Του Vijay Prashad

Στις 11 Μαρτίου, ο Ουκρανός υπουργός Εξωτερικών Dmytro Kuleba έγραψε στο Twitter ότι η κυβέρνησή του έχει «εγκρίνει τη Στρατηγική για την Κατάκτηση και την Επανένταξη της Κριμαίας». Αυτό που ανέφερε είναι μια νέα στρατηγική που καθοδηγείται από τον Ουκρανό Πρόεδρο Βολοντιμίρ Ζελένσκι για να ανακαταλάβει την Κριμαία και μαζί το λιμάνι της Σεβαστούπολης. Το Εθνικό Συμβούλιο Ασφάλειας και Άμυνας της Ουκρανίας εξέδωσε το διάταγμα 117/2021 στις 24 Μαρτίου, το οποίο ορίζει την απόφαση της κυβέρνησης να αμφισβητήσει τον έλεγχο της Ρωσίας στην Κριμαία. Στο Twitter, ο Πρόεδρος Ζελένσκι χρησιμοποίησε το hashtag #CrimeaIsUkraine  (Η Κριμαία είναι Ουκρανία) για να στείλει ένα σαφές μήνυμα ότι είναι έτοιμος να κλιμακώσει τη σύγκρουση με τη Ρωσία για την Κριμαία. Η ουκρανική κυβέρνηση συγκρότησε μια Πρωτοβουλία, την Πλατφόρμα για την Κριμαία, για το συντονισμό της στρατηγικής παράλληλα με τις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Οργανισμό Βορειοατλαντικού Συμφώνου (NATO) για την πίεση της Ρωσίας τόσο στην Κριμαία όσο και στη σύγκρουση στην περιοχή Ντονμπάς της ανατολικής Ουκρανίας.

Ο Ζελένσκι, ένας ηθοποιός, μπήκε στην πολιτική όταν έπαιξε το ρόλο του προέδρου της Ουκρανίας σε μια τηλεοπτική σειρά με τίτλο «Υπηρέτης του Λαού». Η φαντασία έγινε πραγματικότητα όταν η τηλεοπτική του σειρά έγινε πολιτικό κόμμα, το οποίο κατέβηκε στις εκλογές με ένα σίγουρα ασαφές μήνυμα, να επαναφέρει την αξιοπρέπεια στην πολιτική. Κέρδισε την προεδρία το 2019 με το 73% των ψήφων. Υπήρχε μια γενική αίσθηση ότι ο «καθαρός» Ζελένσκι και η υπεράσπιση των Ρώσων ηθοποιών στην Ουκρανία, θα μεταφράζονταν σε μια ειρηνευτική διαδικασία για την ανατολική Ουκρανία και με τη Ρωσία. Αντ’ αυτού, ο Ζελένσκι — ο οποίος υποκινείται από τους συμμάχους του στο ΝΑΤΟ — έχει γίνει πολύ πιο επιθετικός εναντίον της Ρωσίας από τον προκάτοχό του Πέτρο Ποροσένκο.

Τον Μάρτιο του 2014, μετά την είσοδο των ρωσικών στρατευμάτων στην Κριμαία, ο πληθυσμός ψήφισε να προσχωρήσει στη Ρωσία. Οκτώ ημέρες αργότερα, η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών ενέκρινε ψήφισμα ζητώντας από τα ρωσικά στρατεύματα να αποσυρθούν. Το αδιέξοδο που δημιουργήθηκε από την ψηφοφορία στην Κριμαία και το ψήφισμα του ΟΗΕ παραμένει.

