Στις 12 Φεβρουαρίου έληγε η προθεσμία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να απαντήσει στην έρευνα του Ευρωπαίου Συνηγόρου του Πολίτη σχετικά με την έλλειψη διαφάνειας και υπευθυνότητας στις διαπραγματεύσεις της ΕΕ για το εμβόλιο Covid19 με τη φαρμακοβιομηχανία. Εκτός από την εξαγωγή συμπερασμάτων σχετικά με το αντιπαραγωγικό απόρρητο, η έρευνα ελπίζουμε ότι θα οδηγήσει στην αποκάλυψη μεγάλου αριθμού εσωτερικών εγγράφων, ρίχνοντας φως στις διαπραγματεύσεις και θα βοηθήσει στο να δοθούν απαντήσεις σε πολλά καυτά ερωτήματα.

Η έρευνα του Διαμεσολαβητή ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 2021. Αφορμή στάθηκαν δύο καταγγελίες του Παρατηρητηρίου Εταιρειών της Ευρώπης εναντίον της καταπάτησης του δικαιώματος ελεύθερης διακίνησης της Πληροφορίας (FOI) από την Ευρωπαϊκή Επιτροπής, σχετικά με τις διαπραγματεύσεις της με φαρμακευτικές εταιρείες για αγορές εμβολίων COVID-19. Τα αιτήματα υποβλήθηκαν ακριβώς όπως δημοσιεύθηκαν την έκθεσή μας «Ισχύς και κέρδος κατά τη διάρκεια μιας πανδημίας – γιατί η φαρμακευτική βιομηχανία χρειάζεται περισσότερο έλεγχο, όχι λιγότερο».

Όπως σημειώνει αυτή η έκθεση, «Σε μια πανδημία, η φαρμακευτική βιομηχανία χαιρετίζεται ως σωτήρας. Ωστόσο, η βιομηχανία χρησιμοποιεί την κρίση για να κλειδώσει το προβληματικό μοντέλο που μεγιστοποιεί τα κέρδη. Πιέζοντας για δημόσιο χρήμα χωρίς δεσμευτικούς κανόνες, την ίδια στιγμή που δημιουργεί ισχυρότερους κανόνες μονοπωλίου για τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας, η λίστα επιθυμιών της βιομηχανίας θα μπορούσε να περιορίσει την πρόσβαση σε φάρμακα και εμβόλια COVID-19, παρατείνοντας την πανδημία στο όνομα του κέρδους.”

Διοικητική αρετή

Η έρευνα ασχολείται με την άρνηση της Επιτροπής να αποκαλύψει το συμβόλαιο αγοράς εμβολίων COVID-19 με την AstraZeneca, το πρώτο που υπέγραψε η Επιτροπή πέρυσι. Η Επιτροπή απέρριψε αίτημα δημοσιοποίησης του Παρατηρητηρίου Εταιρειών της Ευρώπης, αναφέροντας ότι πρέπει να προστατευθούν τα εμπορικά συμφέροντα της AstraZeneca και ισχυρίστηκε ότι δεν υπερισχύει το δημόσιο συμφέρον σε ζητήματα διαφάνειας. Υποβάλαμε ένσταση για αυτήν την απόφαση, αλλά η Επιτροπή επανειλημμένα απέφυγε να απαντήσει εντός των προθεσμιών που ορίζονται στη νομοθεσία της ΕΕ. Η Επιτροπή αρνήθηκε επίσης να αποκαλύψει άλλα έγγραφα που σχετίζονται με τις διαπραγματεύσεις για τα εμβόλια, συμπεριλαμβανομένων σημειώσεων συναντήσεων και αλληλογραφίας με τις φαρμακευτικές εταιρείες (καθώς και τα ονόματα των μελών της κοινής ομάδας διαπραγματεύσεων, η οποία αποτελείται από επτά εμπειρογνώμονες που ορίζονται από τις κυβερνήσεις των κρατών μελών).

