότι τίποτα δεν θα αλλάξει και η εξουσία θα συνεχίσει να είναι στα χέρια εκείνων που επωφελούνται. Ο μόνος τρόπος να εξαναγκαστούν οι πολιτικοί να εκπληρώνουν τις υποσχέσεις τους είναι: δημοψηφίσματα ανάκλησης, όπως είπαμε πιο πάνω, υποχρεωτικά στο μέσο της θητείας. Επίσης ένας Νόμος Πολιτικής Ευθύνης, μια ακόμη ανθρωπιστική πρόταση, που θα υποχρεώνει του πολιτικούς να καταγράφουν τις υποσχέσεις τους και να ανασύρονται σε περίπτωση που δεν τις πραγματοποιούν.

Ολοφάνερο κακό

Η Βραζιλία περνάει μία περίοδο μεγάλης έντασης, η οικονομική και πολιτική κρίση μαζί παράγουν μια αυξανόμενη δυσφορία. Πολλοί άνθρωποι δεν μπορούν πλέον να αντέξουν την ένταση και θέλουν να δοθεί ένα τέλος γρήγορα και με κάθε κόστος. Υπάρχουν τρελαμένοι άνθρωποι που θέλουν να επέμβει ο στρατός, εκείνοι που αγκαλιάζουν την στρατιωτική αστυνομία βγάζοντας γελοίες σέλφι. Θέλουν ένα δυνατό χέρι για να βάλει τα πράγματα σε τάξη. Δεν έχουν ιδέα τι να κάνουν και δεν θέλουν να έχουν, αλλά ηρεμούν όταν φαντάζονται τον απολυταρχισμό (γιατί νομίζουν αφελώς ότι αυτούς δεν θα τους επηρεάσει). Περισσότεροι είναι οι κυνικοί, που είναι εξοργισμένοι από την διαφθορά των μελών του Εργατικού Κόμματος, αλλά δεν ανησυχούν για τη διαφθορά των μελών των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Όταν βγαίνουν στον δρόμο, εμπίπτουν στην κατηγορία του 10% των πλουσιότερων και υπάρχουν εκατοντάδες χιλιάδες σε μια χώρα με πάνω από 200 εκατομμύρια κατοίκους. Οι κυνικοί δεν θέλουν πραγματική αλλαγή, γιατί επωφελούνται από το παρόν σύστημα, θέλουν μια ομαλότητα εξωτερική και να νιώθουν ότι η κατάστασή τους είναι εγγυημένη. Η κατάστασή τους δεν είναι καθόλου ευάλωτη οικονομικά ή με όρους κοινωνικών δικαιωμάτων. Κατά κύριο λόγο είναι ανίδεοι και αδιάφοροι για τη φτώχεια και την κοινωνική αδικία, καθώς τα χρήματα τούς κάνουν να πιστεύουν ότι τίποτα δεν μπορεί να τους επηρεάσει.

Εδώ και καιρό λέμε ότι υπάρχει μια συνολική αποδιοργάνωση της κοινωνίας, συγκεκριμένα στους θεσμούς που συνήθιζαν να υπηρετούν ως ισχυρές αναφορές στον περασμένο αιώνα. Δεν λειτουργεί πλέον ένα οργανωμένο σύστημα. Οι άνθρωποι συνειδητοποιούν τα ψέματα των πολιτικών, την προπαγάνδα των μέσων ενημέρωσης, ακόμη και το κράτος έχει δεχτεί δυνατά χτυπήματα. Είναι μια παρατεταμένη κρίση. Θα μπορούσε να είναι μια ευκαιρία που τελικά να μας οδηγήσει στην άμεση δημοκρατία με περισσότερη εξουσία στα χέρια του λαού, είτε μέσω δημοψηφισμάτων είτε μέσω δεσμευτικών διαβουλεύσεων του πληθυσμού.

Τίποτα δεν αλλάζει αν η αλλαγή έρχεται από τις ίδιες τις εξουσίες, από τους θεσμούς, από άτομα και οργανισμούς που οδηγούν την πλειοψηφία των αποφάσεων. Αυτή είναι η περίπτωση των αυτοδιορισμένων σωτήρων της πατρίδας, όπως των δικαστών, που καταπατούν το νόμο για να επιτύχουν δικούς τους στόχους. Ή τα μέσα μαζικής ενημέρωσης που είναι εκτός ελέγχου, δηλητηριάζοντας τα μυαλά και τις καρδιές των ανθρώπων. Και εκείνοι οι μαχητές που έχυσαν τόσο ιδρώτα και αίμα για την πρόοδο της κοινωνίας στο παρελθόν, δεν μπορεί να θέλουν να σταματήσουν την ιστορία με αυτά τα επιτεύγματα, αλλά να παλεύουν για νέους τρόπου ώστε να ξεπεράσουμε αυτήν την αποτρόπαια συγκέντρωση εξουσίας και πλούτου. Μία συγκέντρωση που είναι ένα ολοφάνερο κακό, που δεν κάνει δεύτερη σκέψη για να χρησιμοποιήσει κάθε βίαιο τρόπο ώστε να κρατήσει τα πάντα όπως είναι.