Από τότε που άρχισα να πολιτικοποιούμαι με απασχόλησε ένα ερώτημα: γιατί τα κόμματα της αριστεράς αισθάνονται την ανάγκη να «οριοθετηθούν» σε τέτοιο βαθμό που οδηγούνται με μεγάλη ευκολία σε διασπάσεις και επανα-διασπάσεις γεγονός που το δίχως άλλο αποδυναμώνει τη δυνατότητα τους να επηρεάσουν ή έστω να ευαισθητοποιήσουν μεγαλύτερα κομμάτια της κοινωνίας;
Ο επαναπροσδιορισμός της στρατηγικής της αριστεράς απασχόλησε για πολλές δεκαετίες όλους τους «πεφωτισμένους ηγέτες» της ευρωπαϊκής αριστεράς. Από το «Memorandum di Yialta» του Togliatti μέχρι τις προτάσεις για τον τρίτο πόλο στρατηγική που επίσης προέρχεται από την Ιταλία και τον τρίτο δρόμο του Enrico Berlinguer. Επιπροσθέτως έχω την πεποίθηση ότι οι μέχρι σήμερα κριτικές σημαντικών ερευνητών και διανοουμένων για τις αποτυχίες της αριστεράς συνέβαλαν ουσιαστικά στον εμπλουτισμό της αριστερής σκέψης και της προώθησης του πολιτισμού, τουλάχιστον στην Ευρώπη.

Και ενώ κατά την δεκαετία του ‘70 ήταν πολύ φυσικό να χάνεις το ύπνο σου προσκολλημένος σε θεωρητικές αναζητήσεις, τακτικής και στρατηγικής υφής κυρίως, σήμερα ακούγεται «φολκλόρ» και μειδιούμε σκεφτόμενοι όλοι εμείς, το χάσιμο χρόνου των νεανικών μας χρόνων. Ποια είναι όμως η αλήθεια; Οι αναζητήσεις αυτές είχαν πραγματική αξία; Ήταν τόσο σημαντικές ώστε να οδηγήσουν σε τόσες διασπάσεις; Μήπως τελικά μας τη φέρανε;
«Υπάρχουν πράκτορες της αντίδρασης που παρεισφρέουν ανάμεσα στα μέλη της αριστεράς και τη κρίσιμη στιγμή δημιουργούν ένα πρόσθετο παρακλάδι που είναι ένα δήθεν πιο ριζοσπαστικό κόμμα» έλεγαν οι παλαιότεροι. Και καλά έκαναν και το έλεγαν διότι κάπως έτσι καταστράφηκε το μεγαλύτερο δυτικό Κομμουνιστικό Κόμμα, αυτό των Ηνωμένων Πολιτειών κατά τη περίοδο του Μακαρθισμού. Επίσης όπως γνωρίζουμε αντίστοιχες ήταν οι παρεμβάσεις των ΗΠΑ στη Χιλή προτού εκτελεστεί ο Αλλιέντε. «Δεν μπορεί να έχουμε κομμουνιστική κυβέρνηση στη Χιλή επειδή ένας λαός τρελάθηκε και ψήφισε τον Αλλιέντε» έλεγε τότε ο Χένρυ Κίσινγκερ.
Σήμερα όμως δεν τολμούμε να πούμε κάτι τέτοιο γιατί θεωρείται συνομωσιολογική έκφραση η οποία προσελκύει την μήνυ των καθώς πρέπει αριστερών της «Ορθής σκέψης» και της επιστημονικότητας.

Η αλήθεια είναι ότι και εγώ δεν μπορώ να ακούω σενάρια χωρίς αποδείξεις μιας και δεν οδηγούν πουθενά. Η δική μου προσέγγιση συνδέεται αποκλειστικά με τις απόψεις μου περί παγκοσμιοποίησης που διέπεται από μια «τάξη πραγμάτων» τόσο ισχυρή που δίχως άλλο επηρέασε πολλά και πρωτίστως την αριστερά η οποία και αυτή μπροστά της φάνηκε ανήμπορη.

