Οι πρόσφατες δηλώσεις του Claudio Fava, αντιπροέδρου της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για την καταπολέμηση της μαφίας, φαίνεται να ταιριάζουν απόλυτα και στην περίπτωση της περιοχής του Αμπρούτσο: οι συμμορίες της μαφίας υπάρχουν, αλλά συχνά προτιμάμε να κάνουμε πως δεν βλέπουμε, στρέφοντας αλλού το βλέμμα. Είναι γλυκιά η αυταπάτη πως όλα πάνε καλά.

Το οργανωμένο έγκλημα θα το βρείτε σε «ορισμένα υπεράνω υποψίας διοικητικά συμβούλια. Σε μασονικές στοές που δρουν ανενόχλητες στη σκιά. Στις θεαματικές καριέρες κάποιων σκοτεινών λογιστών. Αναζητήστε το στη Νότια Ιταλία ή και στο Αμπού Ντάμπι (με όποια σειρά προτιμάτε). Αναζητήστε τη μαφία πίσω από τις όμορφες και διακριτικές λέξεις που προσπαθούν να σας πείσουν ότι η μαφία βρίσκεται πάντα κάπου αλλού – οι επείγουσες ανάγκες της χώρας τώρα είναι άλλες. Η χώρα ζητάει κάτι άλλο. Τέλος, αναζητήστε τη μαφία ανάμεσα στους ζωντανούς, όχι μόνο στον θλιβερό κατάλογο των νεκρών.» Αυτές είναι ορισμένες φράσεις από πρόσφατο άρθρο του Claudio Fava, αντιπροέδρου της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για την καταπολέμηση της μαφίας.

Πόσες αίθουσες, δρόμοι και άλλα μέρη δεν έχουν αφιερωθεί στα θύματα της μαφίας; Πόσες τελετές, εορτασμοί επετείων, πορείες μνήμης δεν έχουν γίνει στην περιοχή μας; Πολλές, πάρα πολλές! Πόσοι από εμάς ωστόσο έχουμε τα μάτια μας ανοιχτά, επαγρυπνούμε απέναντι σε αυτό που μας περιβάλλει, απέναντι στη διείσδυση της μαφίας; Πάρα πολύ λιγότεροι, πολύ λιγότεροι ακόμη κι από όλους εκείνους που εξακολουθούν να μιλούν για ένα υγιές, απρόσβλητο από το οργανωμένο έγκλημα και καθαρό Αμπρούτσο. Κάποιοι ίσως το σιγοψιθυρίζουν, αλλά «σε σχέση με τα όσα συνέβησαν μετά τους σεισμούς και τίποτα περισσότερο.» Ωστόσο, έρευνες, συλλήψεις, τα τρέχοντα γεγονότα, δείχνουν ότι οι μαφιόζικες συμμορίες καλά κρατούν στο Αμπρούτσο για δεκαετίες, διεισδύοντας στη διαχείριση του «δημοσίου συμφέροντος», στην οικονομία, στον κοινωνικό ιστό. Επενδύουν, ελίσσονται, επιδίδονται στην εμπορία ανθρώπων.

