Με αυτά τα λόγια ο Γκαμπριέλ Μπόριτς ξεκίνησε την πρώτη συνέντευξη Τύπου ξένων ανταποκριτών καλωσορίζοντάς μας, με την ιδιότητα του Προέδρου. Εξήγησε τον ρόλο που κατά τη γνώμη του πρέπει να παίζει ο Τύπος, το να κάνει δηλαδή την εξουσία να νιώθει άβολα. Του τέθηκαν διάφορες ερωτήσεις, οι οποίες είχαν συμφωνηθεί προηγουμένως από τους παριστάμενους δημοσιογράφους, και λάβαμε ειλικρινείς, σαφείς και άμεσες απαντήσεις, με την εγγύτητα που χαρακτηρίζει το ύφος του νέου Προέδρου. Θα έλεγα ότι κανένα από αυτά δεν τον έκανε να νιώσει άβολα, αλλά μάλλον του επέτρεψε να μας εξηγήσει το όραμά του για την ενταξιακή πορεία της Χιλής στη Λατινική Αμερική και την ανάγκη να υψωθεί η φωνή του Νότου σε διεθνές επίπεδο.

Αρχικά, επιβεβαίωσε ότι το πρώτο του ταξίδι εκτός της χώρας θα είναι στην Αργεντινή, ανταποκρινόμενος σε πρόσκληση του προέδρου Αλμπέρτο Φερνάντες, και ότι θα επισκεφθεί όχι μόνο το Μπουένος Άιρες, αλλά και ορισμένες από τις επαρχίες της γειτονικής χώρας, σύμφωνα με την πολιτική αποκέντρωσης που θα προσπαθήσει να αναπτύξει και στη Χιλή. Θα είναι μια επίσκεψη που θα επιδιώξει συγκεκριμένη συνεργασία όσον αφορά τη διευκόλυνση των συνοριακών διελεύσεων, την αύξηση των επενδύσεων και του εμπορίου και κυρίως τις πολιτιστικές ανταλλαγές, μαθαίνοντας η μία χώρα από την άλλη.

“Γενικότερα”, είπε, “είναι σημαντικό η Λατινική Αμερική να αποκτήσει και πάλι φωνή στον κόσμο. Αυτό το σήμα λείπει εδώ και πολύ καιρό. Θέλουμε να συμβάλουμε προς αυτή την κατεύθυνση. Δεν πρόκειται να δημιουργήσουμε νέες οργανωτικές δομές, αλλά να ενισχύσουμε τις υπάρχουσες, για να ενωθούμε και να προωθήσουμε την ένταξη. Βεβαίως, έχουμε μεγαλύτερες συγγένειες με ορισμένες κυβερνήσεις, με τις προοδευτικές, αλλά η αμοιβαία συνεργασία στην οποία προσβλέπουμε ως Λατινοαμερικανική Περιφέρεια, υπερβαίνει τα πολιτικά ίχνη των κυβερνήσεων, στοχεύοντας στη δημιουργία συμμαχιών μεταξύ αδελφών κρατών”.

Στη συνέχεια, μιλώντας για τη μετανάστευση εντός της Λατινικής Αμερικής, ειδικά όσον αφορά τα 6 εκατομμύρια πολίτες της Βενεζουέλας που φθάνουν σε διάφορες χώρες της γεωγραφικής περιφέρειας, συμπεριλαμβανομένης της Κολομβίας – και της Χιλής ειδικότερα – τόνισε το σύστημα ποσοστώσεων που εφάρμοσαν οι ευρωπαϊκές χώρες ως απάντηση στις μεταναστευτικές κρίσεις. Είπε ότι ελπίζει να μπορέσει να καθιερώσει ένα σύστημα ποσοστώσεων με τα υπόλοιπα κράτη της Λατινικής Αμερικής, έτσι ώστε το βάρος να μοιραστεί σε όλα τα κράτη, προκειμένου να καλυφθεί η ανάγκη για την καλύτερη δυνατή υποδοχή των Βενεζουελάνων. “Είναι μια ενταξιακή πολιτική από την οποία θα μπορούσαμε όλα τα κράτη να κερδίσουμε”, είπε, υποσχόμενος να το συζητήσει με τους συναδέλφους του με σκοπό την επίλυσή του, ελπίζοντας ότι θα επιτευχθεί εντός του πρώτου εξαμήνου του έτους.