Η αριστερά επιχείρησε πάντα να αναχαιτίσει τη λαίλαπα της «τάξης πραγμάτων» προτείνοντας κατά καιρούς πανάρχαιες αρχές όπως η ελευθερία, η ισότητα, ο διεθνισμός και η αλληλεγγύη. Αισθάνομαι ότι όλες αυτές οι έννοιες παρόλη την επίκαιρη σημασία τους (παράδειγμα οι χειρισμοί των προσφύγων από τα ευρωπαϊκά κράτη) θεωρούνται πολύ παρωχημένες.
Αισθάνομαι έντονη την επιθυμία να ζητήσω να επανέρθουν στο προσκήνιο λέξεις και όροι που αφέθηκαν, από τους αριστερούς ευρωπαίους, χάρισμα και αποκλειστικότητα σε συντηρητικά ολοκληρωτικά κόμματα που διεκδικούν την ορθόδοξη αριστερή τους προέλευση και που οι πάντα και εμπράκτως αριστεροί της καθημερινότητας και της σκέψης τους χάρισαν πολύ εύκολα στο όνομα της διαλεκτικής. Μιλώ για εκείνες τις λέξεις, η αναφορά των οποίων τις τελευταίες δεκαετίες συνοδεύθηκε από το μειδίαμα ημών των ευρωπαίων που θεωρούσαμε ως «φολκλόρ» και αθεράπευτα παρωχημένη την οποιαδήποτε αναφορά τους. Οι μόνες λέξεις που τελικά διασώθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν κατά κόρο στις συζητήσεις σε όλα τα ευρωπαϊκά think tank μετά το 2004 ήταν αυτές περί «ανακατανομής του πλούτου».

Η δική μου προσέγγιση ενώ προτάσσει τον απεγκλωβισμό από αριστερά, κεντρώα και δεξιά «αναχώματα» δεν επιθυμεί να κάνει πλέον καμιά υποχώρηση στο ιδεολογικό επίπεδο.

Οι διαφορές πρακτικής, στρατηγικών και κυρίως νοοτροπίας ήταν πάντα έντονες ανάμεσα σε όλες τις εκφάνσεις των πολιτικών μορφωμάτων στην Ελλάδα.
Ας πάρουμε για παράδειγμα τις διαφορές που οδήγησαν πρόσφατα σε διάσπαση τον ΣΥΡΙΖΑ. Συνοπτικά μπορούμε να εικάσουμε ότι οι διαφορές των δύο κομμάτων που προέκυψαν από τη διάσπαση αυτή είχαν ως πιθανά αίτια κάποιο από τα παρακάτω:
Α) Οι διαφορές αυτές ήταν τόσο πολύ σημαντικές που οδηγούσαν σε δύο διαφορετικές θεωρητικές απόψεις.
Ιδεολογίες όμως; Κατά τη γνώμη μου όχι. Κανείς εκ των δύο δεν άλλαξε ιδεολογία. Αυτό που άλλαξε είναι η χρήση των στρατηγικών ελιγμών. Όλοι κατανοούν βέβαια ότι τα οφέλη της ιδεολογίας τους θα ενισχύονταν σημαντικά χωρίς μια τέτοια διάσπαση.

Β) Οι διαφορές αυτές ήταν τόσο πολύ σημαντικές που οδηγούσαν σε αδιαφανή ιδεολογία, αμφίβολη θεωρητική σκέψη και άρα χαώδη στρατηγική και πρακτική που η συνύπαρξη τους έθετε σε κίνδυνο το κόμμα. Άρα θα έπρεπε το κόμμα να χωριστεί; Η απάντηση μου είναι πάλι όχι.
Η χαώδης ιδεολογική σκέψη πρέπει να αποσαφηνιστεί αλλιώς δημιουργεί αλλοιώσεις. Δεν δημιουργεί όμως κατ’ ανάγκη δύο μέρη χωριστά, αυτόνομα και πολλάκις εχθρικά μεταξύ τους. Δεν οδηγεί αναπόφευκτα σε διχοτόμηση. Η σύγκλιση και η ομονόηση μπορεί να είναι το αποτέλεσμα μιας δυναμικής αντιπαράθεσης δύο μερών τα οποία πιστεύουν ως επί το πλείστον τις ίδιες αρχές δεδομένου (ότι κατά την άποψη μου) ο καθένας μας είναι μοναδικός σε σκέψη και ιεράρχηση αρχών.

Γ) Οι διαφορές ήταν τόσο σημαντικές που οδηγούν αναπόφευκτα στη δημιουργία δύο εχθρικών αντίπαλων μερών. Η διαφορετική ονομασία του κάθε κόμματος έχει να κάνει σίγουρα με προτεραιότητες, αρχές ή κάποιες ιδέες. Μπορεί όμως να κρύβουν αυτές οι διαφορές δύο εχθρικά μέρη; Μπορεί το ένα εκ των δύο να είναι αντιδραστικό; Κατά τη γνώμη μου αυτό είναι αδύνατο -διότι η λογική λέει ότι δεν θα ευρισκόντουσαν ποτέ κάτω από την ίδια στέγη. Αρα η απάντηση είναι πάλι όχι.