Η Πορεία του ΝΑΤΟ προς τα ανατολικά

Οι σημερινές εντάσεις δεν πρέπει να παρουσιάζονται ως παμπάλαιες έχθρες. Αυτό συμβαίνει με τις σχέσεις Ουκρανίας και Ρωσίας. Για επτά δεκαετίες, και οι δύο χώρες ήταν μέρος της ΕΣΣΔ, και για πάνω από μια δεκαετία μετά το 1991, οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών παρέμειναν εγκάρδιες. Στις 9 Φεβρουαρίου 1990, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Τζέιμς Μπέικερ είπε στον τελευταίο ηγέτη της ΕΣΣΔ Μιχαήλ Γκορμπατσόφ ότι το ΝΑΤΟ δεν θα μετακινηθεί «ούτε ένα εκατοστό προς τα ανατολικά» από τη γραμμή Όντερ-Νάισσε που χωρίζει τη Γερμανία από την Πολωνία. «Η διεύρυνση του ΝΑΤΟ είναι απαράδεκτη», δήλωσε ο Γκορμπατσόφ στον Μπέικερ. Ο Μπέικερ συμφώνησε: «Ούτε ένα εκατοστό από τη σημερινή στρατιωτική δικαιοδοσία του ΝΑΤΟ δεν θα επεκταθεί προς ανατολική κατεύθυνση». Σε επιστολή του προς τον Γερμανό καγκελάριο Χέλμουτ Κολ την επόμενη ημέρα, ο Μπέικερ αφηγήθηκε αυτή τη συζήτηση, τονίζοντας ότι «η επέκταση της ζώνης του ΝΑΤΟ θα ήταν απαράδεκτη». «Συνεπεία τούτου», έγραφε ο Μπέικερ, «το ΝΑΤΟ στην τρέχουσα ζώνη του μπορεί να είναι αποδεκτό».

Οι δυτικές δυνάμεις αθέτησαν αμέσως τη δέσμευσή τους. Το 1999, η Τσέχικη Δημοκρατία, η Ουγγαρία και η Πολωνία εντάχθηκαν στο ΝΑΤΟ, ενώ το 2004 η συμμαχία προσέλκυσε τη Βουλγαρία, την Εσθονία, τη Λετονία, τη Λιθουανία, τη Ρουμανία, τη Σλοβακία και τη Σλοβενία. Μια γραμμή κρατών που απαρτίζεται από την Ουκρανία, τη Λευκορωσία και τη Μολδαβία—που συνορεύουν όλα με τη Ρωσία—παρέμειναν εκτός του ΝΑΤΟ. Το 2002, το Σχέδιο Δράσης ΝΑΤΟ-Ουκρανίας άνοιξε ένα πλαίσιο για την πιθανή ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ. Αυτή η διαδικασία έχει εγείρει σοβαρά ερωτήματα όχι μόνο σχετικά με τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ προς την ανατολή, αλλά επίσης –και πιο σημαντικό- σχετικά με τη βαθύτερη πολιτιστική σχέση που είχε η Ουκρανία με τη Ρωσία στα ανατολικά της και με την Ευρώπη στα δυτικά της. Προς ποια κατεύθυνση θα πρέπει να προσανατολιστεί η Ουκρανία (το ένα πέμπτο του ουκρανικού πληθυσμού είναι ρωσόφωνο, με τους περισσότερους να βρίσκονται στις αστικές περιοχές της Ουκρανίας και στην περιοχή του Ντονμπάς);

Το ΝΑΤΟ προσέλκυσε επιθετικά την Ουκρανία και τη Λευκορωσία, με τα διάφορα σχέδια του ΝΑΤΟ να επικεντρώνονται έντονα στην άσκηση πίεσης στη Ρωσία. Η πιο πρόσφατη έκθεση «NATO 2030» επισημαίνει τη στρατηγική εστίασή του στη Ρωσία, η οποία θεωρείται «αποσταθεροποιητική» και «προκλητική». Για να ασκήσει πίεση στη Ρωσία στα σύνορά της με την Ουκρανία, η Επιτροπή ΝΑΤΟ-Ουκρανίας συνεδρίασε καθ’ όλη τη διάρκεια του 2020 για να προωθήσει τη Διακριτή Εταιρική Σχέση ΝΑΤΟ-Ουκρανίας (η οποία συστάθηκε το 1997). Τον Ιούνιο του 2020, το ΝΑΤΟ αναγνώρισε την Ουκρανία ως Εταίρο Βελτιωμένων Ευκαιριών, η πιο κοντινή μορφή για πλήρη ένταξη στο ΝΑΤΟ. Οι ένοπλες δυνάμεις της Ουκρανίας, οι οποίες έχουν πλέον εκπαιδευτεί ουσιαστικά με το ΝΑΤΟ, εντάχθηκαν στις δυνάμεις του ΝΑΤΟ για τρεις μεγάλες στρατιωτικές ασκήσεις το προηγούμενο έτος (Saber Junction, Sea Breeze και Combined Resolve).

