Το δημόσιο χρέος της Μοζαμβίκης, μιας από τις φτωχότερες χώρες του κόσμου, έχει εκτοξευθεί στα ύψη, καθώς καλείται να αποπληρώσει περισσότερα από δύο δισεκατομμύρια δολάρια που προέκυψαν από μια μεγάλης κλίμακας υπεξαίρεση. Το ήμισυ του ποσού αυτού χορηγήθηκε από τη θυγατρική εταιρεία του Ηνωμένου Βασιλείου της Credit Suisse. Υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις που δικαιολογούν την ευθύνη της μητρικής εταιρείας στη Ζυρίχη για τη χορήγηση του δανείου. Για το λόγο αυτό, το Public Eye υπέβαλε μήνυση στο Γραφείο του Γενικού Εισαγγελέα (OAG) στη Βέρνη της Ελβετίας.

Στις αρχές του 2016, ο Τύπος αποκάλυψε ότι η Μοζαμβίκη είχε αυξήσει σημαντικά το δημόσιο χρέος της με την αποδοχή δανείων, που μάλιστα είχαν συναφθεί κρυφά. Κατά τη διάρκεια των ετών 2013 και 2014, η Private Equity, που εδρεύει στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, παραχώρησε δάνειο ενός δισεκατομμυρίου σε δύο κρατικές επιχειρήσεις της Μοζαμβίκης. Τα κεφάλαια έπρεπε να χρησιμοποιηθούν για την κατασκευή ταχύπλοων σκαφών για την ακτοφυλακή και, κατά τους ισχυρισμούς, να κατασκευάσουν ένα πλωτήρα για την αλιεία τόνου στην ανοικτή θάλασσα. Το εκτιμώμενο κόστος των αγορών ήταν διογκωμένο και ορισμένα σκάφη δεν λειτουργούσαν. Εκτός από την Credit Suisse, η ρωσική επενδυτική τράπεζα VTB Capital δάνεισε περίπου ένα δισεκατομμύριο δολάρια στις ίδιες δύο κρατικές επιχειρήσεις καθώς και σε μια τρίτη οντότητα. Αμέσως μετά την ανακοίνωση του νέου χρέους, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) και πολλές δωρήτριες χώρες – συμπεριλαμβανομένης της Ελβετίας – ανέστειλαν την άμεση δημοσιονομική τους στήριξη στη Μοζαμβίκη. Ο ασταθής πληθωρισμός που προέκυψε και οι περικοπές του προϋπολογισμού από την κυβέρνηση επιβάρυναν έναν από τους πιο φτωχούς πληθυσμούς του κόσμου.

Στις 19 Δεκεμβρίου 2018 το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ (Υπουργείο Δικαιοσύνης) κατηγόρησε οκτώ άτομα σε σχέση με την υπόθεση, ιδίως για τη συμμετοχή τους στο σύστημα της διαφθοράς και σε ξέπλυμα χρήματος. Παράλληλα με τον πρώην Υπουργό Οικονομικών της Μοζαμβίκης, ο οποίος έχει συλληθφεί επίσης γι αυτές τις δοσοληψίες, τρία ανώτερα πρώην διευθυντικά στελέχη της Credit Suisse International βρίσκονται υπό έρευνα, καθώς ήταν αυτοί που έκαναν τις προετοιμασίες για τη σύναψη του δανείου. Το Υπουργείο Δικαιοσύνης ισχυρίζεται ότι επρόκειτο για συλλογική οργάνωση δωροδοκίας αξιωματούχων της Μοζαμβίκης, συνολικού ύψους 200 ​​εκατομμυρίων δολαρίων, με σκοπό να επωφεληθούν από τις επενδύσεις. Οι τρεις τραπεζίτες κατηγορούνται ότι καταστρατηγούν πολλούς εσωτερικούς ελέγχους εντός της τράπεζας με ψευδείς δηλώσεις προς το τμήμα συμμόρφωσης, το οποίο και έπρεπε να εξασφαλίσει τη διαδικασία δέουσας επιμέλειας πριν την παραχώρηση των δανείων. Πράγματι η τράπεζα είχε ζητήσει ειδικές εγγυήσεις για να δοθούν τα δάνεια: η Τράπεζα της Μοζαμβίκης έπρεπε να εγκρίνει το δάνειο μέσω Διοικητικού Δικαστηρίου και να το κοινοποιήσει στο ΔΝΤ. Στην πραγματικότητα κανένας από αυτούς τους όρους δεν εκπληρώθηκε. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο των ΗΠΑ, το τμήμα συμμόρφωσης ζήτησε μεν την προβλεπόμενη διαδικασία αλλά δεν έλεγξε τις απαντήσεις.

Μέχρι σήμερα, ο Ελβετός Γενικός Εισαγγελέας απλώς επιβεβαίωσε ότι δεν έχει κινηθεί ποινική διαδικασία στην Ελβετία. Σε απάντηση που έδωσε η Credit Suisse Group AG σε άρθρο που δημοσιεύθηκε στον Τύπο, υποστήριξε ότι η δανειοληπτική πράξη είχε διεξαχθεί από την Credit Suisse International σύμφωνα με τις «σαφώς ρυθμισμένες» κατευθυντήριες γραμμές της εταιρείας. Εντούτοις, τα διαθέσιμα στο κοινό έγγραφα που αφορούν την υπόθεση παρέχουν επαρκείς πληροφορίες για να φανεί με σαφήνεια η ευθύνη της ελβετικής μητρικής εταιρείας. Με μήνυσή της η Public Eye καλεί το Γραφείο του Γενικού Εισαγγελέα να διερευνήσει κατά πόσον η Credit Suisse Group AG εκπλήρωσε πραγματικά την εταιρική της ευθύνη να επιβλέπει τη θυγατρική της εταιρία και να προλάβει παράνομες συμπεριφορές, όπως απαιτείται από τις εταιρείες που δρουν υπό τον ελβετικό ποινικό κώδικα.

Μπορείτε να βρείτε το αρχικό άρθρο εδώ