Συνεπώς ενώ η διάσπαση θα έχει σημαντικό αντίχτυπο στη συγκεκριμένη ιδεολογία, οι διαφωνίες στρατηγικού χαρακτήρα που υπήρχαν αναιρούνται από την ίδια τη διάσπαση. Όμως το κυρίαρχο είναι πάντα η ιδεολογία γιατί η στρατηγική έπεται και αυτό ας μην το ξεχνάμε ποτέ.

Η αριστερά ήταν πάντα πιο «ευαίσθητη» σε θέματα ιδεολογίας από τους υπόλοιπους πολιτικούς χώρους. Η απόδειξη ενός τέτοιου συμπεράσματος δεν είναι της παρούσης αλλά αποτελεί μια εύκολη άσκηση που με βρίσκει σύμφωνη και εν μέρει εξηγεί κάποιες μικροδιασπάσεις.
Ας είμαστε όμως ειλικρινείς, οι αρχές της αριστεράς, ενώ προτάθηκαν κατά διάφορες περιόδους της ευρωπαϊκής ιστορίας, δεν λειτούργησαν και δεν εφαρμόστηκαν ποτέ και πουθενά. Και εν τέλει αυτό είναι το διακύβευμα.

Μην ξεχνάμε εξάλλου οποιαδήποτε και αν ήταν τα αίτια, η έλλειψη τέτοιων αρχών οδήγησε στα πεπραγμένα του προηγούμενου και αυτού του αιώνα, ήτοι δύο παγκόσμιους πόλεμους, πολλούς τοπικούς πολέμους και μια παγκοσμιοποιημένη κρίση που έχει τα χαρακτηριστικά παγκοσμίου πολέμου δεδομένου ότι υπάρχουν πολλοί νεκροί (αυτοκτονούντες, λιμοκτονούντες, πρόσφυγες), πολλές εκχωρήσεις κυριαρχίας κρατών και ανάδειξη νέων τάξεων στις κοινωνίες μας με ταυτόχρονη εξαθλίωση μεγάλων μαζών ευρωπαίων πολιτών.

Μπορεί να υπάρξει δυναμική κοινωνία, ελεύθερη, αλληλέγγυα στην οποία ισοτιμία, ισονομία και διεθνισμός να κυριαρχούν. Θα πρότεινα να μην περιμένουμε έναν τρίτο/τέταρτο παγκόσμιο πόλεμο για να συνεννοηθούμε σε μια κοινή απάντηση. Αυτό όμως σημαίνει απλά ότι έφτασε η εποχή των ιδεολογιών. Αν όχι τώρα, φοβάμαι δεν θα υπάρξει ποτέ άλλη ευκαιρία.
Αντί για στρατηγικές θεωρήσεις που χωρίζουν, θα πρέπει επιτέλους να συμφωνήσουμε ότι οι ιδεολογίες ενώνουν. Θα έλεγα μάλιστα ότι όταν μιλούμε για ιδεολογίες να μην χανόμαστε σε σύνθετες συλλήψεις αλλά να επικεντρωθούμε απλά σ’ αυτές τις πανάρχαιες αρχές που προανέφερα οι οποίες δεν βρήκαν εφαρμογή μέχρι σήμερα.
Αντί δηλαδή να μπλέξουμε τη στρατηγική με την ιδεολογία και να χωριστούμε σε διάφορα ευρωπαϊκά παρακλάδια, μήπως πρέπει να ασχοληθούμε με νέους συνασπισμούς οι οποίοι θα διέπονται από ιδεολογίες; Μήπως έτσι η εφαρμογή των πανάρχαιων αυτών αρχών συνύπαρξης, συνανάπτυξης και συμβίωσης μας οδηγήσουν σε μια πιο νέτα διάσπαση μεταξύ διαφορετικών ιδεολογιών γεγονός που θα αναδείξει και ποιοι είναι πραγματικά οι αντίπαλοι μας; Μήπως έτσι συνέλθουμε από το Truman show και δούμε τελικά ότι «η νέα τάξη πραγμάτων» δημιουργεί ερήμην μας την αυτοκρατορία της και ετοιμάζεται να μας εξαναγκάσει σε απαρχαιωμένα πλην οδυνηρά συγκεντρωτικά συστήματα, εάν και εφόσον δεν αντισταθούμε;