Έκτοτε, η Επιτροπή δημοσίευσε τη σύμβαση AstraZeneca (καθώς και τις συμβάσεις CureVac και Sanofi-GSK). Τα συμβόλαια δημοσιεύθηκαν σε αναδιατυπωμένη μορφή με διαγραμμένες βασικές παραγράφους (αν και το πλήρες κείμενο της σύμβασης AstraZeneca βρίσκεται στο δημόσιο διάλογο ολόκληρο, λόγω βλάβης με τη μορφή του pdf που η Επιτροπή ανέβασε την πρώτη φορά). Η Επιτροπή ανακοίνωσε επίσης ότι ζήτησε και σε άλλες τρεις φαρμακευτικές εταιρείες να συμφωνήσουν να φέρουν τελικά στη δημοσιότητα τις μεταξύ τους συμβάσεις. Η ξαφνική προθυμία της Επιτροπής να αποκαλύψει τις λεπτομέρειες αυτών των συμβάσεων – μετά από την αβάσταχτη δημόσια πίεση – θέτει ξεκάθαρα υπό αμφισβήτηση τον μόλιν πριν λίγους μήνες ισχυρισμό της ότι «δεν υπήρχε υπερισχύον δημόσιο συμφέρον» σε ζητήματα διαφάνειας.

Η στροφή της Επιτροπής ήρθε όταν η AstraZeneca ανακοίνωσε καθυστερήσεις στην παράδοση εμβολίων, πράγμα που προκάλεσε συζήτηση υψηλού επιπέδου μεταξύ αξιωματούχων – CEO ως προς τις συμβατικές υποχρεώσεις της εταιρείας. Η Ευρωπαία Συνήγορος, Emily O’Reilly σχολίασε στις αρχές της περασμένης εβδομάδας: «Ξαφνικά η διαφάνεια έγινε βασικό θέμα ημερήσιας διάταξης, καθώς μια αναδιατυπωμένη έκδοση του συμβολαίου βγήκε στο δημόσιο λόγο και η Επιτροπή το χρησιμοποίησε αυτό για να υποστηρίξει την αμφισβητούμενη υπόθεση κακής πίστης εναντίον της φαρμακευτικής εταιρείας». Η O’Reilly συνέχισε: «Αλλά αν η Επιτροπή ήθελε περισσότερη διαφάνεια σε αυτόν τον τομέα, προκειμένου, όπως λέει, να αυξήσει την εμπιστοσύνη του κοινού στα εμβόλια, τότε προφανώς αυτή η διαφάνεια θα μπορούσε να αποτελέσει μέρος των διαπραγματεύσεων με τις φαρμακευτικές εταιρείες. Δεν χρειαζόταν να περάσουμε μια κρίση για να κατασταθεί η διαφάνεια διοικητική αρετή.”

Προσέγγιση σόφτμπολ

Η έρευνα της Ευρωπαίας Συνηγόρου θα αξιολογήσει τώρα το απόρρητο της Επιτροπής σχετικά με τις συμβάσεις και άλλα έγγραφα που σχετίζονται με τις διαπραγματεύσεις για τα εμβόλια, συμπεριλαμβανομένου του τρόπου με τον οποίο συγκρίνεται αυτή η στρατηγική με τις υποχρεώσεις του δικαίου της ΕΕ για την ελευθερία ενημέρωσης και τη Συνθήκη της Λισαβόνας (που προτείνει τη μέγιστη διαφάνεια). Εκτός από την εξαγωγή συμπερασμάτων σχετικά με τη μυστική προσέγγιση της Επιτροπής, η έρευνα ελπίζουμε ότι θα οδηγήσει στην αποκάλυψη μεγάλου αριθμού άλλων εγγράφων (συμπεριλαμβανομένων σημειώσεων συναντήσεων και αλληλογραφίας με τις φαρμακευτικές εταιρείες), έγγραφα που θα ρίξουν φως στις διαπραγματεύσεις και θα βοηθήσουν στην απάντηση πολλών καυτών ερωτημάτων. Πράγματι, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, το αρχικό αίτημα του Παρατηρητηρίου Εταιρειών της Ευρώπης για αυτά τα έγγραφα απορρίφθηκε.

Οι πρώτες νομικές εκτιμήσεις των δημοσιευμένων συμβάσεων δείχνουν ότι τα κείμενα έχουν σημαντικές αδυναμίες, συμπεριλαμβανομένων των διφορούμενων ημερομηνιών παράδοσης και της έλλειψης κυρώσεων σε περίπτωση που οι εταιρείες δεν συμμορφωθούν. Ο ερευνητής δημοσιογράφος Stefano Valentino, ο οποίος συμβουλεύτηκε αρκετούς νομικούς εμπειρογνώμονες, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η ΕΕ χρησιμοποίησε μια «προσέγγιση σόφτμπολ» στις διαπραγματεύσεις και τώρα «έχει δεμένα τα χέρια της» όταν οι φαρμακευτικές εταιρείες ανακοινώνουν καθυστερήσεις στην παράδοση ενώ βασίζεται στην καλή θέληση των εταιρειών. «Το μόνο βέβαιον σε όλα αυτά», υποστηρίζει ο Valentino, «είναι η αδύναμη θέση στην οποία η ΕΕ και τα κράτη μέλη έχουν τοποθετηθεί, αναλαμβάνοντας οικονομικούς κινδύνους υψηλού ρίσκου και μια μη απαιτητική στάση απέναντι στους προμηθευτές».