Σε συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών του ΝΑΤΟ στις 24 Μαρτίου, ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ είπε, «Η Ρωσία έχει αυξήσει το μοτίβο της κατασταλτικής συμπεριφοράς στη χώρα της και της επιθετικής συμπεριφοράς στο εξωτερικό». Για το σκοπό αυτό, η προσέγγιση του ΝΑΤΟ στη Ρωσία θα είναι, είπε ο Στόλτενμπεργκ, «αποτροπή και άμυνα» με «άνοιγμα στο διάλογο». Ο διάλογος φαίνεται να έχει υποβαθμιστεί μεταξύ της Δυτικής συμμαχίας και της Ρωσίας, με την Ουκρανία να έχει το πράσινο φως για να προβαίνει σε προκλητικές δηλώσεις και ενέργειες.

Η ανάγκη της Ευρώπης για το ρωσικό φυσικό αέριο

Πίσω από την ένταση βρίσκεται η όρεξη της Ευρώπης για ενέργεια. Ως αποτέλεσμα των αμερικανικών ενεργειών τις τελευταίες δύο δεκαετίες, η Ευρώπη έχασε τρεις μεγάλες πηγές ενέργειας: το Ιράν, τη Λιβύη και τη Ρωσία. Επειδή η Ουκρανία έχει γίνει σημείο αιχμής, Ρώσοι επενδυτές ενέργειας — κυρίως η κρατική επιχείρηση ενέργειας Gazprom — προχώρησαν στην κατασκευή αγωγού κάτω από τη Βαλτική Θάλασσα για να συνδέσουν τις ρωσικές πετρελαιοπηγές με τη Γερμανία. Τα δύο έργα αγωγών (Nord Stream και Nord Stream 2) ξεκίνησαν το 2011-12, πριν ξεσπάσουν οι εχθροπραξίες στην ανατολική Ουκρανία και πριν η Ρωσία καταλάβει επισήμως την Κριμαία (και τα δύο το 2014).

Η Γερμανία χαιρέτισε τους αγωγούς, δεδομένου ότι οι αγωγοί αυτοί θα συνέχιζαν την παροχή αερίου στην Ευρώπη σε τακτική βάση. Η κυβέρνηση του Προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν όξυνε την επίθεση στον Nord Stream 2. Ο υπουργός Εξωτερικών του Μπάιντεν, Άντονι Μπλίνκεν, προειδοποίησε ότι «οποιαδήποτε οντότητα εμπλέκεται στον αγωγό Nord Stream 2 κινδυνεύει με κυρώσεις των ΗΠΑ και πρέπει να εγκαταλείψει αμέσως τις εργασίες του στον αγωγό». Η αντιμονοπωλιακή ρυθμιστική αρχή της Πολωνίας — UOKiK — επέβαλε πρόστιμο περίπου 7,6 δισ. δολαρίων σε Πολωνούς υπεργολάβους για συμμετοχή στο έργο. Ο στενός σύμμαχος της Γερμανίδας καγκελάριου Άνγκελα Μέρκελ, Πέτερ Μπέγιερ, ο οποίος είναι ο συντονιστής της Γερμανίας για τις διατλαντικές υποθέσεις — ζήτησε την αναστολή του αγωγού.

Ο Αντρέι Μίνιν του Nord Stream 2 δήλωσε ότι ο στόλος του έργου του έχει αποτελέσει στόχο «τακτικών προκλήσεων από την πλευρά ξένων μη στρατιωτικών και στρατιωτικών σκαφών». Αυτό θα μπορούσε να αφορά μόνο τις στρατιωτικές ασκήσεις που διεξήγαγαν το ΝΑΤΟ και οι σύμμαχοί του — συμπεριλαμβανομένης της Ουκρανίας — στη Βαλτική Θάλασσα. Ο Μίνιν επεσήμανε ευθέως ότι τα πολωνικά αεροσκάφη πετούν χαμηλά πάνω από το έργο στα δανικά ύδατα.

Ο αγωγός Nord Stream 2 έχει ολοκληρωθεί κατά 95 τοις εκατό και προβλέπεται ότι θα είναι έτοιμος να λειτουργήσει μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2021. Η αποτυχία των ΗΠΑ να επιστρέψουν κανονικά στη συμφωνία με το Ιράν και η συνεχιζόμενη κρίση στη Λιβύη καθιστούν τον Nord Stream 2 θεμελιώδη για τον ενεργειακό σχεδιασμό της Ευρώπης. Αλλά ο αγωγός Nord Stream 2 έχει παγιδευτεί από την προσπάθεια του ΝΑΤΟ να απομονώσει τη Ρωσία.

