Απόσπασμα από το War Is A Lie του David Swanson.
http://davidswanson.org/node/5334

Οι πόλεμοι δε γίνονται ενάντια σε σημαίες ή ιδέες, έθνη ή δαιμονοποιημένους δικτάτορες. Γίνονται ενάντια στους ανθρώπους, το 98 τοις εκατό των οποίων είναι απρόθυμοι να σκοτώσουν, και το μεγαλύτερο μέρος των οποίων έχει λίγη ή καμία σχέση με τη διεξαγωγή ενός πολέμου. Ένας τρόπος να απανθρωπίσουμε αυτά τα άτομα είναι να τα αντικαταστήσουμε στο σύνολό τους με την εικόνα ενός μεμονωμένου τερατώδους ανθρώπου.

Ο Marlin Fitzwater, υπεύθυνος τύπου του Λευκού Οίκου για τους Ρόναλντ Ρήγκαν και Τζορτζ Μπους, είχε πει ότι ο πόλεμος «είναι πιο εύκολο να κατανοηθεί από τους ανθρώπους αν ο εχθρός έχει ένα πρόσωπο». Και έδωσε μάλιστα και κάποια παραδείγματα: Χίτλερ, Χο Τσι Μιν, Σαντάμ Χουσεΐν, Μιλόσεβιτς. Ο Fitzwater θα μπορούσε κάλλιστα να συμπεριλάβει το Μανουέλ Αντόνιο Νοριέγκα. Όταν ο πρόεδρος Μπους (ο πρεσβύτερος), για να αποδείξει, μεταξύ άλλων, ότι δεν ήταν «λαπάς», επιτέθηκε στον Παναμά το 1989, η βασική δικαιολογία ήταν πως ο ηγέτης του Παναμά ήταν ένας κακός, τρελαμένος από τα ναρκωτικά, ψυχάκιας, με βλογιοκομμένο πρόσωπο, που του άρεσε να διαπράττει μοιχεία. Ένα σημαντικό άρθρο στους πολύ μετρημένους New York Times, στις 26 δεκεμβρίου του 1989,  ξεκινά ως εξής: «Το γενικό στρατηγείο των ΗΠΑ, που έχει σκιαγραφήσει τον Μανουέλ Αντόνιο Νοριέγκα ως εκκεντρικό δικτάτορα, χρήστη κοκαΐνης, που λατρεύει θεότητες βουντού, ανακοίνωσε σήμερα ότι ο έκπτωτος ηγέτης φορούσε κόκκινα εσώρουχα και περιτριγυριζόταν από πόρνες». Δεν έχει σημασία που ο Νοριέγκα είχε δουλέψει για τη CIA, μεταξύ άλλων και όταν έκλεψε τις εκλογές του 1984 στον Παναμά (η αγανάκτηση των ΗΠΑ για τις παρεμβάσεις στις εκλογές είναι κάτι εντελώς καινούριο). Δεν έχει σημασία που το πραγματικό του έγκλημα ήταν ότι αρνήθηκε να στηρίξει τις ΗΠΑ στον πόλεμό τους εναντίον της Νικαράγουα. Δεν έχει σημασία που οι ΗΠΑ συνέχιζαν να συνεργάζονται μαζί του για πολλά χρόνια αν και γνώριζαν για το λαθρεμπόριο ναρκωτικών του Νοριέγκα. Αυτός ο άντρας σνίφαρε κοκαΐνη φορώντας κόκκινα εσώρουχα μαζί με διάφορες γυναίκες και όχι με τη σύζυγό του. Όσον αφορά στο λαθρεμπόριο ναρκωτικών του Νοριέγκα (προς τις ΗΠΑ –Στμ), ο αναπληρωτής γραμματέας του Κράτους Lawrence Eagleburger δήλωσε: «Αυτό είναι επίθεση όπως ήταν η εισβολή του Χίτλερ στην Πολωνία πριν 50 χρόνια». Οι αμερικανοί απελευθερωτές εισβολείς ισχυρίστηκαν μάλιστα ότι βρήκαν σε ένα από τα σπίτια του Νοριέγκα μια μεγάλη ποσότητα κοκαΐνης, που στη συνέχεια αποκαλύφθηκε ότι ήταν ταμάλες τυλιγμένο σε φύλλα μπανάνας. Και αν το ταμάλες ήταν πράγματι κοκαΐνη; Αυτό θα δικαιολογούσε τον πόλεμο, όπως, για παράδειγμα, η ανακάλυψη «όπλων μαζικής καταστροφής» στη Βαγδάτη το 2003;

Η αναφορά του Fitzwater στο «Μιλόσεβιτς» ήταν, φυσικά, για το Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς, τον τότε πρόεδρο της Σερβίας, που τον ιανουάριο του 1999 ο Davide Nyhan της Boston Globe χαρακτήρισε «ό,τι πιο κοντινό στο Χίτλερ έχει αντιμετωπίσει η Ευρώπη τα τελευταία 50 χρόνια». Εκτός, εννοείται, από όλους τους άλλους που γνωρίζουμε. Το 2010, η τακτική της εσωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ να συγκρίνει όποιον διαφωνούσε μαζί της με το Χίτλερ έγινε σχεδόν κωμική, αλλά η ίδια αυτή τακτική βοήθησε στη δρομολόγηση πολλών πολέμων και μπορεί να δρομολογήσει και άλλους στο μέλλον. Όπως και να ‘χει χρειάζονται δύο για το τανγκό: το 1999, οι σέρβοι αποκαλούσαν «Μπιλ Χίτλερ» τον πρόεδρο των ΗΠΑ.