Όπως είπε η Viviana Galli της Ευρωπαϊκής Συμμαχίας για Υπεύθυνη Ε & Α και Προσιτά Φάρμακα: «Κατά τη διαπραγμάτευση των συμβάσεων, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα κράτη μέλη θα έπρεπε να έχουν δώσει πολύ μεγαλύτερη προσοχή στην προστασία του δημοσίου συμφέροντος, βάζοντας συγκεκριμένες ρήτρες που αποδίδουν ευθύνη στις εταιρείες σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τους προτεινόμενους όρους».

Η παγκόσμια δημόσια υγεία πάνω από τα κέρδη

Ενώ οι κοινές προμήθειες από τα 27 κράτη μέλη της ΕΕ ήταν σαφώς η σωστή προσέγγιση, φαίνεται ότι οι διαπραγματευτές της ΕΕ θα μπορούσαν να έχουν επιτύχει πολύ καλύτερα αποτελέσματα λαμβάνοντας υπόψη την ισχυρή διαπραγματευτική θέση που είχαν. Μην ξεχνάμε ότι μιλάμε για διαπραγματεύσεις για λογαριασμό 27, κυρίως πολύ πλούσιων, ευρωπαϊκών χωρών, κατά τη διάρκεια μιας πανδημίας, για την οποία οι φαρμακευτικές εταιρείες είχαν δεσμευτεί δημόσια να θέσουν την παγκόσμια υγεία πάνω από τα κέρδη. Οι διαπραγματευτές είχαν επιπλέον έναν πολύ σημαντικό προϋπολογισμό διαθέσιμο για τις φαρμακευτικές εταιρείες, προκειμένου να χρηματοδοτήσουν την έρευνα και την ανάπτυξη και την παραγωγική δυνατότητα. Οι διαπραγματευτές είχαν στη διάθεσή τους δεσμευμένα δημόσια χρήματα για να αφαιρέσουν το επενδυτικό ρίσκο και – σε κάποιο βαθμό – την ευθύνη από τις φαρμακευτικές εταιρείες που εργάζονται για την ανάπτυξη εμβολίων COVID-19. Ως αντάλλαγμα θα έπρεπε τουλάχιστον να επιμείνουν σε πολύ ισχυρές ρήτρες για την υπεράσπιση του δημοσίου συμφέροντος.

Η σύγκρουση της Επιτροπής με την AstraZeneca (και προηγούμενες ανακοινώσεις της Pfizer για δυσκολίες στην επίτευξη των υποσχέσεων) έδειξε την αδυναμία της στρατηγικής της ΕΕ να βασίζεται σε λίγες φαρμακευτικές εταιρείες όχι μόνο για την έρευνα και την ανάπτυξη των εμβολίων, αλλά και για την παρασκευή του απαιτούμενου αριθμού δόσεων. Οι διαπραγματευτές θα έπρεπε να είχαν χρησιμοποιήσει τις διαπραγματεύσεις για να εξασφαλίσουν μια συμφωνία που θα επέτρεπε σε πολλές περισσότερες εταιρείες να προετοιμαστούν για την παραγωγή και έτσι να διαθέσουν πολύ μεγαλύτερες ποσότητες εμβολίων στην Ευρώπη και σε ολόκληρο τον κόσμο. Αντίθετα, συμφώνησαν σε ένα ελαττωματικό μοντέλο μονοπωλίου διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας (πατεντών) που ωφελεί μόνο τις μεγάλες φαρμακοβιομηχανίες και παρατείνει άσκοπα την πανδημία, αφήνοντας πολλές αδύναμες χώρες χωρίς πρόσβαση στα εμβόλια.

