Στην πρόσφατη συμμετοχή της στο στρογγυλό τραπέζι «Οικοδομώντας την Ειρήνη» που διοργάνωσε το Υπουργείο Εξωτερικών και Ανθρώπινης Κινητικότητας του Ισημερινού, η Nelsy Lizarazo, Πρόεδρος του διεθνούς πρακτορείου ειδήσεων Pressenza, δήλωσε: «Το σήμα κατατεθέν της διπλωματίας του Ισημερινού βασίζεται στο πώς αναπτύχθηκε και προχώρησε προς την διπλωματία της ενεργής μη βίας».

Το παρακάτω άρθρο περιγράφει με μεγαλύτερη λεπτομέρεια αυτήν την έννοια.

Η διπλωματία είναι ένα εργαλείο σχέσεων, ένα μέσο για τη δημιουργία σχέσεων με άλλα έθνη. Επομένως, είναι απαραίτητο να καθοριστεί πρώτα ο τύπος σχέσης που επιθυμούμε.

Μια πολιτική μη βίας δεν προτείνει απλώς να λαμβάνεται υπόψη το άλλο μέρος, αλλά προχωράει ακόμα περισσότερο βάζοντας τον εαυτό μας στη θέση του. Προσπαθώντας να συμπεριφερθούμε στο άλλο μέρος όπως θα θέλαμε να μας συμπεριφερθούν. Με άλλα λόγια, προωθώντας σχέσεις ενσυναίσθησης, όχι μόνο ευγενικές και ανεκτικές. Από ηθικής άποψης, είναι η πλήρης απόρριψη κάθε είδους βίας, φυσικής, οικονομικής, φυλετικής, πολιτιστικής, ψυχολογικής, ηθικής ή θρησκευτικής, για να αναφέρουμε μερικά.

Αυτή η απόρριψη της βίας βασίζεται στην προέλευσή της. Από πού προέρχεται η βία; Είναι η άρνηση να αναγνωρίσουμε το ανθρώπινο στον άλλον. Έτσι, καμία σπλαχνική σχέση δεν μπορεί να προέλθει από τη βία.

Ομοίως, σε διεθνή κλίμακα, η βία σημαίνει την άρνηση του άλλου μέρους, την αποξένωσή του για προσωπικό όφελος, την υποταγή του και την εξασφάλιση της εξάρτησής του, την εκμετάλλευσή του, την αφαίρεση της αυτοδιάθεσής του. Υπάρχουν πολλά ιστορικά παραδείγματα πάνω σε αυτά, γι’ αυτό δεν χρειάζεται να πάμε σε περισσότερες λεπτομέρειες.

Η Ενεργή Μη βία είναι η στάση που προέρχεται από την ενσυναίσθηση. Όταν μπορείς να αισθανθείς αλληλεγγύη με τον πόνο και την οδύνη των άλλων, η απομάκρυνση των αιτιών αυτής της οδύνης γίνεται προτεραιότητα. Για τον λόγο αυτό, η Ενεργή Μη βία μας οδηγεί να την ξεπεράσουμε και να μην συνεργαστούμε με οποιαδήποτε μορφή βίας, να την καταγγείλουμε και να την μποϊκοτάρουμε. Τελικά, να αποσυναρμολογήσουμε τα όργανα που επιτρέπουν τη βία και παράλληλα να δημιουργήσουμε καταστάσεις όπου η βία δεν θα μπορεί να επανεμφανιστεί εύκολα.

Σε διεθνές επίπεδο, αυτό μεταφράζεται στο να εκφράσουμε με σαφήνεια τις αποκλίσεις μεταξύ κοινωνικών και ατομικών δικαιωμάτων που δηλώνονται και ασκούνται, μεταξύ και εντός των ίδιων των εθνών. Μεταφράζεται επίσης στο να δράσουμε αποφασιστικά για να βρούμε έναν τρόπο μείωσης αυτού του χάσματος, το οποίο συνήθως εκφράζεται ως υποκρισία σε πολύπλευρα περιβάλλοντα.

Αρχές, Θέση και Πρόγραμμα

Για να επιτευχθούν αρμονικές σχέσεις μεταξύ των εθνών, των οποίων το παρελθόν και το μέλλον είναι πολύ πιθανόν διαφορετικά, είναι απαραίτητο ένα σημείο εκκίνησης που να έχει μια παγκόσμια μέση γραμμή και μια αρχή που να είναι άκαμπτη και αναγνωρίσιμη ως μια κοινή αλήθεια.

Μια τέτοια αρχή δεν θα μπορούσε να είναι άλλη από την κοινή ανθρωπότητα. Μια ανθρώπινη σχέση δεν μπορεί να θεωρηθεί έγκυρη εάν δεν λαμβάνει υπόψη το κοινό έδαφος με το ανθρώπινο του άλλου μέρους.

