Συνέντευξη του Valerio Colombo, Γενικού Γραμματέα του Ιταλικού Ανθρωπιστικού Κόμματος, στην Anna Polo

 

Τα δραματικά γεγονότα στην Ελλάδα, με την εναλλαγή των συναισθημάτων από την ελπίδα, μετά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου, στην απογοήτευση και το θυμό μετά την υποχώρηση του Τσίπρα στον εκβιασμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιβάλλουν ένα πικρό μάθημα: μια σοβαρή πολιτική ενάντια στη λιτότητα, δεν είναι συμβατή με την παραμονή στο ευρώ και σε μια Ευρώπη που κυριαρχείται από αδίστακτους τεχνοκράτες. Σε αυτό το σημείο ποια σενάρια κάνουν την εμφάνισή τους;

Το σενάριο είναι σαφές: Η Ελλάδα διέρχεται μια αληθινή οικονομική άλωση: η υποχρέωση να ιδιωτικοποιήσει θα επιτρέψει κυρίως στους “ξένους επενδυτές”, καθώς και σε μερικούς πολύ πλούσιους Έλληνες, να οικειοποιηθούν οριστικά τους πιο σημαντικούς οικονομικούς πόρους που είχαν παραμείνει στην χέρια του Κράτους. Ένα πράγμα που μας διαφεύγει, γιατί κανείς δεν μιλά γι αυτό, είναι ότι κατά τους δύο τελευταίους αιώνες ο μηχανισμός των μη βιώσιμων χρεών έχει ήδη χρησιμοποιηθεί για να αλώσει την Ελλάδα, αρχής γενομένης από το 1898 και μετά την συνθήκη της Κωνσταντινούπολης. [1]

Και αυτή τη φορά ο κόσμος θα συνεχίσει να δέχεται τη «θεραπεία» της λιτότητας, που σε καμία περίπτωση δεν θα καταφέρει να επαναφέρει την οικονομία και στο τέλος, όταν θα έχει αποκατασταθεί ένας τρόπος ζωής αντίστοιχος με τις «πραγματικές δυνατότητες», δηλαδή ίδιος με εκείνον σε άλλες φτωχές χώρες στον κόσμο, θα υπάρξει μια αναπόφευκτη τελική αναδιάρθρωση του χρέους, η οποία το πιθανότερο είναι να συμπέσει με ένα ακόμα πιο καθοριστικό τέλος του σημερινού μοντέλου της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας στην Ελλάδα. Όπως ήταν κάποτε τα προτεκτοράτα.

Ένα άλλο σενάριο, που δεν πρέπει να υποτιμήσουμε, βασίζεται στη δήλωση του πρώην Υπουργού Οικονομικών, Γιάνη Βαρουφάκη, ότι η σημερινή συμφωνία αποτελεί «Νέα Συνθήκη Βερσαλλιών», επικαλούμενος την τιμωρητική συνθήκη κατά της Γερμανίας που της επέβαλλαν οι νικητές του Α’ παγκοσμίου πολέμου. Ταπεινώνοντας και παραμερίζοντας τον γερμανικό λαό, αυτό είχε ως αποτέλεσμα την βαθύτατη κατάθλιψη της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, που αποτέλεσε μια από τις αιτίες της ανόδου του Ναζισμού.

Στην Ελλάδα υπάρχει η Χ.Α. Αν βρεθεί στην εξουσία, μπορεί να εκπλήξει την Ευρώπη με ένα ακροδεξιό και υπερεθνικιστικό Grexit. Φυσικά κανένα από τα δυο σενάρια δεν είναι επιθυμητό, αλλά χωρίς σημαντική αλλαγή πορείας στο ευρωπαϊκό πολιτικό σκηνικό, μου φαίνονται τα δυο πιο πιθανά.

