Περισσότεροι από οκτώ εκατομμύρια εξακόσιες χιλιάδες πολίτες της Βενεζουέλας συμμετείχαν στις προεδρικές εκλογές αυτή την Κυριακή, αποτέλεσμα των οποίων ήταν η ανανέωση εντολής προς τον σημερινό πρόεδρο Nicolás Maduro. Εκλέχθηκαν επίσης τα νέα κρατικά συμβούλια, αν και τα φώτα πέσανε στην ανώτατη εκτελεστική θέση του κράτους.

Ο σημερινός πρόεδρος έλαβε το 68% των έγκυρων ψήφων, σε σύγκριση με το 21% του βασικού αντιπάλου του, Henri Falcón. Ο Javier Bertucci υποστηρίχθηκε από το 11% των ψηφοφόρων και ο τέταρτος στην ψηφοφορία, ο Reinaldo Quijada, συγκέντρωσε μόλις 35.000 ψήφους. Οι εκλογές πραγματοποιήθηκαν άψογα και χωρίς σοβαρά περιστατικά, όπως μαρτυρούν οι διεθνείς παρατηρητές που προσκλήθηκαν να συμμετάσχουν.

Σε σύγκριση με τις κατάφωρες παρατυπίες που σημειώθηκαν κατά τις τελευταίες εκλογές της Ονδούρας ή με εκείνες που καταγγέλθηκαν από τον υποψήφιο Efrain Αλέγκρε στην Παραγουάη, οι εκλογές μπορούν να χαρακτηριστούν ως απολύτως νόμιμες.

Ούτε μπορεί η Μπολιβαριανή κυβέρνηση να κατηγορηθεί ότι εξανάγκασε τους ψηφοφόρους να προσέλθουν στις κάλπες, καθώς η ψηφοφορία στο κράτος της Καραϊβικής είναι προαιρετική, σε αντίθεση με την Αργεντινή στην οποία ο πληθυσμός πρέπει αναγκαστικά να πάει να ψηφίσει.

Λόγω αυτής της ελευθερίας άσκησης ή μη του δικαιώματος ψήφου, η ριζοσπαστική αντιπολίτευση δεν μπορεί η ίδια να απέχει πλήρως, αν και η έκκλησή της προέτρεψε προς αυτή τη στάση. Ο αριθμός των ψηφοφόρων που πήγαν να ψηφίσουν, σε πρόβλεψη του CNE, ήταν 48%, έξι μονάδες υψηλότερος σε σχέση με πέρυσι στις εκλογές της Εθνικής Συνταγματικής Συνέλευσης.

Αναμφισβήτητα, επηρέασε το μποϊκοτάζ της εγχώριας και διεθνούς δεξιάς, με μεγαλύτερο αντίκτυπο στις μεσαίες και ανώτερες τάξεις, αν και σίγουρα όχι στο βαθμό που περίμεναν οι ηγέτες της. Επίσης η αποχή πρέπει να εκτιμηθεί με γνώμονα και την κάποια εκλογική κόπωση του πληθυσμού – που πήγε τέσσερις φορές σε ένα χρόνο στις κάλπες – η ύπαρξη αβέβαιου αριθμού πολιτών της Βενεζουέλας που είναι εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους και έχουν μεταναστεύσει και κάποιες ενέργειες εκφοβισμού ή μποϋκοτάζ, τα οποία μειώνουν το πιθανό συνολικό αριθμό των ψηφοφόρων. Αυτά τα απρόοπτα, αν και δείχνουν τον γνωστό ανταγωνισμό μιας μερίδας της κοινωνίας ενάντια στη Μπολιβαριανή Επανάσταση, δεν μειώνουν τη νομιμότητα των εκλογών.

Όσον αφορά τις δικές του ψήφους, ο Nicolas Maduro έλαβε κοντά στα έξι εκατομμύρια ψήφους (5.823.728 κατά το πρώτο μέτρημα με 92% καταμετρημένες ψήφους), χάνοντας μέρος των επτάμιση εκατομμύριων ψήφων που πήρε το 2013.

Είναι θεμιτό να σκεφτούμε, σε μια πρώτη προσέγγιση, ότι ανάμεσά τους υπάρχουν οι πιθανώς δυσαρεστημένοι υποστηρικτές με την τρέχουσα ηγεσία και ότι ένα ορισμένο μέρος του πληθυσμού τον κατηγορεί για τις καθημερινές δυσκολίες, μαζί με τη φυσική φθορά της κάθε κυβέρνησης. Από την άλλη πλευρά, ο υψηλός αριθμός των ψήφων και η σαφήνεια της νίκης μιλούν για τη διατήρηση ενός ευρέος πυρήνα υποστήριξης προς τον Τσαβισμό στον πληθυσμό της Βενεζουέλας.

