Η «σύγχρονη» κοινωνία μας αντιμετωπίζει πολλές προκλήσεις, η κάθε μία εξίσου σημαντική με την άλλη: περιβάλλον, οικονομία, βία, υγεία, εκπαίδευση, ασφάλεια, ενέργεια, σίτιση, συγκέντρωση κεφαλαίου, ανεργία κ.λπ. Φαίνεται ότι κάθε κοινωνικός ηγέτης και πολιτικός έχει σχέδια να ανταποκριθεί σε αυτές τις προκλήσεις και ξέρει ακριβώς πώς να τις λύσει. Εύλογα, πολύ λίγοι άνθρωποι τους πιστεύουν πια, και έτσι η κρίση δυσπιστίας αυξάνεται μέρα με τη μέρα. Πώς αποπροσανατολιστήκαμε τόσο πολύ; Πότε χάσαμε την πυξίδα μας;

Φανταστείτε να ρωτήσετε τους φίλους σας μια πολύ απλή ερώτηση: «Τι έχεις πραγματικά ανάγκη;» Παρατηρήστε πόσο χρόνο χρειάζονται για να απαντήσουν σε αυτόν τον βασικό προβληματισμό. Πώς θα μπορούσαμε πραγματικά να ζήσουμε μια αρμονική ζωή χωρίς να γνωρίζουμε και να σκεφτόμαστε τις θεμελιώδεις ανάγκες μας;

Μεταξύ των πρακτικών του Μηνύματος του Σίλο, υπάρχει μια διαλογιστική τελετή που ονομάζεται «Λειτουργία» και εστιάζει στην εργασία με την εσωτερική μας ενέργεια (δύναμη). Στο τέλος της εμπειρίας, οι συμμετέχοντες καλούνται να συλλογιστούν: «Με αυτήν τη Δύναμη που λάβαμε, ας εστιάσουμε το νου στην εκπλήρωση αυτού που έχουμε πραγματικά ανάγκη…» Στην πρώτη δημόσια ομιλία του, με τίτλο «Η Θεραπεία της Οδύνης», ο Σίλο εξιστόρησε το ταξίδι ενός αναβάτη, που τελειώνει με αυτήν την παράγραφο: «Πολύ νωρίς την αυγή, θυσίασε την άμαξα της Επιθυμίας. Είναι βέβαιο πως κάνοντάς το, έχασε την ρόδα της Ευχαρίστησης, όμως μαζί με αυτήν έχασε και τη ρόδα της Οδύνης. Ανέβηκε στο ζώο της Ανάγκης και πάνω στη ράχη του άρχισε να καλπάζει στα πράσινα λιβάδια μέχρις ότου έφτασε στον προορισμό του». (Δείτε παρακάτω ολόκληρη την ιστορία.)

Ας σταματήσουμε για ένα λεπτό. «Τι πραγματικά χρειαζόμαστε» δεν είναι αυτό που θέλουμε ή αυτό που επιθυμούμε, αλλά αυτό που πραγματικά έχουμε ανάγκη. Στην κουλτούρα μας, είναι ευκολότερο να γνωρίζουμε τι επιθυμούμε από το να γνωρίζουμε και να συνδεόμαστε με αυτό που πραγματικά έχουμε ανάγκη. Η κοινωνία μας έχει δημιουργηθεί για να μας πουλήσει αυτό που θέλουμε και δεν χρειαζόμαστε. Είναι η μαγεία αυτού του συστήματος. Έχουμε καταστήματα, υπηρεσίες, ιστοσελίδες, πολιτικούς, τράπεζες κ.λπ., έτοιμοι να ανταποκριθούν στην πιο τρελή μας επιθυμία. Αλλά πόσοι άνθρωποι παίρνουν αυτό που θέλουν και είναι ευτυχισμένοι; Πόσα άτομα πιστεύουν ότι δεν έχουν αρκετά και πρέπει να έχουν περισσότερα;

Ο Δρ. Ρόμπερτ Λούστιγκ, στο βιβλίο του «The Hacking of the American Mind» (Το χακάρισμα του αμερικανικού μυαλού) εξηγεί την επιστημονική διαφορά μεταξύ της ευχαρίστησης και της ευτυχίας, δείχνοντας τις συνέπειες της πολιτιστικής μας σύγχυσης στην αναζήτηση της ευχαρίστησης και συνδέοντάς την με τον εθισμό, την κατάθλιψη και τις χρόνιες ασθένειες.

Αν είχαμε την ευκαιρία να μεταμορφώσουμε τον πολιτισμό μας, με βάση την κατανόηση και τις εμπειρίες μας, θα μπορούσαμε να ξεκινήσουμε εφαρμόζοντας αυτήν την απλή φράση: «Ας εστιάσουμε το νου στην εκπλήρωση αυτού που έχουμε πραγματικά ανάγκη…» Φανταστείτε την οικοδόμηση μιας νέας κοινωνίας όπου όλοι εργαζόμαστε μαζί για την εκπλήρωση αυτού που πραγματικά χρειαζόμαστε… από το προσωπικό έως το κοινό και το παγκόσμιο. Θα γινόντουσαν όλα πολύ πιο εύκολα, πιο βαθιά και με πιο νόημα.