Τα ΜΜΕ και οι πολιτικοί έκαναν μια εκστρατεία τρόμου ενάντια στο Grexit και γενικώς ενάντια στην περίπτωση εξόδου από το ευρώ για οποιαδήποτε χώρα της ευρωζώνης. Ποιες θα μπορούσαν να είναι οι εναλλακτικές απέναντι σε αυτές τις καταστροφικές προβλέψεις;

Πρώτα απ’όλα πρέπει να αναρωτηθούμε τι εννοούμε «καταστροφικές». Θα προέκυπταν πολλά πρακτικά προβλήματα που θα έπρεπε να επιλυθούν; Φυσικά. Θα προέκυπτε αναστάτωση και αναταραχή σε κάποιο βαθμό, τουλάχιστον για κάποιο χρονικό διάστημα; Είναι πολύ πιθανό. Σε αυτή τη διαδικασία μπορεί να υπάρξουν σπασμωδικές κινήσεις, να εμφανιστούν πολύπλοκες καταστάσεις που δεν είναι εύκολο να διαχειριστεί κανείς. Το αληθινό ερώτημα είναι το εξής: άραγε η σημερινή κατάσταση δεν είναι αρκετά καταστροφική ώστε να απαιτεί έκτακτα μέτρα;

Αν θέταμε αυτό το ερώτημα σε κάποιον στην Ελλάδα που μπορεί να αντιμετωπίσει κεφαλαιακά προβλήματα κατά την έξοδο από το ευρώ (για παράδειγμα αν έχει ένα δάνειο σε ευρώ που υπόκειται σε νόμο ξένου νομίσματος [2]), θα έδινε διαφορετική απάντηση από κάποιον ο οποίος σήμερα δεν μπορεί να έχει πρόσβαση σε αντικαρκινικά φάρμακα εξαιτίας των όσων έχει επιβάλει η τρόικα.

Κανείς δεν λέει ότι η έξοδος από το ευρώ και τη νομισματική ένωση θα ήταν εύκολη. Το ότι καταλήγουμε να θεωρούμε ότι αποτελεί μια επιλογή, είναι αποτέλεσμα πικρών διαπιστώσεων που προκύπτουν από την ιστορία των τελευταίων τριάντα ετών.

Το γεγονός ότι η περιγραφή των σκοπών και των θεμελιωδών αξιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήταν μάλλον αναληθής αρχίζει πλέον να αποκαλύπτεται μπροστά στα μάτια όλων μας. Θα μπορούσε να έχει εξελιχθεί τελείως διαφορετικά, όμως αυτό δεν συνέβη. Προφανώς το πρόβλημα δεν είναι μονάχα η Ευρωπαϊκή Ένωση. Είμαστε μάρτυρες μιας παγκόσμιας διαδικασίας που επιφέρει οικονομικού τύπου αντιμεταρρυθμίσεις, και μιας επίθεσης ενάντια στη δημοκρατία που μας έρχεται από πολύ παλιά [3]: το παγκόσμιο πρόβλημα είναι ο ακραίος φιλελευθερισμός και η κυριαρχία των χρηματοπιστωτικών αγορών που καταβροχθίζουν δημοκρατίες σε όλον τον κόσμο, με σκοπό τη δημιουργία ενός «παράλληλου κράτους» υπό τον έλεγχο ιδιωτών, όπως εξηγεί ο Silo στο βιβλίο του Γράμματα στους φίλους μου. Κατευθυνόμαστε προς νέες μορφές τυραννίας, προς ένα νέο Μεσαίωνα. Η ευρωζώνη και η Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως έχουν διαμορφωθεί, είναι ιδανικά πειράματα προς αυτή την κατεύθυνση.

Σε κάποιο σημείο, η Ευρωπαϊκή Ένωση προτάθηκε ως ένα μοντέλο περιφερειοποίησης της αλληλεγγύης και ως εκ τούτου, είχε πολύ ενδιαφέρον. Σίγουρα η «αίσθηση» των ευρωπαϊκών λαών κινήθηκε προς αυτή την κατεύθυνση για μεγάλο χρονικό διάστημα: νιώθαμε Ευρωπαίοι, νιώθαμε πως είχαμε ξεπεράσει τις εθνικιστικές συγκρούσεις και, από αυτήν την άποψη, εμφανιζόμασταν περήφανα στον κόσμο ως παράδειγμα προς μίμηση.

Το πρόβλημα είναι ότι, ενώ πιστεύαμε σε όλα αυτά (κι ίσως κάποιοι από αυτούς που μας έκαναν να τα πιστέψουμε, να τα πίστευαν κι οι ίδιοι) η διαδικασία αυτή υπονομεύτηκε από τη βάση της: από την υπογραφή ακόμα της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Πράξης το 1986, ακόμη και πριν από το Μάαστριχτ, επιβλήθηκαν ρήτρες και μηχανισμοί λειτουργίας των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων που στόχο είχαν την υπονόμευση κάθε δυνατού δημοκρατικού ελέγχου απέναντι στους ίδιους τους οργανισμούς [4]. Η δημοκρατική λειτουργία επετράπη στα κράτη μέλη σε επίπεδο εκπροσώπησης, ωστόσο τα ίδια θα πρέπει να συμμορφώνονται με τις οδηγίες των Βρυξελλών (θεσμικά όργανα, δηλαδή, που δε μπορούν να ελεγχθούν δημοκρατικά). Σα να μπορούμε, για παράδειγμα, να εκλέξουμε τον Δήμαρχο αλλά όχι και το Κοινοβούλιο.

