Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) καταδίκασε την Ελλάδα για σοβαρές παραλείψεις και πολλαπλές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην υπόθεση που αφορά το ναυάγιο βάρκας με πρόσφυγες το 2014, όπου έχασαν την ζωή τους οχτώ παιδιά και τρεις γυναίκες.

Τα ξημερώματα της 20ης Ιανουαρίου 2014, η βάρκα που μετέφερε 27 πρόσφυγες βυθίστηκε ανοιχτά του Φαρμακονησίου στο νοτιοανατολικό Αιγαίο. Οι 16 προσφεύγοντες, συμπεριλαμβανομένων και συγγενών των θυμάτων, κατέθεσαν ότι οι ελληνικές αρχές πραγματοποιούσαν επιχείρηση παράνομης επαναπροώθησης. Η βάρκα αναποδογύρισε και βυθίστηκε, τη στιγμή που το ελληνικό Λιμενικό τη ρυμουλκούσε εν μέσω θαλασσοταραχής και με μεγάλη ταχύτητα προς τα τουρκικά ύδατα. Από την άλλη, οι ελληνικές αρχές ισχυρίστηκαν ότι τη ρυμουλκούσαν προς το Φαρμακονήσι και ότι πραγματοποιούσαν επιχείρηση έρευνας και διάσωσης. Μετά από προανακριτική εξέταση, που διενεργήθηκε από το Ναυτοδικείο Πειραιά για να διαπιστωθεί αν το Λιμενικό ευθυνόταν για το ναυάγιο, ο Εισαγγελέας με την έγκριση του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου Αθηνών έκλεισε γρήγορα την υπόθεση τον Ιούλιο του 2014.

Αρχικά, ένας 21χρονος Σύρος πρόσφυγας είχε κατηγορηθεί ότι ήταν αυτός που οδηγούσε την βάρκα και ότι ευθυνόταν για τη βύθισή της. Το Ελληνικό Δικαστήριο τον καταδίκασε σε ποινή φυλάκισης 145 ετών και 3 μηνών και του επέβαλε το πρόστιμο των 570.000 ευρώ. Το Εφετείο έκρινε το 2017 ότι κανένα άτομο στη βάρκα δε θα μπορούσε να αποτρέψει το θανατηφόρο ναυάγιο και μείωσε την ποινή σε 10 χρόνια.

Οι 16 πρόσφυγες που επέζησαν από το ναυάγιο στο Φαρμακονήσι, αφού εξάντλησαν όλα τα ένδικα μέσα στην Ελλάδα και έχοντας τη στήριξη πέντε ελληνικών και διεθνών οργανώσεων (Δίκτυο Κοινωνικής Υποστήριξης Προσφύγων και Μεταναστών, Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες, Ομάδα Δικηγόρων για τα Δικαιώματα Προσφύγων και Μεταναστών, Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο / PRO ASYL), κατέθεσαν προσφυγή ενώπιον του ΕΔΔΑ το 2015.

Εφτά χρόνια μετά, το ΕΔΔΑ εξέδωσε μια ιστορική απόφαση σχετικά με τις πολιτικές της Ελλάδας που βάζουν σε κίνδυνο την ανθρώπινη ζωή και τις ανεπάρκειες του συστήματος, και έκρινε ότι η Ελλάδα παραβίασε την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Συγκριμένα, υπήρξαν δύο παραβιάσεις του Άρθρου 2 (Το δικαίωμα στη ζωή) και μία παραβίαση του Άρθρου 3 (Απαγόρευση βασανιστηρίων)[1]:

Οι ελληνικές αρχές «δεν διεξήγαγαν ενδελεχή και αποτελεσματική έρευνα, ικανή να ρίξει φως στις συνθήκες που οδήγησαν στη βύθιση της βάρκας» και δεύτερον, «δεν έπραξαν τα δέοντα προκειμένου να προστατεύσουν τους προσφεύγοντες και τους συγγενείς τους με το επίπεδο προστασίας που απαιτεί το Άρθρο 2 της Σύμβασης». Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι από τη στιγμή που η Ελλάδα δεν πραγματοποίησε από την αρχή σε βάθος έρευνα, το ΕΔΔΑ δεν μπορούσε να κρίνει αν υπήρξε επιχείρηση παράνομης επαναπροώθησης.