Ως απάντηση της εξωτερικής κριτικής, όπως αυτή εκφράζεται από τον πρόσφατα επανεκλεγμένο πρόεδρο Sebastián Píñera, η Χιλή είναι μία από τις χώρες με το υψηλότερο ποσοστό αποχής στον κόσμο, με 51% στις τελευταίες εκλογές.

Κάτι παρόμοιο εκδηλώνεται ιστορικά στην Κολομβία, μια από τις χώρες που αμφισβητούν τη δημοκρατική ποιότητα της Βενεζουέλας. Ο απερχόμενος πρόεδρος Juan Manuel Santos εξελέγη με περισσότερες από τις μισές ψήφοι του 48% των ψηφοφόρων. Ποσοστό το οποίο είναι ταυτόσημο με τους εγγεγραμμένους ψηφοφόρους στη Βενεζουέλα, λίγο υψηλότερο από το μέσο όρο της εκλογικής ιστορίας της Κολομβίας μεταξύ 1978 και 2010, σύμφωνα με στοιχεία από την έκθεση του ίδιου του Εθνικού Μητρώου.

Και τι γίνεται με τις Ηνωμένες Πολιτείες, τον αυτοανακηρυχθέντα παγκόσμιο κηδεμόνα της δημοκρατίας; Στις τελευταίες προεδρικές εκλογές οι έγκυρες ψήφοι ήταν στο 55,4% στο συνολικό αριθμό των εγγεγραμμένων, αλλά λόγω του έμμεσου εκλογικού συστήματος, κυβερνά ο υποψήφιος ο οποίος πήρε χαμηλότερη λαϊκή ψήφο από την αντίπαλό του (46% ο Τραμπ έναντι 48% η Κλίντον).

Ακόμη και η κατηγορία για τη χρήση ενός πελατειακού συστήματος ή εκβιαστικής ψήφου, θα πρέπει να κάνει να ντρέπονται τις κυβερνήσεις της Λατινικής Αμερικής που ορθώθηκαν ως εισαγγελείς της δημοκρατίας της Βενεζουέλας. Μια εκτεταμένη συλλογή από αυτές τις πρακτικές μπορεί να μελετηθεί στο τεράστιο αντιδημοκρατικό ρεκόρ του Μεξικού, άλλη μια από τις κυβερνήσεις που υποστηρίζουν την επίθεση εναντίον της Βενεζουέλας.

Η καταδίκη της δημοφιλούς μηχανής κινητοποίησης που αναπτύχθηκε από τον Τσαβισμό, η οποία έχει εγγυηθεί τόσες πολλές εκλογικές νίκες, εξηγείται από την επικριτική περιφρόνηση για τη λαϊκή οργάνωση – αποφασιστική για την επίτευξη κοινωνικών κατακτήσεων, που εδώ και καιρό την έχουν αρνηθεί στην πλειοψηφία του κόσμου.

Η εκλογική νίκη του Nicolás Maduro και της Μπολιβαριανής Επανάστασης είναι πολύ σημαντική, δεδομένου ότι είναι μέσα σε ένα πλαίσιο οικονομικού πολέμου, εμπορικών κυρώσεων, οικονομικής ασφυξίας, οξείας νομισματικής κερδοσκοπίας, εσκεμμένης απόκρυψης βασικών καταναλωτικών αγαθών ή παράνομης εμπορίας τους, παρενόχλησης και δυσφήμησης βασικών εμβληματικών της στοιχείων. Εν ολίγοις, μια εικόνα παρόμοια με τις αποσταθεροποιήσεις που υπέστησαν πολλές προοδευτικές ή αριστερές κυβερνήσεις, οι οποίες αντιτάχθηκαν στο αποικιοκρατικό βάρος του κράτους του Βορρά.

Το κύριο πρόβλημα της δημοκρατίας στη Βενεζουέλα, δεν είναι προϊόν εσωτερικών πολιτικών διαφωνιών, που σίγουρα υπάρχουν, αλλά προέρχεται από το εξωτερικό.

Το πρόβλημα δεν είναι η Βενεζουέλα, αλλά η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ

Δεν υπάρχουν στέρεες βάσεις για να απονομιμοποιηθεί η επανεκλογή του Nicolás Maduro για άλλη μια θητεία. Ωστόσο, το αμερικανικό «καθεστώς» (ψευδώνυμο που χρησιμοποιείται στον δεξιό Τύπο συνήθως για κυβερνήσεις που δεν σχετίζονται με αυτό), επιμένει και συνωμοτεί για την μη αναγνώριση της εκλεγμένης με μεγάλη πλειοψηφία κυβέρνησης στη Βενεζουέλα. Για το λόγο αυτό, έχει στη διάθεσή του συντηρητικές φωνές στη Λατινική Αμερική και την Ευρώπη, των οποίων η δημοκρατική, αλλά κυρίως η κοινωνική, αξία είναι μικρή.

