Προ ολίγων ημερών, την Πέμπτη 15 Ιουλίου, οι επιτροπές Πολιτικών Ελευθεριών και Δικαιωμάτων των Γυναικών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ζήτησαν με σχετική έκθεση να συμπεριληφθεί η έμφυλη βία ως έγκλημα, στον κατάλογο του άρθρου 83(1) της Συνθήκης Λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ).

Γράφει η Μαρίνα Γαλανού

Το συγκεκριμένο άρθρο της ΣΛΕΕ αφορά τον ορισμό των ποινικών αδικημάτων στους τομείς της ιδιαιτέρως σοβαρής εγκληματικότητας με διασυνοριακή διάσταση, η οποία απορρέει ιδίως από τη φύση ή τις επιπτώσεις των αδικημάτων αυτών ή λόγω ειδικής ανάγκης να καταπολεμούνται σε κοινή βάση.

Αξίζει να σημειωθεί ότι στο σχέδιο έκθεσης, οι ευρωβουλευτές και ευρωβουλεύτριες καταγγέλλουν τη γυναικοκτονία ως την πιο ακραία μορφή έμφυλης βίας κατά των γυναικών και των κοριτσιών και επισημαίνουν ότι η άρνηση παροχής ασφαλούς και νόμιμης φροντίδας για τις αμβλώσεις αποτελεί επίσης μια μορφή έμφυλης βίας. Αναφέρουν τις πολλές δυσμενείς επιπτώσεις της έμφυλης βίας σε προσωπικό, κοινωνικό, οικονομικό και δημοκρατικό επίπεδο και επαναλαμβάνουν ότι η κατάσταση έχει επιδεινωθεί κατά τη διάρκεια της πανδημίας, μεταξύ άλλων μέσω της αύξησης των ανισοτήτων. Αναφέρονται, ακόμη, στην έλλειψη εμπιστοσύνης στις αρχές επιβολής του νόμου και στο δικαστικό σύστημα από τους επιζώντες ως σημαντικό παράγοντα για την ελλιπή αναφορά περιστατικών, ενώ το σχέδιο έκθεσης συμπεριλαμβάνει και τα ΛΟΑΤΚΙ+ πρόσωπα, ως υποκείμενα ιδιαίτερα σοβαρών περιπτώσεων έμφυλης βίας.

Κατακόρυφη αύξηση των καταγγελιών

Πράγματι, όπως επιβεβαιώνεται τόσο σε πανευρωπαϊκό, όσο και εθνικό επίπεδο, η ανάγκη που επέβαλε την κίνηση των ευρωβουλευτριών–ών είναι επιτακτική και αδήριτη. Στοιχεία, όπως αυτά που παρουσιάστηκαν σε Εργαστήρι Σπουδών Φύλου του Παντείου Πανεπιστημίου το Μάρτιο, καταδεικνύουν κατακόρυφη αύξηση, ενώ κατά την περίοδο της πανδημίας, όσον αφορά τη χώρα μας, η γραμμή SOS 15900 έλαβε συνολικά 1.769 κλήσεις τον Απρίλιο, ενώ ο αντίστοιχος αριθμός κλήσεων τον Μάρτιο ήταν 325. Για την ενδοοικογενειακή βία οι κλήσεις ήταν σχεδόν τετραπλάσιες σε σύγκριση με τον Μάρτιο, όπου καταγράφηκαν 166 κλήσεις.

Όλα τα παραπάνω συμβαίνουν όσο, ιδιαίτερα το τελευταίο χρονικό διάστημα στη χώρα μας, έρχονται στη δημοσιότητα όλο και πιο σοβαρά και ειδεχθή περιστατικά γυναικοκτονιών, όσο ακόμη είναι νωπές πολλές καταγγελίες που υπήρξαν από το ξέσπασμα του ελληνικού #MeToo (που ήταν ασφαλώς, όχι η κορυφή, μόνο η ακίδα της κορυφής του παγόβουνου που έχει πολύ βάθος), ενώ έξι μήνες μετά τις καταγγελίες για σεξουαλική παρενόχληση καθηγητών σε φοιτήτριες του ΑΠΘ, που τάραξαν τα νερά της πανεπιστημιακής κοινότητας, προκαλώντας και εισαγγελική παρέμβαση, οι διαδικασίες για τη δημιουργία δομής διαχείρισης αντίστοιχων περιστατικών φρέναραν και ακόμη βρίσκεται σε εκκρεμότητα η ρύθμιση των θεσμικών διαδικασιών από τις Πρυτανικές Αρχές του ΑΠΘ. Όσο, ακόμη–ακόμη, όλα τα στοιχεία δεικνύουν ότι τα περιστατικά έμφυλης βίας στην αθέατη ομάδα των γυναικών και ΛΟΑΤΚΙ προσφύγων είναι διαρκώς αυξανόμενα, παρότι πρόσωπα που ανήκουν στη συγκεκριμένη υποομάδα τείνουν να μην αναφέρουν τα περιστατικά, λόγω της αβεβαιότητας της κατάστασης στην οποία βρίσκονται, ή του φόβου των αντιποίνων, προσωπικών και άλλων λόγων, και συνεπώς οι πραγματικές διαστάσεις είναι πολύ πιο ευρείες.