Η προσέγγιση που επέλεξε η ΕΕ (καθώς και οι ΗΠΑ και άλλες χώρες του ΟΟΣΑ) έχει ως αποτέλεσμα τη διάθεση εμβολίων με πολύ αργό ρυθμό, τόσο στην Ευρώπη όσο και ακόμη πιο έντονα στον υπόλοιπο κόσμο. Οι πληθυσμοί των περισσότερων αφρικανικών και πολλών ασιατικών χωρών πιθανότατα θα εμβολιαστούν σε ικανοποιητικό ποσοστό για την αντιμετώπιση του κορωνοϊού το 2023 ή και αργότερα. Όπως προειδοποιεί ο Γενικός Διευθυντής της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας, Δρ Tedros Adhanom Ghebreyesus, «ο κόσμος βρίσκεται στα πρόθυρα μιας καταστροφικής ηθικής αποτυχίας».

Και δεν είναι μόνο ηθική αποτυχία, αλλά και πρακτική. Η εμφάνιση νέων επικίνδυνων μεταλλαγμένων στελεχών του ιού, για τα οποία τα εμβόλια μπορεί να προσφέρουν λιγότερη προστασία, δείχνει ότι η ταχύτητα του εμβολιασμού είναι ύψιστης σημασίας και ότι απαιτείται μια παγκόσμια προσέγγιση αλληλεγγύης. Επιτρέποντας στις φαρμακευτικές εταιρείες να αποφασίσουν πώς και πότε θα παρασκευάσουν εμβόλια και για ποιον, δημιουργεί τεχνητή έλλειψη με καταστροφικές συνέπειες. Η εμπιστοσύνη σε αυτές τις εταιρείες να εκχωρήσουν εθελοντικά εμβόλια σε παγκόσμιες ομάδες διανομής, όπως η Covax, έχει αποδειχθεί καταστροφική.

Τα εμβόλια ως παγκόσμιο κοινό αγαθό

Κατά τους πρώτους μήνες της πανδημίας, η Πρόεδρος της Επιτροπής Von der Leyen δήλωσε επανειλημμένα ότι τα εμβόλια κατά της COVID-19 πρέπει να αντιμετωπίζονται ως παγκόσμιο δημόσιο αγαθό. Ωστόσο, το μοντέλο που συμφωνήθηκε με τις μεγάλες φαρμακοβιομηχανίες στις συμβάσεις εμβολίων αντιβαίνει ουσιαστικά σε αυτές τις υποσχέσεις. Η Von der Leyen υπερασπίστηκε την παγκόσμια διάσταση της στρατηγικής της ΕΕ, υποστηρίζοντας ότι «τα εμβόλια μας θα δοθούν σε άλλες χώρες», αλλά λαμβάνοντας υπόψη τον αργό ρυθμό παραγωγής, αυτό είναι σχεδόν αδύνατο. Επιπλέον, το συμβόλαιο CureVac, για παράδειγμα, απαγορεύει στις ευρωπαϊκές χώρες να μεταπωλούν, να εξάγουν ή να χορηγούν δόσεις – συμπεριλαμβανομένης της Covax – χωρίς άδεια από την εταιρεία. Το να δοθεί δικαίωμα βέτο στην εταιρεία για τη μεταφορά εμβολίων είναι σαφώς αντίθετο με τους δηλωμένους στόχους της στρατηγικής της ΕΕ.

Η σοφτμπόλ στάση της ΕΕ με τις μεγάλες φαρμακοβιομηχανίες – η συνέχιση μιας συνήθειας δεκαετιών να παραχωρεί στον τομέα υπερβολική ισχύ έναντι της πολιτικής για τα φάρμακα – επηρεάζει τους στόχους της ΕΕ. Μόλις πριν λίγες μέρες η Επιτροπή άρχισε να συνειδητοποιεί ότι πρέπει να παρέμβει για να αυξήσει την παραγωγή εμβολίων. Στις 10 Φεβρουαρίου 2021, η Von der Leyen ενημέρωσε τους ευρωβουλευτές σχετικά με τη δημιουργία μιας νέας «ειδικής ομάδας για την αύξηση της βιομηχανικής παραγωγής εμβολίων, υπό την εποπτεία του Επιτρόπου για την εσωτερική αγορά, Thierry Breton. “Ο στόχος είναι να εντοπίσουμε προβλήματα και να βοηθήσουμε να βρεθούν λύσεις”, δήλωσε.

