Το κοινοβούλιο της Καταλονίας ενέκρινε εχθές, 9 Νοεμβρίου, με 72 ψήφους υπέρ και 63 κατά, την απόφαση που προωθεί την έναρξη της διαδικασίας προς την ανεξαρτησία. Το κείμενο περιλαμβάνει 9 σημεία στα οποία εξηγείται ότι βασισμένο στις δημοσκοπήσεις και με πλειοψηφία των εδρών υπέρ, εκκινεί μία διαδικασία δημιουργίας ενός καταλανικού κράτους με μορφή δημοκρατίας. Από την στιγμή αυτή, ξεκινά μία ανοιχτή διαδικασία στην κοινωνία των πολιτών για την προετοιμασία των βάσεων του μελλοντικού καταλανικού Συντάγματος και σε προθεσμία ενός μηνός θα ξεκινήσει η κοινοβουλευτική διαδικασία των νόμων της συντακτικής διαδικασίας, της κοινωνικής ασφάλειας και των δημόσιων οικονομικών. Επίσης, υπάρχει η ενημέρωση ότι το Κοινοβούλιο της Καταλονίας δεν θα υπόκειται στις θεσμικές αποφάσεις του Ισπανικού κράτους, κυρίως του Συνταγματικού Δικαστηρίου.

Οι πρόσφατες εκλογές της 27ης Σεπτεμβρίου έδωσαν την πλειοψηφία στη Συμμαχία υπέρ της Ανεξαρτησίας «ενωμένοι για το ναι» (“Junts pel si”), που μετρά 62 έδρες στο Κοινοβούλιο, οι οποίες δεν είναι αρκετές προκειμένου για την έγκριση της πρότασης. Για να υπάρξει πλειοψηφία χρειάζεται η στήριξη των 10 εδρών της ομάδας «Υποψηφιότητα για την Λαϊκή Ενότητα» (CUP), ενός κόμματος που αυτοπροσδιορίζεται ως αριστερό αντικαπιταλιστικό και αμεσοδημοκρατικό. Το σύνολο των δύο ομάδων αντιστοιχεί στις 72 αναγαίες ψήφους για τη έγκριση της απόφασης, παράλληλα, το πολιτικό κόμμα CUP εισήγαγε διάφορα κοινωνικά μέτρα τα οποία θα πρέπει να εφαρμόσει η μελλοντική κυβέρνηση και τα οποία στοχεύουν στο να θωρακίσουν θεμελιώδη δικαιώματα.

Αυτά τα μέτρα συνίστανται σε:

* Αποφυγή της ενεργειακής φτώχειας και εχέγγυα ότι κανένα πρόσωπο που κινδυνεύει με έξωση απο την οικία του δεν θα στερείται την πρόσβαση στα βασικά αγαθά του πόσιμου νερού, του αερίου και του ηλεκτρικού ρεύματος.
* Εχέγγυα ότι κανένα πρόσωπο δεν θα στερείται μία αξιοπρεπή κατοικία.
* Εξασφάλιση για καθολική πρόσβαση στην δημόσια και ποιοτική υγειονομική περίθαλψη για όλα τα πρόσωπα που ζούν στην Καταλονία.
* Διατήρηση του καταλανικού εκπαιδευτικού μοντέλου το οποίο είναι καθορισμένο από το Νόμο για την εκπαίδευση της Καταλονίας και για το σύνολο της εκπαιδευτικής κοινότητας και που έχει παραβιαστεί από την κρατική νομοθεσία.
* Επαγρύπνηση αναφορικά με την ασφαλιστική κάλυψη των πολιτών για την πλήρη ισχύ και το σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων αφήνοντας ανεφάρμοστους τους νέους κρατικούς νόμους για την κρατική ασφάλιση.
* Μη εφαρμογή του κρατικού νόμου για την τοπική αυτοδιοίκηση, αναφορικά με τον περιορισμό των αρμοδιοτήτων των δήμων, τον έλεγχο των δαπανών των υπηρεσιών και την υποχρέωση θέσης σε προτεραιότητα της ιδιωτικής οικονομικής δραστηριότητας.
* Δημιουργία ενός πλαισίου σχέσεων με την Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους πρόσφυγες (UNHCR) με αντικειμενικό σκοπό την υποδοχή και την χορήγηση ασύλου σε μέγιστο αριθμό προσφύγων, πέρα από τις αποφάσεις που έχουν υιοθετηθεί σε αυτό το πλαίσιο από την ισπανική κυβέρνηση.
* Σχετικά με το δικαίωμα στην έκτρωση, η μελλοντική κυβέρνηση πρέπει να συμμορφωθεί με ό,τι προβλέπει ο νόμος περί αποτελεσματικής ισότητας ανδρών και γυναικών αφήνοντας ανεφάρμοστο τον σημερινό κρατικό νόμο.
* Επαναδιαπραγμάτευση της χρηματοδότησης της καταλανικής κυβέρνησης κατά τρόπο που να επιτρέπει την απελευθέρωση μέσων για την υλοποίηση ενός σχεδίου που θα απορροφά τους κοινωνικούς κραδασμούς.
* Αναθεώρηση των προϋποθέσεων και προτεραιοποίηση στην παροχή της κοινωνικής πρόνοιας έκτακτης ανάγκης.

