Η Ελλάδα είναι η ωραιότερη χώρα του κόσμου. Για διακοπές. Για τους μόνιμους και πιο αδύναμους κατοίκους της χώρας η καθημερινότητα είναι δύσκολη.

Πρωταρχικά υπεύθυνες είναι οι ελληνικές κυβερνήσεις που προχώρησαν στην παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των πολιτών. Ευθύνη έχουν και οι πιστωτές διότι έχουν παραβιάσει διεθνείς συνθήκες στον σχεδιασμό των έως τώρα οικονομικών προγραμμάτων για τη χώρα. Σύμφωνα με το Άρθρο 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) «Η Ένωση βασίζεται στις αξίες της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της ελευθερίας, της δημοκρατίας, της ισότητας, του κράτους δικαίου, καθώς και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων των προσώπων που ανήκουν σε μειονότητες».

Τα δεδομένα αυτά έχουν κινητοποιήσει ακόμη και διανοητές όπως ο Γιούργκεν Χάμπερμας να στηλιτεύσουν την γερμανική ηγεσία για την εμμονή της στην λιτότητα προς τους ήδη «εξαντλημένους Έλληνες». Δεν έχει άδικο. Οι αριθμοί είναι αμείλικτοι.

Σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Οικονομικών και Χρηματοδοτικών Υποθέσεων και της Ευρωπαϊκής Διεύθυνσης Εσωτερικής Πολιτικής, με την έναρξη του πρώτου οικονομικού προγράμματος, οι δαπάνες για τη δημόσια υγεία στην Ελλάδα περιορίζονται στο 6% του ΑΕΠ. Με το δεύτερο πρόγραμμα, τα λειτουργικά έξοδα των νοσοκομείων μειώνονται κατά 8%. Σήμερα, περισσότεροι από 2,5 εκατομμύρια άνθρωποι δεν έχουν ασφάλιση υγείας. Η μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης από 4,37 δις ευρώ το 2010 σε 2 δις ευρώ το 2014, είχε ως αποτέλεσμα μεγάλες ελλείψεις φαρμάκων σε νοσοκομεία και φαρμακεία. Φέτος, σύμφωνα με ανάρτηση της Efsyn.gr, ο δημόσιος προϋπολογισμός διέθεσε μόλις 51 εκ. ευρώ για το Νοσοκομείο «Αττικόν» σε σύγκριση με τα 57 εκ. που είχαν δοθεί πέρυσι και τα 120 εκ. που είχαν διατεθεί το 2010.

Μεταξύ 2008 και 2013 η ανεργία άγγιξε το 27,9% του πληθυσμού ενώ οι μισθοί μειώθηκαν μέχρι και 25%. Πολλοί Έλληνες εργάζονται ανασφάλιστοι, γεγονός που επιβεβαιώνει και έκθεση του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Φέτος, οι κεφαλαιακοί έλεγχοι είχαν ως αποτέλεσμα την απώλεια 16.700 θέσεων εργασίας μέσα στον Ιούλιο, σύμφωνα με τα tanea.gr. Το ποσοστό ανεργίας κορυφώνεται στους νέους και αγγίζει το 64,9%. Δεν είναι να απορεί κανείς με την μαζική τους έξοδο από τη χώρα.

Βασικά μέσα διαβίωσης στερήθηκε το 11% του πληθυσμού από την αρχή της κρίσης, ποσοστό που αυξήθηκε στο 21,5% την περίοδο 2009-2014 σύμφωνα με έκθεση της Eurostat. Οι πολίτες, ωστόσο, στερήθηκαν και άλλα ουσιώδη. Μεταξύ 2009 και 2015, η Ελλάδα κατρακύλησε από την 35η στην 91η θέση στον Παγκόσμιο Δείκτη Ελευθερίας του Τύπου. Οι διακρίσεις και η ρητορική μίσους κορυφώθηκαν. Οι ετήσιες εκθέσεις του Δικτύου Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας τονίζουν την άνοδο βίαιων εγκλημάτων απέναντι σε αλλοδαπούς και ομοφυλόφιλους, ενώ μέχρι και αυτή τη στιγμή, η νεοναζιστική Χρυσή Αυγή εξακολουθεί να έχει στηρίγματα στην ελληνική κοινωνία.

Πώς θα προχωρήσουμε λοιπόν; Ακόμη και οι τουρίστες ρωτούν, ανάμεσα σε άλλα, για το μέλλον της χώρας ή για τους πρόσφυγες που είδαν να καταφθάνουν σε κάποια παραλία του Αιγαίου.

Οπωσδήποτε, η προοπτική εφαρμογής ενός ακόμη οικονομικού προγράμματος λιτότητας θα επιδεινώσει την κατάσταση. Δεν είναι, όμως, μονάχα η οικονομία που πρέπει να ανορθωθεί. Είναι και το ανάστημά μας. Η διαφθορά, η ανισότητα και ο νεοφασισμός που έχουν ριζώσει στη χώρα πρέπει να καταπολεμηθούν.

Για να έχει αποτέλεσμα οποιαδήποτε προσπάθεια, πρέπει κάπου να μπορέσουν να συναντηθούν οι πολίτες και να συνεννοηθούν. Όποιος δεν βλέπει τα μεγάλα κενά, τα συστημικά λάθη και τις αντιφάσεις στις νοοτροπίες πολλαπλών ταχυτήτων που υπάρχουν στην Ελλάδα, μάλλον εθελοτυφλεί. Όποιος δεν βλέπει πέρα από τις επιπτώσεις των δανειακών συμβάσεων, ενισχύει την ανταλλαγή δογματικών και πολωτικών αντιλήψεων, συνεισφέρει όχι μόνο στην ακινησία αλλά και στον εγκλωβισμό.

Από την άλλη, όταν κάποιος υποβιβάζει ή παραγκωνίζει τις δραματικές συνέπειες των δανειακών συμβάσεων για τους πολίτες, δείχνει ότι πιστεύει τυφλά σε ορισμένους μόνο κανόνες.

Αυτή είναι η εικόνα ενός κλειστού μέλλοντος, ενός τόπου όπου κανένα όραμα δεν μπορεί να ανθίσει. Η συζήτηση που είναι πραγματικά αναγκαία, για το πώς μπορούμε να απεγκλωβιστούμε, με ποια βήματα και σε ποιον χρόνο, ακόμη δεν γίνεται.

Σε κάθε περίπτωση, εάν συνεχίσουμε να δεχόμαστε πολιτικές με παράπλευρες απώλειες, η χώρα του ήλιου και της θάλασσας θα παραμένει ένα κλειστό τοπίο.