Από αυτή τη γενική αρχή, έρχονται άλλες (ή δευτερεύουσες αρχές), όπως το δικαίωμα στην Διαφορετικότητα, την Ισότητα, την Αλληλεγγύη, τα Κοινά, την Αυτοδιάθεση, την Συμμετοχική Δημοκρατία και άλλες παρόμοιες.

Στη διεθνή σφαίρα, το σημερινό επίπεδο αλληλoσχέτισης και αλληλεξάρτησης σε αυτήν τη στιγμή της διαδικασίας της ανθρωπότητας σημαίνει να αναγνωρίζεται η ανάγκη για αυτές τις δευτερογενείς αρχές ως απαραίτητες για την εξασφάλιση της συλλογικής συνύπαρξης.

Οι κριτικοί θα πουν ότι αυτή η θέση είναι ουτοπική, άστοχη ή “α-χρονική”, δηλαδή όχι από αυτή ή οποιαδήποτε άλλη εποχή.

Χωρίς αμφιβολία, αυτή είναι μια ηθική θέση και όχι απλώς μια αισθητική θέση – η οποία, βασισμένη στις τυπικότητες, είναι απλά μια άλλη μορφή υποκρισίας, μια κοινή αποδοχή στις σημερινές εσωτερικές και διεθνείς σχέσεις.

Αυτή η ηθική θέση μπορεί επίσης να θεωρηθεί ως μια εναλλακτική λύση στην «διακοσμητική θέση», η οποία προσπαθεί να αγνοήσει τους διαρθρωτικούς παράγοντες που βρίσκονται στη ρίζα των συγκρούσεων, καθυστερώντας εν τω μεταξύ τις αποφάσεις.

Φυσικά, αυτή η ηθική θέση πρέπει να τεθεί σε εφαρμογή προκειμένου να μην παραμείνει θεωρητική.

Ο ριζοσπαστισμός των ηθικών όρων δεν πρέπει να νοείται ως άμεση, ανθυγιεινή απληστία, αλλά ως όραμα μιας διαδικασίας με συγκεκριμένους στόχους με ακριβή διαλεκτική μορφή, σε αντίθεση με ένα στατικό όραμα που εξαρτάται από προηγούμενες καταστάσεις.

Αυτή η διαλεκτική θα επιτρέψει την ανθρώπινη επιλογή όταν αντιμετωπίζει τον ντετερμινισμό ή τον πραγματισμό της κατάστασης. Είναι οι διάφορες αλλαγές που προτείνει η πολιτική περισσότερο ή λιγότερο απλές;

Έτσι όπως η ανθρωπότητα θα αποφασίσει να θέσει τέρμα στους φορολογικούς παραδείσους, τον αποκλεισμό, τον αναλφαβητισμό, τις άνισες ευκαιρίες, την έλλειψη υγείας, την εκμετάλλευση, την καταστροφή του περιβάλλοντος, τη βιομηχανία όπλων ή τις διακρίσεις – κάτι που σίγουρα δεν θα συμβεί χωρίς αποτυχίες και λάθη – η προσωπική, κοινωνική και ομαδική βία πρέπει επίσης να ξεπεραστούν. Τα παραπάνω δεν είναι παρά ένας κατάλογος των τρόπων με τους οποίους παρουσιάζεται η βία. Αλλά αντίθετα από το να είναι ένας μακρινός στόχος, πιστεύουμε ότι το ξεπέρασμα της βίας εξελίσσεται σε ορισμένους τομείς. Και υπήρξε ένας από τους βασικούς οδηγούς της Ιστορίας εδώ και πολύ καιρό.

Η Ειρήνη δεν ταυτίζεται με τη Μη βία

Προκειμένου να δημιουργηθεί ένα πρόγραμμα που να προτείνει συγκεκριμένες εικόνες αυτών των αρχών και προτάσεων, πρέπει να γίνει μια ακόμη διάκριση:

Ο στόχος του πασιφισμού είναι να τερματίσει τους πολέμους. Για να επιτύχει μια κατάσταση στην οποία δεν θα υπάρχουν επιθέσεις και ένοπλες συγκρούσεις. Η Ενεργή Μη βία έχει επίσης ως στόχο αυτό, αλλά εξετάζει τη δυνατότητα τερματισμού όλων των μορφών βίας. Επιπλέον, εξηγεί ότι, χωρίς αυτό, η ειρήνη δεν θα είναι δυνατή.

Σημεία για μια διπλωματία ενεργής μη βίας

Επιφανειακά, πρέπει να ληφθούν υπόψη όλα τα μέτρα που σταματούν την άμεση και στυγνή βία, την εξάλειψη της ανθρώπινης ζωής και των πολέμων.