Οι συμφωνίες έχουν συνταχθεί με τέτοιο τρόπο ώστε να εμποδίζονται τυχόν πολιτικές δυνάμεις οι οποίες θα επιθυμούσαν να φέρουν ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις· κι ο μόνος τρόπος για να το κάνουν αυτό θα ήταν να έρθουν στην εξουσία σε όλα τα κράτη μέλη (όχι ως υπολογίσιμη δύναμη της αντιπολίτευσης, αλλά ως κυβερνητική δύναμη). Το οποίο είναι πρακτικά αδύνατο!

Αυτό μας φέρνει αντιμέτωπους με ένα παράδοξο που κατά κάποιο τρόπο είναι ακόμη πιο δραματικό από τα πρακτικά θέματα (οικονομικά, γεωπολιτικά, νομισματικά) που θα προέκυπταν από την έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση: όταν μιλάμε για ακύρωση των συμφωνιών, επειδή δεν είναι αναμορφώσιμες, στην πραγματικότητα, θα πρέπει να δεχτούμε ότι αυτό θα σήμαινε και έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση [5]. Το πρόβλημα που προκύπτει από αυτό είναι ότι πολλοί το αισθάνονται σαν “πισωγύρισμα”, σα να πηγαίναμε ενάντια στην εξέλιξη της ιστορίας, σε μια πλημμυρίδα από εθνικισμούς και συγκρούσεις.

Προσωπικά έχω σκεφτεί πολύ πάνω σε αυτό και αναρωτήθηκα αν το Παγκόσμιο Έθνος των Ανθρώπων, στο οποίο προσβλέπουμε εμείς οι ανθρωπιστές, θα πρέπει να έχει μια κεντρική μορφή παρεμβατικού τύπου, ή αν θα πρέπει να καθιερωθεί ως μια συνεργία των ανθρώπινων ομάδων που αυτο-προσδιορίζονται ως το “Παγκόσμιο Ανθρώπινο Έθνος”, σε μια δημοκρατική και συνειδητή διαδικασία. Ανθρώπινες ομάδες που θα διατηρούν τις παραδόσεις τους, τη γλώσσα τους, τον πολιτισμό τους· που θα μπορούν να αλληλεπιδρούν μεταξύ τους για να επηρεάσουν και να μετασχηματίσουν η μία την άλλη, λαμβάνοντας υπόψιν, ωστόσο, ότι η διαφορετικότητα είναι πλούτος.

Ως ανθρωπιστές σε πολιτικό επίπεδο, συχνά μιλάμε για τη σημασία της αποκέντρωσης, ιδιαίτερα σε επίπεδο δήμου. Γιατί εκεί είναι που οι άνθρωποι μπορούν να αποφασίσουν άμεσα. Προφανώς αυτό θα πρέπει να εφαρμόζεται σε συντονιστικά μοντέλα ολοένα και πιο πολύπλοκα, που θα φθάνουν στις περιφέρειες και σε επίπεδο “εθνικό”, για να μπορεί να εφαρμοστεί στη συνέχεια και στις μακρο-περιφέρειες.

Έχει σημασία τα έθνη να μπορούν να συντονίζουν συγκλίνουσες περιφερειακές περιοχές: πρόκειται για διαδικασίες που θα έρχονταν αντιμέτωπες με την παγκοσμιοποίηση που επέβαλε το Παράλληλο Κράτος των χρηματοπιστωτικών αγορών. Από αυτή την άποψη δεν μου φαίνεται και τόσο παράλογο το γεγονός ότι οι φορείς του Παράλληλου Κράτους έχουν κάνει τα πάντα για να μας κατακτήσουν, πετυχαίνοντάς το αρκετά καλά σε αυτή την περίπτωση, με μια διαδικασία όπως εκείνη της Ευρωπαϊκής περιφερειοποίησης, η οποία δυνητικά θα μπορούσε να είναι ενάντια στα συμφέροντά τους. Μια Ευρωπαϊκή Ένωση που θεωρεί τις συνταγματικές αρχές των κρατών μελών ως απλά λειτουργικά εμπόδια, συμφωνώντας πλήρως με τους φορείς των μεγάλων χρηματοοικονομικών οργανισμών [6], δε μπορεί να είναι παρά το αποτέλεσμα ενός καλά οργανωμένου σαμποτάζ.