Όπως υπογραμμίζει ο James Love της οργάνωσης Knowledge Ecology International, «ο κόσμος έχει ουσιαστικά χάσει ένα χρόνο ως προς τη συσώρευση τεχνογνωσίας για την παρασκευή εμβολίων». Η αναβάθμιση της παραγωγής στην Ευρώπη και στον υπόλοιπο κόσμο είναι πλέον κάτι περισσότερο από επείγον. Η φαρμακευτική βιομηχανία εν τω μεταξύ, παρά την παγκόσμια κατάσταση έκτακτης ανάγκης για την υγεία, εξακολουθεί να προσπαθεί να αποτρέψει οποιαδήποτε απομάκρυνση από το μονοπωλιακό μοντέλο ευρεσιτεχνίας. Και παρά το τεράστιο κόστος όσον αφορά τους θανάτους και εν γένει τα προβλήματα υγείας που δημιουργούνται λόγω ης COVID-19, για να μην αναφέρουμε την οικονομική πανωλεθρία, και τον πραγματικό κίνδυνο πιο ανθεκτικών σε εμβόλια μεταλλάξεων που ανακύπτουν καθώς ο ιός τρέχει ανεξέλεγκτα στους πληθυσμούς, η ΕΕ μέχρι στιγμής δεν διαταράσσει τις ισορροπίες με τις μεγάλες φαρμακοβιομηχανίες.

Μια κρίσιμη μάχη διεξάγεται επί του παρόντος στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ), όπου οι κυβερνήσεις της Νότιας Αφρικής, της Ινδίας και περίπου 100 άλλων χωρών ζητούν την προσωρινή αναστολή του συστήματος διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας για ιατρικά προϊόντα που σχετίζονται με την COVID-19 μέχρι να επιτευχθεί παγκοσμίως ανοσία. Η προτεινόμενη «παραίτηση TRIPS» (πτυχές του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας που σχετίζονται με το εμπόριο) θα άρει τα μονοπώλια διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας από τις μεγάλες φαρμακοβιομηχανίες και καθίσταται ζωτικής σημασίας για την ενίσχυση της παγκόσμιας παραγωγής εμβολίων, δοκιμών και θεραπειών της COVID-19. Δυστυχώς μέχρι στιγμής η ΕΕ, μαζί με τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία, εμπόδισαν ξανά το να τεθεί σε εφαρμογή αυτή η πρωτοβουλία για τις πατέντες, σε μια πρόσφατη συνάντηση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου στις αρχές Φεβρουαρίου. Η ΕΕ εξακολουθεί να αρνείται να παραιτηθεί από την προστασία των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και υποστηρίζει την «εθελοντική» κοινή χρήση, μια προσέγγιση που μέχρι στιγμής έχει αποτύχει. Η κριτική εναντίον της βαθύτατα ανεύθυνης στάσης της ΕΕ αυξάνεται και υπάρχουν ακόμη ενδείξεις ότι ορισμένες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, σκέφτονται μεμονωμένα αλλαγή πλεύσης. Ο επόμενος γύρος διαπραγματεύσεων θα πραγματοποιηθεί τη δεύτερη εβδομάδα του Μαρτίου 2021 και η κοινωνία των πολιτών κινητοποιείται για να σταματήσει η ΕΕ να εμποδίζει την παραίτηση από τα TRIP.

Όλα αυτά δείχνουν γιατί η Επιτροπή και οι κυβερνήσεις των κρατών μελών έπρεπε να είχαν ακούσει τους ευρωβουλευτές και την κοινωνία των πολιτών και να παρέχουν διαφάνεια σχετικά με τις διαπραγματεύσεις για την αγορά εμβολίων από την αρχή. Η διαφάνεια γύρω από τις διαπραγματεύσεις θα επέτρεπε τη δημόσια συζήτηση και τον κοινοβουλευτικό έλεγχο, και οι αδυναμίες στην προσέγγιση της ΕΕ θα είχαν καταστεί εμφανείς πριν να είναι πολύ αργά για να διορθωθούν. Η διαφάνεια, επιπλέον, θα ενίσχυε αναμφισβήτητα τη δύναμη των διαπραγματευτών της ΕΕ έναντι των μεγάλων φαρμακοβιομηχανιών, καθώς η κοινή γνώμη θα υποστήριζε χωρίς αμφιβολία τις προσπάθειες να αναγκαστούν οι φαρμακευτικές εταιρείες – σε αντάλλαγμα της γενναιόδωρης δημόσιας χρηματοδότησης που παρέχεται – να συμφωνήσουν να κάνουν τα εμβόλια ένα παγκόσμιο δημόσιο αγαθό.

Πηγή: Corporate Europe Observatory

Μετάφραση από αγγλικά: Pressenza Athens.