Από τον Αbed Αlloush για το The Language Project

Σήμερα θα σας πάω στα χωράφια της διερμηνείας. Συγκεκριμένα θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας με την ευκαιρία που μου δίνεται από το The Language Project, την πρόσφατη εμπειρία μου ως κοινοτικού διερμηνέα σε προσφυγικούς καταυλισμούς, τα γνωστά σε όλους μας hotspots, στην Θεσσαλονίκη όπου έκανα διερμηνεία από αραβικά προς ελληνικά και το αντίστροφο. Έχουν χυθεί τόνοι μελάνης για την προσφυγική κρίση. Αναλύσεις επί αναλύσεων σε οικονομικό, πολιτικό, γεωπολιτικό επίπεδο. Ωστόσο, μια πολύ σημαντική πτυχή του προσφυγικού, η οποία δεν έχει λάβει την προσοχή που της αρμόζει κατά την γνώμη μου, είναι το «γλωσσικό ζήτημα» που έχει να κάνει με την επικοινωνία με τους πρόσφυγες, κομμάτι το οποίο καλύπτεται από τους διερμηνείς. Στόχος μου είναι να εστιάσω στο πως αντιλαμβάνονται το επάγγελμα του διερμηνέα από την μια οι «συνάδελφοί» σου και από την άλλη οι πρόσφυγες .

Το πρώτο σημείο στο οποίο θα ήθελα να σταθώ αρχικά, είναι στο ότι λίγοι από την ομάδα σου  –ψυχολόγοι, νομικοί, κοινωνικοί λειτουργοί, γιατροί ή ακόμα η αστυνομία και ο στρατός-  είναι αυτοί που καταλαβαίνουν τι ακριβώς είναι και τι κάνει ένας διερμηνέας. Τι εννοώ; Για παράδειγμα, αν χρειαστεί κάποιος τις υπηρεσίες σου στο πεδίο θα ζητήσει «μεταφραστή». Όχι, δεν είμαι μεταφραστής είμαι ΔΙΕΡΜΗΝΕΑΣ. Είναι κοινός τόπος νομίζω ότι στην κοινωνία υπάρχει σύγχυση για το ρόλο του μεταφραστή, πόσο μάλλον για τον διερμηνέα.  Θα μου πείτε μα καλά, είναι δυνατόν να σε ενοχλεί κάτι τέτοιο; Αυτό το πολύ απλό παράδειγμα είναι κατά την γνώμη μου ενδεικτικό των χρόνιων παθογενειών και ελλείψεων που υπάρχουν στον χώρο της διερμηνείας στην Ελλάδα και ακόμα περισσότερα στην κοινοτική και στην δικαστηριακή διερμηνεία που στην Ελλάδα βρίσκονται σε νηπιακό επίπεδο ακόμα (κατάρτιση, πιστοποίηση, αμοιβή και αναγνώριση κλπ.). Αυτή ακριβώς η κατάσταση δίνει το πάτημα σε διάφορα καινούργια «επαγγέλματα» -ομολογουμένως ιδιαιτέρως «ενδιαφέροντα» ως προς την σκοπιμότητά τους- όπως οι «(δια)πολιτισμικοί (δια)μεσολαβητές» κάποιων ΜΚΟ κάνουν την εμφάνισή τους στον χώρο προσφέροντας υπηρεσίες διερμηνείας. Ακόμα, το θολό αυτό τοπίο ευνοεί την εμφάνιση και διάφορων «αλεξιπτωτιστών» κάνοντας ακόμα χειρότερη την ήδη προβληματική κατάσταση

Για να μην παρεξηγηθώ και χωρίς να επεκταθώ ιδιαίτερα σε αυτό το θέμα, θα ήθελα να ξεκαθαρίσω το εξής: γνωρίζω πως είναι λίγοι οι αραβόφωνοι στην Ελλάδα που μιλούν ελληνικά και ακόμα πιο λίγοι –μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού- αυτοί που έχουν πιστοποίηση μεταφραστικών σπουδών ή διερμηνείας. Ως εκ τούτου, προκύπτει ένα μεγάλο ζήτημα όσον αφορά στην κάλυψη των άμεσων αναγκών που υπάρχουν στο κομμάτι των υπηρεσιών διερμηνείας λόγω του μεγάλου αριθμού προσφύγων και του μικρού αριθμού διερμηνέων. Δε λέω σε καμία περίπτωση ότι όλοι όσοι δουλεύουν χωρίς πιστοποίηση αλλά εμπειρικά είναι για πέταμα. Αντίθετα μάλιστα. Θεωρώ πως υπάρχουν πολλοί που εργάζονται με επιτυχία και οι οποίοι με κάποια καθοδήγηση – ίσως με την μορφή εκπαίδευσης από κάποια κρατική δομή, η οποία θα αποσκοπεί εντέλει στην πιστοποίηση – θα μπορούσαν να προσφέρουν ακόμα περισσότερα στην κοινοτική διερμηνεία.