Όπως λέει η παροιμία, «Πενία τέχνας κατεργάζεται». Ας δημιουργήσουμε λοιπόν κάτι μαζί! Τι θα λέγατε για μια πραγματική δημοκρατία, που επικεντρώνεται στην οργάνωση της ενεργού συμμετοχής των πολιτών στην οικοδόμηση μιας κοινωνίας με βάση την εκπλήρωση όσων πραγματικά χρειαζόμαστε όλοι. Δεν είναι καλύτερο από το να βουλιάζουμε σε αυτήν την εγωκεντρική, ξιπασμένη, τυπική δημοκρατία που χειραγωγείται από το εγωιστικό συμφέρον μιας μικρής μειοψηφίας; Μπορούμε απλά να εστιάσουμε το νου μας σε αυτό που πραγματικά έχουμε ανάγκη;


Θα ήθελα να σου διηγηθώ μια ιστορία, η οποία συνέβη πριν πολύ καιρό.

Ήταν κάποτε ένας ταξιδιώτης που έπρεπε να κάνει ένα μακρύ ταξίδι. Έζεψε λοιπόν το ζώο του σε μια άμαξα και ξεκίνησε μια μακρά πορεία προς ένα μακρινό προορισμό και με ένα καθορισμένο χρονικό όριο. Ονόμασε το ζώο «Ανάγκη», την άμαξα «Επιθυμία», την μία ρόδα την ονόμασε «Ευχαρίστηση» και την άλλη «Πόνο». Κι έτσι, ο ταξιδιώτης οδηγούσε την άμαξά του πότε προς τα δεξιά και πότε προς τ’ αριστερά, αλλά πάντοτε προς τον προορισμό του. Όσο πιο γρήγορα πήγαινε η άμαξα τόσο πιο γρήγορα κινούνταν οι ρόδες της Ευχαρίστησης και του Πόνου, έτσι όπως ήταν συνδεδεμένες στον ίδιο άξονα και μετέφεραν την άμαξα της Επιθυμίας.

Καθώς το ταξίδι ήταν πολύ μακρύ, ο ταξιδιώτης μας βαριόταν. Αποφάσισε, λοιπόν, να διακοσμήσει, να στολίσει την άμαξα με πολλά όμορφα πράγματα κι έτσι κι έγινε. Όμως όσο περισσότερο στόλιζε την άμαξα της Επιθυμίας, τόσο πιο βαριά αυτή γινόταν για την Ανάγκη. Έτσι που στις στροφές και στις απόκρημνες πλαγιές το φτωχό ζώο εξαντλούνταν, μη μπορώντας να τραβήξει την άμαξα της Επιθυμίας. Στους αμμώδεις δρόμους οι ρόδες της Ευχαρίστησης και της Οδύνης χώνονταν στη γη.

Έτσι, απελπίστηκε μια μέρα ο ταξιδιώτης γιατί ήταν πολύ μακρύς ο δρόμος κι ήταν πολύ μακρινός ο προορισμός του. Αποφάσισε να διαλογιστεί πάνω στο πρόβλημά του εκείνη τη νύχτα και, καθώς το έκανε, άκουσε το χλιμίντρισμα του παλιού του φίλου. Καταλαβαίνοντας το μήνυμα, την επόμενη μέρα ξεγύμνωσε την άμαξα από τα στολίδια της, την ξαλάφρωσε από τα βάρη της και πολύ νωρίς το πρωί οδήγησε το ζώο του να προχωρήσει τροχάζοντας προς τον προορισμό του. Ωστόσο, είχε ήδη χάσει χρόνο ο οποίος δεν μπορούσε να ανακτηθεί. Την επόμενη νύχτα γύρισε και πάλι να διαλογιστεί και κατάλαβε από μια καινούρια ειδοποίηση του φίλου του ότι τώρα έπρεπε να αντιμετωπίσει ένα καθήκον διπλά δύσκολο, γιατί θα σήμαινε γι’ αυτόν αποδέσμευση.

Πολύ νωρίς την αυγή, θυσίασε την άμαξα της Επιθυμίας. Είναι βέβαιο πως κάνοντάς το, έχασε την ρόδα της Ευχαρίστησης, όμως μαζί με αυτήν έχασε και τη ρόδα της Οδύνης. Ανέβηκε στο ζώο της Ανάγκης και πάνω στη ράχη του άρχισε να καλπάζει στα πράσινα λιβάδια μέχρις ότου έφτασε στον προορισμό του.

Μετάφραση από τα αγγλικά: Pressenza Athens