Έχοντας δει και αποδεχτεί αυτήν την αποτυχία, κι έχοντας καταλάβει τις συνέπειες, βρισκόμαστε στη μέση μιας πραγματικής καταστροφής: αυτήν της πλήρους υποταγής των λαών σε ένα τερατώδες Παρακράτος που έχει για θεό του τις Αγορές. Την καταστροφή του να μην έχεις καμία προοπτική για το μέλλον, ιδίως για τους νέους- και όχι μόνο. Την καταστροφή του να πρέπει να ζήσεις μια ολόκληρη ζωή προσπαθώντας να διατηρήσεις εκείνα τα λίγα που ακόμα έχεις – για εκείνους που τα έχουν ακόμη – όταν στην πραγματικότητα γλιστράμε αργά προς την απόλυτη φτώχεια, μέσα στην παγίδα της οποίας θα καθίσταται ολοένα και πιο αδύνατο να διεκδικήσουμε τα δικαιώματά μας.

Είναι δύσκολο να το αποδεχτούμε. Στην αρχή μπορούν να υπάρξουν σπασμωδικές κινήσεις κάπως αποθαρρυντικές, αλλά το να μην αναγνωρίζεις ότι ζεις ένα πρόβλημα δεν αποτελεί καλό τρόπο αντιμετώπισής του.

Αν ένα σημαντικό (τόσο οικονομικά όσο και γεωπολιτικά) κράτος όπως η Ιταλία συνειδητοποιούσε όλα αυτά, με την έξοδό του από το ευρώ και τις Συμφωνίες της Ε.Ε. θα μπορούσε να προκαλέσει μια διαδικασία εξόδου και άλλων μεσογειακών χωρών. Αυτό πιθανόν να μη συνέβαινε την ίδια ακριβώς στιγμή, αλλά θα ήταν το αποτέλεσμα ορισμένων ενεργειών εξόδου από διάφορες πλευρές, δημιουργώντας έτσι – αμέσως μετά – ένα συνασπισμό συγκλινουσών περιφερειών. Προφανώς, η ίδια διαδικασία θα μπορούσε να ξεκινήσει με την έξοδο και κάποιας άλλης χώρας (κυρίως της Ισπανίας, αλλά και της Ελλάδας και της Πορτογαλίας). Ωστόσο η ιταλική οικονομική και γεωπολιτική διάσταση, σε αυτή την περίπτωση, θα μπορούσε να κάνει τη διαφορά.

Θα πρέπει να μελετήσουμε την έξοδο από το ευρώ υιοθετώντας, κυρίως στην αρχή, πολιτικές που στόχο θα έχουν την προστασία των πιο αδύναμων, μέτρα που, εξάλλου, υπάρχουν ανέκαθεν στα πολιτικά μας προγράμματα (προσαρμογή του εισοδήματος που προκύπτει από την εργασία σε συνάρτηση με τον πληθωρισμό, ένας μηχανισμός, δηλαδή, που κάποτε στην Ιταλία ονομαζόταν «φθίνουσα κλίμακα», έτσι ώστε να περιοριστεί η αρχική επίδραση του πληθωρισμού – η οποία, εν τούτοις, σύμφωνα με πολλούς οικονομολόγους, δεν θα έφτανε τα υπέρογκα επίπεδα που ανακοίνωσαν όσοι είναι αντίθετοι με την έξοδο από το ευρώ – έλεγχο των κεφαλαιακών ροών, οικονομικές πολιτικές με στόχο την πλήρη απασχόληση, εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος, κι ορισμένες ακόμα εθνικοποιήσεις …). Σκόπιμο θα ήταν επίσης ένα μορατόριουμ για το δημόσιο χρέος, αν και, σε αντίθεση με το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού χρέους, το δημόσιο χρέος της Ιταλίας υπόκειται σχεδόν εξ ολοκλήρου σε εθνική lex monetae [7], πράγμα που σημαίνει ότι σε περίπτωση εξόδου θα μετατραπόταν αυτομάτως στο νέο νόμισμα. Στη συνέχεια, η ανταγωνιστική υποτίμηση που θα ακολουθούσε θα συνιστούσε αυτομάτως μια καλή εξέλιξη. Το Ηνωμένο Βασίλειο το έκανε πρόσφατα, χωρίς να προκαλέσει αρνητικές αντιδράσεις.