Όσον αφορά τη μετανάστευση που ξεχειλίζει στη βόρεια Χιλή, επιβεβαίωσε ότι η Υπουργός Εσωτερικών, Ίζκια Σίτσες, θα ταξιδέψει στη χώρα τον Μάρτιο για να αναζητήσει πιθανές λύσεις σε αυτή τη σύγκρουση.

Επανερχόμενος στο θέμα των σχέσεων με τις χώρες της Λατινικής Αμερικής, ο Πρόεδρος ενίσχυσε την ανάγκη η Χιλή να δραστηριοποιηθεί στο CELAC και σε άλλα υφιστάμενα φόρουμ της περιοχής, αντί να δημιουργήσει νέα όργανα, διότι αυτά υπάρχουν ήδη και έχουμε πολύ σημαντικά κοινά συμφέροντα. “Με τη Βολιβία, για παράδειγμα, έχουμε πολλά στοιχεία συνεργασίας που μπορούμε να επεξεργαστούμε. Η επανέναρξη των διπλωματικών σχέσεων είναι ένα σημείο εκκίνησης, θα ήθελα πολύ να προχωρήσουμε προς αυτή την κατεύθυνση. Είναι παράλογο δύο γειτονικές χώρες με τόσο μακρά κοινή ιστορία στη Λατινική Αμερική να μην έχουν διπλωματικές σχέσεις. Έχουμε μια ατζέντα συνεργασίας όσον αφορά την ενέργεια ή τις μεταφορές που αποτελεί προτεραιότητα. Η Χιλή δεν διαπραγματεύεται την κυριαρχία της, όπως φαντάζομαι δεν το κάνει καμία άλλη χώρα. Αν επικεντρωθούμε μόνο σε άλλες πτυχές, δεν θα επιτύχουμε συναίνεση που θα μας επιτρέψει να δημιουργήσουμε βιο-ωκεάνιους διαδρόμους, συνεργασία και διάλογο με τις προοδευτικές κυβερνήσεις της περιοχής. Θέλουμε όμως να προχωρήσουμε με όλα τα έθνη και να ενταχθούμε ενεργά στην ήπειρό μας. Το θέμα των εμβολίων, για παράδειγμα, το οποίο συζητήσαμε με την Αϊτή, είναι ένας τομέας στον οποίο θα μπορούσαμε να βοηθήσουμε πολύ η μία χώρα την άλλη. Και ούτω καθεξής… Αυτά είναι μέρος των διαλόγων που θέλουμε να κάνουμε, καταθέτοντας συγκεκριμένες προτάσεις στο τραπέζι.

Ερωτηθείς σχετικά με την κατάσταση στην Ουκρανία, ο Μπόριτς χαρακτήρισε τη σύγκρουση ως “επιθετικό πόλεμο που παραβιάζει τις συναινέσεις των κανόνων του διεθνούς δικαίου, γι’ αυτό και η Χιλή έχει ταχθεί υπέρ της παύσης των εχθροπραξιών από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς. Είδαμε εγκλήματα και τραγωδίες, βομβαρδισμούς λίγα χιλιόμετρα από τα πολωνικά σύνορα… αλλά γνωρίζω καλά την ταπεινή θέση της Χιλής στη διεθνή σκηνή. Δεν είμαστε εμείς αυτοί που θα πούμε τι πρέπει να γίνει. Θέλουμε όμως να δούμε πώς μπορούμε να παράσχουμε κάποιου είδους ανθρωπιστική βοήθεια, ελπίζουμε συνολικά ως Λατινική Αμερική και να δούμε πώς θα μπορούσαμε να συνεργαστούμε. Ενώ στους διεθνείς οργανισμούς καταδικάζουμε τη βία του πολέμου”, τόνισε.