Ένα υπερβολικό δείγμα έδωσε η ισπανική κυβέρνηση του Rajoy καταστέλλοντας τον πληθυσμό της Καταλονίας μετά το δημοψήφισμα που κέρδισε το κίνημα ανεξαρτησίας, φυλακίζοντας αρκετούς ηγέτες και αναγκάζοντας τον εκλεγμένο πρόεδρο στην εξορία. Όλη η Ευρώπη είναι πολιορκημένη από ένα κύμα νεοφασιστικού εξτρεμισμού, ένα προϊόν της αυστηρής λιτότητας που επέβαλε στον πληθυσμό της το σύστημα της διεθνούς τοκογλυφία.

Δεν είναι σε θέση να δώσει μαθήματα οποιουδήποτε είδους. Ο εξτρεμισμός υπήρξε επίσης το εξαιρετικό χαρακτηριστικό της κυβέρνησης Τραμπ, θέτοντας τον πλανήτη στο χείλος μιας πυρηνικής καταστροφής. Η απειλή να σβήσει τη Βόρεια Κορέα από προσώπου γης, η κατάρρευση της συμφωνίας με το Ιράν για την παραγωγή των πυρηνικών της, η εγκατάλειψη της συμφωνίας του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή, η τόνωση των κυρώσεων κατά της Κούβας, της Ρωσίας και της ίδιας της Βενεζουέλας, υποδεικνύουν τη μονομερή μεροληψία της τρέχουσας εξωτερικής πολιτικής της Βόρειας Αμερικής.

Η αύξηση των δαπανών για εξοπλισμούς και η απαίτηση από τους συμμάχους τους στο ΝΑΤΟ να κάνουν το ίδιο, οι επιθέσεις κατά της Συρίας, τη συνενοχή με τον ισραηλινό καθεστώς, συνένοχοι για τη δολοφονία και το απαρτχάιντ του παλαιστινιακού λαού, η συμμαχία με τη Σαουδική μοναρχία, υπεύθυνη για πολλαπλές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα της και το θάνατο εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών της Υεμένης, αποτελούν σαφείς ενδείξεις της βίαιης φύσης εκείνων που διαμένουν στο Λευκό Οίκο σήμερα.

Στη Λατινική Αμερική, μετά από επανειλημμένες προσπάθειες να κάμψει και να ανατρέψει αντιδημοκρατικά την εκλεγμένη κυβέρνηση, η γεωπολιτική εχθρότητα της Βόρειας Αμερικής έχει γίνει ανοιχτή απειλή ένοπλης επέμβασης. Η πείρα που απέκτησαν οι ΗΠΑ σε πολλές προηγούμενες συνωμοσίες, προτείνει τη συμβολή διαφόρων παράνομων τακτικών, μεταξύ των οποίων είναι συγκαλυμμένες επιχειρήσεις, χρηματοδότηση ομάδων μισθοφόρων, υπόδειξη των μελών των Σωμάτων Ασφαλείας ή συγκρότηση δήθεν «συμμαχιών της διεθνούς ή λατινοαμερικανικής κοινότητας». Ακόμα και απόπειρες δολοφονίας δεν μπορούν να αποκλειστούν.

Πέρα από την επίτευξη ή μη του στόχου της απομάκρυνσης της Μπολιβαριανής κυβέρνησης, αυτό που επιδιώκεται με όλη αυτή την πίεση είναι να θεσπίσει ένα είδος υποδειγματικής τιμωρίας – τόσο παλιά όσο και η ίδια η ιστορία – να φοβηθεί όποιος τολμά να επαναστατήσει ενάντια στην αδικία που έχει θεσπιστεί. Το πιο πιθανό είναι ότι προς το παρόν δεν θα υπάρξει ανοικτή επιθετικότητα, η οποία δεν έχει ακόμη συναίνεση μεταξύ των δεξιών κυβερνήσεων και στην οποία σίγουρα θα υπάρξει σθεναρή αντίσταση.

Αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν να λειτουργούν για να φτιάξουν ένα σιδερένιο φράκτη γύρω από τη Βενεζουέλα, μια τακτική που όχι μόνο θα προκαλέσει οξεία προβλήματα στον πληθυσμό που υποτίθεται ότι θέλει να βοηθήσει, αλλά, όπως συνέβη με την Κούβα στη δεκαετία του 60, θα έχει ως αποτέλεσμα την ενίσχυση των συμμαχιών της κυβέρνησης της Βενεζουέλας με τη Ρωσία, την Κίνα, την Τουρκία, το Ιράν και άλλους παράγοντες της αναδυόμενης πολύ-πολικότητας.