Φτάνοντας στο Φαρμακονήσι, τα τραυματικά γεγονότα για τους πρόσφυγες που επέζησαν δεν είχαν τελειώσει ακόμη, καθώς 12 από αυτούς υπέστησαν ταπεινωτική και εξευτελιστική συμπεριφορά. Οι λιμενικοί τούς μεταχειρίστηκαν βίαια και τους ξεγύμνωσαν «την ίδια στιγμή και στο ίδιο μέρος μπροστά σε άλλα 13 άτομα τουλάχιστον». Το ΕΔΔΑ έκρινε ότι «ο σωματικός έλεγχος (που η Ελληνική Κυβέρνηση δεν μπόρεσε να εξηγήσει γιατί ήταν απαραίτητος) δεδομένων και των συνθηκών στις οποίες βρίσκονταν οι προσφεύγοντες ισοδυναμεί με εξευτελιστική συμπεριφορά, όπως ορίζει το Άρθρο 3. Συνεπώς, υπήρξε παραβίαση του συγκεκριμένου Άρθρου».

Η Ελλάδα οφείλει να πληρώσει συνολικά «300.000 ευρώ για τις βλάβες που υπέστησαν οι προσφεύγοντες και συγκεκριμένα: 100.000 ευρώ σε έναν από αυτούς, 80.000 ευρώ σε τρεις, 40.000 σε ακόμα έναν και 10.000 σε κάθε έναν από τους εναπομείναντες προσφεύγοντες».

Η ομόφωνη απόφαση του ΕΔΔΑ είναι σημαντική κυρίως για δύο λόγους:

Πρώτον, υπογραμμίζει το αυτονόητο γεγονός ότι οι αρμόδιες αρχές οφείλουν να διεξάγουν λεπτομερή, ανεξάρτητη και αποτελεσματική έρευνα για τις όποιες καταγγελίες μπορεί να υπάρχουν. Δεύτερον, η απόφαση τροφοδοτεί για άλλη μία φορά το δημόσιο διάλογο γύρω από το ζήτημα των μαζικών επαναπροωθήσεων, των παραβιάσεων θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των βίαιων και απάνθρωπων πρακτικών που χρησιμοποιούνται για να αποτρέψουν τους πρόσφυγες και τους μετανάστες να διασχίσουν τα σύνορα της Ελλάδας και της ΕΕ.

Τα κράτη χρειάζεται να λογοδοτούν για τις παράνομες πρακτικές και πολιτικές που ακολουθούν, οι οποίες θέτουν σε κίνδυνο την ανθρώπινη ζωή. Έχουν τη νομική υποχρέωση να ερευνούν αν οι άνθρωποι που φτάνουν στα σύνορα και στο έδαφός τους χρειάζονται διεθνή προστασία˙ έχουν τη νομική υποχρέωση να σέβονται το διεθνές δίκαιο και να τηρούν την αρχή της μη επαναπροώθησης˙ έχουν τη νομική υποχρέωση να διασφαλίζουν την προστασία των δικαιωμάτων των ατόμων. Πάνω απ’ όλα, είναι ζήτημα προτεραιοτήτων: η ολοκληρωτική και απολύτως ουσιαστική προστασία της ανθρώπινης ζωής είναι σημαντικότερη από τον έλεγχο των συνόρων, και αυτό είναι αδιαπραγμάτευτο.

[1] https://hudoc.echr.coe.int/eng-press#{%22itemid%22:[%22003-7380289-10089391%22]}