του Andre Damon

Σε ένα ακόμη σημαντικό ορόσημο στη διαδικασία σύγκλησης του στρατιωτικό-πληροφοριακού συμπλέγματος και της Silicon Valley, η μητρική εταιρία Alphabet της Google επιβεβαίωσε ότι έχει παράσχει λογισμικό για τον εντοπισμό στόχων που χρησιμοποιούνται στο παράνομο αμερικανικό κυβερνητικό πρόγραμμα δολοφονίας μη επανδρωμένων αεροσκαφών (drone).

Από την έναρξη αυτού του προγράμματος το 2009, οι Ηνωμένες Πολιτείες υποστηρίζουν ότι έχουν σκοτώσει κοντά στους 3000 «πολεμιστές» κατά της διάρκεια ρίψεων μη επανδρομένων αεροσκαφών. Εσωτερικά στρατιωτικά έγγραφα δείχνουν ότι για κάθε ένα άτομο που στοχεύουν οι επιθέσεις αυτές μη επανδρωμένου αεροσκάφους, σκοτώθηκαν εννέα αθώοι, πράγμα που σημαίνει ότι οι αληθινές απώλειες του αμερικανικής αντιτρομοκρατικής εκστρατείας στην Υεμένη, τη Σομαλία, το Αφγανιστάν, το Πακιστάν και το Ιράκ αυξάνεται δυνητικά σε δεκάδες χιλιάδες.

Σύμφωνα με την Αμερικανική Ένωση Πολιτικών Ελευθεριών, «Ένα πρόγραμμα στοχευμένων εκτελέσεων από μακριά από πεδίο της μάχης, χωρίς απαγγελία κατηγορίας ή δίκη, παραβιάζει τη συνταγματική εγγύηση της δίκαιης διαδικασίας. Παραβιάζει επίσης το διεθνές δίκαιο, σύμφωνα με το οποίο η θανατηφόρα δύναμη μπορεί να χρησιμοποιηθεί εκτός ζώνης ένοπλων συγκρούσεων μόνο ως έσχατη λύση.»

Η συνενοχή της Google με το πρόγραμμα δολοφονίας μη επανδρωμένων στις εγκληματικές δραστηριότητες του στρατού των ΗΠΑ, προκαλώντας την οργή των εργαζομένων μετά την παραδοχή υπευθύνων ότι υπήρξε συνεργασία βάσει ενός εσωτερικού σημειώματος της περασμένης εβδομάδας, σύμφωνα με μία έκθεση του Gizmodo.

Οντας ευαίσθητη στις πιθανές νομικές συνέπειες των ενεργειών αυτών και της εχθρότητας εντός και εκτός της εταιρίας λόγω των εγκληματικών πολέμων της Αμερικής, η Google τόνισε σε δήλωσή ότι η συνεργασία αυτή αφορά μόνο «σε μη επιθετικές χρήσεις» λέγοντας ότι «η τεχνολογία αναδεικνύει εικόνες που προσφέρονται για κριτική».

Αλλά αυτή η παράλογη και μη σοβαρή υποκριτική στάση, που απευθύνεται σε μέσα μαζικής ενημέρωσης χωρίς κριτική και υπό κρατικό έλεγχο, είναι αντίστοιχη με μια μαφιόζικη απόδραση ενός οδηγού που υποστηρίζει ότι δεν είναι συνεργός σε φόνο επειδή δεν πάτησε αυτός τη σκανδάλη.

Η κυβέρνηση των ΗΠΑ έχει υποστηρίξει ότι έχει το δικαίωμα να χρησιμοποιεί μη επανδρωμένα αεροσκάφη για να δολοφονεί αμερικανούς πολίτες οπουδήποτε στον κόσμο συμπεριλαμβανομένου και εντός των αμερικανικών συνόρων. Το 2011, η κυβέρνηση Ομπάμα δολοφόνησε τον Ανουάρ αλ-Αουλάκι, έναν πολίτη των ΗΠΑ, με μια επίθεση μη επανδρωμένου αεροσκάφους Predator στην Υεμένη, στη συνέχεια δολοφόνησαν τον 16χρονο γιο του, Abdulrahman αλ-Αουλάκι, σε μια άλλη επίθεση μη επανδρωμένου αεροσκάφους δύο εβδομάδες αργότερα.

Η συνεργασία της Google σε αντίστοιχες επιχείρησεις την βάζει σε κίνδυνο όχι μόνο σχετικά με νομικές κυρώσεις σε όλο τον κόσμο, αλλά θα έχει και σοβαρές εμπορικές συνέπειες. Η απόφαση της εταιρείας να προχωρήσει παρά τους κινδύνους αυτούς υποδεικνύει τον όλο και πιο ζωτικό ρόλο των στρατιωτικών συμβάσεων στις επιχειρηματικές δραστηριότητες των μεγάλων τεχνολογικών κολοσσών.