Από την άλλη μεριά, και οι πρόσφυγες ακόμα δυσκολεύονται να κατανοήσουν τι ακριβώς κάνεις. Με το που ακούσουν ότι μιλάς την γλώσσα τους, θεωρούν λογικό ότι με κάποιο τρόπο θα λύσεις τα προβλήματά τους, λες και έχεις το μαγικό ραβδί του Χάρι Πότερ. Γι’ αυτούς δεν είσαι απλά ένα «μέσο» επικοινωνίας αλλά κάποιος με τον οποίο νοιώθουν οικεία καθώς δεν υπάρχει το γλωσσικό εμπόδιο και μπορούν άμεσα να σου διηγηθούν την περιπέτειά τους ή να σου εκφράσουν το αίτημά τους ή ακόμα και την αγανάκτηση τους. Για παράδειγμα, αφού η ομάδα με την οποία δούλευα εξήγησε σε έναν πρόσφυγα ποιες είναι οι υπηρεσίες που προσφέρουμε, με προσέγγισε και μου ζήτησε να τον βοηθήσω σε μια σειρά από ζητήματα που του είχαμε εξηγήσει πριν πως δεν είναι στο χέρι μας για να υλοποιηθούν. Του εξήγησα πως αυτό δεν γίνεται γιατί είμαι μέλος μιας ομάδας και δεν είναι δεοντολογικό να λειτουργήσω μόνος μου. Παρόλα αυτά εκείνος επέμενε για αρκετό καιρό. Αυτό, όπως γίνεται εύκολα κατανοητό  δημιουργεί στον διερμηνέα μια σειρά από δυσκολίες∙ πρέπει, πρώτα από όλα να θέσεις κάποια όρια και να τους εξηγήσεις πως είσαι στο πεδίο για να άρεις τα γλωσσικά εμπόδια – και όχι μόνο – που υπάρχουν βάζοντας στην άκρη τους συναισθηματισμούς και τις ευαισθησίες σου. Ωστόσο αυτό, όπως καταλαβαίνετε, γίνεται ιδιαίτερα δύσκολο από την σκοπιά του διερμηνέα σε συναισθηματικό επίπεδο, στην περίπτωση των παιδιών, που σε προσεγγίζουν και σου ζητούν να «μεσολαβήσεις» ώστε να έχουν μια κανονική ζωή. Δεν ήταν λίγες οι φορές που με πλησίασαν και μου ζήτησαν ένα αυτοκίνητο για να μπορέσουν να φτάσουν μέχρι την χώρα για την οποία είχαν ξεκινήσει πριν κλείσουν τα σύνορα.

Η διαχείριση των συναισθημάτων του διερμηνέα λοιπόν είναι πολύ δύσκολη για τον ίδιο, πόσο μάλλον αν βρίσκεται σε ομάδα ψυχοκοινωνικής υποστήριξης (Psychosocial Support). Σε μια τέτοια ομάδα, σημαίνει πως ως διερμηνέας θα πρέπει να ακούσεις πολλές δύσκολες καταστάσεις και βιώματα των προσφύγων. Από κακοποιήσεις, βασανιστήρια μέχρι ό,τι άλλο μπορείτε να φανταστείτε. Το ζήτημα που προκύπτει είναι το πώς θα διαχειριστείς όλα αυτά που ακούς και διερμηνεύεις από και προς τους πρόσφυγες. Ο τρόπος που θα το διαχειριστείς δεν είναι απλός. Χρειάζεται να αποστασιοποιηθείς και να κατεβάσεις τον συναισθηματικό σου διακόπτη. Μόνο έτσι θα μπορέσεις να βοηθήσεις πραγματικά την ομάδα σου αλλά και τους πρόσφυγες. Πιστέψτε με, όσο και αν έχεις ακούσει κατά την διάρκεια των μαθημάτων ότι θα χρειαστεί να δουλέψεις σε ακραία και δύσκολα εργασιακά περιβάλλοντα, ότι η πίεση είναι συνυφασμένη με την φύση του επαγγέλματος, δεν μπορείς ποτέ να είσαι έτοιμος για μια τέτοια κατάσταση. Είναι πάρα πολύ σημαντικό σε τέτοιες περιστάσεις να διαχειριστείς σωστά το ψυχολογικό και συναισθηματικό κομμάτι. Και αυτό φυσικά με σκοπό αφενός να είσαι αποτελεσματικός και αφετέρου να μην μεταφέρεις όλη αυτή την πίεση στην προσωπική σου ζωή.

Τι μου έμεινε από όλο αυτό; Δύο πράγματα εδραιώθηκαν μέσα μου. Πρώτον, ότι το γλωσσικό κομμάτι της προσφυγικής κρίσης είναι πάρα πολύ σημαντικό και αποτελεί και μέρος της λύσης της χωρίς όμως να του δίνεται η απαιτούμενη προσοχή. Δυστυχώς. Δεύτερον, ότι η κοινοτική και δικαστηριακή διερμηνεία στην Ελλάδα έχει μπροστά της να διανύσει πολύ δρόμο για να μπορέσει να γίνει αποτελεσματική. Νομίζω πως αυτά τα δύο πράγματα είναι άρρηκτα συνδεδεμένα. Διότι μόνο αν έχεις καλές υπηρεσίες διερμηνείας, λαμβάνεις σοβαρά υπόψη σου το «γλωσσικό ζήτημα» του προσφυγικού.

Μπορείτε να βρείτε το αρχικό άρθρο εδώ