Προτείνουμε, λοιπόν, μια έξοδο με «περισσότερο Κράτος» και όχι με λιγότερο Κράτος, όπως λένε ο Salvini, η Λέγκα του Βορρά και οι διεθνείς τους σύμμαχοι, οι υποστηρικτές μιας εξόδου από το ευρώ που θα γινόταν με δεξιά πολιτική κατεύθυνση, με μέτρα ριζικά αντίθετα από τα δικά μας. Επιθυμούμε μια έξοδο που θα συνοδεύεται από ισχυρές πολιτικές αναδιανομής του πλούτου και στήριξης του μηχανισμού παραγωγής της χώρας. Έτσι θα κάναμε και στην Ελλάδα ένα μεγάλο δώρο, διότι θα  δημιουργούσαμε τις προϋποθέσεις για την ανοικοδόμηση μιας Ευρώπης των λαών της Μεσογείου, με βάση εντελώς διαφορετικές συμφωνίες και ανοιχτή στη συμμετοχή και άλλων ευρωπαϊκών κρατών.

Σε αντίθεση με την Ελλάδα, η Ιταλία είναι «too big to fail», όπως θα λέγαμε αν ήμασταν τράπεζα. Για το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα, μια χρεωκοπία της Ιταλίας θα ισοδυναμούσε με αποκοπή της σφαγίτιδας φλέβας.

Πιστεύω ότι η μόνη πραγματική εναλλακτική λύση που έχουμε είναι να διεκδικήσουμε ξανά τα Συντάγματά μας, να βγούμε όσο το δυνατόν πιο γρήγορα από την υπερφιλελεύθερη Ευρωζώνη, να ανακτήσουμε τη λαική μας κυριαρχία και να δημιουργήσουμε αμέσως, μαζί με άλλα έθνη, κάτι πραγματικά αλληλέγγυο και συγκλίνον, με βάση τις αρχές που εμπνέουν τα Συντάγματά μας και όχι εκείνες της Wall Street.

Ποια θα είναι τα επόμενα βήματα που θα πρέπει να κάνει η Ελλάδα, προκειμένου να μην βυθιστεί σε μια τριτοκοσμική φτώχεια;

Ειλικρινά, δίχως ένα Grexit που θα γίνει με τον τρόπο που προανέφερα, αυτή τη στιγμή το ενδεχόμενο να μη βυθιστούν οι Έλληνες σε ένα τέτοιο είδος φτώχειας (αν δεν έχει ήδη βυθιστεί σε ένα μεγάλο βαθμό) είναι πολύ χαμηλό.

Ποιος θα μπορούσε να είναι ο ρόλος των κινημάτων άλλων ευρωπαϊκών χωρών, προκειμένου να στηρίξουν και να προωθήσουν αυτή την εναλλακτική λύση;

Πιστεύω πως τα κινήματα των άλλων ευρωπαϊκών χωρών θα πρέπει αρχικά να προωθήσουν δυναμικές εκστρατείες αντι-παραπληροφόρησης, γιατί οι βόμβες με τις οποίες σήμερα κατακτώνται οι λαοί είναι εκείνες που ‘’ρίχνουν’’ τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Όσο περισσότερο είναι ενήμερος ο καθένας από εμάς σε σχέση με το τι πραγματικά συμβαίνει, τόσο περισσότερο θα είναι δυνατόν να ξεπεραστούν τα στερεότυπα από το πρώτο μισό του εικοστού αιώνα, που στρέφουν τον ένα λαό της Ευρωζώνης ενάντια στον άλλο. Αν οι χώρες της Βόρειας Ευρώπης δεν πειστούν να βοηθήσουν πραγματικά τους «τεμπέληδες» Έλληνες (για να δώσω ένα παράδειγμα, γιατί θα μπορούσα να δώσω πολλά ακόμα, όπως το παράδειγμα που θέλει τους Ιταλούς να είναι «οι καλοί μαθητές», ενώ οι Έλληνες όχι …) δεν μπορούμε να σκεφτούμε μια διαδικασία πραγματικής δημοκρατικής σύγκλισης της Ευρώπης.