Το Υπουργείο Άμυνας πέρασε το λιγότερο $7,4 εκατομμύρια  για την τεχνητή νοημοσύνη του προγράμματος του προηγούμενου έτους, και εκιτμάται ότι θα ξεπεράσει φέτος αυτό το ποσό με το μεγαλύτερο μέρος του να κατευθύνεται σε επιχειρήσεις όπως η Aphabet (Google), Amazon και Nvidia, οι δυνατότητες τεχνητής νοημοσύνης των οποίων ξεπερνούν εκείνες των εσωτερικών προγραμμάτων του Πενταγώνου.

Τον προηγούμενο χρόνο, η Google, το Facebook και το Twitter ανακοίνωσαν μέτρα λογοκρισίας των πληροφοριών που παρουσιάζουν οι υπηρεσίες τους στους χρήστες, προωθώντας «έγκυρες» και «αξιόπιστες» πηγές ειδήσεων αντί «εναλλακτικών» απόψεων συμπεριλαμβανομένων και ειδησεογραφικών πρακτορείων που αναδεικνύουν και καταγγέλουν εγκληματα πολέμου των ΗΠΑ. Το Facebook, η πιο αποφασισμένη από τις τεχνολογικές εταιρείες να λογοκρίνουν την πλατφόρμα τους, έχει πει ρητά ότι περιμένει πτώση της διαδρασης των χρηστών ως αποτέλεσμα του ελέγχου των βίντεο που διαδίδονται γρήγορα και την αντίστοιχη προώθηση «αξιόπιστων» πηγών ειδήσεων, όπως οι New York Times.

Καθώς οι εταιρίες αυτές αναμένουν πτώση των καταναλωτών κατά την αυξητική επιβολή μέτρων λογοκρισίας, τα συβόλαια άμυνας είναι προσοδοφόρα και μπορούν να ευθυγραμμίσουν τα οικονομικά τους συμφέροντα όλο και πιο στενά με τις πολεμικές επιχειρήσεις του αμερικανικού κράτους .

Οι τεχνολογικοί γίγαντες έχουν μετακινηθεί προς την επιβολή λογοκρισίας την ίδια στιγμή που το Πεντάγωνο συμπεραίνει πως βρίσκεται σε μια «κούρσα τεχνητής νοημοσύνης (ΤΝ) των εξοπλισμών», όπως το έθεσε η Wall Street Journal αυτό το μήνα. Διότι αντιμετωπίζει  την ταχεία οικονομική άνοδο σημαντικών στρατιωτικών δυνάμεων όπως η Ρωσία και η Κίνα, οι οποίες μπορούν ν’ αναπτύσσουν την εφαρμογή νέων τεχνολογιών χωρίς το τεράστιο υλικοτεχνικό βάρος του πολέμου, πολεμικών επιχειρήσεων στο εξωτερικό και επιχειρήσεων αποσταθεροποίησης τις οποίες εκκινούν οι Ηνωμένες Πολιτείες. Οι αμερικανοί στρατιωτικοί ιθύνοντες συπεραίνουν ότι ο μόνος τρόπος για να διατηρηθεί το αμερικανικό στρατιωτικό πλεονέκτημα στο μέλλον είναι η ενσωμάτωση της Silicon Valley στην πολεμική μηχανή.

Το Πεντάγωνο επινόησε το λεγόμενο «Τρίτο αντιστάθμισμα» στρατηγικής για την υπερνίκηση της «ανερχόμενης απειλής» από την Κίνα εστιάζοντας στα «αυτόνομα συστήματα μάθησης, την λήψη αποφάσεων βάσει συνεργασίας ανθρώπου-μηχανής, τις υποβοηθούμενες ανθρώπινες επιχειρήσεις, προηγμένες λειτουργίες επανδρωμένων και μη επανδρωμένων συστημάτων», και «δικτυωμένων αυτόνομων όπλων» όπως το έθεσε πρόσφατα ο Economist στο άθρο εξωφύλλου με τίτλο «Ο επόμενος πόλεμος».

Αυτή η στρατηγική περιστρέφεται γύρω από την πρόσληψη του αμερικανικού τομέα ιδιωτικών τεχνολογιών, ο οποίος παραμένει ο πιο ανεπτυγμένος στον κόσμο. Όπως το θέτει ο Economist, οι Ηνωμένες Πολιτείες «εξακολουθούν να κυριαρχούν στην εμπορική χρηματοδότηση του και έχουν περισσότερες εταιρείες που εργάζονται στον τομέα από οποιαδήποτε άλλη χώρα».

Μιλώντας σε μια διάσκεψη πέρυσι, ο Στρατιωτικός εκπρόσωπος Drew Cukor, ο επικεφαλής του λεγόμενου «Πρόγραμμα Maven» στο οποίο η Google είναι ένας βασικός συνεργάτης, δήλωσε ότι οι ΗΠΑ βρίσκονται εν μέσω μιας «κούρσας εξοπλισμών τεχνητής νοημοσύνης», προσθέτοντας, «Πολλοί από εσάς θα έχετε την προσέξει ότι ο Eric Schmidt αποκαλεί την Google ως εταιρεία τεχνητής νοημοσύνης πλέον και όχι ως μια εταιρεία δεδομένων».

