Την Κυριακή 10 Δεκεμβρίου 2017, η ICAN (Διεθνής Εκστρατεία για την Κατάργηση των Πυρηνικών Όπλων) παρέλαβε το Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης για τη δουλειά της πάνω στη σύναψη συνθήκης για την απαγόρευση των πυρηνικών όπλων. Η Setsuko Thurlow, η οποία επέζησε από τη βόμβα στη Χιροσίμα στις 6 Αυγούστου 1945, έδωσε τη μισή ομιλία για το Νόμπελ, μιλώντας για την τρομακτική εμπειρία που βίωσε ως 13χρονο κορίτσι.

Μεγαλειότατοι,
Διακεκριμένα μέλη της Νορβηγικής Επιτροπής Νόμπελ,
Αγαπητοί συνάδελφοι της εκστρατείας, εδώ και σε όλο τον κόσμο,
Κυρίες και κύριοι,

Είναι μεγάλη τιμή να αποδεχτώ αυτό το βραβείο, μαζί με την Beatrice, εκ μέρους όλων των ξεχωριστών ανθρώπων που αποτελούν το κίνημα ICAN. Ο καθένας από εσάς μου δίνει τόση μεγάλη ελπίδα ότι μπορούμε να φέρουμε – και θα φέρουμε – τέλος στην εποχή των πυρηνικών όπλων.

Μιλώ ως μέλος της οικογένειας των hibakusha – όσοι από εμάς, από κάποια θαυμαστή τύχη, επέζησαν από τις ατομικές βομβιστικές επιθέσεις στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι. Για περισσότερες από επτά δεκαετίες, εργαστήκαμε για την πλήρη κατάργηση των πυρηνικών όπλων.

Είμαστε αλληλέγγυοι με εκείνους που πλήττονται από την παραγωγή και τη δοκιμή αυτών των τρομακτικών όπλων ανά τον κόσμο. Άνθρωποι από μέρη με ξεχασμένα ονόματα, όπως Μορουρόα, Εκκέρ, Σεμιπαλάτινσκ, Μαραλίνγκα, Μπικίνι. Άνθρωποι των οποίων τα εδάφη και οι θάλασσες ακτινοβολήθηκαν, των οποίων πειραματίστηκαν πάνω στα σώματα τους, των οποίων οι κουλτούρες διακόπηκαν για πάντα.

Δεν εφησυχάζουμε με το να είμαστε θύματα. Αρνηθήκαμε να περιμένουμε για ένα άμεσο φλογερό τέλος ή για την αργή δηλητηρίαση του κόσμου μας. Αρνηθήκαμε να κάτσουμε με σταυρωμένα τα χέρια με τρόμο, καθώς οι λεγόμενες μεγάλες δυνάμεις μάς πήραν από το πυρηνικό σούρουπο και μας έφεραν απερίσκεπτα κοντά στα πυρηνικά μεσάνυχτα. Ξεσηκωθήκαμε. Μοιραστήκαμε τις ιστορίες επιβίωσής μας. Είπαμε: η ανθρωπότητα και τα πυρηνικά όπλα δεν μπορούν να συνυπάρχουν.

Σήμερα, θέλω να αισθανθείτε σε αυτή την αίθουσα την παρουσία όλων εκείνων που έχασαν τη ζωή τους στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι. Θέλω να νιώσετε, πάνω και γύρω μας, ένα μεγάλο σύννεφο από ένα τέταρτο εκατομμύριο ψυχές. Κάθε άνθρωπος είχε ένα όνομα. Κάθε άνθρωπος είχε κάποιον που τον αγαπούσε. Ας διασφαλίσουμε ότι ο θάνατός τους δεν ήταν μάταιος.

Ήμουν μόλις 13 ετών όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες έριξαν την πρώτη ατομική βόμβα στην πόλη μου Χιροσίμα. Θυμάμαι καθαρά ακόμα εκείνο το πρωί. Στις 8:15, είδα μια εκτυφλωτική μπλε-άσπρη λάμψη από το παράθυρο. Θυμάμαι ότι είχα την αίσθηση ότι επέπλεα στον αέρα.