Ο πόλεμος δεν είναι ούτε καλός ούτε δικαιολογημένος. Δεν μπορεί να υπάρξει καμία στήριξη σε ένοπλες συγκρούσεις. Έτσι, ο εφοδιασμός όπλων οποιουδήποτε είδους δεν μπορεί να δικαιολογηθεί, κυρίως επειδή η κούρσα των εξοπλισμών οδηγεί σε τόσο μεγάλο αριθμό θανάτων που θέτει άμεση απειλή για την επιβίωση ολόκληρου του είδους μας, ανεξάρτητα από εθνικότητα ή ιδεολογία. Είναι απαραίτητο να σταματήσουμε αυτήν την τρέλα.

Συνεπώς, ο πλήρης πυρηνικός αφοπλισμός, ο προοδευτικός πολύπλευρος συμβατικός αφοπλισμός, η εγκαθίδρυση ειρηνικών ζωνών, η συνταγματοποίηση της αρχής της μη συμμετοχής σε ένοπλες συγκρούσεις, οι συμφωνίες μη επίθεσης μεταξύ των χωρών και η προώθηση της επίλυσης των συγκρούσεων μέσω του διαλόγου, είναι έμφυτα σε αυτό το πρόγραμμα.

Για να εδραιώσουμε και να πραγματοποιήσουμε αυτό το πρώτο βήμα ειρήνης προς τη Μη βία, είναι απαραίτητο να αρχίσουμε με βαθιά προγράμματα συμφιλίωσης. Αυτή η συμφιλίωση δεν είναι μόνο η πιο βασική πτυχή της ανάκτησης μιας κάποιας ευγένειας μεταξύ των προηγουμένως αντιμαχόμενων πλευρών, αλλά επιδιώκει μεγαλύτερη συμφιλίωση προωθώντας την ιδέα του τερματισμού κάθε είδους εκδίκησης, σιωπηρής ή ρητής, μέσα στις ανθρώπινες συλλογικότητες.

Δεύτερον, μη βίαιη διπλωματία σημαίνει να περιγράφονται επακριβώς οι δομές που οδηγούν σε άλλες μορφές κοινωνικής βίας. Τέτοιες δομές σχετίζονται κυρίως με τη διαδικασία συγκέντρωσης εξουσίας που περιορίζει την ελεύθερη βούληση των ανθρώπων και των ομάδων. Αυτό το βλέπουμε όχι μόνο σε διεθνές επίπεδο, αλλά και μέσα σε κάθε κοινωνία, ακόμη και στις διαπροσωπικές σχέσεις.

Έτσι, κάθε διπλωματικό πρόγραμμα πρέπει να επικεντρωθεί στην από-συγκέντρωση. Με τον τρόπο αυτό, η παγκοσμιοποίηση – που νοείται παρεξηγημένα ως η οικειοποίηση του παγκόσμιου χώρου από μια χούφτα επιχειρήσεων – θα πρέπει να αντικατασταθεί από την πλανητοποίηση – μια πλανητική διαπολιτισμική στιγμή επαφής (ή τον πρώτο πλανητικό πολιτισμό), με χώρο για την συνεισφορά όλων με αλληλεγγύη και ως συνέπεια τον εκδημοκρατισμό και τη διεύρυνση των ευκαιριών για διεθνή διάλογο, χωρίς κηδεμόνες ή αφεντικά.

Ταυτόχρονα, λαμβάνοντας υπόψη την ανυποχώρητη ανισότητα, πρέπει να εφαρμοστούν μέτρα για την αποτελεσματική αναδιανομή του πλούτου και της τεχνολογίας. Μια τέτοια αναδιανομή δεν χρειάζεται δικαιολόγηση, όχι μόνο για ηθικούς λόγους, του παρόντος και του μέλλοντος, αλλά ως μια προσπάθεια ειλικρινούς συμφιλίωσης και αποκατάστασης των φρικαλεοτήτων που διαπράχθηκαν κατά τους προηγούμενους αποικισμούς.

«Κανένας άνθρωπος πάνω από οποιονδήποτε άλλον και κανένα έθνος κάτω από οποιοδήποτε άλλο» είναι η βάση πάνω στην οποία χτίζεται αυτό το πρόγραμμα.