Οι επόμενες ερωτήσεις αφορούσαν τον τομέα της οικονομίας. Ο Πρόεδρος υπενθύμισε ότι η Χιλή βρίσκεται σε στασιμότητα ανάπτυξης εδώ και τουλάχιστον 10 χρόνια και ότι το μοντέλο αυτό έχει φτάσει στο ανώτατο όριο και δεν είναι πλέον βιώσιμο. Επομένως “έχουμε καθήκον να αναθεωρήσουμε τις βάσεις αυτού του αναπτυξιακού μοντέλου, αναζητώντας ένα μοντέλο που να αντιμετωπίζει την κλιματική κρίση που βιώνουμε, την αναδιανομή του πλούτου και επίσης την εδαφική αποκέντρωση, και αυτό αποτελεί μέρος της συζήτησης που εγκαινιάζουμε”.

“Αν για πολλούς αιώνες το κέντρο του κόσμου ήταν η Μεσόγειος Θάλασσα, αν αργότερα έγινε βασικά ο Ατλαντικός, θα μπορούσαμε τώρα να πούμε ότι ο κύριος άξονας των ανταλλαγών μετατοπίζεται προς τον Ειρηνικό, προς την περιοχή της Ασίας και του Ειρηνικού, επομένως οι σχέσεις με τις χώρες της περιοχής αυτής είναι σημαντικές. Πρόκειται να ξεκινήσουμε έναν γύρο συζητήσεων για την επικαιροποίηση της TPP, διότι πολλά από τα θέματα που την αφορούν έχουν αλλάξει και πρέπει να επικαιροποιηθούν. Ταυτόχρονα, όμως, έχουμε μια συστατική διαδικασία σε εξέλιξη και η διαδικασία αυτή θα μας δώσει νέες κατευθυντήριες γραμμές, όσον αφορά την αναθεώρηση των εμπορικών συμφωνιών και των συνθηκών με άλλες χώρες. Θα θέλαμε να βελτιώσουμε πτυχές, αλλά σε συμφωνία με εκείνους που έχουν υπογράψει αυτές τις συνθήκες, για παράδειγμα όσον αφορά τη μεταφορά τεχνολογίας ή τις περιβαλλοντικές πτυχές.”

Όσον αφορά τα επείγοντα περιβαλλοντικά ζητήματα, τη συμφωνία Εσκαζού και την κλιματική κρίση, ο Μπόριτς υποσχέθηκε να επικυρώσει τη συνθήκη Εσκαζού πριν από το τέλος Μαρτίου. “Η κλιματική κρίση”, είπε, “μας ανησυχεί πολύ και θα εργαστούμε γι’ αυτό, αλλά ας είμαστε σαφείς, η κύρια ευθύνη ανήκει στον Βορρά. Παράγουμε εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα που δεν αποτελούν ούτε ένα μικρό ποσοστό, ούτε καν το ένα τοις εκατό του παγκόσμιου συνόλου. Ο Νότος πρέπει να κάνει τη φωνή του να ακουστεί σε αυτό το θέμα. Οι μεγαλύτεροι εκπέμποντες ρυπογόνων αερίων πρέπει να αναλάβουν την ευθύνη, αν και εμείς θα καταβάλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια για να κάνουμε το καθήκον μας. Δεσμευόμαστε για ουδετερότητα ως προς τον άνθρακα και ελπίζουμε να το επιτύχουμε μέχρι το 2030. Αλλά όχι μόνο αυτό, θα θέλαμε να συνοδεύσουμε αυτή τη διαδικασία με εργασιακή ανασυγκρότηση, έτσι ώστε όσοι/ες εργάζονται με τα είδη των ενεργειών που θα αντικαταστήσουμε να μην βρεθούν να υποφέρουν από την ίδια ανεργία και τη φτώχεια που συνέβη σε εμάς στη Λότα, όταν έκλεισαν τα ανθρακωρυχεία. Η κυβέρνησή μας θα αντιμετωπίσει την κλιματική κρίση, την αποτελεσματική χρήση των πόρων, θα προχωρήσει σε μετασχηματισμό του αναπτυξιακού μοντέλου, ώστε να μην υπάρχουν πλέον οι 5 ζώνες περιβαλλοντικών θυσιών και, φυσικά, θα αντιμετωπίσει την κρίση του νερού, η οποία είναι τεράστια. Όμως θα ασχοληθούμε επίσης με τη μετατροπή της εργασίας, ώστε να μην υποφέρει κανείς από τις συνέπειες αυτής της τεράστιας αλλαγής”.

 

Φωτογραφίες από την συνέντευξη Τύπου: Enzo Blondel.