Οι διαφορές στις προσδοκίες και στη μορφή οργάνωσης μεταξύ της Καταλονίας και της Καστίλλης ανάγονται στις αρχές του 1700, στιγμή κατά την οποία ξέσπασε ο πόλεμος διαδοχής για το θρόνο της Ισπανίας, στο θάνατο χωρίς διαδόχους του τελευταίου βασιλιά της Casa de Austria, Καρόλου Β. Ενώ η Καστίλλη στήριζε τη διαδοχή των Βουρβόνων, η Καταλονία υπερασπιζόταν τον αρχιδούκα Κάρολο της Casa de Austria, ο οποίος έθετε ένα μοντέλο διακυβέρνησης λιγότερο συγκεντρωτικό. Μόλις πήρε το θρόνο, ο βασιλιάς Βουρβόνος Φίλιππος ο Ε΄, τιμώρησε σκληρά τα βασίλεια που δεν στήριξαν τον σκοπό του, όπως ήταν και η περίπτωση της Καταλονίας.

Αργότερα, το 1939, η δικτατορία του Φράνκο κατάργησε τους αυτόνομους θεσμούς, κατήργησε την αυτονομία του Κρατιδίου και εκτέλεσε διά τουφεκισμού τον πρόεδρο της Καταλονίας Lluís Companys, την 15η Οκτωβρίου 1940, επίσης καταδίωξε σκληρά την καταλανική κουλτούρα και την γλώσσα. Αυτή η καταπίεση τόνισε το αίσθημα του καταπιεσμένου λαού.

Μετά τη δικτατορία, το 1979, ενεκρίθη το δεύτερο αυτόνομο Κρατίδιο της Καταλονίας, μέσα σε ένα κλίμα αστάθειας όπου έπρεπε να συμφιλιωθούν τα συμφέροντα των πολιτικών κομμάτων που ήταν διάδοχα του φρανκισμού με τις φιλοφοξίες των προοδευτικών κομμάτων που επανανονιμοποιούνταν. Η Καταλονία θεώρησε ανεπαρκή την αυτονομία που επέτρεπε το ανωτέρω Κρατίδιο και το 2005 (26 έτη αργότερα) το καταλανικό κοινοβούλιο ενέκρινε την αναθεώρηση που υποστήριζε την πρόοδο στην αυτοδιακυβέρνηση.

Κατόπιν μιας προσφυγής του Λαϊκού Κόμματος, το Συνταγματικό Δικαστήριο, το 2010 υποχρέωσε το ανωτέρω Κρατίδιο σε σημαντικές περικοπές. Την επόμενη ημέρα εκδηλώθηκε μία μαζική διαδήλωση στην Καταλονία, η οποία επαναλήφθηκε τα έτη 2012, 2013, 2014 και 2015. Διάφοροι δήμοι πραγματοποίησαν διαβουλεύσεις για την ανεξαρτησία μεταξύ των ετών 2009 και 2011. Πριν από αυτές τις διαδηλώσεις της αναταραχής, η κεντρική κυβέρνηση αντί να ανοίξει ένα διάλογο, εναντιώθηκε με ακραίο τρόπο.