Και πρόσθεσε: «Δεν υπάρχει μαύρο κουτί που παραδίδει το σύστημα τεχνητής νοημοσύνης που χρειάζεται η κυβέρνηση… πρέπει να συνδεθούν βασικά στοιχεία… και ο μόνος τρόπος να γίνει αυτό είναι με τη συνδρομή των εμπορικών εταίρων μας».

Με σκοπό τον  εξορθολογισμό της αμοιβαίας ανταλλαγής μεταξύ της τεράστιας υπολογιστικήςς ισχύς των τεχνολογικών γιγάντων, τις δυνατότητες τεχνητής νοημοσύνης, και την τεράστια βάση ευαίσθητων δεδομένων χρηστών και τον σχεδόν απεριόριστο προϋπολογισμό του αμερικανικού στρατού, το Πεντάγωνο έχει ξεκινήσει μια σειρά από συνεργασίες με τη Silicon Valley. Το 2015, το Πεντάγωνο συνέστησε ένα ιδιωτικό-δημόσια όχημα χρηματοδότησης γνωστό ως Πειραματική Μονάδα Καινοτομίας στην Άμυνα (DIUx), που εδρεύει λίγα μόλις λεπτά από τα κεντρικά της Google στο Mountain View της Καλιφόρνια.

Το 2016, το Πεντάγωνο συνέστησε μια οντότητα που ονομάζεται Συμβουλευτική Επιτροπή Αμυντικής Καινοτομίας, με στόχο να «φέρει την τεχνολογική καινοτομία και τις βέλτιστες πρακτικές της Silicon Valley στο στρατό των ΗΠΑ,» υπό την προεδρία του πρώην προέδρου της Google Eric Schmidt.

Το περασμένο φθινόπωρο, ο Schmidt διαμαρτυρήθηκε για την απροθυμία εργαζομένων στον τομέα της τεχνολογίας να συνεργαστούν με το Πεντάγωνο, υποστηρίζοντας με λύπη του ότι «Υπάρχει μια γενική ανησυχία στην τεχνολογική κοινότητα ότι με κάποιο τρόπο το στρατιωτικό-βιομηχανικό σύμπλεγμα θα χρησιμοποιήσει δικά τους πράγματα για να σκοτώσει ανθρώπους λανθασμένα.»

Αλλά πέρα ​​από την εκμετάλλευση των δυνατοτήτων της τεχνητής νοημοσύνης των τεχνολογικών γιγάντων για την καθοδήγηση πυραύλων και την στόχευση θυμάτων, το κοινό μυστικό της συνεργασίας του Πενταγώνου με την Silicon Valley, πίσω από τα παρασκήνια, αφορά σε τεράστιες ποσότητες ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων χρηστών που είναι πιθανό να διοχετεύονται στο Πεντάγωνο και τις υπηρεσίες πληροφοριών για τους σκοπούς της επιτήρησης και της στόχευσης.

Όπωςο Γενικός Λοχαγός John Shanahan, ο οποίος συμμετέχει στενά στο Εγχείρημα Maven, το έθεσε σε μια διάσκεψη πέρυσι, «Στο άκρο αυτής της κλίμακς, βλέπετε τη Google. Δεν μας λένε τι έχουν, εκτός αν κάποιος από τη Google θέλει να το ψιθυρίσει στο αυτί μου αργότερα».

Η ενσωμάτωση εταιρειών όπως η Google σε αυτό που ως τώρα είναι γνωστό ως μηχανισμός στρατιωτικής νοημοσύνης δημιουργεί ένα τεράστια σύστημα κρατικής καταστολής άγνωστο στην μέχρι τώρα ανθρώπινη ιστορία. Η προετοιμασία για σύγκρουση μεγάλων δυνάμεων απαιτεί, όπως πρόσφατα το έθεσε η Εθνική Στρατηγική Άμυνα του Πενταγώνου «την απρόσκοπτη ενσωμάτωση των πολλαπλών στοιχείων της εθνικής εξουσίας-διπλωματία, πληροφορίες, οικονομικά, χρηματοοικονομικά, νοημοσύνη, την επιβολή του νόμου, και στρατό».

Η λογοκρισία και η επιτήρηση είναι ο βασικός άξονας αυτής της αναδυόμενης σχέσης στρατιωτικής-τεχνολογικής νοημοσύνης. Καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες ετοιμάζονται να ζυγίσουν «θερμούς» πολέμους κατώ «ισότιμων» στρατών όπως αυτών της Ρωσία και της Κίνας, η ανάπτυξη ενός εγχώριου αντιπολεμικού κλίματος θα καταπολεμηθεί με τη χρήση μαζικής λογοκρισίας, με τη βοήθεια της τεχνητής νοημοσύνης, με πολιτικό προφίλ στη βάση της επικοινωνίας των κοινωνικών μέσων δικτύωσης.