Καθήκον μας τώρα είναι να πούμε πώς έχει η κατάσταση πραγματικά, προτείνοντας λύσεις που σίγουρα δεν είναι εύκολες, αλλά που μπορούν να ανοίξουν μια μικρή χαραμάδα ελπίδας για το μέλλον.

Ανήκω σε μια γενιά που έμαθε να αισθάνεται «ευρωπαϊκή» και δεν πρόκειται να εγκαταλείψω αυτό το συναίσθημα, αλλά την ίδια στιγμή προσδιορίζω, ως μεσογειακός άνθρωπος, τις ρίζες μου και στη Βόρεια Αφρική και ως ανθρωπιστής νιώθω κοντά σε πολλές άλλες κουλτούρες και προσβλέπω σε μια διαδικασία σύγκλισης όλων των λαών προς ένα Παγκόσμιο Έθνος Ανθρώπων. Ανεξάρτητα από το τι μπορεί να αποτέλεσε το αρχικό σχέδιό της, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν οδηγείται προς αυτή την κατεύθυνση. Μερικές φορές, όταν κάτι αποτυγχάνει, είναι καλύτερα να ξεκινήσουμε τη διαδικασία από την αρχή, με καλές συνθήκες εκκίνησης, αντί να επιμένουμε να διορθώνουμε αυτό που έχει ήδη αποτύχει.

[1] Μας το εξήγησε πολύ καλά ο νέος και  εξαιρετικός οικονομολόγος Αντώνης Ραγκούσης κατά τη διάρκεια του Ευρωπαικού Forum της Ασίζης, τον Αύγουστο του 2014: https://youtu.be/rOHej88K1lI?t=2600

[2] https://it.wikipedia.org/wiki/Lex_monetae Ανάλογα με το δίκαιο στο πλαίσιο του οποίου γίνεται η ανάληψη ενός χρέους, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, αυτό μπορεί ή δεν μπορεί να μετανομαστεί στο νέο κυρίαρχο νόμισμα. Έτσι, αν απευθυνθώ σε μια ιταλική τράπεζα (ή ακόμα και ξένη, αλλά που θα λειτουργεί σε ιταλικό νομοθετικό πλαίσιο) για να πάρω ένα δάνειο, αυτό θα μετατραπεί σε ιταλικές λιρέτες σε περίπτωση εξόδου της Ιταλίας από το σύστημα του ευρώ. Αντίθετα, αν είχα απευθυνθεί στο Λονδίνο σε μια βρετανική τράπεζα (σύμφωνα, δηλαδή, με τη lex monetae ενός άλλου κράτους) αναλαμβάνοντας ένα χρέος σε ευρώ, το χρέος αυτό δεν θα μπορούσε να μετατραπεί.

[3] Βλ. το workshop “La guerra dell’euro” («ο πόλεμος του ευρώ») που οργάνωσε στο Μιλάνο το Ανθρωπιστικό Κόμμα, το 2013 (http://www.economiaumanista.it/2013/07/introduzione-workshop/)

[4] Το μόνο δημοκρατικά εκλεγμένο ευρωπαϊκό θεσμικό όργανο είναι στην πραγματικότητα το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το οποίο, όπως γνωρίζουμε, δεν έχει σχεδόν καμία πραγματική εξουσία.

[5] Θα μπορούσαν επομένως να διατηρηθούν οι συμφωνίες που είχαν γίνει προ του 1986, ενθυμούμενοι ότι ανάμεσα στα ευρωπαϊκά κράτη υπάρχουν και άλλοι τύποι σχέσεων, αρχής γενομένης από το γεγονός ότι ανήκουν στο ΝΑΤΟ καθώς και σε πολλούς άλλους διεθνείς οργανισμούς.

[6] http://www.wallstreetitalia.com/article/1592227/euro/jp-morgan-all-eurozona-sbarazzatevi-delle-costituzioni-antifasciste.aspx

[7] Η lex monetae (η αρχή κατά την οποία το κυρίαρχο κράτος επιλέγει το νόμισμά του) είναι ακριβώς το δικαίωμα ενός κυρίαρχου κράτους να μετατρέπει αυτόματα το δημόσιο χρέος του και τα χρέη των πολιτών του στο δικό του κυρίαρχο νόμισμα, όποιο κι αν είναι αυτό.

 

(μετάφραση στα ελληνικά: Όλγα Λιακάκη)