Όσον αφορά τους διεθνείς θεσμούς, η εξωτερική πολιτική κάθε Κράτους πρέπει να αναγνωριστεί ως η έκφραση της κυρίαρχης παράταξής του, μια προσωρινή κατάσταση η οποία δεν αντιπροσωπεύει πάντοτε ακριβώς τα συμφέροντα της πλειοψηφίας. Αυτή η αντιπροσώπευση γίνεται πιο σοβαρή αν αναγνωριστεί ότι σήμερα ίσα που έχει νομιμοποιηθεί μέσω δημοκρατικών μορφών που αντιμετωπίζουν αυξανόμενες δυσκολίες. Συνεπώς, δεν πρέπει να λησμονούμε ότι οι κυβερνήσεις και τα Κράτη τους, σήμερα πρωταγωνιστές στις διεθνείς σχέσεις, είναι πάντα διαμεσολάβηση μεταξύ των λαών και δεν είναι καθόλου μια αναπαράσταση της ίδιας της κοινωνικής ζωής.

Με αυτόν τον τρόπο, το σημείο εκκίνησης οποιουδήποτε προγράμματος για τον εξανθρωπισμό της διπλωματίας είναι να θέσει τη λαϊκή συμμετοχή ως κύρια προτεραιότητα, δημιουργώντας όργανα και νέα μοντέλα τόσο στο πλαίσιο της κρατικής οργάνωσης όσο και στο σύστημα των διεθνών συμμαχιών. Αυτό που έχει απομείνει από την πλουτοκρατία, που καλύπτεται σήμερα από την τεχνοκρατία και τη γραφειοκρατία που συνεχίζουν να λειτουργούν μέσα στην παγκόσμια διακυβέρνηση, πρέπει να οδεύσει προς την εξαφάνιση.

Επιπλέον, η πραγματική συμμετοχή του πληθυσμού, και κυρίως όλη η δημόσια εκπροσώπηση, δημιουργεί ένα αντίβαρο σε αυτούς τους «πολύπλευρους φορείς» ή στην «κοινωνία των πολιτών», ένας ευφημισμός για εταιρικές παρεμβάσεις σε έργα παγκόσμιου ή πολύπλευρου μεγέθους.

Η ζωή των ομάδων βελτιώνεται όταν βελτιώνεται η αυτορρύθμισή τους, η συνειδητοποίηση των δυνατοτήτων τους και η αυτονομία τους. Πολλά πολιτικά δημιουργούμενα φαινόμενα μπορούν να προκύψουν από αυτή τη βελτιωμένη αυτονομία. Και η ομοιομορφία και η μονο-πολικότητα αντιβαίνουν σε αυτό το πολλαπλασιαστικό φαινόμενο. Η πολιτιστική, εμπορική και θρησκευτική μονοπώληση αντιβαίνουν στο ελεύθερο δικαίωμα επιλογής της δικής μας ανάπτυξης. Πρόκειται για εκτεταμένες μορφές βίας.

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η ανάπτυξη μιας μη βίαιης διπλωματίας δρα για την υπεράσπιση της κυριαρχικής λήψης αποφάσεων, για την αδιαμφισβήτητα ελεύθερη διάθεση των εθνών.

Με τον τρόπο αυτό, η Ενεργή Μη βία αναγνωρίζει την επιτακτική ανάγκη για διασυνδεδεμένους διεθνείς συνεταιρισμούς με βάση τη συμπληρωματικότητα και την αλληλεγγύη. Στον τομέα αυτό, υπάρχουν χώρες που δείχνουν σαφή σημάδια αυτής της προσπάθειας, και όχι μόνο σε περιόδους καταστροφής, που ξεπερνούν τα σύνορά τους με εκστρατείες που ωφελούν άμεσα και χωρίς αμφιβολία πληθυσμούς άλλων εθνών.

Τον ίδιο τύπο σχέσεων που βασίζονται στη συνεργασία και την αυτοδιάθεση μπορεί να δει κανείς σε ορισμένα όργανα περιφερειακής ολοκλήρωσης (όπως η ALBA, η CELAC, η UNASUR* στη Λατινική Αμερική) και άλλοι με πολύπλευρα χαρακτηριστικά, συλλογικά σήματα που δημιουργούν κοινωνικά και οικονομικά επιτεύγματα, δημιουργώντας επιπλέον ευαισθητοποίηση και αδελφοσύνη.

Η πλειονότητα των εθνών δεν αμφιβάλλει για την ανάγκη μεταστροφής στις τρέχουσες διεθνείς σχέσεις. Για εμάς είναι καιρός να επισημοποιήσουμε τις προόδους ως μέρος μιας αντίληψης που φωτίζει τον δρόμο και πάνω απ’ όλα να την εφαρμόσουμε με αποφασιστικό τρόπο.

Το άρθρο είναι γραμμένο σε συνεργασία με τη Nelsy Lizarazo.

* [ΣτΜ] ALBA – Βολιβαριανή Συμμαχία των Λαών της Αμερικής μας, CELAC – Κοινότητα της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής, UNASUR – Ένωση Κρατών της Νοτίου Αμερικής