Μέσα που αγιάζουν τον σκοπό

Η ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια Βικιπαίδεια γράφει ότι η έκφραση «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» – της οποίας η καταγωγή αποδόθηκε αδικαιολόγητα στο τάγμα των ιησουιτών από τους επικριτές του – σφραγίστηκε από τον Ναπολέοντα στην τελευταία σελίδα ενός αντιγράφου του βιβλίου «Ο Ηγεμόνας» του Νικολό Μακιαβέλι, κατά πάσα πιθανότητα ως περίληψή του. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η αρχή αυτή μπορεί να αποδοθεί στον πολιτικό φιλόσοφο της Φλωρεντίας, ιδίως ενόψει του περιεχομένου του 18ου κεφαλαίου του έργου αυτού. Το πιο εύγλωττο απόσπασμα σε αυτό: «Ο ηγεμόνας τότε να ξεπερνά πάντα τις δυσκολίες και να διατηρεί το Κράτος του. Εάν καταφέρει να επιτύχει το στόχο του, τα μέσα που θα τον οδηγήσουν σε αυτόν θα θεωρηθούν αξιέπαινα.»

Αιώνες αργότερα, με μια εξίσου ρεαλιστική αναστροφή της έκφρασης, τα μέσα καλούνται να αγιάσουν το σκοπό. Τα μέσα μαζικής διάχυσης.

Μέσω αυτών, με προπαγάνδα, μεροληπτική πληροφόρηση και ελκυστικά για να φαίνονται ως σενάρια ταινιών, προσπαθούν να πείσουν το κοινό για τα οφέλη του καπιταλιστικού συστήματος, του δυτικού πολιτισμού και για την αναγκαιότητα και τη νομιμότητα των πολέμων («Σταυροφορίες;») που γίνονται στο όνομά τους.

Αυτά τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, που ανήκουν σε λίγες οικονομικές ομάδες, μονοπωλούν το φάσμα στο υπερβολικά συγκεντρωμένο κοινό. Αποφασίζουν ποια περιεχόμενα πρέπει να παρουσιάζονται και ποια δεν πρέπει, ασκώντας μια αδικαιολόγητη αλλά αποτελεσματική χειραγώγηση και ενημερωτική λογοκρισία. Η γραμμή σύνταξης εμποδίζει την ελεύθερη άσκηση του δημοσιογραφικού επαγγέλματος, αποβάλλοντας από τις τάξεις του όσους δεν γίνονται ιδεολογικά μαχητικοί για εμπορικούς και πολιτικούς σκοπούς, προδίδοντας στοιχειώδεις δεοντολογικές ηθικές αρχές.

Αυτά τα ηγεμονικά οπτικοακουστικά οχήματα είναι αυτά που χρησιμοποιούνται τακτικά για τη δημιουργία συναίνεσης πριν από μια επίθεση εναντίον μιας χώρας. Η δαιμονοποίηση του εχθρού, η ύπουλη καρικατούρα κάποιων πτυχών του, είναι οι τεχνικές που χρησιμοποιούνται για να δημιουργήσουν αποστροφή και τρόμο στον ανυποψίαστο θεατή.

Αυτή η επιθετικότητα επικοινωνίας είναι πάντα το πρώτο βήμα για να μαλακώσουν την κοινή γνώμη, να δημιουργηθεί μια αποδοχή, προκειμένου να δικαιολογηθεί η τεράστια οδύνη που θα φέρει η καταστροφή του πολέμου.

Αυτό συνέβη με τη Λιβύη, το Ιράκ, τη Συρία – για να αναφέρουμε κάποια πρόσφατα γεγονότα – και η ίδια παλιά στρατηγική χρησιμοποιείται ενάντια στη Βενεζουέλα. Επομένως, ως προληπτική και αποτελεσματική υπεράσπιση της ειρήνης, είναι απαραίτητο να σταματήσουμε το κύμα παραπληροφόρησης που προαναγγέλλει τη σύγκρουση και αντιστέκεται στις καταστροφικές επιπτώσεις της. Εάν για τους ανθρώπους με καλή θέληση είναι παγκοσμίως αποδεκτό ότι ο σκοπός δεν αγιάζει τα μέσα με κανέναν τρόπο, είναι απαραίτητο να θεσπιστεί και το απόλυτο αντίθετο. Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης δεν θα πρέπει να χρησιμεύουν για να αγιάσουν τον σκοπό.