Το 2013 εγκρίθηκε στο κοινοβούλιο της Καταλονίας η «Δήλωση της κυριαρχίας και του δικαιώματος λήψης αποφάσεων του λαού της Καταλονίας» στην οποία προωθήθηκε η διεξαγωγή της διαβούλευσης περί αποφάσεων για την πολιτικό μέλλον της Καταλονίας. Τον Οκτώβριο του 2014 ο Πρόεδρος του Generalitat υπέγραψε ένα διάταγμα για την επιβεβαίωση της διαβούλευσης για την ανεξαρτησία. Αμέσως, η ισπανική κυβέρνηση, αρνούμενη να διαξάγει ένα δημοψήφισμα, προσέφυγε ενώπιον του Συνταγματικού Δικαστηρίου, το οποίο κατήργησε το νόμο για τις λαϊκές διαβουλεύσεις και επομένως το να διεξάγει κανείς ένα δημοψήφισμα μετατράπηκε σε έγκλημα κατά του συντάγματος. Εναλλακτικά, διεξήχθη μία συμμετοχική διαδικασία την 9η Νοεμβρίου του 2014, η οποία οργανώθηκε από εθελοντές και η οποία είχε μεγάλη ανταπόκριση από τον πληθυσμό.

Ως απάντηση στην απαγόρευση πραγματοποίησης διαβουλεύσεων με νομική ισχύ, ο αρχηγός της πολιτικής ομάδας «Δημοκρατική Αριστερά της Καταλονίας» (ERC) απαίτησε τη διεξαγωγή εκλογών, οι οποίες αναμένονταν για αργότερα, εάν οι ομάδες υπέρ της ανεξαρτησίας διέθεταν μία πλειοψηφία, προκειμένου να προωθήσει μονομερώς την ανεξαρτησία της Καταλονίας. Οι εκλογές διεξήχθησαν την 27η Σεπτεμβρίου και τα κόμματα υπέρ της ανεξαρτησίας συγκέντρωσαν την πλειοψηφία των εδρών αλλά όχι των ψήφων. Την 9η Νοεμβρίου, ένα χρόνο μετά τη λαϊκή διαβούλευση, το κοινοβούλιο της Καταλονίας ενέκρινε την απόφαση έναρξης της ανεξαρτησίας.

Μέσα στο κλίμα εκλογικής εκστρατείας που βρίσκεται η Ισπανία, η απάντηση του Προέδρου Ραχόι εξακολουθεί να είναι αυτή της γενικής έντασης ενάντια στην Καταλονία, την αντίθεσης στο διάλογο, της εμπλοκής της διαδικασίας και της αμφισβήτησης της απόφασης για ανεξαρτησία. Το σοσιαλιστικό κόμμα, δεύτερη δύναμη της χώρας, στηρίζει την απόφαση του Ραχόι. Η ομάδα «Podemos» είναι το μοναδικό κρατικό κόμμα που παρότι εμφανίζεται αντίθετο με την ανεξαρτησία, υπερασπίστηκε το δικαίωμα μίας διαβούλευσης, παρότι ο αρχηγός της έχει κατηγορήσει τον αρχηγό της συμμαχίας «Μαζί για το ναι» (“Junts pel si”) για έλλειψη αξιοπιστίας επειδή ενώ υπερασπιζόταν τη διαβούλευση για την ανεξαρτησία της Καταλονίας αρνούνταν τη στήριξη σε μία διαβούλευση σχετικά με τη συνέχιση της μοναρχίας της Ισπανίας και δεν προωθούσε τα κοινωνικά δικαιώματα.

Όλη η διαδικασία είναι μία θεαματική αναπαράσταση και διαρκής αλληγορία των στιγμών της καταπίεσης του καταλανικού λαού. Όπως οι διαδηλώσεις του 1.500.000 των συμμετεχόντων, κατά τις οποίες πραγματοποιήθηκαν θεαματικές ασκήσεις με αεροπλάνα, η διεξαγωγή κινητοποιήσεων μεγάλης συναισθηματικής φόρτισης, όπως η διαβούλευση, η διαχείριση της οποίας έγινε από εθελοντές ή η παρουσία του προέδρου της Καταλονίας ενώπιον του Δικαστηρίου, ο οποίος κατηγορήθηκε από την κεντρική κυβέρνηση, την ημέρα της επετείου του τουφεκισμού του Lluís Companys ή η συνοδεία μέχρι το Δικαστήριο των 400 δημάρχων με τα επίσημα μπαστούνια τους. Όλες αυτές ήταν διαδηλώσεις στήριξης της ανεξαρτησίας χωρίς βία και με ισχυρή υποστήριξη από τον πληθυσμό.