Μια παραδοχή, ωστόσο, θα έφερνε στην επιφάνεια πάρα πολλές ερωτήσεις, πάρα πολλοί θα προσποιούνταν αγανάκτηση απέναντι σε συνωμοσίες και συμφέροντα, και θα επέβαλε γενναίες και πραγματικές δράσεις απέναντι σε μαφιόζικες συμπεριφορές, απέναντι σε εγκληματίες που δραστηριοποιούνται καθημερινά στο χώρο των πελατειακών σχέσεων και της ευπρέπειας, των μεγαλοαστών και της «καλής κοινωνίας», στην οποία η μαφία είναι απαραίτητη και της οποίας είναι πελάτης. Ναρκωτικά, απόβλητα, λαθρεμπόριο όπλων, εκβιασμοί, διαφθορά, προμήθειες, μαστροπεία, παράνομες προσλήψεις και παράνομη εργασία, στο Αμπρούτσο «οι δουλειές πάνε καλά» κι ο κατάλογος δεν έχει τέλος. Το πεδίο παράνομων δραστηριοτήτων είναι αχανές, όσο βασιλεύουν οι κλίκες κι οι εγκληματικές οργανώσεις. Αρκεί κανείς να δει, να διαβάσει, να ακούσει, να ανοίξει τα μάτια. Και να μην επαναπαύεται σε μια μέτρια επιβίωση, πιστεύοντας πως «δεν είναι δική του δουλειά», παραμερίζοντας απλά για να «κοιτάξει τη δουλίτσα του». Και μετά να διαμαρτύρεται κάνοντας επίδειξη φτηνής ηθικολογίας, γεμάτης υποκριτικό κομφορμισμό, με εκείνη  τη γνωστή μικροαστική νοοτροπία συγκάλυψης (μα είναι «καλός άνθρωπος», μα «είναι γνωστός μου», «γνωρίζαμε, αλλά δεν είπαμε τίποτα – εξάλλου δεν είναι δική μας δουλειά»). ‘Η με εκείνη την ενόχληση που εκδηλώνουν όσοι δεν θέλουν να κινητοποιηθούν αλλά και δεν θέλουν ούτε οι άλλοι να κάνουν το οτιδήποτε προκειμένου να αλλάξει η κατάσταση. Είναι πάρα πολύ εύκολο να κάνεις επίδειξη ηθικής και ευπρέπειας σε ό,τι αφορά την πορνεία και τη διαρκή παρουσία των «κοριτσιών της νύχτας» στα ξενοδοχεία και στους δρόμους. Ωστόσο, η συγκεκριμένη «αγορά» υπάρχει, διότι υπάρχουν οι πελάτες. Και υπάρχουν γνωστές σε όλους περιοχές, δρόμοι, που κυκλοφορούν από στόμα σε στόμα. Αρκεί να κάνεις μια βόλτα σε μπαρ και πλατείες, σε σπίτια και βίλες για να ανακαλύψεις ότι πολλοί, πάρα πολλοί ξέρουν πολύ καλά πού ακριβώς η εκμετάλλευση αυτού του είδους ανθεί. Μα αρκούνται μόνο σε σεξιστικά και υποτιμητικά αστειάκια. Ή προτιμούν τη σιωπή. Εμετική υποκρισία. Επειδή ακριβώς οι απαντήσεις βρίσκονται μέσα στα «ζεστά νοικοκυριά», στους αστικούς καναπέδες της υψηλής κοινωνίας, στο τζετ σετ της «καλής κοινωνίας». Είναι οι πατέρες, οι αδελφοί, οι γιοι της «καλής οικογένειας». Είναι οι ίδιοι άνθρωποι που πετάνε χρήματα στη μαφία το βράδυ του Σαββάτου σε κάποιο δωμάτιο πολύ γνωστού ξενοδοχείου ή στην άκρη μιας εξίσου πολύ γνωστής λεωφόρου. Αν η περιοχή του Αμπρούτσο αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα εθνικά σταυροδρόμια του εμπορίου ναρκωτικών, κι αν εδώ έχουν την έδρα τους τοπικές συμμορίες εμπορίας ναρκωτικών, εξυπακούεται ότι προκύπτουν πολλά ερωτήματα. Και η απάντηση είναι μόνο μία: η αγορά ανθεί, η ζήτηση εξακολουθεί να αυξάνεται. Τα δάκρυα μπροστά στις προσωπικές και οικογενειακές τραγωδίες, κι η πολιτικά ορθή και φαρισαϊκή έκπληξη δεν χρησιμεύουν σε τίποτα. Αντίθετα, υποδεικνύουν συνενοχή. Κάθε φορά που παραμένουμε σιωπηλοί, κάθε φορά που δεν κάνουμε καταγγελία, που δεν παίρνουμε θέση, που παραμένουμε αδρανείς θεατές μπροστά σε κάποια αγοραπωλησία ναρκωτικών, ή μπροστά σε έναν άνθρωπο που γίνεται το γρανάζι σε αυτή την «αγορά», γινόμαστε συνένοχοι, εγκληματίες, δολοφόνοι κάθε ενός από τα θύματα (άμεσα και έμμεσα) των ναρκωτικών.