Καθώς ανέκτησα τις αισθήσεις μου μέσα ​​στη σιωπή και στο σκοτάδι, βρέθηκα ακινητοποιημένη από το κτίριο που είχε καταρρεύσει. Άρχισα να ακούω τις αμυδρές κραυγές των συμμαθητών μου: «Μητέρα, βοήθησέ με. Θεέ μου, βοήθησέ με.»

Τότε, ξαφνικά, ένιωσα κάποια χέρια να αγγίζουν τον αριστερό μου ώμο και άκουσα έναν άνδρα να λέει: «Μην τα παρατάς! Συνέχισε να σπρώχνεις! Προσπαθώ να σε ελευθερώσω. Βλέπεις το φως που έρχεται μέσα από αυτό το άνοιγμα; Σπρώξε και προχώρησε προς το μέρος αυτό όσο πιο γρήγορα μπορείς». Βγαίνοντας έξω, τα ερείπια καιγόντουσαν. Οι περισσότεροι από τους συμμαθητές μου σε αυτό το κτήριο κάηκαν ζωντανοί. Είδα γύρω μου την απόλυτη, αδιανόητη καταστροφή.

Πομπές ωχρών μορφών περνούσαν από μπροστά μου. Άνθρωποι παραμορφωμένα τραυματισμένοι, που αιμορραγούσαν, καμένοι, μαυρισμένοι και πρησμένοι. Κομμάτια από τα σώματά τους έλειπαν. Σάρκα και δέρμα κρεμόντουσαν από τα κόκκαλά τους. Μερικοί με τα μάτια τους να κρέμονται στα χέρια τους. Κάποιοι με τις κοιλιές τους ανοιγμένες, τα έντερα τους να κρέμονται έξω. Η απαίσια δυσοσμία της καμένης ανθρώπινης σάρκας γέμιζε τον αέρα.

Έτσι, με μια βόμβα η αγαπημένη μου πόλη καταστράφηκε ολοσχερώς. Οι περισσότεροι από τους κατοίκους της ήταν πολίτες που κάηκαν, εξατμίστηκαν, απανθρακώθηκαν – μεταξύ αυτών, μέλη της οικογένειάς μου και 351 συμμαθητές μου.

Τις εβδομάδες, τους μήνες και τα χρόνια που ακολούθησαν, πολλές χιλιάδες περισσότεροι θα πέθαιναν, συχνά τυχαία και με μυστηριώδεις τρόπους, από τις καθυστερημένες συνέπειες της ακτινοβολίας. Μέχρι και σήμερα, η ακτινοβολία σκοτώνει τους επιζώντες.

Όποτε θυμάμαι τη Χιροσίμα, η πρώτη εικόνα που έρχεται στο μυαλό μου είναι ο τετράχρονος ανιψιός μου, ο Eiji – το μικρό του σώμα παραμορφώθηκε σε ένα μη αναγνωρίσιμο λιωμένο κομμάτι σάρκας. Ικέτευε συνεχώς για νερό με μια αμυδρή φωνή μέχρι το θάνατό του που τον απελευθέρωσε από τον πόνο.

Για μένα, εκπροσωπεί όλα τα αθώα παιδιά του κόσμου, που απειλούνται αυτή τη στιγμή από τα πυρηνικά όπλα. Κάθε δευτερόλεπτο κάθε μέρα, τα πυρηνικά όπλα θέτουν σε κίνδυνο όλους όσους αγαπάμε και ό,τι μας είναι πολύτιμο. Δεν πρέπει πλέον να ανεχόμαστε αυτή τη παραφροσύνη.

Μέσα από τον πόνο μας και τον τεράστιο αγώνα για επιβίωση – και τον αγώνα για να ξαναχτίσουμε τη ζωή μας από τις στάχτες – εμείς οι hibakusha είμαστε πεπεισμένοι ότι πρέπει να προειδοποιήσουμε τον κόσμο για αυτά τα αποκαλυπτικά όπλα. Ξανά και ξανά, μοιραστήκαμε τις μαρτυρίες μας.

Ωστόσο, μερικοί ακόμη αρνούνται να δουν τη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι ως βιαιοπραγίες – ως εγκλήματα πολέμου. Αποδέχτηκαν την προπαγάνδα ότι ήταν «καλές βόμβες» που τερμάτισαν έναν «δίκαιο πόλεμο». Αυτός ο μύθος οδήγησε στην καταστροφική κούρσα των πυρηνικών εξοπλισμών – μία κούρσα που συνεχίζεται μέχρι και σήμερα.

