«Βαδίζω σε έναν μακρύ και στενό δρόμο. Βαδίζω μέρα νύχτα, χωρίς να ξέρω σε τι κατάσταση βρίσκομαι ή που πηγαίνω. Βαδίζω μέρα νύχτα». 

Τετάρτη απόγευμα, σε ένα μικρό παραδοσιακό καφέ στην Πλάκα. Με αυτούς τους στίχους του Ασίκ Βευσέλ ξεκίνησαν η Γκιοζντέ και ο Παναγιώτης τη βραδιά αφήγησης ιστοριών του Νασρεντίν Χότζα σε δύο γλώσσες: ελληνικά και τουρκικά.

Ο Νασρεντίν Χότζα ήταν και είναι ένας πολυεπίπεδος χαρακτήρας, ένας λαϊκός ήρωας. Μια ιδιαίτερη φιγούρα θα μπορούσε να πει κανείς. Κάποιες φορές εμφανίζεται ως o σοφός γέροντας που συμβουλεύει το χωριό, άλλες ως απατεώνας που τους ξεγελάει όλους με τις πονηριές του και κάποιες άλλες ως αφελής. Αν και οι ιστορίες του φαίνονται απλοϊκές, στην ουσία όλες έχουν ένα βαθύτερο νόημα και καταφέρνουν με το δικό τους τρόπο να μιλούν στην καρδιά του κάθε ανθρώπου ανεξάρτητα από την κοινωνική του τάξη ή το μορφωτικό επίπεδο. Απευθύνονται τόσο σε παιδιά όσο και σε ενήλικες.  Οι ιστορίες είναι κωμικές και στηρίζονται σε δραστηριότητες και στιγμές της καθημερινής ζωής, όπως ο γάμος, ο έρωτας, ο θάνατος. Εκτός από την Τουρκία, ο Χότζα και οι ιστορίες του παραμένουν ιδιαίτερα δημοφιλείς ακόμα και σήμερα σε πολλές αραβικές χώρες, αλλά και στη Δύση.

Η Γκιοζντέ και ο Παναγιώτης ασχολούνται για χρόνια με το θέατρο,  το storytelling και τις παραστατικές τέχνες γενικότερα τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Η ιδέα της αφήγησης των ιστοριών του Νασρεντίν Χότζα και στις δύο γλώσσες ήρθε εντελώς τυχαία, όταν τους το πρότεινε ένας δάσκαλος του Παναγιώτη, μιας και οι ιστορίες αυτές είναι γνωστές και στην Ελλάδα. Η Γκιοζντέ είχε μεγαλώσει  ακούγοντας τις ιστορίες από παιδί, της άρεσαν πολύ, όπως και στον Παναγιώτη, εξάλλου.

Δεδομένου ότι ήθελαν να κάνουν κάτι που να φέρνει κοντά την ελληνική και τουρκική κουλτούρα, τους φάνηκε ενδιαφέρον, και έτσι ξεκίνησαν την προετοιμασία της παράστασης. Μετά από πολλούς μήνες έρευνας σε ελληνικές, τουρκικές και αγγλικές πηγές, και μετά από πολλή προετοιμασία για τη σωστή προσαρμογή των ιστοριών, ξεκίνησαν δειλά – δειλά τις παραστάσεις.

Εκτός από την παράλληλη αφήγηση των ιστοριών στα ελληνικά από τον Παναγιώτη, και στα τουρκικά από την Γκιοζντέ, έχουν προσθέσει και μουσική. Στόχος τους είναι να εντάσσουν κατά τη διάρκεια της αφήγησης κοινά τραγούδια (ελληνικά και τουρκικά), αλλά και λέξεις και σκηνές από την καθημερινή ζωή που υπάρχουν και στις δύο χώρες. Παράλληλα, η αφήγηση διανθίζεται μέσα από αστείες κινήσεις και εκφράσεις των δύο «παραμυθάδων». Οι ιστορίες παρουσιάζουν στοιχεία από την καθημερινότητα, αλλά και από τον κύκλο της ζωής και περνούν μέσα από διαφορετικά επίπεδα συναισθημάτων. Επομένως, καταφέρνει κανείς να «μπει» μέσα στην ιστορία, χάρη στη γλώσσα του σώματος και τις κοινές λέξεις, να την καταλάβει ακόμα κι αν δεν μιλάει τη γλώσσα. Βέβαια, η εκάστοτε παράσταση είναι διαφορετική, αφού προσαρμόζεται στο κάθε κοινό και  κυλάει ανάλογα με τις αντιδράσεις του.

Οι αντιδράσεις του κοινού μέχρι τώρα είναι πολύ θετικές όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά. Διαφορετικά αντιδρά το κάθε κοινό σε κάθε ιστορία, άσχετα από την εθνικότητα. Οι ιστορίες αγγίζουν την καρδιά του κοινού κι έτσι το γέλιο πηγάζει αυθόρμητα. Συνήθως το κοινό στο τέλος της αφήγησής τους πλησιάζει και εκφράζει τον ενθουσιασμό και την ικανοποίησή του του. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον αποτελεί γι’αυτούς κάθε φορά η έλευση πολλών νέων, μεικτών ζευγαριών Ελλήνων και Τούρκων, καθώς και κυρίες μεγάλης ηλικίας με ρίζες είτε από τη Μικρά Ασία είτε από την Κωνσταντινούπολη. Αυτό που έχει όμως σημασία είναι η μαγεία του storytelling και το πως στο τέλος όλοι γίνονται ένα. Μια μεγάλη ομάδα που μοιράζεται ιστορίες.

Αν και δεν είχα παρακολουθήσει ξανά storytelling, έμεινα κάτι παραπάνω από ικανοποιημένη από την παράσταση. Αυτό που κατά τη γνώμη μου την έκανε ξεχωριστή είναι η ατμόσφαιρα που υπήρχε. Μια ατμόσφαιρα νοσταλγίας, σαν να είχαμε μεταφερθεί ξαφνικά σε μια μακρινή εποχή. Όλοι καθόμασταν ο ένας κοντά στον άλλον και ακούγαμε με τόση προσοχή και ανυπομονησία τις ιστορίες, σαν να ήμαστε μικρά παιδιά. Γελούσαμε, τραγουδούσαμε, χωρίς να αντιληφθούμε πόσο γρήγορα πέρασε 1,5 ώρα και πως στο τέλος είχαμε γίνει όλοι μαζί μια μεγάλη παρέα, χωρίς να υπάρχουν πια σύνορα ή εμπόδια μεταξύ μας. Μα εξάλλου αυτή δεν είναι και η δύναμη της Τέχνης;

Κείμενο: Βαρβάρα Ζαραβέλη

Φωτογραφίες: Βιβή Λούλο, Μαρία-Μαγδαληνή Γύφτου

Μπορείτε να βρείτε το αρχικό άρθρο εδώ