Είναι άσκοπο, προσβλητικό, και συνιστά συνενοχή το να συνεχίζουμε τις τυμπανοκρουσίες σε τελετές και παρελάσεις, ονοματοδοτώντας δρόμους και καθιερώνοντας «ημέρες» νομιμότητας και μνήμης, αν εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι όλα αυτά ανήκουν στο παρελθόν και σε άλλα γεωγραφικά μήκη και πλάτη, γεμίζοντας το στόμα μας με νεκρούς, αλλά ξεχνώντας τους ζωντανούς. Οι εγκληματικές δραστηριότητες της eco-camorra (ΣτΜ: η μαφία στην περιοχή του Αμπρούτσο) σε σχέση με τα απόβλητα και το τσιμέντο υπήρχαν και εξακολουθούν να υπάρχουν. Δεν ήρθαν ποτέ στο φως. Όμως αυτοί οι ισχυροί «προστάτες» και οι μαφιόζοι, οι κουκλοπαίκτες και οι μαριονέτες τους είναι σε πρώτη ζήτηση όταν θέλουμε να ζητήσουμε κάποια «χάρη», να χτυπήσουμε πόρτες, να τακτοποιήσουμε τα προσωπικά μας συμφέροντα ακολουθώντας τον εύκολο και σύντομο δρόμο. Αλλά όταν δεν μας ενδιαφέρει (ή, μάλλον, μας ενδιαφέρει μόνο στο βαθμό που δεν θίγονται τα συμφέροντά μας), γυρίζουμε το κεφάλι από την άλλη, κάνοντας πως δεν βλέπουμε τη διαφθορά και τις κλίκες, δεν παίρνουμε ανοιχτά θέση (κρυμμένοι πίσω από τη μοιρολατρία και τον «ωχαδερφισμό») ή παίρνουμε το μέρος του πιο ισχυρού (ακόμα κι αν πρόκειται να εξευτελίσουμε, να προσβάλουμε, να χτυπήσουμε τον αδύναμο), πάμε με το μέρος της μαφίας, παραδίδοντας στα χέρια της την περιοχή μας, για να τη λυμαίνεται  και να την καταστρέφει. Γινόμαστε ένα με τους εγκληματίες, τους μεγαλο-καρχαρίες, μπλεκόμαστε κι εμείς στα πλοκάμια της μαφίας. Ο μασονισμός στον οποίο αναφέρεται ο Claudio Fava βρίσκεται κι εδώ, στο δικό μας Αμπρούτσο. Ψάχνοντας στο διαδίκτυο όλο και θα διαβάσετε για κάποιον που δείχνει να θέλει να κάνει μια υποτιθέμενη καταγγελία. Ειδήσεις αναφέρονται σε άτομα που συνάπτουν συνεργασίες προκειμένου να κάνουν καριέρα ή που οφείλουν τη θέση τους σε «υψηλή προστασία». Οργανισμοί και γραφεία απολαμβάνουν ιδιαίτερης προβολής και μεταχείρισης, διότι χωρίς τη μασονική ποδιά δεν θα κουνιόταν φύλλο. Μα θα βρει επιτέλους κανείς το θάρρος να πει τα πράγματα όπως έχουν, να καταγγείλει πρόσωπα και καταστάσεις αντί να ψιθυρίζει στη σκιά; Όμως στο τέλος όλα χάνονται όπως το λιμάνι μέσα στην ομίχλη. Θα καταφέρουμε ποτέ να βγούμε από τις σκιές; Θα βρει ποτέ η περιοχή μας τους σωστούς προβολείς για να φωτίσει τις γκρίζες ζώνες και να αναδείξει χωρίς δισταγμό τα πραγματικά γεγονότα;

Alessio Di Florio
Associazione Antimafie Rita Atria – http://www.ritaatria.it
PeaceLink Abruzzo – http://www.peacelink.it/abruzzo

Μετάφραση από τα ιταλικά: Όλγα Λιακάκη