Το μειονοτικό πρόβλημα της Ουκρανίας

Καμία χώρα δεν είναι πραγματικά πολιτισμικά ομοιογενής. Η Ουκρανία έχει σημαντικούς πληθυσμούς με πολιτιστικές ρίζες σε γειτονικά κράτη. Αυτό ισχύει κυρίως για τον ρωσόφωνο πληθυσμό, ο οποίος έχει στενούς δεσμούς με τη Ρωσία τόσο πολιτισμικά όσο και πολιτικά. Ένας στους πέντε Ουκρανούς μιλάει ρωσικά, ενώ περίπου ένας στους δέκα Ουκρανούς ταυτίζεται με μια σειρά πολιτιστικών κόσμων που αναδύονται από τη Λευκορωσία έως το Γκαγκαούζ (μια τουρκική κοινότητα από το Μπουντζάκ).

Η πίεση του ΝΑΤΟ κατά της Ρωσίας επιδεινώθηκε και ενώθηκε με ακραίους Ουκρανούς εθνικιστές — συμπεριλαμβανομένων φασιστών όπως το Τάγμα Αζόφ — για να ωθήσουν ένα αντιρωσικό πολιτιστικό και πολιτικό κίνημα στη χώρα. Ο πρώην Ουκρανός πρόεδρος Πέτρο Ποροσένκο, ο οποίος επωφελήθηκε από τη δυτική στήριξη, πρότεινε ένα νόμο για τη γλώσσα το 2017 που εμποδίζει τη διδασκαλία των μειονοτικών γλωσσών στα σχολεία της χώρας. Στόχος του νόμου ήταν η απορωσικοποίηση του πληθυσμού, αλλά είχε αντίκτυπο στις μικρότερες μειονότητες της χώρας. Για το λόγο αυτό, η Βουλγαρία, η Ελλάδα, η Ουγγαρία και η Ρουμανία υπέβαλαν καταγγελίες στο Συμβούλιο της Ευρώπης.

Ο υπουργός Εξωτερικών της Ουγγαρίας Péter Szijártó έγραψε στο Facebook στα τέλη του 2020 ότι η κυβέρνησή του θα «υπερασπιστεί τους Υπερκαρπάθιους Ούγγρους σε κάθε διεθνές φόρουμ». Η Ουκρανία, είπε, «που δεν είναι μέλος του ΝΑΤΟ, έχει εξαπολύσει επίθεση εναντίον μιας μειονοτικής ομάδας που προέρχεται από χώρα μέλος του ΝΑΤΟ». Οι αντιφάσεις της αντιρωσικής ατζέντας Ουκρανίας-ΝΑΤΟ έρχεται σε σύγκρουση με άλλα μέλη του ΝΑΤΟ για λόγους που δεν ρυθμίστηκαν προσεκτικά.

Οι εντάσεις κατά μήκος των συνόρων Ουκρανίας-Ρωσίας έχουν ενταθεί, με την πλήρη υποστήριξη του Μπάιντεν στις νέες αντιρωσικές φιλοδοξίες του Ζελένσκι. Ένας ανώτερος αξιωματούχος των Ηνωμένων Εθνών στο Τμήμα Πολιτικών και Ειρηνευτικών Υποθέσεων μου λέει ότι θέλουν οι στρατιωτικές δυνάμεις να αποσυρθούν από τα σύνορα. Όλες οι κύριες πλατφόρμες για διαπραγματεύσεις — οι συναντήσεις Normandy Format και Arria Formula στον ΟΗΕ — βρίσκονται σε αδιέξοδο. «Χρειάζεται να επικρατήσει η ψυχραιμία», δήλωσε ο αξιωματούχος του ΟΗΕ. «Οτιδήποτε άλλο εκτός από αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε καταστροφικό πόλεμο».

Το άρθρο δημιουργήθηκε από το Globetrotter.

Μετάφραση από τα αγγλικά: Pressenza Athens


Vijay Prashad is an Indian historian, editor and journalist. He is a writing fellow and chief correspondent at Globetrotter. He is the chief editor of LeftWord Books and the director of Tricontinental: Institute for Social Research. He is a senior non-resident fellow at Chongyang Institute for Financial Studies, Renmin University of China. He has written more than 20 books, including The Darker Nations and The Poorer Nations. His latest book is Washington Bullets, with an introduction by Evo Morales Ayma.