Την άνοιξη του 1914, σε έναν κινηματογράφο στην Tours της Γαλλίας, εμφανίστηκε στην οθόνη για μια στιγμή η εικόνα του Γουλιέλμου Β’, αυτοκράτορα της Γερμανίας. Έγινε της κακομοίρας.

«Όλοι, άντρες, γυναίκες, παιδιά ούρλιαζαν και σφύριζαν σα να είχαν προσβληθεί προσωπικά. Οι καλοί άνθρωποι της Tours, που δεν ήξεραν για τον κόσμο και την πολιτική παρά μόνο όσα είχαν διαβάσει στις εφημερίδες, έκαναν σαν τρελοί για μια στιγμή» όπως αναφέρει ο Stefan Zweig. Αλλά οι γάλλοι δε θα πολεμούσαν τον Κάιζερ Γουλιέλμο Β’. Θα πολεμούσαν εναντίον απλών ανθρώπων που έτυχε να έχουν γεννηθεί λίγο πιο μακριά απ’ αυτούς, στη Γερμανία.

Όλο και πιο συχνά, με το πέρασμα των χρόνων, μας λένε ότι οι πόλεμοι δε γίνονται ενάντια σε ανθρώπους, αλλά απλώς ενάντια στις κακές κυβερνήσεις και τους σατανικούς ηγέτες τους. Ξανά και ξανά ενδίδουμε στην κοινότοπη ρητορεία για τη νέα γενιά όπλων «ακριβείας» που οι ηγέτες μας διατείνονται ότι έχουν σα στόχο τυραννικά καθεστώτα χωρίς να βλάπτουν τους ανθρώπους που πιστεύουμε ότι πάμε να ελευθερώσουμε. Έτσι κάνουμε πολέμους για «την αλλαγή του καθεστώτος». Αν οι πόλεμοι δεν τελειώνουν όταν το καθεστώς έχει αλλάξει, είναι επειδή έχουμε ευθύνη να φροντίσουμε τα «αδύναμα» πλάσματα, τα παιδιά, των οποίων το καθεστώς αλλάξαμε. Ωστόσο, δεν υπάρχει καμιά απόδειξη πως αυτό έχει βγει ποτέ σε καλό. Οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους τα πήγαν σχετικά καλά στη Γερμανία και την Ιαπωνία μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, αλλά θα μπορούσαν να έχουν κάνει το ίδιο μετά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, αποφεύγοντας όσα ακολούθησαν. Η Γερμανία και η Ιαπωνία μετατράπηκαν σε ερείπια και ο στρατός των ΗΠΑ έπρεπε να αποχωρήσει. Δεν είναι δα και κανένα σπουδαίο μοντέλο για τους νέους πολέμους.

Με πολέμους ή πολεμικές πράξεις οι Ηνωμένες Πολιτείες ανέτρεψαν κυβερνήσεις στη Χαβάη, την Κούβα, το Πόρτο Ρίκο, τις Φιλιππίνες, τη Νικαράγουα, τις Ονδούρες, το Ιράν, τη Γουατεμάλα, τη Χιλή, τη Γρενάδα, τον Παναμά, το Αφγανιστάν και το Ιράκ. Για να μην αναφέρουμε το Κονγκό (1960 )·  τον Ισημερινό (1961 και 1963)· τη Βραζιλία (1961 και 1964)·  τη Δομινικανή Δημοκρατία (1961 και 1963)· την Ελλάδα (1965 και 1967)· τη Βολιβία (1964 και 1971)· το Ελ Σαλβαδόρ (1961)· τη Γουιάνα (1964)· την Ινδονησία (1965)· τη Γκάνα (1966)· και, φυσικά, την Αϊτή (1991 και 2004). Αντικαταστήσαμε τη δημοκρατία με τη δικτατορία, τη δικτατορία με το χάος, και τις τοπικές κυβερνήσεις με την κυριαρχία και την κατοχή των ΗΠΑ.

Σε καμιά περίπτωση κάποιος από τους πολέμους των ΗΠΑ δε μείωσε το κακό. Στις περισσότερες περιπτώσεις, συμπεριλαμβανομένων του Ιράν και του Ιράκ, οι εισβολές των ΗΠΑ και τα πραξικοπήματα που έγιναν με την υποστήριξη των ΗΠΑ οδήγησαν σε σκληρή καταστολή, εξαφανίσεις, εξωδικαστικές εκτελέσεις, βασανιστήρια, διαφθορά και παρατεταμένη οπισθοδρόμηση του δημοκρατικού οράματος των απλών ανθρώπων.

Στους πολέμους, η εστίαση σε ηγέτες, δεν υποκινείται τόσο από ανθρωπισμό όσο από την προπαγάνδα. Ο κόσμος αρέσκεται στο να φαντασιώνεται πως ένας πόλεμος είναι μια μονομαχία ανάμεσα σε δυο μεγάλους ηγέτες. Αυτό προϋποθέτει τη δαιμονοποίηση τού ενός και τον εκθειασμό τού άλλου.