Απαραίτητα βήματα και αλλαγή προτύπων

Ασφαλώς έχουν γίνει βήματα στη χώρα μας για την αντιμετώπιση της έμφυλης βίας, όπως η κύρωση της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης του Συμβουλίου της Ευρώπης (αν και είναι αμφίβολο εάν εφαρμόζεται στην πράξη και με όλα τα εργαλεία που παρέχει), όπως ακόμη η πρόσφατη κύρωση της Σύμβασης του Παγκόσμιου Οργανισμού Εργασίας (ILO) για την έμφυλη βία και παρενόχληση στον χώρο της εργασίας (αν και είναι δύσκολο να γίνει κατανοητό για ποιον λόγο δημιουργείται σύγχυση αρμοδιοτήτων μεταξύ ΣΕΠΕ και Συνηγόρου), είναι απαραίτητο όμως να γίνουν πολλά περισσότερα, όπως ενδεχομένως η ενσωμάτωση στο εθνικό δίκαιο της κοινοτικής νομοθεσίας για την προστασία των θυμάτων εγκληματικών πράξεων (Οδηγία 2019/2937/ΕΕ) που μπορεί να σταθεί ως ασπίδα προστασίας για το σπάσιμο της σιωπής –ιδιαίτερα εάν επεκταθεί σε όλα τα πεδία της κοινωνικής ζωής, ή ακόμη περισσότερο την προσθήκη (ιδιαίτερα στο πνεύμα της εξέλιξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο) της κατηγορίας φύλο στο Άρθρο 82Α του Ποινικού Κώδικα για το ρατσιστικό έγκλημα, καθώς ειδικά οι γυναικοκτονίες έχουν το χαρακτηριστικό του εντοπισμού του παράγοντα της προκατάληψης και της μισαλλοδοξίας στη βάση του φύλου.

Μολαταύτα, ενώ όλες οι καλύτερες νομοθεσίες του κόσμου μπορούν να είναι υποβοηθητικές και πρέπει να υιοθετούνται, δεν μπορούν να είναι ικανά αποτελεσματικές εάν δεν αντιμετωπιστεί αυτός ακριβώς ο κρίσιμος παράγοντας των στερεοτύπων και της προκατάληψης που οδηγεί στην έμφυλη (και γενικότερα τη ρατσιστική) βία. Και το σχολείο είναι ο πρώτος κρίκος που σε αυτή τη διάσταση πρέπει να γίνει ο πιο ισχυρός με εκπαιδεύσεις, σεμινάρια και δράσεις στοχευμένες στις έμφυλες προκαταλήψεις. Αλλά και την ενσυνείδηση ότι ενδεχομένως με τον α’ ή τον β’ τρόπο μπορεί καθεμιά ή καθένας μας να συγκαλύψει ή και να γίνει έμμεσα συνεργός της έμφυλης βίας, όταν λόγου χάρη αποστρέφει το βλέμμα όταν δει ένα τέτοιο περιστατικό στον δημόσιο χώρο, στο φιλικό ή στο οικογενειακό περιβάλλον, δίχως να πράξει τίποτε, καθώς όπως όλες οι έρευνες καταμαρτυρούν ότι γύρω από κάθε κακοποιητή, υπάρχει τουλάχιστον το πλέγμα της ανοχής, μίας ιδιότυπης κατανόησης, αν όχι προστασίας.

Γιατί, όπως έχει ειπωθεί, ναι, πρέπει να σπάσουμε τη σιωπή, ενδεχομένως πρώτα, όμως, πρέπει να σπάσουμε την αποσιώπηση.

Πρώτη δημοσίευση: 25 Ιουλίου 2021, Η Εποχή

Μπορείτε να βρείτε το αρχικό άρθρο εδώ