Οι υποστηρικτές της δημόσιας υγείας στη Νέα Υόρκη γιόρτασαν την «νίκη των κοινοτήτων μας πάνω στις εταιρείες».

Στη Νέα Υόρκη, στις 18 Αυγούστου σημειώθηκε μια σημαντική νίκη στον αγώνα ενάντια στην πυρηνική ενέργεια. Με πρωτοβουλία τριών περιβαλλοντικών οργανώσεων, της Riverkeeper, του Food & Water Watch (FWW) και της  Indian Point Safe Energy Coalition (IPSEC) ξεκίνησε ο αγώνας εναντίον της απόρριψης των πυρηνικών λυμάτων από τον πρώην πυρηνικό σταθμό, Indian Point Energy Center (I.P.E.C.) στον ποταμό Hudson. Στον αγώνα των τριών οργανώσεων συστρατεύτηκαν πάνω από 400.000 άνθρωποι και 138 ομάδες της κοινωνίας των πολιτών που απαίτησαν από τη δημοκρατική κυβερνήτη Kathy Hochul να υπογράψει νομοθεσία, σύμφωνα με την οποία η εταιρεία Holtec (η εταιρεία που διαχειρίζεται πλέον τον κλειστό πυρηνικό σταθμό Indian Point) θα πρέπει να αποθηκεύσει τα λύματα  σε δεξαμενές στο πρώην εργοστάσιο Indian Point, μέχρι να καθοριστεί μια ασφαλής μέθοδος απόρριψης. Η Kathy Hochul, 57η και πρώτη γυναίκα κυβερνήτης της Νέας Υόρκης υπέγραψε τελικά τη νομοθεσία Save the Hudson Bill (A.7208/S.6893), στις 18 Αυγούστου. Σύμφωνα με τη νομοθεσία ο ποταμός Hudson δεν θα αντιμετωπίζεται πλέον ως χωματερή τοξικών ουσιών.

Το 2021 η εταιρεία Holtec International που δραστηριοποιείται στον παροπλισμό κλειστών πυρηνικών σταθμών ηλεκτροπαραγωγής αγόρασε το Indian Point από την Entergy την εταιρεία που λειτουργούσε τον σταθμό όσο ήταν σε λειτουργία. Η Holtec είχε ένα 12ετές σχέδιο για τη διάλυση του εργοστασίου και την αποθήκευση των αναλώσιμων καυσίμων του σε τσιμεντένια βαρέλια. Αυτό το σχέδιο το κόστος του οποίου ανέρχεται σε 2.3 δισεκατομμύρια δολάρια περιλάμβανε και την απελευθέρωση περισσότερων από 1 εκατομμύρια γαλονιών φιλτραρισμένων λυμάτων στον ποταμό Hudson. Τα λύματα – σύμφωνα με τις περιβαλλοντικές οργανώσεις – ενδέχεται να περιείχαν το ισότοπο τρίτιο, το οποίο έχει συνδεθεί με καρκίνους, αποβολές και γενετικά ελαττώματα.

Για τον Patrick O’ Brien, εκπρόσωπο της εταιρείας Holtec, η απόρριψη των λυμάτων δεν θα επιφέρει περαιτέρω μόλυνση στον ποταμό Hudson, καθώς τα επίπεδα τριτίου στα λύματα είναι πολύ χαμηλά. Άλλωστε κατά τον ίδιο, παρόμοια λύματα απορρίπτονται στον ποταμό και από τα γειτονικά  νοσοκομεία και τις εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυμάτων. Κατά τον Patrick O’ Brien αυτό που «τρομάζει» τον κόσμο είναι η λέξη «ραδιενεργό» και γι’ αυτό οι άνθρωποι χρειάζονται περισσότερη εκπαίδευση.

Το Indian Point Energy Center (I.P.E.C.) είναι ένας πυρηνικός σταθμός τριών μονάδων που άνηκε στην εταιρεία Entergy. Ο σταθμός βρίσκεται στην ανατολική όχθη του ποταμού Hudson περίπου 58 χλμ βόρεια του Μανχάταν. Οι δύο αντιδραστήρες του σταθμού παρήγαγαν περίπου 2.000 μεγαβάτ (MWe) ηλεκτρικής ενέργειας, δηλαδή περίπου το 25% των αναγκών της Νέας Υόρκης. Οι αρχικές άδειες λειτουργίας 40 ετών  για τις δύο μονάδες του σταθμού έληξαν τον Σεπτέμβριο του 2013 και τον Δεκέμβριο του 2015. Η εταιρεία ωστόσο είχε υποβάλει αίτηση για παράταση αδειών λειτουργίας για 20 ακόμη χρόνια. Οικονομικοί λόγοι από τις παρατεταμένες χαμηλές τιμές χονδρικής ενέργειας που μείωσαν τα έσοδα λειτουργίας του εργοστασίου αλλά και η πίεση από τοπικές περιβαλλοντικές ομάδες οδήγησαν τον τότε κυβερνήτη της Νέας Υόρκης Andrew Cuomo να ανακοινώσει το οριστικό κλείσιμο του εργοστασίου ως το 2021.