Εννέα έθνη εξακολουθούν να απειλούν να κάψουν ολόκληρες πόλεις, να καταστρέψουν τη ζωή στη γη, να κάνουν τον όμορφο κόσμο μας ακατοίκητο για τις μελλοντικές γενιές. Η ανάπτυξη των πυρηνικών όπλων δεν σημαίνει ανύψωση της χώρας στην μεγαλοπρέπεια, αλλά την κάθοδο της στα πιο σκοτεινά βάθη της αχρειότητας. Αυτά τα όπλα δεν είναι ένα απαραίτητο κακό. Είναι το απόλυτο κακό.

Την έβδομη Ιουλίου αυτού έτους, γέμισα με χαρά όταν η μεγάλη πλειοψηφία των εθνών του κόσμου ψήφισε υπέρ της υιοθέτησης της Συνθήκης για την Απαγόρευση των Πυρηνικών Όπλων. Έχοντας δει την ανθρωπότητα στο χειρότερό της, είδα, εκείνη την ημέρα, την ανθρωπότητα στο καλύτερό της. Εμείς οι hibakusha περιμέναμε την απαγόρευση για εβδομήντα δύο χρόνια. Ας είναι αυτή η αρχή του τέλους των πυρηνικών όπλων.

Όλοι οι υπεύθυνοι ηγέτες θα υπογράψουν αυτή τη συνθήκη. Και η ιστορία θα κρίνει σκληρά εκείνους που την απορρίπτουν. Δεν θα καλύπτουν πλέον οι αφηρημένες θεωρίες τους τη γενοκτονική πραγματικότητα των πρακτικών τους. Η «αποτροπή» δεν πρέπει πλέον να θεωρείται οτιδήποτε άλλο παρά αποτρεπτικός παράγοντας για αφοπλισμό. Δεν θα ζούμε πλέον κάτω από ένα σύννεφο μανιταριού φόβου.

Στους αξιωματούχους των εθνών με πυρηνικά όπλα – και στους συνεργούς τους κάτω από τη λεγόμενη «πυρηνική ομπρέλα» – λέω αυτό: Ακούστε τη μαρτυρία μας. Δώστε βάση στην προειδοποίησή μας. Και να ξέρετε ότι οι πράξεις σας είναι σημαντικές. Είστε ο καθένας αναπόσπαστο μέρος ενός συστήματος βίας που θέτει σε κίνδυνο την ανθρωπότητα. Ας είμαστε όλοι σε εγρήγορση του κοινού κακού.

Σε κάθε πρόεδρο και πρωθυπουργό κάθε έθνους του κόσμου, σας παρακαλώ: Πάρτε μέρος σε αυτήν τη συνθήκη για να εξαλειφθεί για πάντα η απειλή του πυρηνικού αφανισμού.

Όταν ήμουν ένα 13χρονο κορίτσι, παγιδευμένο στα φλεγόμενα συντρίμμια, συνέχιζα να σπρώχνω. Συνέχιζα να προχωράω προς το φως. Και επέζησα. Το φως μας τώρα είναι η συνθήκη απαγόρευσης. Σε όλους σε αυτή την αίθουσα και σε όλους τους ανθρώπους που ακούνε από όλο τον κόσμο, επαναλαμβάνω αυτά τα λόγια που άκουσα να μου λένε στα ερείπια της Χιροσίμα: «Μην τα παρατάς! Συνέχισε να σπρώχνεις! Βλέπεις το φως; Σπρώξε και προχώρησε προς αυτό».

Απόψε, καθώς διασχίζουμε τους δρόμους του Όσλο με αναμμένους πυρσούς, ας ακολουθήσουμε ο ένας τον άλλο έξω από τη σκοτεινή νύχτα του πυρηνικού τρόμου. Ανεξάρτητα από τα εμπόδια που αντιμετωπίζουμε, θα συνεχίσουμε να προχωράμε και θα συνεχίσουμε να πιέζουμε και θα συνεχίσουμε να μοιραζόμαστε αυτό το φως με άλλους. Αυτό είναι το πάθος και η δέσμευσή μας για τον έναν και πολύτιμο κόσμο μας για να επιβιώσουμε.