“Οι λέξεις μετράνε!”, ήταν ο τίτλος της ευρωπαϊκής εκστρατείας, που ξεκίνησε η Πλατφόρμα για τη Διεθνή Συνεργασία των Μεταναστών χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα (PICUM), το 2012 και αφορούσε ακριβώς τη μη χρήση του όρου λαθρομετανάστης. Αντ’ αυτού πρότεινε τη χρήση του όρου χωρίς χαρτιά ή παράτυπος. Στην εκστρατεία από ελληνικής πλευράς συμμετείχαν οι οργανώσεις ΑΙΤΗΜΑ, ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΦΟΡΟΥΜ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ, PRAKSIS, GENERATION 2.0 και το ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΦΟΡΟΥΜ ΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ. ‘Ηταν η εποχή που η κυβέρνηση Σαμαρά, με την υποστήριξη και άλλων συντηρητικών κύκλων στην ΕΕ, ενίσχυε την εικόνα της παρανομίας των μετακινούμενων πληθυσμών, χρησιμοποιώντας κατά κόρον τη λέξη λαθρομετανάστες. Στην ΕΕ παρατηρούμε συχνά, μελετώντας τα κείμενα των συμφωνιών ή των αποτελεσμάτων των φόρουμ των ηγετών των κρατών-μελών, πως όσο σκληραίνει η πολιτική απέναντι στους ανθρώπους που μετακινούνται και αιτούνται άσυλο στην Ευρώπη, τόσο εξαφανίζονται από τα γραπτά οι όροι πρόσφυγες, αιτούντες άσυλο και δίνεται χώρος στη χρήση των λέξεων μετανάστες, για όσους αιτούνται διεθνή προστασία, ακόμα και λαθρομετανάστες για όσους εισέρχονται παράτυπα στη χώρα.

Η εκστρατεία παρήγαγε δράσεις ευαισθητοποίησης σε τοπικό επίπεδο, έντυπα που εξηγούσαν το ανακριβές, το βλαβερό της χρήσης της λέξης και τα ακριβή σημεία παραβίασης των ευρωπαϊκών αξιών. Πιο συγκεκριμένα από νομική σκοπιά τεκμηριώνει ότι η χρήση αυτής της λέξης είναι νομικά εσφαλμένη, είναι παραπλανητική, αγνοεί τις διεθνείς νομικές υποχρεώσεις, παραβιάζει την αρχή της νόμιμης διαδικασίας και τέλος ότι είναι ανακριβής χαρακτηρισμός των ανθρώπων που φτάνουν στα σύνορα μιας χώρας. Παράλληλα εξηγεί από πλευράς ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ηθικής ότι η λέξη λαθρομετανάστης αφαιρεί την ανθρώπινη υπόσταση, ποινικοποιεί (ενώ πρόκειται ουσιαστικά για διοικητικό ατόπημα), αποτρέπει το δίκαιο διάλογο, απειλεί την αλληλεγγύη και κοστίζει ζωές και υπονομεύει την κοινωνική συνοχή.

Το 2015 η Ζωή Κωνσταντοπούλου, ως Πρόεδρος της Βουλής, εντός του Κοινοβουλίου έδωσε για πρώτη φορά μεγάλη δημοσιότητα και επέστησε την προσοχή στην αποτροπή της χρήσης του όρου λαθρομετανάστης. Η τοποθέτησή της ήταν καθοριστική στο να υπάρξει συνέχεια, από την τότε αναπληρώτρια Υπουργό Μεταναστευτικής Πολιτικής, Τασία Χριστοδουλοπούλου, η οποία κλήθηκε να αντιμετωπίσει τα μεγάλα προσφυγικά κύματα την ίδια περίοδο, και έκανε χρήση ορθότερης ορολογίας. Φέτος, στις αρχές Ιουλίου, 12 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ επαναφέρουν το θέμα στη Βουλή, ζητώντας από τον Π. Καμμένο να σταματήσει να χρησιμοποιεί σε κείμενα του Υπουργείου Άμυνας τη λέξη λαθρομετανάστης. Στις 25 Ιουλίου, ο Υπουργός Δικαιοσύνης στέλνει έγγραφο στην Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου με το ίδιο σκεπτικό, την επομένη ο Άρειος Πάγος στέλνει παραγγελία στις Εισαγγελικές Αρχές να ενημερώσουν ότι η χρήση του όρου “…εκτός του ότι δεν είναι δόκιμος, μπορεί να είναι και μειωτικός για την προσωπικότητα του ατόμου και βεβαίως, δεν συναντάται στην ελληνική νομοθεσία, όπου γίνεται λόγος για παράνομη είσοδο στη χώρα.” Το κείμενο της Εισαγγελίας Πειραιά αποστέλλεται στους Διευθυντές της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, καλώντας τους να βοηθήσουν με τη σειρά τους στο να αποτρέπονται φαινόμενα ρατσισμού και ξενοφοβίας μέσα στα σχολεία.

 

Οι λέξεις είναι σημαντικές γιατί φέρουν περιεχόμενα. «Οι λέξεις έχουν σημασία. Μόνο τις λέξεις έχουμε για να συνεννοούμαστε και να καταλαβαίνουμε τον κόσμο που μας περιβάλλει. Με τις λέξεις αντιλαμβανόμαστε το σύμπαν και το ταξινομούμε σε κατηγορίες. Οι λέξεις είναι επικίνδυνες. Αν κάποιον τον χαρακτηρίσω εγκληματία, του φέρομαι ανάλογα. Η λέξη «παράνομος» κουβαλάει πολύ αρνητικό φορτίο. Ονομάζοντας τους παράτυπους μετανάστες, αλλά και τους πρόσφυγες «παράνομους», τους φερόμαστε ανάλογα, σαν ανθρώπους που έχουν διαπράξει παρανομίες, σαν κοινούς εγκληματίες. Η γλώσσα δεν είναι αθώα. Περνάει μηνύματα, χειραγωγεί και κατασκευάζει συνειδήσεις», εξηγεί ο γλωσσολόγος και φίλος, Λύο Καλοβυρνάς, σε άρθρο που είχε δημοσιευθεί τον Απρίλιο του 2015, στο VICE.