Στη γαλλίδα συγγραφέα Ανί Ερνό απονεμήθηκε φέτος το Νόμπελ Λογοτεχνίας για «το θάρρος και την κλινική ακρίβεια με την οποία αποκαλύπτει τις ρίζες, τις αποξενώσεις και τους συλλογικούς περιορισμούς της προσωπικής μνήμης», όπως αναφέρει η απόφαση της Σουηδικής Βασιλικής Ακαδημίας των Επιστημών.


Συντακτική ομάδα pass-world.gr


Σε ηλικία 82 ετών, η αναγνωρισμένη συγγραφέας γίνεται η δέκατη έκτη πολίτης της Γαλλίας και η δέκατη έβδομη γυναίκα που λαμβάνει το Νόμπελ Λογοτεχνίας.

Μετά την περυσινή βράβευση του Τανζανού Αμπντουλραζάκ Γκούρνα, φέτος το Νόμπελ Λογοτεχνίας απονέμεται σε μια συγγραφέα της οποίας η γραφή τοποθετείται ανάμεσα στη λογοτεχνία, την κοινωνιολογία και την ιστορία.

Η ίδια η Ερνό, σε μήνυμά της μετά την ανακοίνωση της βράβευσής της, έκανε λόγο για μια μεγάλη τιμή αλλά και μια τεράστια ευθύνη που σηματοδοτεί για την ίδια αυτό το βραβείο. Μια ευθύνη που, σύμφωνα με όσα είπε, σχετίζεται με τη δυνατότητα «μιας μαρτυρίας με τρόπο δίκαιο, με δικαιοσύνη, απέναντι στον κόσμο».

Στο θεμελιώδες της έργο Τα Χρόνια, το οποίο πρωτοκυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Gallimard το 2008, η Ερνό ανατρέχει σε εξήντα χρόνια προσωπικής και συλλογικής μνήμης, μέσα από φωτογραφίες και βιωματικά ίχνη.

Μεγάλη είναι η συζήτηση μεταξύ των μελετητριών και μελετητών του έργου της Ερνό για την ιδιαιτερότητα και το είδος στο οποίο μπορεί να καταχθεί η γραφή της.

Κινούμενο ανάμεσα στη βιωματική κατάθεση και την κοινωνιολογική ανάλυση –μια αυτό-κοινωνιοανάλυση– το έργο της Ερνό δημιουργεί ένα είδος αυτoβιογραφίας που είναι ταυτόχρονα απρόσωπη και συλλογική.

Μια εθνολόγος του ίδιου του εαυτού

Η κοινωνιολόγος στον τομέα της Λογοτεχνίας Ιζαμπέλ Σαρπεντιέ σημειώνει ότι ο τρόπος με τον οποίο η Ερνό συνδυάζει την κοινωνιολογική ματιά με τα βιώματα της προσωπικής της ιστορίας την καθιστούν μια «εθνολόγο του ίδιου της του εαυτού».

Όπως έχει δηλώσει η ίδια η Ερνό, σε παλιότερη συνέντευξή της, «το “εγώ” που υπάρχει στο έργο της είναι συλλογικό».

Για εκείνη, το ζητούμενο είναι να εστιάσει σε αλήθειες που δεν είναι απλώς ατομικές και δεν εξαντλούνται στην ιδιαιτερότητα της προσωπικής περίπτωσης, αλλά έχουν μια υπέρ-ατομική και συλλογική διάσταση, όπως εξηγεί η Σαρπεντιέ.

Γεννημένη σε ένα χωριό της Νορμανδίας, το 1940, σε μια οικογένεια με αγροτικό και εργατικό υπόβαθρο, η συγγραφέας σπούδασε στα Πανεπιστήμια της Ρουέν και του Μπορντό και εν συνεχεία δίδαξε Λογοτεχνία, μαζί με την ανάπτυξη του συγγραφικού της έργου, το οποίο σταδιακά άρχισε να αποκτά δημόσια επιτυχία και σημαντικές βραβεύσεις.

Χαρακτηρίζοντας τον εαυτό της ως μια «ταξική μιγά» ή μια «φυγά της τάξης της», η Ερνό περιγράφει στα έργα της την κοινωνική της διαδρομή.

Και προσπαθεί να κατανοήσει τις επιπτώσεις των κοινωνικών μετακινήσεων αλλά και την εμπειρία των κυριαρχούμενων, αντλώντας σημαντικό υλικό από τον κόσμο των μικρών εμπόρων στις αγροτικές περιοχές της μεταπολεμικής Γαλλίας, δηλαδή από τον κόσμο των γονιών της και της παιδικής της ηλικίας.

Η επιθυμία και η άρνηση του καλλωπισμού

Ταυτόχρονα, σημαντική θεματική στο έργο της Ερνό είναι ο έρωτας και η επιθυμία, μέσα από μια γυναικεία φεμινιστική σκοπιά, όπως σημειώνει ο Ζακ Τεστάρ, εκδότης οκτώ βιβλίων της στη Μεγάλη Βρετανία από τον εκδοτικό οίκο Fitzcarraldo Editions.

«Ο λογοτεχνικός στόχος της Ερνό ήταν να γράψει για τη ζωή της και να φτάσει με κάποιο τρόπο στην αλήθεια της. Νομίζω ότι έχει γράψει για κάθε σημαντικό γεγονός στη ζωή της, από τη συνειδητοποίηση της σημασίας των κοινωνικών τάξεων όταν ήταν παιδί, τον θάνατο του πατέρα της και τον θάνατο της μητέρας της, την παράνομη έκτρωση που έκανε στη Γαλλία τη δεκαετία του 1960, μέχρι τις πρώτες της σεξουαλικές εμπειρίες και στη συνέχεια τον έρωτα και το πάθος και την επιθυμία», αναφέρει ο Τεστάρ στον Guardian.

Ακόμα, όπως σημειώνει η δημοσιογράφος Ραφαέλε Λεϊρίς στη Monde, η Ερνό, στρατευμένη η ίδια στην Άκρα Αριστερά, έχει συμβάλει σημαντικά στην εξέλιξη της γαλλικής λογοτεχνίας, αμφισβητώντας τη λογοτεχνική τάξη.

Σε αυτό το πλαίσιο, αναφέρει η Λεϊρίς, η συγγραφέας νοηματοδοτεί με τον ίδιο τρόπο «αντικείμενα που “θεωρούνται ανάξια της λογοτεχνίας”, όπως η έκτρωση, το δίκτυο του μετρό και τα σούπερ μάρκετ, και άλλα που θεωρούνται πιο “ευγενή” –όπως ο χρόνος, η μνήμη, η λήθη».

«Αρνούμενη, επίσης, μια διακοσμητική θεώρηση της πρότασης, [η Ερνό] προτάσσει μια μορφή καθαρότητας και ξηρότητας – μια «επίπεδη γραφή» που μαρτυρά τη δυσπιστία της απέναντι στους καλλωπισμούς της γλώσσας και στις μορφές κυριαρχίας που αυτοί ασκούν και αναπαράγουν», καταλήγει η Λεϊρίς.

Πηγές:

Isabelle Charpentier, “Quelque part entre la littérature, la sociologie et l’histoire…”: L’œuvre auto-sociobiogaphique d’Annie Ernaux ou les incertitudes d’une posture improbable. Contextes. https://doi.org/10.4000/contextes.74.

Le Monde, Guardian

Μπορείτε να βρείτε το αρχικό άρθρο εδώ