Το εργοστάσιο σταμάτησε οριστικά να παράγει ενέργεια στις 30 Απριλίου 2021. Στο κλείσιμο του σταθμού είχε αντιταχθεί έντονα η New York Times με αρκετά δημοσιεύματα. Σ’ ένα από αυτά με τίτλο «Indian Point Is Shutting Down. That Means More Fossil Fuel», στις 12 Απριλίου 2021, ο δημοσιογράφος Patrick McGeehan καυτηρίαζε την απόφαση του κυβερνήτη Cuomo καθώς η ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από το πυρηνικό εργοστάσιο θα αντικαθιστούνταν από μονάδες που καίνε φυσικό αέριο και που εκπέμπουν περισσότερη ρύπανση. Η Νέα Υόρκη θα αποκτούσε μεγαλύτερη εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα. Στο άρθρο επικρίνονταν ο κυβερνήτης Cuomo γιατί την περίοδο που ανακοίνωνε το κλείσιμο του πυρηνικού σταθμού Indian Point δεν έδειχνε την ίδια αποφασιστικότητα για το κλείσιμο των τριών άλλων πυρηνικών σταθμών που υπάρχουν σε λιγότερο δημοφιλείς περιοχές γύρω από τη Νέα Υόρκη. (Σημ: Η Αμερική έχει 54 πυρηνικούς σταθμούς σε 28 πολιτείες, με το Ιλινόις να κατέχει το ρεκόρ των περισσότερων σταθμών, 11 συνολικά). Φυσικά στη συνέχεια του άρθρου ο δημοσιογράφος υπογράμμιζε τους κινδύνους που θα επέφερε το κλείσιμο του πυρηνικού σταθμού στην τοπική οικονομία, καθώς η εταιρεία συνεισέφερε στην πολιτεία της Νέας Υόρκης 32 εκατομμύρια δολάρια ετησίως, 24 από τα οποία πήγαιναν στην τοπική σχολική επιτροπή. Την ίδια στιγμή το κλείσιμο της εταιρείας θα οδηγούσε σε μαζικές απολύσεις.

Ακόμα πιο επικριτικά δημοσιεύματα για το κλείσιμο του πυρηνικού σταθμού ωστόσο ήταν τα δημοσιεύματα του περιοδικού City Journal. Σ΄ ένα από αυτά «The Tragedy of Indian Point» στις 19 Μαΐου 2023 το περιοδικό υπερθεμάτιζε την αναγκαιότητα της ύπαρξης και της ασφάλειας της λειτουργίας του πυρηνικού σταθμού. Το δημοσίευμα φυσικά τεχνηέντως απέκρυψε ότι το εργοστάσιο στα χρόνια της λειτουργίας του αντιμετώπισε τουλάχιστον 14 περιστατικά δυσλειτουργίας, σε 6 δε περιπτώσεις το 1980, το 2005, το 2010, 2015, το 2016  εντοπίστηκαν σοβαρές διαρροές ραδιενεργών λυμάτων στον ποταμό Hudson https://en.wikipedia.org/wiki/Indian_Point_Energy_Center. Όπως απέκρυψε και το δημοσίευμα του NBC News, «What are the odds? US nuke plants ranked by quake risk» του δημοσιογράφου Bill Dedman στις 16 Μαρτίου 2011. Το δημοσίευμα αναφερόταν στην έκθεση της US Nuclear Regulatory Commission (της Επιτροπής Ρύθμισης της Πυρηνικής Ενέργειας) στην οποία οι πιθανότητες να καταστραφεί ένα εργοστάσιο πυρηνικής ενέργειας από σεισμό στην Αμερική είναι 1 στις 74.176, δηλαδή 10 φορές περισσότερες από το να κερδίσεις στην λοταρία του Powerball που είναι 1 στις 723.145. Το δε εργοστάσιο με τις περισσότερες πιθανότητες να αντιμετωπίσει κίνδυνο από σεισμό σε σχέση με όλα τα πυρηνικά εργοστάσια της Αμερικής είναι το Indian Point https://www.nbcnews.com/id/wbna42103936

Το δημοσίευμα του City Journal αμφισβητούσε ανοιχτά τις επιπτώσεις τόσο του Τσερνομπίλ όσο και της Φουκουσίμα. Απαραίτητο να σημειωθεί ότι το περιοδικό εκδίδεται από το Manhattan Institute for Policy Research ένα συντηρητικό think tank που υποστηρίζει μεταξύ άλλων ότι η δημοφιλής αντίληψη της κλιματικής αλλαγής ως υπαρξιακής απειλής για τον σύγχρονο πολιτισμό δεν υποστηρίζεται από την κλιματική επιστήμη ή την οικονομία.